Ηρακλής Φίλιος: Είναι ο γάμος μυστήριο;
Όσο περίεργος κι αν φαίνεται ο παραπάνω τίτλος, εντούτοις αναδεικνύει από τη φύση του μία προβληματική.
Όσο περίεργος κι αν φαίνεται ο παραπάνω τίτλος, εντούτοις αναδεικνύει από τη φύση του μία προβληματική.
Όσο περίεργος κι αν φαίνεται ο παραπάνω τίτλος, εντούτοις αναδεικνύει από τη φύση του μία προβληματική. Εκείνη με τη σειρά της εντοπίζεται σε ερωτήματα όπως τι είναι μυστήριο, ποια και πόσα είναι τα μυστήρια, τι εννοούν οι Πατέρες ως μυστήριο κ.ο.κ.
Το ερώτημα που τίθεται είναι εάν είναι μυστήριο ο γάμος. Για να προσεγγίσουμε σιγά σιγά το θέμα μας, είναι χρήσιμο να δούμε τι είναι μυστήριο. Ανατρέχοντας λοιπόν κάποιος στη βιβλική και πατερική θεολογία, θα διαπιστώσει πως η αγία μας εκκλησία απέφυγε να ορίσει το «μυστήριο». Και φυσικά αυτό δεν δηλώνει έλλειψη και αμηχανία. Αντιθέτως στο χώρο της εκκλησίας όλα είναι μυστήρια.
Και για να αντιληφθούμε αυτή την αναφορά της καθολικότητας, αρκεί να εστιάσουμε στη δύναμη των μυστηρίων όπως την αναφέρει ο άγιος Μάξιμος Ομολογητής. Έτσι λοιπόν σύμφωνα με τον ιερό Πατέρα, η δύναμη των μυστηρίων υφίσταται και ενεργοποιείται χάρης τη φυσική θεωρία που σημαίνει χάρη στον άρρηκτο δεσμό φυσικής και υπερφυσικής αποκάλυψης αισθητής και νοητής πραγματικότητας. Δεν μπορούμε λοιπόν να πούμε πως αυτό είναι μυστήριο και το άλλο όχι, ή τα μυστήρια είναι επτά (7) απολυτοποιώντας στην ουσία την χάρη του Αγίου Πνεύματος και διοχετεύοντας την σε συγκεκριμένες εκφάνσεις της λειτουργικής ζωής που συνδέονται φυσικά με την κοινωνική ζωή του ανθρώπου. Το «μυστήριο» στη ζωή της εκκλησία εγκολπώνει μέσα του κάθε έκφανση του φυσικού κόσμου, της φυσικής ζωής και το συνδέει με την υπερφυσική αποκάλυψη. Κι αυτό πάντοτε εν αγίω Πνεύματι.
Έτσι λοιπόν οι άγιοι Πατέρες δεν έθεσαν σε καλούπια κάθε ομορφιά της εκδηλωμένης ζωής, απομονώνοντας άλλες πτυχές της ζωής αυτής από την μαρτυρία του όλου. Δεν εντόπισαν την χάρη και την ευωδία της αγιοπνευματικής ζωής στο γάμο κι όχι στη μοναχική κουρά για παράδειγμα. Στον ευχέλαιο και όχι στην κηδεία. Όσα εκδηλώνονται στο χώρο της αγίας μας Εκκλησίας ως εκφάνσεις της σχέσης κτιστού – άκτιστου και ενυπάρχουν με μυστηριακό – αγιοπνευματικό – χαρισματικό κι όχι μαγικό τρόπο στο σώμα της εκκλησίας, είναι μυστήρια.
Αξίζει να σημειωθεί μία επισήμανση η οποία και δηλώνει το λάθος που συχνά γίνεται στο χώρο της εκκλησίας. Πολύ συχνά (αυτό καταντά να αποτελεί και ισχύοντα κανόνα), γίνεται λόγος για τον αριθμό των μυστηρίων σε επτά (7). Το να επιχειρείται η καταμέτρηση των μυστηρίων, μοιάζει ως προσπάθεια, με την αγωνία του Heidegger να υπερβεί τη μεταφυσική, χρησιμοποιώντας εντούτοις όρους της μεταφυσικής. Σαν μία αγωνιακή πάλη για τον απεμπολισμό μιας ενοχής που γεννά το ζήτημα της «καθαρότητας». Δηλαδή τα επτά (7) είναι μυστήρια, ενώ οι άλλες εκφάνσεις που αφορούν τη σχέση Θεού και κόσμου δια της ουσιοποιού θείας ενέργειας, δεν είναι. Δεν είναι «τόσο ιερές». Στο χώρο της εκκλησίας κάθε λειτουργική πράξη έχει μυστηριακό χαρακτήρα. Όλα είναι ιερά, όλα αγιάζονται. Τίποτε δεν μένει εκτός αγιασμού. Όλα μεταμορφώνονται. Από την εξομολόγηση έως και τον αγιασμό ενός νέου οικήματος. Από την τον γάμο έως και την ευχή ευλόγησης του οίνου. Από το ευχέλαιο έως και την ευχή επί αρρώστου.
