«Άφωνοι» έμειναν προχθές, ακροατήριο και δικαστές του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Λάρισας, ακούγοντας έναν απατημένο σύζυγο να εξιστορεί με έναν αληθινό, όντως αυθεντικό, τρόπο τα παθήματά του από την πρώην σύζυγό του, η οποία τον εγκατέλειψε με τον εραστή της.
Η πρώην σύζυγος και ο εραστής της καταδικάστηκαν προχθές ερήμην με φυλάκιση 2 ετών και 5 μηνών, κατηγορούμενοι για τις πράξεις της υπεξαίρεσης αντικειμένου ιδιαιτέρως μεγάλης αξίας κατ’ εξακολούθηση, συνέργειας σε υπεξαίρεση αντικειμένου ιδιαιτέρως μεγάλης αξίας κατ’ εξακολούθηση, ηθικής αυτουργίας σε υπεξαίρεση αντικειμένου ιδιαιτέρως μεγάλης αξίας κατ’ εξακολούθηση από εντολοδόχο.
Πίσω ωστόσο από τις πολυσύνθετες έννοιες του κατηγορητηρίου, κρύβεται μια ανθρώπινη ιστορία με θύμα έναν προδομένο Λαρισαίο σύζυγο. Ο οποίος έμεινε εμβρόντητος όταν διαπίστωσε τη μεθόδευση με την οποία η πρώην γυναίκα του και ο εραστής της σχεδίασαν την επόμενη ημέρα της σχέσης τους, εκτός Ελλάδας, όπου και διαμένουν σήμερα.
Ο 56χρονος σύζυγος καταθέτοντας για ώρα στο Δικαστήριο, σε κατάσταση φόρτισης και εμφανούς απόγνωσης, περιέγραψε το απίστευτα μελετημένο σχέδιο που έστησε σε βάρος του η 44χρονη σύζυγός του με τον 55χρονο εραστή της. Πρωταγωνίστρια η γυναίκα που εμπιστεύτηκε, η σύζυγός του και μητέρα των παιδιών τους.
Κατάθεση που σε αρκετά σημεία της χαρακτηρίστηκε από τη συναισθηματική πίεση, που βίωσε ο απατημέvos σύζυγος όταν ανακάλυψε τι συνέβαινε πίσω από την πλάτη του επί σειρά ετών, από το τέλος του 2016 έως και τον Ιούνιο του 2019. Το κουβάρι ξετυλίχθηκε μάλλον από σύμπτωση, όταν ο σύζυγος ενημερώθηκε από υπάλληλο του ΕΦΚΑ ότι δεν έχουν καταβληθεί οι οφειλόμενες ασφαλιστικές εισφορές.
«Δεν τον χωρούσε ο τόπος» προχθές καταθέτοντας και με έναν «κόμπο στον λαιμό» ζητούσε εναγώνιως από τους συγγενείς του λίγο νερό.
Ενώ με μια αυθεντικότητα, λες και βρισκόταν στο σπίτι του, έβγαλε το πουλόβερ του για να μπορέσει να «ανασάνει» και να συνεχίσει την κατάθεση, περιγράφοντας με λόγια και κινήσεις των χεριών του, πως παρ’ ολίγον να τον «τρελάνει» το θράσος των δύο κατηγορουμένων. Η Πρόεδρος του Δικαστηρίου, αντιλαμβανόμενη τη φόρτιση, τον καλούσε να «ηρεμήσει».
Πράγμα δύσκολο καθώς ο απατημένος σύζυγος όσο τα περιέγραφε, τόσο φούντωνε. Αφού όπως τονίστηκε προχθές κατά την ακροαματική διαδικασία, από τον τραπεζικό λογαριασμό του απατημένου συζύγου και κτηνοτρόφου στο επάγγελμα, η σύζυγος τμηματικά μετέφερε 9.500 ευρώ προς τον εραστή της και άλλα 14.000 ευρώ σε δύο συγγενικά πρόσωπα του εραστή της. Πλήρωσε 10.000 ευρώ για την αγορά δεύτερου Ι.Χ. εν αγνοία του συζύγου, που πλαστογράφησε την υπογραφή του ως εγγυητή, με τραπεζικό δάνειο ύψους 13.500 ευρώ. Αγορά Ι.Χ. που αποκαλύφθηκε όταν στο γραμματοκιβώτιο του σπιτιού του βρήκε έναν φάκελο με ενημέρωση της δανείστριας τράπεζας για το υπόλοιπο του δανείου, που έλαβε κρυφά η σύζυγό του. Πλήρωσε επίσης 2.000 ευρώ για το κινητό τηλέφωνο του εραστή, έχοντας εντάξει τον λογαριασμό του στο οικογενειακό πρόγραμμα η σύζυγός του.
