Παναγιώτα Δριτσέλη: Ορόσημο για την επανεκκίνηση του κοινωνικού κράτους και της πραγματικής οικονομίας η 83η ΔΕΘ
Η παρουσίαση του κυβερνητικού προγράμματος για το επόμενο έτος, αλλά και για την μεσοπρόθεσμη περίοδο 2019-2022, από τον Πρωθυπουργό στα εγκαίνια της 83ης Διεθνούς Έκθεσης Θεσσαλονίκης, αποτελεί την βάση για την εδραίωση της δίκαιης ανάπτυξης στην μεταμνημονιακή εποχή.
Το πρόγραμμα αυτό, το οποίο περιλαμβάνει φοροελαφρύνσεις, διαρθρωτικές παρεμβάσεις, έργα υποδομής, επανάκτηση της εργασίας και εμβάθυνση του κοινωνικού κράτους, δημιουργεί συνθήκες δυναμικής επιστροφής του πολίτη, του νέου, του εργαζόμενου, του επαγγελματία στο επίκεντρο της οικονομίας. Παρά τις κινδυνολογίες, τον μηδενισμό και την υστερική αντιπολίτευση των προηγούμενων ημερών, η κυβέρνηση δεν προσήλθε στη ΔΕΘ με παλαιοκομματικό μοίρασμα υποσχέσεων, ούτε παρουσιάστηκε με ακοστολόγητη παροχολογία.
Οι εξαγγελίες της μεταμνημονιακής διακυβέρνησης ήταν στοχευμένες, κατανεμημένες με τέτοιο τρόπο, ώστε να λειτουργήσουν φιλικά στην ανάπτυξη, αλλά ταυτόχρονα σηματοδότησαν τα όρια του νέου κοινωνικού συμβολαίου, εντός του οποίου θα προχωρήσει η οικονομία, η αγορά και η χώρα τα επόμενα χρόνια.
Το νέο αυτό πλαίσιο βελτιώνει την θέση της εργασίας, στηρίζει την πραγματική οικονομία, διευρύνει το δίχτυ της κοινωνικής προστασίας, ισχυροποιεί κοινωνικά αγαθά όπως η πρόνοια και η παιδεία και ταυτόχρονα εμβαθύνει τις δημόσιες επενδύσεις και συνεχίζει την δυναμική ολοκλήρωσης μεγάλων έργων υποδομής, στα οποία αναφέρθηκε ο Πρωθυπουργός, με παραδοτέο ορίζοντα το 2019 και το 2020, όπως το μετρό της Θεσσαλονίκης, ο βόρειος οδικός άξονας της Κρήτης και η ολοκλήρωση των τμημάτων σύνδεσης του Ε65.
Στο πεδίο της φορολογίας, εκτός από την μεγάλη μείωση στον ΕΝΦΙΑ, έως και 50% για τη λαϊκή κατοικία και την μείωση του ΦΠΑ κατά δύο ποσοστιαίες μονάδες, η στήριξη εστιάζει στις επιχειρήσεις που πιέστηκαν όλα τα προηγούμενα χρόνια, στους εμπόρους, στους επαγγελματίες, στους επιστήμονες.
Η μείωση του συντελεστή φορολόγησης των εταιριών από το 29% στο 25% είναι ένα πρώτο σημαντικό μέτρο. Το δεύτερο είναι η μείωση των ασφαλιστικών εισφορών για τα εισοδήματα άνω των 7000 ευρώ, με μείωση του συντελεστή της κύριας ασφάλισης από το 20% στο 13,5%, ενώ θεσμοθετείται και η μείωση στις εισφορές των επιστημόνων στην επικούρηση και το ΕΦΑΠΑΞ στην κατώτατη κλίματα.
Αυτό το πακέτο μέτρων ανέρχεται σε ποσοστό ελάφρυνσης έως και 35% για τα εισοδήματα με μεγάλη ασφαλιστική επιβάρυνση. Ταυτόχρονα, δίνονται κίνητρα για την πρόσληψη νέων εργαζομένων στις επιχειρήσεις, μέσω της επιδότησης των ασφαλιστικών τους εισφορών σε ποσοστό μέχρι και 100%.
Αντίστοιχα μέτρα όμως αφορούν και στους εργαζόμενους. Η επαναφορά των συλλογικών διαπραγματεύσεων, οι νέες κλαδικές συμβάσεις, η κατάργηση του υποκατώτατου μισθού και η σταδιακή αύξηση του κατώτατου δίνουν για πρώτη φορά ώθηση στο εισόδημα των εργαζομένων, δημιουργώντας κίνητρα για ανάπτυξη και ισχυροποίηση της καταναλωτικής δύναμης των νοικοκυριών. Και για τους συνταξιούχους όμως, ο Πρωθυπουργός υπογράμμισε την προσήλωση της κυβέρνησης στην ακύρωση των περικοπών, με δεδομένη την καλή πορεία των εσόδων στον νέο ασφαλιστικό φορέα, την εξάλειψη των ελλειμμάτων και την αύξηση των εσόδων λόγω της μείωσης της ανεργίας.
Σημαντικό στοιχείο επίσης, η στήριξη του κοινωνικού κράτους, αφενός, με νέα επιδοματικά εργαλεία όπως η επιδότηση ενοικίου από 70 έως 200 ευρώ για 300.000 νοικοκυριά και αφετέρου, μέσω της ενδυνάμωσης κρίσιμων πολιτικών, για την στήριξη των πολιτών και των οικογενειών με την μεγαλύτερη ανάγκη. Στην κατεύθυνση αυτή εξαγγέλθηκε η ενδυνάμωση του δημοσίου σχολείου, σε ότι αφορά την ειδική εκπαίδευση, μέσω του διορισμού 4.500 εκπαιδευτικών και ειδικού προσωπικού, ενώ και σε ότι αφορά την κοινωνική πρόνοια, βασική δέσμευση αποτέλεσε η μονιμοποίηση των εργαζομένων στο πρόγραμμα “Βοήθεια στο σπίτι”, ώστε κανένας πολίτης, κανένα παιδί, να μην βιώνει τον κοινωνικό αποκλεισμό.
Αυτά τα μέτρα όμως φαίνεται ότι ενοχλούν ιδιαίτερα τη Νέα Δημοκρατία, όπως και κάποιους φορείς του ιδιωτικού κεφαλαίου. ΝΔ και ΣΕΒ ταυτίζονται στην άρνησή τους να θεσμοθετηθεί η αύξηση του κατώτατου μισθού, συγκλίνουν με τις θέσεις του ΔΝΤ για ανάγκη περικοπής των συντάξεων, επιδιώκουν την κατεδάφιση της δημόσιας κοινωνικής ασφάλισης, επιζητούν την διάλυση του κράτους και την επιστροφή της πολιτικής των απολύσεων από το δημόσιο.
Με αυτές τις διαχωριστικές γραμμές λοιπόν η κυβέρνηση, μαζί με την κοινωνία, αλλάζει το μείγμα πολιτικής. Όσο κι αν κάποιοι αναπολούν τα μνημόνια, η εποχή έχει αλλάξει, η κοινωνία ξαναμπαίνει σε πρώτο πλάνο και η οικονομία εισέρχεται σε ένα νέο κύκλο ανάπτυξης, με ωφελημένους όμως τους πολλούς, τους ανθρώπους της δουλειάς.
Δριτσέλη Παναγιώτα
Βουλευτής Τρικάλων ΣΥΡΙΖΑ