Το “Βοήθεια στο Σπίτι” αποτελεί κατάθεση ψυχής! – Γράφει η Χαρμπέα Ιωάννα

0 1.024

Στις μέρες μας το ποσοστό των ηλικιωμένων ατόμων αναλογικά του συνολικού πληθυσμού της χώρας μας είναι αρκετά υψηλό. Παρατηρείται το φαινόμενο της δημογραφικής γήρανσης. Η δημογραφική γήρανση ορίζεται ως η αύξηση της αναλογίας των ατόμων άνω των 65 ετών στο σύνολο του πληθυσμού. Βασική αιτία είναι η μείωση της γεννητικότητας – γονιμότητας που δημιουργεί προβλήματα πληθυσμιακής ανανέωσης.

Το βοήθεια στο σπίτι αποτελεί ένα πρόγραμμα που απευθύνεται κατά κύριο λόγο σε ένα μεγάλο μέρος του πληθυσμού, στην Τρίτη ηλικία, χωρίς όμως να αποκλείει και άλλου τύπου κοινωνικές ομάδες που χρήζουν κοινωνικής βοήθειας ( όπως π.χ. ΑμεΑ). Απευθύνεται λοιπόν σε ειδικές κατηγορίες ατόμων, μη ικανές να καλύψουν από μόνες τους βασικές τους ανάγκες όπως την ιατροφαρμακευτική τους περίθαλψη, τη μετακίνησή τους σε ιατρείο, την διευθέτηση προσωπικών τους εκκρεμοτήτων που αφορά πληρωμή λογαριασμών συναλλαγή με πρόνοια, τράπεζες, ΙΚΑ, νοσοκομεία και παντός είδους υπηρεσίες. Με άλλα λόγια πρόκειται για ένα είδος ολοκληρωμένης και συστηματικής φροντίδας, πάνω από όλα όμως πρόκειται για ένα κοινωνικό λειτούργημα.

Σκοπός του κοινωνικού επιστήμονα του προγράμματος εκτός από την ψυχοκοινωνική στήριξη και τη συμβουλευτική, διευθέτηση ζητημάτων κοινωνικής πρόνοιας είναι να κάνει τον ηλικιωμένο να νιώθει χρήσιμος. Η άσχημη ψυχολογία και η αδράνεια αποτελούν λόγους γήρανσης. Το γήρας δεν είναι μόνο βιολογικό αλλά αποτελεί και κοινωνικό φαινόμενο.

Οι ηλικιωμένοι αποτελούν μια αναξιοποίητη παραγωγική δύναμη. Με τη συμβολή ενός επιστήμονα δύναται να επιτευχθεί η καταγραφή εμπειριών από μέρους των ηλικιωμένων, ακόμα και η έκδοση ενός βιβλίου που θα αποτελεί οδηγό – σύμβουλο για τους νεότερους. Ειδικότερα η ομάδα των ηλικιωμένων γυναικών μπορούν να μεταφέρουν στις νεότερες γενεές συνταγές μαγειρικής ή να ασχοληθούν με χειροτεχνίες. Ο ηλικιωμένος αποτελεί φορέα σοφίας και γνώσης. Η συμβολή του στην κοινωνική συνοχή είναι σημαντική εφόσον διατηρεί κάποια ήθη και έθιμα και μεταδίδει αυτά στις ερχόμενες γενεές.

Σε μια κοινωνία που όλα αμφισβητούνται και μεταβάλλονται. Σε μια κοινωνία όπου οι κοινωνκές αξίες και σχέσεις περνάνε κρίση και η μοναξιά θεωρείται μάστιγα που πλήττει όλες τις πληθυσμιακές ομάδες δεν μπορεί να εξαιρεθεί από τη μάστιγα αυτή η ομάδα των ηλικιωμένων και των ΑμεΑ. Η ανάγκη για επαφή με το συνάνθρωπο παρουσιάζεται διάχυτη σε όλες τις εκφάνσεις της κοινωνικής ζωής. Ο σύγχρονος άνθρωπος έχει την ευτυχία να περικλείεται από πλήθος ανθρώπων , στην πραγματικότητα όμως είναι καταδικασμένος να βρίσκεται εγκλωβισμένος στον ασφυκτικό κλοιό της μοναξιάς του.

