Σε ποινή φυλάκισης 2 ετών με τριετή αναστολή καταδίκασε σήμερα το Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων Λάρισας υψηλόβαθμο στέλεχος γνωστής εταιρείας στα Τρίκαλα, για το αδίκημα της αποδοχής εικονικών φορολογικών στοιχείων για ανύπαρκτες συναλλαγές μέρους αυτών, η αξία των οποίων υπερβαίνει συνολικώς το ποσό των 200.000 ευρώ κατ’ εξακολούθηση.
Συγκεκριμένα, σύμφωνα με το larissanet.gr σε έλεγχο που πραγματοποιήθηκε τον Οκτώβριο του 2018 στην εταιρεία, προέκυψε ότι στα τιμολόγια αναγράφονταν ποσότητες υγραερίου μεγαλύτερες από αυτές που θα μπορούσαν να αποθηκευτούν στις δεξαμενές της επιχείρησης. Ο έλεγχος αφορούσε τα έτη 2015, 2016, 2017 και 2018 και όπως προέκυψε οι συναλλαγές αυτές ήταν μερικώς εικονικές με τη ζημιά στο ελληνικό δημόσιο να ξεπερνά τις 200 χιλιάδες ευρώ. Ωστόσο, όπως διευκρίνισε σήμερα η υπεράσπιση του κατηγορουμένου, οι οφειλές τακτοποιήθηκαν πλήρως και έτσι δεν προκύπτει ζημιά προς το δημόσιο.
Σύμφωνα με την υπεράσπιση, η εταιρεία παραλαμβάναμε ποσότητες υγραερίου σε λίτρα και ο διανομέας τιμολογούσε σε κιλά και η διαφορά αυτή δεν έγινε αντιληπτή από κανέναν στην εταιρεία.
Αυτό κατέθεσε ο πρώτος μάρτυρας, λογιστής στην εταιρεία αλλά και ένας υπάλληλος που έλεγχε τη μεταφορά της ποσότητάς από το βυτιοφόρο στη δεξαμενή. «Εγώ παραλάμβανα πάντα σε λίτρα, μετά έμαθα τι δημιουργήθηκε» κατέθεσε ο υπάλληλος και απαντώντας σε ερώτηση του προέδρου ανέφερε πως στο παραστατικό κοιτούσε αν ο αριθμός της ποσότητας αντιστοιχούσε σε αυτόν που αναφερόταν στο μετρητή του βυτιοφόρου. «Δεν δίναμε σημασία αν έγραφε κιλά ή λίτρα στο παραστατικό» είπε ο μάρτυρας.
Το γεγονός ότι εξαπατήθηκαν από τον διανομέα ανέφερε ο κατηγορούμενος ο οποίος τόνισε ότι σε καμία περίπτωση δεν ήταν «μιλημένοι» με τον συγκεκριμένο επιχειρηματία, απαντώντας έτσι σε σχετική ερώτηση του δικαστηρίου. Η ερώτηση συγκεκριμένα ήταν γιατί ενώ το 2018 έστειλε εξώδικο στην Ανώνυμη Εταιρεία του διανομέα, το 2021 έκανε αγωγή στο φυσικό πρόσωπο και στη συνέχεια προχώρησαν σε εξώδικο συμβιβασμό για ποσό μικρότερο από τη ζημιά που προέκυψε.
Με την ολοκλήρωση της απολογίας του κατηγορουμένου, ακολούθησε ή αγόρευση του εισαγγελέα ο οποίος πρότεινε την αθώωση του επιχειρηματία καθώς διατηρούνταν ελάχιστες αμφιβολίες ως προς την ενοχή του και επίσης το γεγονός πως δεν προέκυψε εν τέλει ζημιά προς το δημόσιο καθώς αμέσως μετά τον έλεγχο η εταιρεία τακτοποίησε τις φορολογικές της υποχρεώσεις.
Το δικαστήριο εν τέλει αποφάσισε την ενοχή του κατηγορουμένου και του επέβαλε ποινή φυλάκισης 2 ετών με τριετή αναστολή ενώ του αναγνωρίστηκε και το ελαφρυντικό του ότι επέδειξε ειλικρινή μετάνοια και επιδίωξε να άρει ή να μειώσει τις συνέπειες της πράξης του.