Νεκρός στο διαμέρισμά του βρέθηκε ο συγγραφέας Μένης Κουμανταρέας
Μέσα στο σπίτι που πέρασε τα πιο πολλά χρόνια της ζωής του, στην οδό Ζακύνθου 3, στην Κυψέλη,
Μέσα στο σπίτι που πέρασε τα πιο πολλά χρόνια της ζωής του, στην οδό Ζακύνθου 3, στην Κυψέλη,
Μέσα στο σπίτι που πέρασε τα πιο πολλά χρόνια της ζωής του, στην οδό Ζακύνθου 3, στην Κυψέλη, με θέα την Φωκίωνος Νέγρη και τη Δημοτική Αγορά, εκεί άφησε χθες αργά τη νύχτα την τελευταία του πνοή ο πολύ αγαπημένος συγγραφέας Μένης Κουμανταρέας. Οχι από φυσικά αίτια. Ο Μένης Κουμανταρέας δολοφονήκε από άγνωστο μέσα στο σπίτι του, που σύμφωνα με την αστυνομία δεν βρέθηκε παραβιασμένο και ο δράστης (ή οι δράστες) είχαν επιλεκτικά ψάξει σε κάποια σημεία του.
Ο ευγενής, αρχοντικός Μένης, έμελλε να δώσει μάχη με τον δολοφόνο του τις τελευταίες στιγμές της ζωής του, αφού είχε εκδορές και μώλωπες στο πρόσωπο. Ηταν 83 ετών. Τα ακριβή αίτια του θανάτου του θα ανακοινωθούν τη Δευτέρα μετά τη νεκροψία που θα διενεργηθεί.
Σήμερα το πρωί ο άνθρωπος που τα τελευταία χρόνια δούλευε στο αρχείο του Μένη Κουμανταρέα, ο ποιητής Θάνος Φωσκαρίνης, βρέθηκε μπροστά στο αποτρόπαιο θέαμα. Και η είδηση του θανάτου ενός από τους σημαντικότερους συγγραφείς, που έχει αγγίζει τις ευαισθησίες της ανθρώπινης ψυχής και τις αθέατα όμορφες γωνιές αυτής της πόλης, του Μένη Κουμανταρέα, άρχισε να κυκλοφορεί στην πόλη που αγάπησε τόσο.
Το πρώτο του βιβλίο, «Τα μηχανάκια» κυκλοφόρησαν πριν από 52 χρόνια, το 1962. Και ήταν, όπως δήλωνε σε συνέντευξή του στην «Κ» το πιο αγαπημένο του «γιατί είναι το πρώτο μου βιβλίο και είναι αυτό που μ’ έβγαλε από το κουκούλι μου και μ’ έβαλε να ανοιχτώ στην περιπέτεια της γραφής». Οσο για τον άνθρωπο που του έδωσε την τελική ώθηση να δημοσιεύσει τα κείμενά του ήταν, όπως έλεγε πάλι ο Μένης Κουμανταρέας σ’ εκείνη τη συνέντευξη, ο Βασίλης Βασιλικός: «Μετά πήγα στον Μάνο τον Χατζιδάκι. “Α”, μου λέει, “εντάξει, θα σε στείλω στον Φέξη”, έναν εκδότη με κύρος την περίοδο εκείνη. Μου δίνει ένα σημείωμα και το πάω στον Φέξη, ο οποίος το βλέπει και μου λέει: “Βεβαίως, κύριε Κουμανταρέα, θα σας το βγάλω το βιβλίο. Αλλά όχι μ’ αυτόν τον τίτλο”. Ποιον τίτλο, λέω εγώ. Ο Μάνος είχε γράψει στο σημείωμα ανάμεσα σε άλλα, σαν λογοπαίχνιο, τον τίτλο του τραγουδιού “Ο ταχυδρόμος πέθανε”! Βέβαια ο τίτλος ήταν “Τα μηχανάκια”, που δεν είναι τα δίκυκλα, αλλά τα φλίπερ, με τα οποία έπαιζα μανιωδώς εγώ τότε. Αυτά περιγράφω, και τα παιδιά που έπαιζαν φλιπεράκια εκείνη την εποχή».
Σ’ αυτά τα 52 χρόνια ο Μένης Κουμανταρέας μας χάρισε μερικά από τα σημαντικότερα κείμενα της σύγχρονης ελληνικής πεζογραφίας: «Βιοτεχνία υαλικών», «Η κυρία Κούλα», «Το κουρείο», «Ο ωραίος λοχαγός», «Η φανέλα με το εννιά», «Πλανόδιος σαλπιγκτής», «Η συμμορία της άρπας», «Η μυρωδιά τους με κάνει να κλαίω», «Η μέρα για τα γραπτά κι η νύχτα για το σώμα», «Δυο φορές Ελληνας», και πολλά άλλα. Είκοσι τέσσερα συνολικά μυθιστορήματα. Τα περισσότερα κυκλοφόρησαν από τις εκδόσεις «Κέδρος» και τα δύο τελευταία («Θάνατος στο Βαλπαραΐζο» και «Ο θησαυρός του χρόνου») από τις εκδόσεις «Πατάκης». Ο Μένης Κουμανταρέας είχε τιμηθεί με κρατικά βραβεία το 1967 (για «Το Αρμένισμα»), το 1976 (για τη «Βιοτεχνία υαλικών») και το 2002 (για το «Δυο φορές Ελληνας»).
Οσοι είχαμε τη χαρά και την τύχη να τον γνωρίσουμε όχι μόνο μέσα από τις σελίδες των βιβλίων του, θα θυμόμαστε έναν ευγενικό άρχοντα, που αγάπησε πολύ αυτή την πόλη, αγάπησε πολύ την αγαπημένη σύντροφο της ζωής του που χάθηκε πριν από δύο μόλις χρόνια, την αγαπητή σε όλους κυρία Λιλή (στο εξώφυλλο του τελευταίου του βιβλίου ήταν η μορφή της) και υπερασπίστηκε με ευγένεια και σθένος τις προσωπικές του επιλογές.
Δήλωση ΥΠΠΟ
Ο υπουργός Πολιτισμού, Κώστας Τασούλας, μόλις έμαθε την είδηση της δολοφονίας του Μένη Κουμανταρέα έκανε την ακόλουθη δήλωση: «Ο τραγικός θάνατος του Μένη Κουμανταρέα στέρησε την ελληνική λογοτεχνία από έναν από τους κορυφαίους πεζογράφους της και τη χώρα από έναν ενεργό πολίτη. Για περισσότερο από μισόν αιώνα, από «Τα μηχανάκια» του 1962 έως το «Ο θησαυρός του χρόνου», που εκδόθηκε μόλις πρόσφατα, ο Κουμανταρέας παρακολούθησε με απαράμιλλη ευαισθησία και ενάργεια, καθώς και με γοητευτικά προσωπική γραφή τον εσωτερικό παλμό και τις προσδοκίες τού σύγχρονου ανθρώπου, της ίδιας της ελληνικής κοινωνίας. Εκφράζω τα θερμά μου συλλυπητήρια στους οικείους του».
Από kathimerini.gr