Θεία Λειτουργία: Συμμετοχή ή παρακολούθηση; Το αμάρτημα των ημερών
Η πανδημία επιβεβαιώνει την ηγεμονία ενός απειροελάχιστου ιού, αναδεικνύοντας την ίδια στιγμή τον δραματικό τόνο της εκκλησιαστικής ζωής. Η Εκκλησία αντί να μεταποιήσει την κρίση σε ευλογία, εγκλωβίζεται στις δομές της κοινωνίας, του κόσμου, της τεχνολογίας, δείχνοντας αδύναμη να αναλάβει πρωτοβουλίες για επανακατήχηση, κάτι που αποτελεί το μεγάλο πλέον στοίχημα.
Το αμάρτημα των ημερών τείνει να παγιωθεί σε ανθρώπινες συνειδήσεις που αρνούνται την συμμετοχή στον πόνο, στην κοινή προσευχή, στη λαχτάρα της κοινωνίας μέσα στην Εκκλησία. Η πανδημία διευκόλυνε την ανθρώπινη ελευθερία και αυτή με τη σειρά της καταφάσκοντας στο πένθος της δοκιμασίας αυτής, απολαμβάνει έναν άκρατο ψυχολογισμό από οπουδήποτε. Φυσικά, όλα αυτά, με απροϋπόθετη την φυσική παρουσία, το άγγιγμα, την ύλη, το σώμα. Μήπως η αιμορροούσα δεν θα μπορούσε να γιατρευτεί χωρίς το άγγιγμα, καθήμενη στο σπίτι της και απαιτώντας από τον Χριστό την σωτηρία; Κι ο Θωμάς; Γιατί να βάλει τον εαυτό του στον πειρασμό της δοκιμασίας, αφού θα μπορούσε να συνδιαλεχθεί με την αλήθεια του προσώπου του Χριστού από απόσταση; Θέμα πίστης δεν είναι; Και κάτι ακόμη∙ γιατί να ενσαρκωθεί ο Θεός; Δεν μπορούσε να μας σώσει από απόσταση;
Δεν απώλεσε βέβαια κάτι από αυτό η Θεία Λειτουργία. Ο άνθρωπος απώλεσε την εμπειρία, το εμπειρικά βεβαιωμένο γεγονός της μυστηριακής ψηλάφησης. Απώλεσε το άγγιγμα, την συμμετοχή στο χώρο του μυστηρίου. Η πανδημία, αντί να οδηγήσει την Εκκλησία σε μία φιλοσοφημένη στάση, επαναξιολόγησης και επανακατήχησης, κατάφερε να βυθίσει την ανθρώπινη ύπαρξη σε αχαρτογράφητα νερά. Ο πιστός δεν χρειάζεται να συμμετέχει στην Θεία Λειτουργία, στον χώρο όπου τελείται η Θεία Ευχαριστία, προσφέροντας την ελευθερία του ως καταφάσκουσα αποκεκαλυμμένη φυσική παρουσία. Έχει πλέον την δυνατότητα να λατρεύει τον Θεό από το σπίτι του. Το σπίτι έγινε χώρος λατρείας, από το σπίτι ο άνθρωπος προσεύχεται, δεν γνωρίζω αν ελπίζει σε κατ’ οίκον διανομή της Θείας Ευχαριστίας για τους δυνάμενους.
Η τεχνολογία προσφέρει τις υπηρεσίες της. Η Θεία Λειτουργία ως γεγονός μοναδικό εισέρχεται μέσα από τις τηλεοπτικές οθόνες στον χώρο όπου ο καθένας επιθυμεί να τραβήξει το θαύμα, χωρίς να είναι απαραίτητη η παρουσία του στον φυσικό χώρο. Είναι απαρηγόρητο το γεγονός ότι στις μέρες μας ο πιστός σφραγίζει την ανάγκη της πίστης μέσα από την τηλεόραση και συνηθίζει σ’ αυτή την αντίληψη. Δεν είναι τυχαίο κι ένα άλλο παρόμοιο γεγονός∙ η συνήθεια ορισμένων χριστιανών να εξομολογούνται μέσα από το τηλέφωνο και χωρίς συγχωρητική ευχή να κοινωνούν Σώμα και Αίμα Χριστού.
