Ηρακλής Φίλιος: Ένας νεκρός που μετατράπηκε σε έμβλημα ζωής
Είναι δυνατόν, άραγε, ένας νεκρός να μετατραπεί σε έμβλημα ζωής; Πώς γίνεται αυτό, αφού είναι νεκρός; Δεν είναι οξύμωρο;
Είναι δυνατόν, άραγε, ένας νεκρός να μετατραπεί σε έμβλημα ζωής; Πώς γίνεται αυτό, αφού είναι νεκρός; Δεν είναι οξύμωρο;
Προφανώς, κάτι θέλει να δείξει με τη φράση του ο Γάλλος φιλόσοφος Michael Onfray. Στη συνέχεια, θα δούμε τι θέλει να πει ο γνωστός σύγχρονος αθεϊστής.
Γράφει, λοιπόν, ο Michael Onfray, στο βιβλίο του «Η αναζήτηση των ηδονών»: «Πραγματικά, πως μπορεί να δημιουργηθεί ένα όραμα για τον κόσμο με βάση τη λατρεία ενός σταυρωμένου, ακρωτηριασμένου, πληγωμένου, ταπεινωμένου, κατακομματιασμένου πτώματος; Ένας νεκρός που μετατράπηκε σε έμβλημα ζωής… Ο χριστιανισμός αρνήθηκε το σώμα, τα σώματα, δόξασε το άρρωστο, ακρωτηριασμένο, βασανισμένο, εξευτελισμένο, σώμα∙ απόλαυσε το μαρτύριο…».
Έχω την αίσθηση, κάτι που επιβεβαιώνεται ολοένα και περισσότερο, πως η Δύση τελικά δεν απεμπόλησε μόνο την αγιοπνευματική φύση των μυστηρίων της εκκλησίας, μετατρέποντας τον Θεό σε ιδέα, αλλά υπήρξε κήρυκας ενός απεγνωσμένου αντι – ανθρωπισμού. Εννοώ, πως το σώμα στη Δύση ενοχοποιήθηκε. Δεν είχε θέση το ασθενές σώμα. Και κάτι τέτοιο, ωφείλεται, εν μέρει, στις πλατωνικές επιρροές του Αυγουστίνου. (το σώμα για τον Πλάτωνα ήταν «σῆμα», δηλαδή τάφος της ψυχής). Ο βαθύς αυτός αντι – ανθρωπισμός της Δύσης, στην ουσία καταλύει τη σύνολη θεώρηση της ανθρώπινης ύπαρξης.
Γι’ αυτό και η ψυχή βρίσκεται πάντα στο επίκεντρο, ενώ το σώμα αποτελεί το κατάλυμα της αμαρτίας. Η άρνηση της ύλης, οδήγησε τη δυτική μεταφυσική σκέψη (όπου, αυτή η άρνηση συναντήθηκε) σε αδιέξοδα, και αντί να βιωθεί η αίσθηση της οντολογικής αλληλοπεριχώρησης των συναμφοτέρων, σημειώθηκε η αλλοίωση της υπαρξιακής ιδιοσυγκρασίας, μέσα από την υποτίμηση του σώματος και την «αγιοποίηση» της ψυχής. Πάρτε τον Πλωτίνο. Τί γράφει στην πρώτη Εννεάδα; Πώς το σώμα είναι κατώτερο και αν υφίσταται μίξη σώματος και ψυχής, τότε σε μία τέτοια περίπτωση, «το σώμα θα γίνεται καλύτερο μετέχοντας στη ζωή και η ψυχή χειρότερη μετέχοντας στον θάνατο και την αλογία». Ο Descartes τί λέει; «Cogito ergo sum», δηλαδή, «σκέφτομαι άρα υπάρχω»∙ ο άνθρωπος είναι ψυχή και ουσία της ψυχής είναι η σκέψη. Πουθενά λόγος για σώμα. Κι έρχεται ο Νικόδημος Αγιορείτης και λέει πως η ψυχή είναι κι αυτή ένα «λεπτόσωμα πνεύμα»! Πού να το άκουγε αυτό ο Πλωτίνος!
Ο Onfray έχει θέμα με το σώμα. Δεν δέχεται το οποιοδήποτε σώμα, αλλά ένα υγιές σώμα. Ως εκ τούτου, δεν υπάρχει περίπτωση να δεχτεί ως πρότυπο ζωής το σώμα του Χριστού πάνω στον σταυρό∙ ένα σώμα χτυπημένο, πληγωμένο, ματωμένο, ταπεινωμένο. Στην «Αναζήτηση των ηδονών», γίνεται κυνικός. Γράφει για ένα σώμα «αξιοθρήνητο», χαρακτηρίζει την ενσάρκωση του Υιού του Θεού ως «μύθο», το σώμα του Χριστού ως «αντίσωμα», και «πτώμα». Και συμπληρώνει για τον χριστιανισμό: «Ο χριστιανισμός … καταδίωξε μέχρι θανάτου κάθε εραστή της ζωής, κάθε αγάπη για το σώμα, κάθε ενθουσιασμό για τη ζωή». Μία επισήμανση. Ο Onfray, χτυπώντας συνεχώς το σώμα, χτυπά τη δυτική θεολογία. Χτυπά τον Αυγουστίνο. Εξάλλου, στη Δύση ανατράφηκε, όχι στην Ανατολή.