Ζήτησε να αλλάξει συνταξιοδοτικό πρόγραμμα ύψου5 73.000 ευρώ σε ιδιωτική ασφαλιστική εταιρεία, ώστε να είναι η ίδια δικαιούχος, εξέλιξη που αποφεύχθηκε τελικά όταν ο ασφαλιστής, διαπιστώνοντας ότι δεν συμπίπτουν οι υπογραφέ επικοινώνησε με τον απατημένο σύζυγο και φέρεται να τον ρώτησε «τι έπαθε» και θέλει να αλλάξει το πρόγραμμα.
Ενώ ο απατημένος εργαζόταν, η σύζυγος μίσθωσε κρυφά μεταφορική και μετακομίζοντας πήρε μαζί της όλη την οικοσκευή (έπιπλα, φωτιστικά κ.λπ.). Πήρε «μέχρι τα απορρυπαντικά και το δοχείο με το λάδι» είπε ο παθών που επιστρέφοντας στο σπίτι έμεινε έκπληκτο βλέποντάς το άδειο. «Λαχτάρσα» onais χαρακτηριστικά είπε στους δικαστές.
Μάλιστα, κατά μαρτυρίες γείτονες που έβλεπαν τη μετακόμιση δεν επικοινώνησαν μαζί του για να τον ενημερώσουν «από διακριτικότητα», θεωρώντας ότι κάτι κακό του συνέβη, ότι κάποια Τράπεζα κατάσχει τα πράγματά τους κ.λπ.
Ο απατημένος σύζυγος είχε αναθέσει στη σύζυγό του και τη διαχείριση του κοινού τραπεζικού λογαριασμού, δίνοντάς της οδηγίες όπως είπε προχθές στο Δικαστήριο, να εξοφλεί «δίκαια» τις οφειλές, πληρώνοντας με συνέπεια επίσης για τις σπουδές των παιδιών τους. «Να τα φέρω βόλτα» όπως είπε.
Στις 26 Ιουνίου 2019 που η σύζυγος άδειασε το σπίτι, μαζί εκταμίευσε και το σύνολο των χρημάτων από την τράπεζα, παίρνοντας μαζί της 10.500 ευρώ «αφήνοντας στον λογαριασμό μόνο ένα ευρώ», όπως αφοπλιστικά κατέθεσε ο απατημένος.
Η απόγνωση του προδομένου άνδρα γιγαντώθηκε όταν η συνήγορός του, ερευνώντας επί μήνες την υπόθεση, διαπίστωσε πως η σύζυγος το 2017 εξέδωσε εν αγνοία του και μία δεύτερη κάρτα, την οποία διέθεσε κρυφά στον εραστή της.
Μέσω της οποίας σε διάφορες περιοχές της χώρας και του εξωτερικού, ο εραστής προχώρησε σε τουλάχιστον 150 συναλλαγές υπεξαιρώντας – χρεώνοντας συνολικά το ποσό των 29.168,64 ευρώ.
Το παράδοξο είναι πως ο εραστής προσέφερε δώρα στην ερωμένη του, αλλά τον λογαριασμό τον πλήρωνε ο απατημένος σύζυγο, που ως απατημένος τα έμαθε όλα τελευταίος.
Ο εραστής, χρησιμοποιώντας λοιπόν την κρυφή κάρτα για καιρό, έκανε αγορές σε σούπερ μάρκετ, έβαζε βενζίνη, έκανε διεθνείς κλήσεις έφτιαξε τα δόντια του, έφαγε σε ταβέρνα, ενώ αγόρασε και ένα κόσμημα αξίας 250 ευρώ, το οποίο προσέφερε στην αγαπημένη του. Πληρώνοντας πάντα με τα λεφτά του απατημένου συζύγου. Όπως πλήρωσε επίσης και ένα ξενοδοχείο στη Μύκονο. «Έχετε πάει ποτέ;» ρωτήθηκε ο απατημένος από τους Δικαστές. «Ούτε ξέρω τον δρόμο…» απάντησε αφοπλιστικά.
