Ο ιός στην κορόνα του Κορονοϊού – Του φιλολόγου Σπυρίδωνος Βλιώρα
Ουδέν κακόν αμιγές καλού! Το ίδιο έλεγε και ο νεοπλατωνιστής Πρόκλος,1 έναν περίπου αιώνα πριν εκδηλωθεί η λεγόμενη Πανώλη του Ιουστινιανού, μια από τις πιο θανατηφόρες πανδημίες στην ανθρώπινη ιστορία, που εκδηλώθηκε από τον 6ο μέχρι και τον 8ο αιώνα μ.Χ., έπληξε την Ανατολική Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία, κυρίως την πρωτεύουσά της Κωνσταντινούπολη αλλά και όλες τις περιοχές γύρω από τη λεκάνη της Μεσογείου, και προκάλεσε το θάνατο περίπου 25–50 εκατομμυρίων ανθρώπων κατά τη διάρκεια δύο αιώνων, που αντιστοιχούσε στο 13–26% του παγκόσμιου πληθυσμού την εποχή εκείνη.2
Για τα καθέκαστα σχετικά με την νέα πανδημία του κορονοϊού, που έχει εσχάτως ενσκήψει στον κόσμο ολόκληρο, μπορούμε να ενημερωνόμαστε από τον ιστότοπο του Εθνικού Οργανισμού Δημόσιας Υγείας (https://eody.gov.gr) και να τηρούμε ευλαβικά όσα μάς λένε οι υπεύθυνοι. Προσωπικά θα ήθελα να επισημάνω δύο πράγματα:
Πρώτον (και πρωτεύον)
Διαπιστώνουμε όλοι πόσο εξαρτόμαστε από τους συνανθρώπους μας και πόσο σημαντικό είναι να σκεφτόμαστε το καλό τους, το καλό όλων.
Πολλοί κάνουμε την ανήθικη εγωιστική σκέψη: Ας τρέξω ΕΓΩ να πάρω όλα τα αντισηπτικά και όλα τα τρόφιμα και ας προσπαθήσω να προφυλάξω μόνο τον εαυτό μου (άντε και κάνα δυο κοντινά μου πρόσωπα) και όλοι οι άλλοι ας νοσήσουν. Κι ας κλειστώ μέσα στον επτασφράγιστο πύργο μου, βλέποντας τους άλλους να αρρωσταίνουν και να πεθαίνουν.
Και μετά από κάποιο διάστημα διαπιστώνω πως πρέπει να βγω κι εγώ έξω, να έρθω σε επαφή με τους «νοσηρούς άλλους» και ενδεχομένως να κολλήσω τον ύπουλο ιό. Γιατί για τα πάντα, εξαρτόμαστε από τους άλλους: διατροφή, ενδυμασία, διασκέδαση…, για τα πάντα. Κι «ὅτι ὁ ἄνθρωπος φύσει πολιτικὸν ζῷον».3
Και τότε θα φωνάζω πού είναι η εντατική, για να βρω τη σωστή περίθαλψη, πού είναι το κράτος και οι άλλοι, για να με βοηθήσουν.
Και θα μου πουν: πού ήσουν εσύ, όταν οι άλλοι σε ζητούσαν; Πού ήσουν όταν ο γείτονας μπήκε (εκούσια ή ακούσια) σε καραντίνα και δεν είχε κάποιον να του φέρει τα φάρμακα και τα τρόφιμα που χρειαζόταν; Πού ήσουν όταν το ηλικιωμένο ζευγάρι στη διπλανή πολυκατοικία δεν έπρεπε να βγει έξω, αλλά είχε παρόμοιες και μεγαλύτερες ανάγκες; Πού ήσουν στην «περίπτωση της ιταλίδας που βρέθηκε εγκλωβισμένη στο σπίτι της με τη σορό του άντρα της, ο οποίος πέθανε από τον ιό;»4
Να τονιστεί εδώ ότι, στην τελευταία περίπτωση που αναφέραμε, «ο εκλιπών είχε αρνηθεί να νοσηλευτεί, με αποτέλεσμα να χάσει τη ζωή του»!
