Σύλλογος Σαρακατσαναίων Τρικάλων: Τιμή στην μνήμη του Σαρακατσάνου Κλεινοβίτη οπλαρχηγού Γρηγορίου Λιακατά
Τιμή στην μνήμη του Σαρακατσάνου Κλεινοβίτη οπλαρχηγού Γρηγορίου Λιακατά που έπεσε υπέρ πατρίδος στις 28 Φεβρουαρίου 1826, υπερασπιζόμενος το νησί Ντολμάς στην πολιορκία του Μεσολογγίου επικεφαλής 300 αντρών που οι περισσότεροι ήταν συγγενείς του και Σαρακατσάνοι.
Ο βραβευμένος από την Ακαδημία Αθηνών συγγραφέας Γιάννης Μποτός στο βιβλίο του “Οι Σαρακατσιαναίοι” γράφει ότι «η μεγάλη και αμάραντη δόξα των Σαρακατσιαναίων στάθηκε ο Κλεφταρματωλισμός.΄ Ούτε τα γράμματα καλλιέργησαν, ούτε τις τέχνες, ούτε πολιτισμό ανέπτυξαν ένεκα η φύση της δουλειάς και ο τρόπος της ζωής τους. Μα τα άρματα τα κράτησαν γερά, τα τίμησαν και τα δόξασαν ενάντια στους Τούρκους καταχτητές». Ένας από αυτούς, λοιπόν, είναι και ο ΓΡΗΓΟΡΗΣ ΛΙΑΚΑΤΑΣ
Ο Γρηγόρης Λιακατάς ήταν ο μεγάλος γιος του Θύμιου Λιακατά τα άλλα αδέρφια του ήταν , ο Μήτρος , ο Σωτήρης ,ο Κώστας , και η πολυτραγουδισμένη για την ομορφιά της Δέσπω που με την βία την πήρε ο Αλή πασας στο χαρέμι του.
Γεννήθηκε γύρω το 1799 ,κατά άλλους στον Ασπροπόταμο κατά άλλους στο Ξηρόμερο. Ο Θύμιος Λιακατάς ξεκαλοκαίριαζε στα βουνά των Τζουμέρκων και ξεκαλοκαίριαζε στο Καρβασαρά. Γύρω στο 1820 ο Αλή πασάς αρπάζει την κόρη του, την πανέμορφη Δέσπω και για να εξευμενίσει την οικογένεια του διορίζει τον Γρηγόρη Λιακατά αρματολό στο Κλείνοβο του Ασπροποτάμου, που ανήκε στο αρματολίκι του Ν. Στουρνάρη.
Ο Ν. Κασομούλης γράφει τι του είχε αφηγηθεί ο Ν. Στουρνάρης: ο Αλή πασάς με ανάγκασε να δεχτώ για καπετάνιο στο Κλινοβό τον Γρηγόρη Λιακατά ,ο οποίος ήταν γαμπρός του. Έπειτα από ένα χρόνο Ο Αλής με ανάγκασε να δώσω την κόρη μου Βαγγελή για γυναίκα του. Αν και ο Γρηγόρης ήταν πολύ νέος δεν είχα αντίρρηση να του δώσω την κόρη μου ,διότι τον θεωρούσα τίμιο άνθρωπο και διότι πήρε τον τίτλο του από την στάνη του σκοτώνοντας έναν μεγάλο κλέφτη και όχι από την αυλή του Αλή πασά.
Η επανάσταση στην επαρχεία Ασπροποτάμου ξεκίνησε στις Ιουλίου του 1821 από τους οπλαρχηγούς, Γρηγόρης Λιακατάς Ν. Στουρνάρη ,και τον Γιωργάκη Βελή από τα Άγραφα.
