Πανδημία και εκκλησία – Γράφει ο Θανάσης Σιούτας

0 702

Παρακολουθούμε εδώ και αρκετούς μήνες την εξέλιξη της γνωστής  πανδημίας με τον κορωνοϊό, η οποία με μαθηματική ακρίβεια θα καταβαραθρώσει τις οικονομίες όλων των κρατών, επιφέροντας μεγαλύτερο ταρακούνημα στις αδύναμες και εύθραυστες, όπως είναι και η δική μας, και θα οδηγήσει με τον γνωστό επαίσχυντο τρόπο σε εκατομμύρια θανάτους ανά την υφήλιο.  Και ενώ η κατάσταση πάει από το κακό στο χειρότερο και ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας κρούει για άλλη μια φορά τον κώδωνα του κινδύνου, παρακολουθούμε φαινόμενα αντιρρησιών, όχι μόνο στην χώρα μας, αλλά και σε άλλες χώρες της Ευρώπης. Ειλικρινά δεν μπορώ να κατανοήσω τη στάση αυτών των ανθρώπων αλλά και φορέων της κοινωνίας μας, όπως είναι η εκκλησία του Χριστού μας. Δεν μπορώ να αντιληφθώ, γιατί αυτοί οι φορείς δεν αισθάνονται την σοβαρότητα της κατάστασης για ενεργοποίηση της ατομικής τους ευθύνης απέναντι στην Δημόσια Υγεία. Στην κατάσταση που δυστυχώς και η χώρα μας περιήλθε το τελευταίο διάστημα, είναι οφθαλμοφανές ότι το Σύστημα Υγείας θα καταρρεύσει και φυσικά δεν είναι η ώρα να σχολιάσουμε, αν υπάρχουν ή όχι ευθύνες. Άρα είναι μονόδρομος να ασπασθούμε τις απόψεις των ειδικών με όποια λάθη ή παραλείψεις έγιναν μέχρι τώρα, προκειμένου να προστατευθούμε.

Πριν από δυο βδομάδες είχαμε από διακόσια μέχρι τετρακόσια περίπου κρούσματα, ενώ τώρα ξεπεράσαμε τις δύο χιλιάδες. Και τούτο γιατί το τριάντα περίπου τοις εκατό του πληθυσμού, πριν από το τελευταίο LOCKDOWN δεν ελάμβανε μέτρα πρόληψης, μη εξαιρουμένων και των ενοριών (εκκλησίες). Ξέρουμε ότι η μάσκα είναι ζόρικη, όταν κάποιοι την φοράνε με τις ώρες. Κατανοούμε τη δυσκολία ψαλτών και ιερωμένων κατά τις ώρες που διαρκεί η λειτουργία, και άντε εκείνες τις ώρες να εξαιρεθούν, αφού κρατούν τις απαραίτητες αποστάσεις· το υπόλοιπο τριάντα περίπου τοις εκατό γιατί δεν φορούσε; Μα θα μου πει κάποιος, θα γίνουν χωροφύλακες οι επίτροποι ή οι ιερείς για να συνετισθούν οι αντιρρησίες; Όχι φυσικά. Ούτε κανένας έχει την απαίτηση να παίξουν αυτόν τον ρόλο. Με την ανοιξιάτικη έξαρση της πανδημίας οι εκκλησίες κάνανε κάποιες προσπάθειες, ώστε στο χώρο της εκκλησίας να μην δημιουργείται συνωστισμός. Με το δεύτερο κύμα της πανδημικής κρίσης  και πριν την εφαρμογή των τελευταίων μέτρων, παρά την αύξηση των κρουσμάτων και τις συμβουλές των ειδικών για τις μάσκες, δεν γινόταν κάτι παρόμοιο. Εάν πάρουμε ως βάση τις ενορίες στις οποίες είμαστε μέλη, διαπιστώνουμε ότι αυτοί που δεν φορούσαν μάσκες, ήταν συνήθως, πλην ελαχίστων εξαιρέσεων, πρόσωπα του «κύκλου» της εκκλησίας. Και εδώ μπαίνουν καλοπροαίρετα ορισμένα εύλογα ερωτήματα:

Γιατί δεν σεβάστηκαν (τουλάχιστον μέχρι τώρα) τις νουθεσίες των ειδικών; Δεν είναι κοινές για όλους; Δεν μας αφορούν όλους; Γιατί δεν εφάρμοσαν τις αποφάσεις της πολιτείας προκειμένου να προληφθεί η διασπορά της πανδημίας; Δεν αντιλαμβάνονται ότι, αν δεν βάλλουμε όλοι μαζί το χεράκι μας, δεν θα μπορέσουμε να αποτρέψουμε τον κίνδυνο;

Γιατί δεν θέλουν να αντιληφθούν ότι δεν ζουν μόνοι τους και είναι υποχρέωση όλων μας να κρατήσουμε κοινή στάση, προκειμένου να περιορίσουμε τη διασπορά,  και να προστατέψουμε ευάλωτους συνανθρώπους μας από την επικίνδυνη πανδημία;