Η αρχαία εκκλησία ουδέποτε έκανε λόγο για αριθμό των μυστηρίων. Αυτό το «κλείσιμο» των μυστηρίων σε επτά (7) δεν απηχεί τη θεολογία της ορθόδοξης Ανατολής. Για πρώτη φορά εμφανίστηκε στη Ρωμ/κή εκκλησία κατά την περίοδο του Σχολαστικισμού από τον Θωμά Ακινάτη (13ος αι.). Στην ορθόδοξη θεολογία ο αριθμός αυτός εισήλθε τον 14ο αι. Επομένως είναι τελείως ξένη η αρίθμηση των ιερών μυστηρίων στον λατρευτικό χώρο της αγίας μας εκκλησίας.
Αν απεγκλωβιστούμε από την αριθμητική οριοθέτηση του μυστηρίου ως γεγονός στον λειτουργικό χώρο της εκκλησίας, τότε όλα είναι μυστήρια και όλα γίνονται μυστήρια. Σχετικά ο ακαδημαϊκός Ν. Ματσούκας σημειώνει τα εξής χαρακτηριστικά: «Και αν απεγκλωβιστούμε από τη σχολαστική απαρίθμηση των μυστηρίων μόνο σε 7 – ο σχολαστικισμός καταλήγει στην απομόνωση και αυτονόμηση των μυστηρίων – , τότε μέσα σ’ αυτό το σώμα της Εκκλησίας μπορούμε να ζήσουμε τη θεία επικοινωνία σε πολλές μυστηριακές εμπειρίες». Ο άγιος Ιωάννης Δαμασκηνός στο έργο του «Έκδοσις ακριβής ορθοδόξου πίστεως» στο κεφ. 86 με τίτλο «Περί των αγίων και αχράντων του Κυρίου μυστηρίων», δεν διανοείται καν να απαριθμήσει τα μυστήρια. Πώς να οριστούν τα μυστήρια από την εκκλησία; Ορίζεται η ζωή;
Αν θέλουμε να ορίσουμε το τι είναι μυστήριο, όχι με σχολαστικό και παρορμητικό τρόπο, είναι κατάλληλη η προσέγγιση που επιχειρεί ο άγιος Νικόλαος Καβάσιλας. Και τι μας λέει λοιπόν ο εν λόγω ιερός Πατήρ; Μας λέει ότι «η εκκλησία εν τοις μυστηρίοις σημαίνεται». Ο πληθυντικός αριθμός «εν τοις μυστηρίοις» δεν σημαίνει ή δύο ή τρία ή επτά μυστήρια, αλλά ένα μυστήριο. Το κατεξοχήν μυστήριο. Τη Θεία Ευχαριστία. Έτσι ο πληθυντικός αριθμός στον οποίο τίθεται η λέξη «μυστήριο» («μυστηρίοις» στην προκειμένη περίπτωση) εννοεί το μυστήριο της Θ. Ευχαριστίας και μόνο. Κάτι ανάλογο (χρήση δηλ. του πληθυντικού αριθμού στη λέξη «μυστήριο»), παρατηρούμε και στις αιτήσεις του ιερέα μετά τη Θεία Κοινωνία, καθώς εκφωνεί μέσα από το Ιερό Βήμα «ορθοί μεταλαβόντες των θείων, αγίων, αχράντων, αθανάτων, επουρανίων και ζωοποιών, φρικτών του Χριστού μυστηρίων, αξίως ευχαριστήσωμεν τω Κυρίω». Επομένως για τον Καβάσιλα, αλλά και για άλλους Πατέρες το κατεξοχήν μυστήριο είναι το μυστήριο της Θ. Ευχαριστίας.