ΔΕΝ ΕΧΩ ΛΟΙΠΟΝ ΚΑΝΕΝΑ ΔΙΚΑΙΩΜΑ ΝΑ ΣΚΕΦΤΟΜΑΙ ΕΓΩΙΣΤΙΚΑ ΚΑΙ ΝΑ ΜΗΝ ΠΕΙΘΑΡΧΩ Σ’ ΑΥΤΑ ΠΟΥ ΜΟΥ ΛΕΝΕ ΟΙ ΥΠΕΥΘΥΝΟΙ! Θα γυρίσει μπούμερανγκ ακριβώς σε μένα τον ίδιο και τα αγαπημένα μου πρόσωπα. ΟΛΟΙ ΜΑΖΙ5 ΘΑ ΤΟΝ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΟΥΜΕ ΤΟΝ ΙΟ. Και η συνειδητοποίηση αυτή είναι το καλό, στην άλλη όψη του νομίσματος με τον κακό ιό.
Δεύτερον (και δευτερεύον!)
Η λέξη κορονοϊός μπήκε στο ελληνικό λεξιλόγιο ως μεταφραστικό δάνειο από την αγγλική coronavirus.
Το δεύτερο συνθετικό της είναι η λέξη ιός, που προέρχεται από την αρχαιοελληνική λέξη ἰός, που σημαίνει δηλητήριο.6
Το πρώτο συνθετικό είναι η λέξη κορόνα, «ονομασία που δόθηκε εξαιτίας της διάταξης κάποιων πρωτεϊνών αυτού του τύπου ιών που θυμίζει κορόνα».7
Η νεοελληνική λέξη κορόνα είναι αντιδάνειο. Προέρχεται δηλαδή από την λατινική corona κι αυτή με τη σειρά της από την αρχαιοελληνική κορώνη, που σημαίνει «α)πουφίνος, θυελλοδύτης, αρτέμης, β)κόρακας, κουρούνα, γ)(κατ’ επέκταση) κυρτό αντικείμενο (κρίκος ή μάνταλο) δ)κυρτό τμήμα του τιμονιού, ε)πρύμνη στ)κορωνοειδής απόφυση ή προεξοχή, ζ)κορωνίδα.»8
Ο Γεώργιος Μπαμπινιώτης προτείνει να γράφεται η λέξη κορόνα με –ω– (κορώνα): «εφόσον η λέξη έχει την αφετηρία της σε αρχ. όρο, είναι προτιμότερη η γραφή κορώνα (με –ω–), η οποία υπενθυμίζει την ετυμολογική της αρχή, αντί τής συνήθους γραφής κορόνα.»9
Παραβλέπει όμως ότι για αιώνες, κατά τη μεσαιωνική ελληνική, η λέξη γραφόταν με –ο–: κορόνα!10
Βέβαια, σε άλλες περιπτώσεις και ο ίδιος ο καθηγητής Μπαμπινιώτης έχει εγκαταλείψει κάποιες από τις απόψεις του αυτές, που είχαν οδηγήσει σε γραφές τσηρώτο για το τσιρότο, αγώρι για το αγόρι κ.ά.π.
Όσον αφορά το ένθημα, το πρόσφυμα δηλαδή που τίθεται ως ενωτικό των δύο συνθετικών μιας λέξης, συνήθως στην ελληνική γλώσσα χρησιμοποιείται το –ο–: θαλασσοταραχή (κι όχι *θαλασσαταραχή), μαχαιροπίρουνο κ.λπ. Βέβαια, και άλλοι ιοί στα νέα ελληνικά γράφονται χωρίς το –ο– ανάμεσα στα δύο συνθετικά τους: αρεναϊός, παποβαϊός, πικορναϊός κ.ά.11
Βέβαια, θα μπορούσαμε να γράψουμε τη λέξη κορονοϊός χωρίς κάποιο ένθημα: *κορονιός / κο‐ρο‐νι‐ός. Τότε όμως μπορεί να παρεξηγούνταν ο σπουδαίος καλαθοσφαιριστής Άγγελος Κορωνιός καθώς και ο Κορωνιός, αυτός που κατάγεται ή κατοικεί στην πόλη Κορώνη, ή να μπερδευόμασταν με τις κορωνέικες ελιές!