Ίσως κάποιοι θεωρούν ότι στο χώρο της εκκλησίας δεν μπορεί να επιζήσει κορωνοϊός, άρα δεν υπάρχει θέμα μετάδοσης. Η επιστημονική κοινότητα όμως έχει αντίθετη άποψη και τα μέτρα πρόληψης πρέπει να εφαρμόζονται παντού. Πρέπει να αντιληφθούν οι υπεύθυνοι της εκκλησίας ότι μ’ αυτή τη στάση που κρατεί, δημιουργεί προβλήματα στην κοινωνία. Άλλο τα θέματα της πίστης και άλλο τα θέματα της δημόσιας υγείας. Ή μήπως αυτή η ομάδα ζει μακριά από τους υπόλοιπους και δεν συντρέχει λόγος να ασπασθούν ιδέες και απόψεις ειδικών; Ζούμε όλοι μαζί κατά μικρές ή και μεγαλύτερες ομάδες και μάλιστα κάτω από την ίδια στέγη του Θεού.  Άρα ως προς τι η διαφοροποίησή τους;

Πριν από κάποιο χρονικό διάστημα (μικρό), είχα γράψει σε άρθρο μου ότι το  θέμα του κορωνοϊού, ειδικά στην αρχή, σε όλους μας προκάλεσε καχυποψία. Αλλά αυτό δεν λύνει κανένα πρόβλημα, γιατί ο κίνδυνος είναι υπαρκτός και «όταν βλέπουμε το λύκο δεν κυνηγάμε τον τορό (τα πατήματά του)». Δεν καταλαβαίνουν ότι κρατώντας μια τέτοια στάση βοηθούν στην αύξηση των κρουσμάτων και κατ’ επέκταση στην αύξηση των θανάτων;

Αίσθησή μου είναι ότι και η εκκλησία αλλά και πολλοί από τους συνοδοιπόρους της, απλά θέματα τα κάνουν να φαντάζουν σύνθετα.   Δεν ξέρω εάν αυτό που αισθάνονται ήταν μεγαλείο πίστης ή κάτι άλλο. Αυτό που καταλαβαίνω είναι ότι αντιστάθηκαν στην εφαρμογή των μέτρων από τους ειδικούς,  και αντί να ακολουθήσουν ενιαία στάση για την αντιμετώπισή της πανδημίας, ενδεχομένως να διευκόλυναν τη διασπορά της.

Να επισημάνω επίσης ότι δεν λαμβάνονταν καμία απολύτως μέριμνα για τον συγχρωτισμό κατά την διάρκεια της Θείας Μετάληψης, αλλά ούτε και για το αντίδωρο κατά την ώρα που μοιραζόταν από τον ιερέα. Δινόταν κανονικά σαν να μην συνέβαινε τίποτα. Δεν έβλεπαν ότι οι περισσότεροι υπό τον φόβο των Ιουδαίων φορούσαν τις μάσκες; Ήταν τόσο δύσκολο να έχουν ένα πακέτο χαρτοπετσέτες για να τοποθετεί ο καθένας το αντίδωρο που θα έπαιρνε, αφού δεν θα μπορούσε να το φάει λόγω μάσκας; Ήταν σαν να μας έλεγαν ότι δεν χρειάζονται οι μάσκες. Άρα εσείς που φοβάσθε και φοράτε τις μάσκες, μην έρχεσθε στην εκκλησία. Μήπως έχετε την εντύπωση ότι όλοι εμείς που τις φοράμε μας αρέσει; Σας το λέω υπεύθυνα ότι σε κανέναν δεν αρέσει η μάσκα, αλλά ούτε και το μασκάρεμα. Εναντιώνεται η εκκλησία με την επιστήμη, την στιγμή που η δημόσια υγεία καταρρέει και μαζί μ’ αυτή και ο πληθυσμός της. Αυτός είναι ο στόχος; Ακατανόητος. Θα αναφέρω έτσι απλά και μόνο για την ιστορία, όταν το 1854 ενέσκηψε η πανδημία της χολέρας, ενδιαφέρουσα ήταν και η στάση της Εκκλησίας, χωρίς καμία ιδιαίτερη έκρηξη θρησκευτικότητας. Ο επίσκοπος Σύρου και Τήνου Δανιήλ επέτρεψε να λυθεί η νηστεία του Δεκαπενταύγουστου για να διατρέφονται καλύτερα οι κάτοικοι, και φαίνεται ότι συμφώνησε με τις αρχές να περιοριστούν οι ιερουργίες στο ελάχιστο για να αποφευχθούν οι συγκεντρώσεις των ατόμων.

Νομίζω ότι είναι η ώρα να σοβαρευτούμε, να αναλογισθούμε τις ευθύνες, να αφήσουμε τις «επιδείξεις και τα θεάματα» και να ιδούμε κατάματα την πραγματικότητα.  Η εκκλησία έχει υποχρέωση να αγκαλιάσει περισσότερο αυτούς που αισθάνονται φόβο και δεν έχουν ενδεχομένως τη δύναμη, σε σχέση πάντα με εκείνη τη μερίδα, που νομίζουν ότι έχουν συνάψει συμβόλαιο με το Θεό και αισθάνονται ήρωες. Μη μας συνεπαίρνει το μεγαλείο της πίστης και πέφτουμε στη λούμπα μεγαλύτερων λαθών. Είναι ένα λεπτό θέμα και θέλει επιδέξιο χειρισμό.

Μπορεί επίσης να σας αρέσει
Αφήστε μια απάντηση

Η διεύθυνση email σας δεν θα δημοσιευθεί.

Litespeed Greek Web Hosting by NetSpace.gr