Κι ερχόμαστε στον τίτλο του άρθρου. Είναι ο γάμος μυστήριο; Ο γάμος δεν είναι μυστήριο με την ακριβή έννοια. Το γεγονός ότι δεν είναι μυστήριο, δεν σημαίνει ότι δεν υφίσταται στη ζωή της εκκλησίας, ότι δεν αγιάζει τον άνθρωπο, ότι δεν ενώνει «εις σάρκα μίαν», ότι δεν έχει εκκλησιολογική, και αγιοπνευματική υπόσταση. Από την άλλη όμως γιατί η κηδεία και η μοναχική κουρά για παράδειγμα, να μην αποτελούν μυστήρια της εκκλησίας; Κι εδώ όμως έρχονται πάλι οι Πατέρες της εκκλησίας να απεγκλωβίσουν τη μυστηριολογική φύση των ακολουθιών από κάθε είδους αυτονόμηση και απολυτότητα. Ο Διονύσιος Αρεοπαγίτης στο έργο του «Περί της εκκλησιαστικής ιεραρχίας», αποκαλεί τη νεκρώσιμη ακολουθία «μυστήριον επί των ιερώς κεκοιμημένων». Ο ίδιος Πατέρας συγκαταλέγει στα ιερά μυστήρια και τη μοναχική κουρά. Ο Θεόδωρος Στουδίτης χαρακτηρίζει ως «μυστήριο» τη μοναχική κουρά, λέγοντας πως «το των μοναχών σχήμα, παρθενίας εστίν επάγγελμα, και μυστήριον εστί μοναχικής τελειώσεως».
Για τους πρώτους αιώνες δεν υπάρχει «μυστήριο» του γάμου. Η ιερολογία του ανάγεται στον 6ο αι. Λαμβάνοντας υπόψη τη ρήση του Καβάσιλα «η εκκλησία εν τοις μυστηρίοις σημαίνεται» (δηλ. σημαίνεται στο μυστήριο της Θ. Ευχαριστίας), με την ακριβή έννοια δεν υπάρχει άλλο μυστήριο της εκκλησίας πλην της Θ. Ευχαριστίας. Τα υπόλοιπα «μυστήρια» είναι μυστήρια όταν ενυπάρχουν στο μυστήριο της Θ. Ευχαριστίας. Είναι μυστήρια στο βαθμό που γίνονται «υπουργοί» της ευχαριστιακής σύναξης, της βρώσης και πόσης του Σώματος και Αίματος του Χριστού.
Οι ακολουθίες από μόνες τους κι εκτός του μυστηρίου της Θ. Ευχαριστίας δεν είναι μυστήρια. Δανείζομαι μία φράση του Pirandello που λέει πως «να είσαι δεν θα πει τίποτε- να είσαι θα πει να γίνεσαι». Και η «σάρκωση» των ακολουθιών συντελείται στο μυστήριο που «σημαίνει» την εκκλησία κατά τον Καβάσιλα, τη Θ. Ευχαριστία. Όπως είναι γνωστό όλα τα μυστήρια αρχικά εντάσσονταν μέσα στη Θ. Ευχαριστία.
Η Θ. Ευχαριστία υπήρχε αναπόσπαστο μέρος των μυστηρίων. Ο γάμος τελούνταν μέσα στη Θ. Ευχαριστία. Το ίδιο και το βάπτισμα, όπως και τα άλλα μυστήρια. Ο γάμος και οι υπόλοιπες ακολουθίες αποκτούσαν «νόημα» επειδή ακριβώς συνδέονταν με τη Θ. Ευχαριστία που αποτελούσε το επισφράγισμα όλων. Με την αποσύνδεση των ακολουθιών από το κατεξοχήν μυστήριο, εκείνο της Θ. Ευχαριστίας, πως μπορεί ως αυτοτελή και αυτόνομη ακολουθία ο γάμος να αποτελεί μυστήριο;
Για το αναπόσπαστο των ακολουθιών από το μυστήριο της Θ. Ευχαριστίας μαρτυρούν οι Πατέρες της Εκκλησίας. Για παράδειγμα ο Διονύσιος Αρεοπαγίτης μας λέει πως «ουκ ένεστι σχεδόν τινά τελεσθήναι τελετήν ιεραρχικήν, μη της θειοτάτης ευχαριστίας». Στο ίδιο μήκος κύματος ο Συμεών Θεσσαλονίκης συμπληρώνει: «τέλος γαρ πάσης τελετής και θείου μυστηρίου παντός σφραγίς η ιερά κοινωνία». Ο Τερτυλλιανός αναφέρει πως ο γάμος συνάπτεται από την εκκλησία και ισχυροποιείται από τη Θ. Ευχαριστία.
Η Διδαχή των Αποστόλων, η Αποστολική Παράδοση, οι Αποστολικές Διαταγές, το Ευχολόγιο του αγίου Σεραπίωνα Επισκόπου Θμούεως, δεν περιέχουν ευχές για το γάμο. Τα συγγράμματα του Διονυσίου Αρεοπαγίτη δεν αναφέρονται σε ευχές για το γάμο. Οι Κανόνες της Συνόδου της Νεοκαισαρείας δείχνουν την απουσία τελετής εκείνη την εποχή (περί το 314 μ. Χ.).