Έπειτα από την μάχη του Κόρμπου που έγινε στις 5 Αυγούστου του 1823 ο Γρηγορής Λιακατάς άφησε τον Ασπροπόταμο αφήνοντας αντικαταστάτη του τον αδερφό του Μήτρο Λιακάτα και κατέβηκε στο Μεσολόγγι για να μπορέσει να προσφέρει περισσότερες υπηρεσίες στη πατρίδα, από την μία πλευρά αλλά για να βρίσκεται κοντά στην οικογένεια του από την άλλη η οποία βρισκόταν στην Κεφαλονιά από τον περασμένο Μάρτιο.
Το 1824 μαζί με τον πεθερό του ξανανέβηκαν στον Ασπροποταμο για να ξαναφύγουν την άνοιξη του ίδιου χρόνου και να μην επιστρέψουν ποτέ, διότι και οι δύο αργότερα θα πέσουν μαχόμενοι για τις ανάγκες του έθνους.
Στην πολιορκία του Μεσολογγίου και σε μία από τις επιθέσεις του Κιουταχή ο Γρηγόρης Λιακατάς έχασε το δεξί του μάτι από έκρηξη βόμβας όπως μας λέει το παρακάτω τραγούδι.
Με γέλασε ο Αυγερινός ,με γέλασε η πούλια
και βγήκα απάνου στο βουνό προτού να καλοφέξει,
εκεί σε πέτρα ακούμπησα να πάρ’ ολίγον ύπνο
κι εκεί άκουσα τρεις πέρδικες ,όπου κελαηδούσαν
κι καταριόταν τα βουνά μ’ ανθρώπινη λαλίτσα.
Εσείς βουνά του κερατά ,βουνά του Ασπροποτάμου,
τους κλέφτες τι τους κάματε, τον καπετάν Γρηγόρη
-Αυτός πήγε και κλείσθηκε στο δόλιο Μεσολόγγι,
μας είπαν πώς λαβώθηκε στο δεξί το μάτι,
και λέν πώς δεν θα ξαναρθεί ,πως δεν θα τον ξαναδούμε
Για κλάψτε δέντρα και κλαδιά και κοντοραχούλες
και σεις βουνά κλεφτόβουνα , με τις κρυοβρυσούλες
την χάσατε την κλεφτουριά τον καπετάν Γρηγόρη.
Ο Γρηγόρης Λιακατάς ήταν φημισμένος για την ομορφιά του (ο Κασομούλης έλεγε πως δεν υπήρχε ομορφότερος άντρας) και όταν έδενε το μαντίλι για να κάλυψη το μάτι του μονολογούσε με παράπονο:
-Τώρα αφού έχασα το μάτι μου τι την θέλω την ζωή;
Εψές κατά το δειλινό εψές κατά το βράδυ,
τρεις λυγερές το λέγανε και πικροτραγουδούσαν .
Η μια ήταν η Στουρνάραινα , του Μάρκου Μπότσαρη η άλλη .
Κι η τρίτη η μικρότερη ήταν του καπετάν Γρηγόρη.
εκεί που μοιρολογάει και ομορφοτραγουδούσε,
πουλάκι πήγε κ’ έκατσε εκεί στα γόνατά της .
Πες μας , πες μας ,πουλάκι μου κάνα καλό χαμπέρι.
– Τι να σου πω κυρούλα μου τι να σου μολογήσω
Εψές προψές που διάβαινα το έρμο Μεσολόγγι ,
άκουσα πώς βαρέθηκε ο καπετάν Γρηγόρης.
Τον κλαιν τα δέντρα ,τα κλαριά τον κλαιν οι κρύες βρύσες,
τον κλαίνε και στα Κούτσανα οι καπετανοπούλες.
Η προσωρινή κυβέρνηση έδωσε προαγωγή στον Γρηγόρη Λιακατά και από Χιλιάρχο τον έκανε στρατηγό. Ένα χρόνο αργότερα ο Γρηγόρης Λιακάτας σκοτώθηκε στις 28 Φεβρουαρίου του 1826 υπερασπιζόμενος το νησί Ντολμάς. Εδώ πρέπει να αναφέρουμε ότι στην παραπάνω μάχη ο Γ. Λιακατάς ήταν επικεφαλής 300 αντρών οι περισσότεροι ήταν συγγενείς του και Σαρακατσάνοι. (Σ’ αυτή τη μάχη ξεκληρίστηκε όλο το Λιακατέικο σόι 39 τον αριθμό, καθώς και πολλοί Ασπροποταμίτες και οι καλύτεροι από τους Αιτωλικιώτες, οπως γράφει ο Κ. Μακρυκώστας).