Οπότε: κορονοϊός (ή έστω κοροναϊός)…
Υποσημειώσεις
1 «Οὐδὲ γὰρ ἐνταῦθα τὸ κακὸν ἀμιγὲς καὶ τοῦ ἀγαθοῦ παντελῶς ἔρημον ὑποστῆναι θεμιτόν, ἀλλ’ εἰ καὶ τῷ μέρει τὸ τοιόνδε κακόν, τῷ γε ὅλῳ καὶ παντὶ πάντως ἀγαθόν.» (Πρόκλος (5ος αι. μ.Χ.), Περὶ τῆς κατὰ Πλάτωνα θεολογίας, 1.84.16–18)
2 Rosen William, Justinian’s Flea: Plague, Empire, and the Birth of Europe, εκδ. Jonathan Cape, 2007, σελ. 3.
3 Αριστοτέλης, Πολιτικά, 1253a.
4 Ιταλία: Ο άντρας της πέθανε από κοροναϊό – Έμεινε με τη σορό του εγκλωβισμένη στο σπίτι, εφημερίδα Έθνος, 12/3/2020.
5 «Καὶ πρότερον δὲ τῇ φύσει πόλις ἢ οἰκία καὶ ἕκαστος ἡμῶν ἐστιν. Τὸ γὰρ ὅλον πρότερον ἀναγκαῖον εἶναι τοῦ μέρους· ἀναιρουμένου γὰρ τοῦ ὅλου οὐκ ἔσται ποὺς οὐδὲ χείρ (…) ὅτι μὲν οὖν ἡ πόλις καὶ φύσει καὶ πρότερον ἢ ἕκαστος, δῆλον· εἰ γὰρ μὴ αὐτάρκης ἕκαστος χωρισθείς, ὁμοίως τοῖς ἄλλοις μέρεσιν ἕξει πρὸς τὸ ὅλον, ὁ δὲ μὴ δυνάμενος κοινωνεῖν ἢ μηδὲν δεόμενος δι᾽ αὐτάρκειαν οὐθὲν μέρος πόλεως, ὥστε ἢ θηρίον ἢ θεός.» (Μετάφραση: η πόλη προηγείται της οικογένειας και του καθενός από εμάς ξεχωριστά. Διότι το όλον προηγείται κατ᾽ ανάγκην του μέρους. Εάν, για παράδειγμα, καταστρέψει κανείς το σώμα ως σύνολο, δεν θα υπάρχει πόδι ούτε χέρι (…) Είναι λοιπόν φανερό ότι η πόλη υπάρχει εκ φύσεως και προηγείται του ατόμου. Διότι, αν ο καθένας, όταν χωριστεί από το σύνολο, δεν είναι αυτάρκης, θα είναι στην ίδια κατάσταση, όπως όλα τα μέρη προς το σύνολο. Όποιος δεν είναι ικανός να συμμετέχει σε μια κοινότητα ή δεν του χρειάζεται επειδή είναι αυτάρκης, σε καμιά περίπτωση δεν αποτελεί μέρος της πόλης, και κατά συνέπεια είναι ή άγριο ζώο ή θεός.) Αριστοτέλης, Πολιτικά, 1253a20–24.
6 < πρωτοελληνική *wihós < πρωτοϊνδοευρωπαϊκή *wisós (ρευστότητα, λάσπη, βούρκος, δηλητήριο). Η λέξη ἰός στα αρχαία ελληνικά έχει κι άλλες σημασίες και περαιτέρω ετυμολογήσεις.
8 Μοντανάρι Φράνκο (Montanari Franco), Σύγχρονο λεξικό της αρχαίας ελληνικής γλώσσας, εκδ. Παπαδήμας, Αθήνα 2013, λήμμα «κορώνη».
9 Ετυμολογικό Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας, εκδ. Κέντρο Λεξικολογίας, Αθήνα 22010, λήμμα «κορώνα» και Λεξικό της νέας ελληνικής γλώσσας, εκδ. Κέντρο Λεξικολογίας, Αθήνα 22002, λήμμα «κορώνα».
10 Κριαράς Εμμανουήλ, Λεξικό της Μεσαιωνικής Ελληνικής Δημώδους Γραμματείας (1100–1669), εκδ. Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, λήμμα «κορόνα».