Η τεχνολογία δεν αντιμετωπίστηκε ‘’αλιευτικώς’’ όπως θα έλεγε ο Γρηγόριος Θεολόγος ή με τον τρόπο επιλογής των θετικών της για την απόκτηση της αρετής όπως θα συνηγορούσε ο Μ. Βασίλειος. Ήρθε και αναίρεσε την μετοχή ως γεγονός φυσικής παρουσίας, ως γεγονός κοινωνίας, ως Σύναξη επί το αυτό, που είναι η Θεία Ευχαριστία. Το Σώμα και το Αίμα μπορούν πλέον, με τον πιο ανερυθρίαστο τρόπο να ιδωθούν (το μυστήριο ως ιδέα) από την τηλεόραση, αντί να προσφερθούν σε ψυχοσωματικές υπάρξεις. Αυτό δεν είναι Ευχαριστιακή Σύναξη και η Θεία Ευχαριστία αντιμετωπίζεται με τρόπο μαγικό. Τίποτε πλέον δεν μυσταγωγείται σε μία τέτοια περίπτωση. Τελικά, έχουμε ανάγκη από έναν Θεό φιλοσοφούμενο ή από έναν Θεό γευόμενο;
Σημειώνει σχετικά με την αναμετάδοση της Θείας Λειτουργίας ο Γέρων Μητροπολίτης Περγάμου Ιωάννης Ζηζιούλας σε βιβλίο του: ‘’Και ας μη λεχθεί ότι αυτό γίνεται για να εξυπηρετηθούν οι ασθενείς ή οι άλλως πως κωλυόμενοι! Διότι, αυτό που προσφέρεται στους ανθρώπους αυτών των κατηγοριών, δεν είναι καθόλου η πραγματικότητα της λειτουργίας (η οποία προϋποθέτει φυσική παρουσία και κοινωνία σώματος), αλλά μία οπτική εικόνα, δηλ. μία «εικονική πραγματικότητα», μία καρικατούρα της Θ. Λειτουργίας. Έτσι, δεν προσφέρεται παρά μία ψυχολογική ικανοποίηση στους ανθρώπους, με την οποία όμως η Εκκλησία αλλοιώνει την οντολογική πραγματικότητα της ταυτότητάς της, αφού η Λειτουργία είναι Σύναξις «επί το αυτό» και η Εκκλησία κοινότητα’’.
Η Θεία Ευχαριστία αποτελεί μία ευχαριστιακή σύναξη. Η Θεία Λειτουργία δεν παρακολουθείται. Δεν έχει ανάγκη την παρακολούθηση κανενός. Δεν είναι δράμα, κωμωδία, έργο που έχει ανάγκη τους θεατές. Ο πιστός δεν παρακολουθεί τον ιερέα, τον ψάλτη ως πρωταγωνιστές ενός έργου που επιβιώνει εδώ και χιλιάδες χρόνια. Ο πιστός συμμετέχει. Τα ρήματα που περιγράφουν την θέση και τη σχέση του με τον χώρο και τα τελούμενα είναι ρήματα που δηλώνουν συμμετοχική ενέργεια. Ο πιστός συμμετέχει στο ξετύλιγμα του σχεδίου της Θείας Οικονομίας, αντιμετωπίζοντας τους άλλους πιστούς ως πρόσωπα μιας κοινωνίας, ενός συνόλου. Υπάρχει μετοχή, συμμετοχή, συνύπαρξη, κοινωνία, εμπειρία, βίωμα. Εξάλλου, η λέξη ‘’λειτουργία’’ σημαίνει το έργο ενός συνόλου. Ο πιστός συμμετέχει με τους πιστούς στο κατεξοχήν μυστήριο και γίνεται ένα με εκείνους όταν μεταλαμβάνει Χριστό. Αυτό το γεγονός δεν έχει ανάγκη από μεσάζοντες, αλλά είναι αυτό το καθ’ αυτό που προϋποθέτει την φυσική παρουσία, σώματα, ψυχές, όλα αυτά που είναι ο άνθρωπος.
Πάνω στο συγκεκριμένο ζήτημα, καταθέτει τους προβληματισμούς του ο Καθηγητής Φιλοσοφίας της Θεολογικής Σχολής Τιμίου Σταυρού Βοστώνης (Καθολικό Κολλέγιο) π. Παντελεήμων Μανουσάκης: ‘’…Παραμένει ακόμη πιο παράδοξο, επομένως, πόσο εύκολα και γρήγορα, τόσο οι θεσμοί, η εκκλησία όσο και η ακαδημία, έσπευσαν να αγκαλιάσουν, να εφαρμόσουν και να προωθήσουν τα ίδια τηλε-τεχνολογικά μέσα και τις ηδονοβλεψιτεχνικές αρχές τους -προηγουμένως επικριτικά – στον απόηχο της παρούσης πανδημίας. Με αυτό τον τρόπο, αντικατέστησαν την μέχρι σήμερα απαιτούμενη φυσική παρουσία των πιστών στα στασίδια και του μαθητή στην τάξη με διαλέξεις webcam και ζωντανές μάζες που μπορούν πλέον να απολαύσουν από την ασφάλεια και την άνεση της κρεβατοκάμαρας κάποιου. Το να είσαι -εκεί (Dasein) και να είσαι-παρόν δεν είναι απαραίτητο πλέον είτε για πίστη είτε για γνώση. Γιατί, σίγουρα, κανείς δεν παραλείπει το απαραίτητο τόσο άμεσα όσο αυτό. Αυτή η γρήγορη μετάβαση από τον φυσικό στον εικονικό χώρο δεν μπορεί παρά να σηματοδοτήσει τον θρίαμβο της οφθαλμικής ηγεμονίας. Η εντολή «μην το αγγίζεις» εφαρμόζεται καλύτερα όταν δεν υπάρχει τίποτα που θα μπορούσε να ακουμπήσει κάποιος’’.
Πρεσβύτερος Ηρακλής Φίλιος (Βαλκανιολόγος, Θεολόγος)
Εφημέριος Ι.Ν. Αγίου Δημητρίου Διάβας