Η σχέση της συζύγου με τον εραστή της, σύμφωνα με έναν υπολογισμό, κόστισε στον απατημένο σύζυγο 75.141,18 ευρώ. «Ο ένας να ξεπατώνεται στη δουλειά και η άλλη…» μονολόγησε ο απατημένος χωρίς να ολοκληρώσει τη φράση του. Εμφανώς» πιεσμένος, περισσότερο στενοχωρημένος αφού ολοκλήρωσε την κατάθεσή του, έφυγε βιαστικά από την αίθουσα για «να ανασάνει», με συγγενικά πρόσωπα να τον ακολουθούν αγωνιώντας για τη φόρτιση.
Να σημειωθεί πως παρά τον -δικαιολογημένο κατά πολλούς- θυμό του, στην κατάθεσή του δεν του ξέφυγε λέξη σε βάρος του εραστή. Ούτε καταφέρθηκε με χαρακτηρισμούς κατά της ευπαρουσίαστης – σύμφωνα με περιγραφές- πρώην συζύγου. Παρά μόνο αναθεμάτιζε την τύχη του. «Τι κακό έκανα; Δούλευα μέρα – νύχτα για να μη λείψει τίποτα στην οικογένειά μου» είπε στο Δικαστήριο.
Στο πλαίσιο της ακροαματικής διαδικασίας κατέθεσε συγγενικό πρόσωπο, ενώ η Εισαγγελέας της έδρας πρότεινε την ενοχή και των δύο κατηγορουμένων, όπως κατηγορούνται.
Η πολιτική αγωγή σημείωσε, μεταξύ άλλων, ότι «η εν διαστάσει σύζυγος τού μηνυτή καταχράστηκε την εμπιστοσύνη, που της έδειχνε όλα αυτά τα έτη σε οικονομικό επίπεδο, ενώ δεν δίστασε να τον εξαπατήσει και να του προκαλέσει οικονομική ζημία, μετερχόμενη παράνομες μεθόδους και διαπράττοντας ποινικά κολάσιμες πράξεις σε συνεργασία με τον εραστή της και νυν σύντροφό της».
Τη σύζυγό του «την όρισε συνδικαιούχο και συνδιαχειρίσχρια του λογαριασμού αυτού για λόγους συναλλακτικής ευκολίας και και’ εντολή του, για την ευκολότερη και ταχύτερη διαχείριση του λογαριασμού αυτού, καθόσον εκείνος απασχολούνταν πάρα πολλές ώρε καθημερινά με τη μονάδα του και την καλλιέργεια των χωραφιών».
«Οι κατηγορούμενοι, που διατηρούσαν ερωτικό δεσμό εδώ και πολλά χρόνια εν αγνοία του εγκαλούντα και εκμεταλλευόμενοι την εμπιστοσύνη, που έδειχνε στη σύζυγό του, κατά τη διαχείριση του εν λόγω κοινού λογαριασμού, άδραξαν την ευκαιρία, ώστε να υπεξαιρούν από κοινού και κατ’ εξακολούθηση διάφορα χρηματικά ποσά, οργανώνοντας παράλληλα με επαγγελματικό τρόπο τη φυγή της πρώτης των αντιδίκων από τη συζυγική τους οικία και διευκολύνοντας με τα χρήματα που υπεξαιρούσαν τη μετέπειτα διαβίωσή τους» κατέληξε η συνήγορος διευκρινίζοντας ότι η πρώην σύζυγος «δεν εργάστηκε ποτέ κατά τη διάρκεια της έγγαμης συμβίωσής τους, ούτε διέθετε εισοδήματα από άλλες πηγές».
Αξίζει να σημειωθεί πως ερωμένη και εραστής δεν εκπροσωπήθηκαν, καθώς με απόφαση του Δικαστηρίου δεν κατέστη τελικά εφικτή η εκπροσώπησή τους διά της παριστάμενης συνηγόρου. Το Τριμελές Πλημμελειοδικείο Λάρισας κρίνοντας ενόχους τους κατηγορουμένου τους επέβαλε ποινή φυλάκισής 2 ετών και 5 μηνών με τριετή αναστολή.
Πηγή: Ελευθερία Β. Κακάρας