Την απεγνωσμένη προσπάθεια του ηλικιωμένου ατόμου έρχεται να καλύψει το βοήθεια στο σπίτι. Η ανάγκη λοιπόν για επικοινωνία σε συνδυασμό με την ανάγκη νοσηλευτικής φροντίδας και οικιακής βοήθειας σε μοναχικά και ανήμπορα άτομα δημιούργησε το πρόγραμμα: « βοήθεια στο σπίτι», το οποίο όμως ακόμα δεν έχει θεσμοθετηθεί. Η θεσμοθέτηση επιβάλλεται από την ίδια την κοινωνία. Η συνεχής και αδιάλειπτη λειτουργία του προγράμματος κρίνεται αναγκαία για την αναβάθμιση της ζωής των ατόμων που χρήζουν βοήθεια.
Ως κοινωνιολόγος μπορώ να διαβεβαιώσω ότι οι ανάγκες της κοινωνίας που δημιουργούνται είναι όπως οι πληγές ενός ζωντανού οργανισμού. Πρέπει να κλείσουν οι πληγές για να επιζήσει ο οργανισμός και στην προκειμένη περίπτωση πρέπει να καλυφθούν οι ανάγκες των ατόμων για να επιτευχθεί κοινωνική ισορροπία.

Ο κοινωνικός επιστήμονας οφείλει να εστιάσει το επαγγελματικό του ενδιαφέρον όχι μόνο σε αυτό το κοινωνικό πρόβλημα που φαίνεται. Έχει χρέος να προσεγγίσει τα δεδομένα – ορατά προβλήματα των ευπαθών κοινωνικών ομάδων που είναι κοινωνικά προσδιορισμένα, αλλά και των αφανών ομάδων δηλαδή εκείνων που αντιμετωπίζουν πολλαπλά προβλήματα κοινωνικής παθογένειας χωρίς όμως να το γνωρίζει κάποιος ή να μη θέλει να το γνωρίζει, γιατί έτσι τον συμφέρει. Πρέπει να αναγνωρίσουμε το γεγονός ότι ένα κοινωνικό πρόβλημα δεν παύει να αποτελεί πρόβλημα επειδή δεν είναι ορατό. Η ύπαρξη τέτοιου είδους προβλημάτων υπονομεύει την κοινωνική συνοχή και την εύρυθμη λειτουργία της κοινωνίας.

Οι αφανείς ομάδες θεωρούνται αφανείς γιατί δεν είναι γνωστές στις επίσημες αρχές. Είναι πληθυσμοί που δε θα ζητήσουν επίσημα βοήθεια. Οι πληθυσμοί αυτοί δε θέλουν να επωφεληθούν, γι αυτό βρίσκονται εκεί που βρίσκονται. Οι κοινωνικές δομές όμως πρέπει να βρουν τρόπο να τους εντοπίσουν και να τους επανακοινωνικοποιήσουν. Απαιτείται να υπάρξει ειδική επάνδρωση των κοινωνικών δομών χαρακτηριζόμενη από εξωστρέφεια. Δεν περιμένουμε να έρθει κάποιος να μας εμπιστευτεί το πρόβλημα του, τον ανακαλύπτουμε εμείς οι κοινωνικοί επιστήμονες, τον προσεγγίζουμε χτίζοντας μια σχέση αμοιβαίας εμπιστοσύνης και εν τέλει του προσφέρουμε τη βοήθεια μας. Το «βοήθεια στο σπίτι» κινείται και προς αυτή την κατεύθυνση. Δεν περιμένουμε να εξαπλωθεί ένα κοινωνικό πρόβλημα. Η αναχαίτηση ενός φαινομένου κοινωνικής παθογένειας, η έγκαιρη διάγνωση και αντιμετώπιση του κρίνεται αναγκαία αν θέλουμε να λέμε ότι ζούμε σε ένα κράτος πρόνοιας.