Γνωρίζει Αυγουστίνο, Λούθηρο, Άνσελμο, Ακινάτη, όχι όμως τους Πατέρες της εκκλησίας της ορθόδοξης Ανατολής. Η αλήθεια είναι πως η θεολογία της Δύσης έδωσε πολλές αφορμές ώστε να έχει ένα δίκαιο ο Onfray. Πάραυτα, ο ίδιος αδυνατούσε να συλλάβει την ύψιστης σημασία κένωση του Θεανθρώπου και το γεγονός του αγιασμού των σωμάτων. Από τη μία δεν αντέχει την ύπαρξη του Θεού και από την άλλη την εικόνα του πληγωμένου σώματος πάνω στον σταυρό. Τώρα, τί αντιπροτείνει σε όλα αυτά; Την αθεΐα και τον ηδονισμό.
Για τον Onfray, ένας Εσταυρωμένος ανήμπορος, που δεν μπορεί να υπερασπιστεί τον Εαυτό Του, που δεν μπορεί να σωθεί, πως μπορεί να σώσει τους άλλους; Έχει βάθος αυτή η υποτίμηση του σώματος, έχει τρομακτικές συνέπειες για τον άνθρωπο της Δύσης. Η Δύση υποτίμησε το σώμα, ο Onfray υποτιμά το ασθενές σώμα, και γι’ αυτό υποτιμά το σώμα του Χριστού πάνω στον σταυρό. Από τον σταυρό, για τον Onfray, απουσιάζει το υγιές στοιχείο. Τί λένε λοιπόν όσοι ασπάζονται τις ιδέες του Onfray; Α, κοίταξε να δεις, δεν μπορούμε να καμαρώνουμε για ένα σώμα που η φθορά επιδρά καταλυτικά πάνω του. Αυτός είναι ο Θεός σας; Αυτό είναι ένα υγιές πρότυπο;
Αυτός θα σώσει τον κόσμο; Όχι, δεν μπορούμε να πιστέψουμε σε κάτι τέτοιο. Αυτές οι ανθρωπολογικές αγωνίες της Δύσης, οδήγησαν τον Nietzsche να μιλήσει για τον υπεράνθρωπο. Για όλους αυτούς, πώς είναι δυνατόν ο Θεός να αφήνεται έρμαιος στον θάνατο, αδυνατώντας να εξουσιάσει τις φθοροποιές δυνάμεις της μεταπτωτικής λειτουργικότητας;
Δεν αντέχεται ένας πληγωμένος Εσταυρωμένος στη σκέψη των αθεϊστών. Βέβαια, δεν αντέχεται περισσότερο ένας Θεός σεσαρκωμένος. Χρειάζεται να εγκαταλείψει την απερισκεψία η σύγχρονη αθεΐα. Να δει πέρα από τον εαυτό της. Να μην πιστέψει στην αμφισβήτηση, αλλά στην πίστη. Να κατέβει από το σταυρό της μοναξιάς κα να δει γύρω της όλες εκείνες τις φωνές που βιώνουν με μυστηριακή μοναδικότητα το θείο γεγονός. Το ευαγγέλιο και οι Πατέρες δεν δαιμονοποίησαν τη ζωή, τον άνθρωπο και δεν εξόρκισαν καμία συνήθεια, παρά κάθε τι που αποκόπτει τον άνθρωπο από την δημιουργία σχέσης με το πρόσωπο του Χριστού.
Ανέδειξαν την ιερότητα του σώματος, της ψυχής, του όλου ανθρώπου και μάλιστα δίδαξαν πως μέσα από τον σταυρό έρχεται η σωτηρία. Αυτό δεν το αντέχει η αθεΐα βέβαια. Το αντέχει όμως ο Θεός.
Τελικά, «ζούμε στη σκιά του καταραμένου σταυρού και το σώμα μας αναδίδει ακόμα τη νεκρική μυρωδιά του πτώματος ενός μύθου», όπως θα πει ο Onfray ή «τό σῶμα αὐτοῦ τό ἅγιον ἐβασάνιζον φέροντα ἑκουσίως πάθη, ἵνα τούς παλαιούς μώλωπας τῶν ἡμετέρων ἁμαρτημάτων θεραπεύσῃ» όπως θα ‘λεγε ο Γρηγόριος Νύσσης;
Έχουμε ανάγκη από έναν Θεό δυνατό, ανίκητο ή από έναν Θεό που ντύνεται τη σάρκα του ανθρώπου για να καταδικάσει την αμαρτία στη δική Του σάρκα και να χαρίσει την αιωνιότητα στο αγαπημένο του δημιούργημα; Και ο άνθρωπος; Τί θέλει να είναι; Ηθικός; Σοφός; Δίκαιος; Ενάρετος; Καλός; Ας αποφασίσει, επιτέλους.
Μήπως κάτι βαθύτερο, ουσιαστικότερο; Μήπως, θεούμενος; Ειδικά, αυτό το τελευταίο, δημιουργεί ελπίδα. Εξάπτει την φαντασία σου, σε σηκώνει από την ακινησία, σε κινεί στην ερωτικότητα του Χριστού και σε κάνει να χορεύεις με μουσική δοξολογική, ατελείωτη, θριαμβευτική. Τόσο θριαμβευτική, σαν την 4η Συμφωνία του Brahms (In E Minor Op. 98 – Allegro Giocoso).
Ηρακλής Αθ. Φίλιος
Βαλκανιολόγος, Θεολόγος