Η λαϊκή μούσα μας λέει για τον ένδοξο θάνατο του Γρηγόρη Λιακατά.
Τρεις σταυραετοί ροβόλαγαν απ’ τ’Αγραφα σταλμένοι ,
Ο ένας πάει στ’ Αντελικό στο Βασιλάδι ο άλλος
Και ο τρίτος ο καλύτερος στο Μεσολόγγι μπήκε.
Ντάπια σε ντάπια περπατεί, ταμπούρι σε ταμπούρι.
Ρωτάει την ντάπια του Μακρή ,στη ντάπια του Δεσπότη
Γεια σας χαρά σας βρε παιδιά . Καλώς το παλικάρι.
-μην είδατε τον Λιακατά τον καπετάν Γρηγόρη
-Αϊτέ μου αυτός δεν είναι εδώ , και δω μην τον γυρεύεις,
μον’ πέτα στ’ Αντελικό και πέρασε τον πόρο.
Εκεί θα βρεις πολλά κορμιά ,σφαγμένα σκοτωμένα.
Κι ποιο είν το πιο λεβέντικο το ξανθομουστακάτο,
εκείνο είναι το κορμί του καπετάν Γρηγόρη.
Ρωτά την τάπια του Μακρή την τάπια του Δεσπότη,
-Μην είδατε τον Λιακατά τον καπετάν Γρηγόρη
Σύρε πουλάκι μ’ στ’ Αντολικό και κοίταξε τριγύρω,
Κι αγνάντεψε προς τον Ντουλμά κι αντίκρυ από τον πόρο.
Εκεί θα δεις άσπρα κορμιά και κόκαλα στη άμμο,
κι αν μπορείς διάλεξε τον καπετάν Γρηγόρη.
Ψηλά απ’ τον Ασπροπόταμο πετάει στο Μεσολόγγι,
Χρυσός αϊτός τριγύριζεν έξω από το Μεσολόγγι,
γεράκι με δυό γράμματα από τους Λιακαταίους.
Γυρίζ’ εδώ γυρίζ’ εκεί γυρίζ’ όλη την χώρα.
Μην είδατε τον Λιακατά, τον καπετάν Γρηγόρη
Πουλίμ’ αυτός δεν είναι εδώ ,κι εδώ μην τον γυρεύεις
πέτα προς το Ανατολικό ,και πέρασε τον πόρο,
και εκεί θα βρεις κορμιά σφαγμένα ,σκοτωμένα,
κι’ όποιο δεις λεβέντικο και ξανθομουστακάτο ,
εκείνο είναι το κορμί του καπετάν Γρηγόρη.
Ένας αετός τριγύριζε μέσα στο Μεσολόγγι
κοιτάει τα ντάπια του Μακρή τα ντάπια του Δεσπότη
κι αγνάντεψε την Κλείσοβα κατά το Μακρυνόρος
Ψάχνει να βρει τον Λιακατά τον καπετάν Γρηγόρη
που κράτησε την Κλείσοβα με ογδόντα παλικάρια.
Εσείς βουνά του Κιαρατά ,βουνά τ’ Ασπροποτάμου
τους κλέφτες τι τους κάνατε , τον Καπετάν Γρηγόρη
-Αυτός πήγε και κλείσθηκε μέσα στο Μεσολόγγι,
μας είπαν πως λαβώθηκε μεσ’ το δεξί το μάτι
κι λεν πως δεν θα ξαναρθεί ,δεν θα τον ξαναδούμε.
Για κλάψτε δέντρα και κλαδιά κι εσείς κρυοβρυσούλες,
τι χάσανε την κλεφτουριά, τον καπετάν Γληγόρη.