Οι κοινωνίες αλλάζουν με το πέρασμα των χρόνων. Η δυναμικότητά τους είναι πλέον δεδομένη. Οι ραγδαίες εξελίξεις στη δομή τους επιβάλλουν και την εξέλιξη των θεσμών. Η δομή της σύγχρονης οικογένειας είναι τόσο διαφορετική. Σήμερα μιλάμε για μονογονεακές οικογένειες ( διαζύγιο, χηρεία ή ανύπαντρες μητέρες), για ανασυγκροτημένες οικογένειες ( μετά από χηρεία η διαζύγιο), χωλές οικογένειες (όπου δεν ζούν μαζί οι δύο γονείς). Τα ερωτήματα όμως που τίθενται είναι τα εξής: οι ηλικιωμένοι τι ρόλο παίζουν σε όλο αυτό το σκηνικό της μεταλλασόμενης οικογένειας; Που τελικά ανήκουν; Ποιος ασχολείται μαζί τους; Και στο σημείο αυτό πρέπει να λάβουμε υπόψη ότι ακόμη και στην περίπτωση των ηλικιωμένων που ζούν με τα παιδιά τους δεν είναι εφικτό να τους προσφέρουν τις υπηρεσίες που προσφέρει το βοήθεια στο σπίτι. Αυτό συμβαίνει για τον απλούστατο λόγο ότι τα παιδιά των ηλικιωμένων εργάζονται και δεν έχουν χρόνο να ασχοληθούν μαζί τους. Κατά κάποιο τρόπο λοιπόν η ύπαρξη του βοήθεια στο σπίτι αποδεσμεύει παραγωγική δύναμη, συμβάλλει στην ανάπτυξη της παραγωγικότητας και στην προώθηση της απασχόλησης. Η ύπαρξη του βοήθεια στο σπίτι αντιτάσσεται λοιπόν στην περιθωριοποίηση και τον κοινωνικό αποκλεισμό των ατόμων της Τρίτης ηλικίας. Εξάλλου μόνο και μόνο η προσοχή που δίνεται σε αυτά τα άτομα, μια ζεστή καλημέρα είναι αρκετή για να χαμογελάσουν, άλλωστε το αξίζουν γιατί είναι οι άνθρωποι εκείνοι που μας ανάθρεψαν, έδωσαν τα πάντα για να έχουμε μια καλύτερη ζωή και τώρα είναι ευάλωτοι. Ας τους δείξουμε και εμείς την κοινωνική μας ευαισθησία.

Η αναγκαιότητα της ύπαρξης του βοήθεια στο σπίτι είναι αναμφισβήτητη και για ένα επιπλέον λόγο. Οι υπηρεσίες που προσφέρονται συντελούν στην αποσυμφόρηση του εθνικού συστήματος υγείας. Η αποστασιοποίηση λοιπόν από το ζήτημα της θεσμοθέτησης του δεν δικαιολογείται. Το συγκεκριμένο ζήτημα μας αφορά όλους ανεξαιρέτως και από όποιαδήποτε οπτική γωνία και αν το δούμε η ουσία παραμένει η ίδια.

Μια κοινωνία θεωρείται υγιής όταν εξασφαλίζει τα δικαιώματα των νέων (π.χ. δικαίωμα στην εργασία) και τις παροχές που οφείλει στους ηλικιωμένους. Με βάση τα όσα έχουν προαναφερθεί επιβάλλεται η καθιέρωση του προγράμματος βοήθεια στο σπίτι. Δεν μπορούμε να πάμε κόντρα στην εξέλιξη και στην ανακατάταξη των ισχυουσών κοινωνικών δεδομένων. Η μη αναγνώριση της αναγκαιότητας αυτής θα επιφέρει αμέτρητα κοινωνικά προβλήματα και υψηλά κόστη, τόσο πραγματικά όσο και ψυχικά.

Ας σταματήσουμε λοιπόν να εθελοτυφλούμε στις επιταγές της σύγχρονης εποχής. Το βοήθεια στο σπίτι είναι συνυφασμένο με τη δομή της σύγχρονης κοινωνίας και τη λειτουργικότητα αυτής. Είναι αδιανόητο άτομα που εργάζονται στο πρόγραμμα αυτό μια ζωή με κατάθεση ψυχής να μένουν εκτος προγράμματος σε μια ηλικία μάλιστα που είναι δύσκολο να βρούν εργασία οπουδήποτε αλλού.  Μερικές φορές τα αυστηρά διαδικαστικά αφήνουν απέξω παράγοντες που θα πρεπε να χουν ληφθεί υπόψιν.

 

Γράφει η Χαρμπέα Ιωάννα κοινωνιολόγος/συγγραφέας

 

Μπορεί επίσης να σας αρέσει
Αφήστε μια απάντηση

Η διεύθυνση email σας δεν θα δημοσιευθεί.

Litespeed Greek Web Hosting by NetSpace.gr