Η Θ. Ευχαριστία είναι το κατεξοχήν εσχατολογικό μυστήριο. Ο γάμος ποια σχέση έχει με τα έσχατα; Έχει την αναφορά του σ’ εκείνα; Υφίσταται στο επέκεινα; Στο σημείο αυτό έρχεται να μας διαφωτίσει ο καθηγητής φιλοσοφίας στο Καθολικό Κολλέγιο του Τιμίου Σταυρού Βοστώνης των Η.Π.Α. π. Παντελεήμων Μανουσάκης, αναφέροντας τα εξής: «Ο γάμος εσχατολογικά δεν αντέχει την είσοδο των εσχάτων. Ο γάμος εσχατολογικά διαλύεται, καταλύεται. Άρα αυτό σημαίνει ότι είναι ανυπόστατος». Και πως μπορεί να σχετίζεται με την εσχατολογία, αφού σύμφωνα με τη ρητή διαβεβαίωση του Κυρίου «όταν γαρ εκ νεκρών αναστώσιν, ούτε γαμούσιν, ούτε γαμίζονται»;
Ακούγεται συχνά να λέγεται ότι ο γάμος είναι «εικόνα της Βασιλείας των Ουρανών». Μάλιστα στηρίζεται στην παραβολή κατά την οποία ο Κύριος δίδαξε ότι «ομοιώθη η βασιλεία των ουρανών ανθρώπω βασιλεί, όστις εποίησε γάμους τω υιώ αυτού». Η παραβολή είναι ένα παράδειγμα που με απλοϊκό τρόπο επιχειρεί να περάσει μηνύματα στους ακροατές. Γι’ αυτό και ο Κύριος μιλούσε συχνά με παραβολές που ήταν προσιτές. Και κάθε παράδειγμα όπως και κάθε παραβολή χρησιμοποιεί τρόπους, μέσα για να δηλώσει κάτι. Την ίδια τακτική συναντάμε στην παραβολή των προσκαλεσμένων σε δείπνο (Λουκ. 14, 15-24), στην περιγραφή της νίκης στον ουρανό και τον γάμο του Αρνίου (Αποκ. 19, 1-10) κ.α.
Έτσι και η Βασιλεία των Ουρανών δεν είναι γάμος, αλλά μοιάζει όχι πάλι με γάμο, αλλά όπως διαβάζουμε στην παραβολή «με έναν βασιλέα ο οποίος επρόκειτο να κάνει τους γάμους του υιού του». Και χρησιμοποιεί ο Χριστός την παραβολή για να μιλήσει για τη Βασιλεία των Ουρανών, χρησιμοποιώντας σε όσους Τον άκουγαν εκείνη τη στιγμή το παράδειγμα του γάμου. Δηλαδή ο μοναχισμός δεν έχει σχέση με τη Βασιλεία των Ουρανών κι έχει περισσότερη σχέση ο γάμος; Ο γάμος όπως και ο μοναχισμός είναι ο τρόπος, το μέσο. Η απολυτοποίηση του γάμου όπως και του μοναχισμού είναι που δημιουργεί το όλο πρόβλημα.
Και η εκκλησία έχει αυτή την τάση του απωθημένου, να απεμπολήσει δηλαδή αυτό που νομίζεται ότι η ίδια είναι και να απολογείται συνεχώς για ό,τι δεν υπάρχει ανάγκη να απολογηθεί.
Είναι το λιγότερο απαράδεκτη αυτή η αναφορά και αυτή η ταύτιση γάμου – Βασιλείας των Ουρανών. Ο γάμος δεν είναι εικόνα των εσχάτων. Στην ορθόδοξη θεολογία ισχύει το Μαξιμιανό τρίπτυχο «σκιά – εικόνα – αλήθεια» («σκιά τα της Παλαιάς, εικών τα της Νέας Διαθήκης, αλήθεια δε η των μελλόντων κατάστασις» σύμφωνα με τον όσιο Μάξιμο Ομολογητή). Η σκιά της Π. Δ., η εικόνα της Κ.Δ., η αλήθεια των εσχάτων. Ο γάμος ίσως να είναι εικόνα, αλλά ούτε εικόνα είναι γιατί δεν εικονίζει κάτι στα έσχατα. Επομένως ό,τι δεν έχει τη ρίζα του και την απαρχή του στα έσχατα δεν έχει υπόσταση.
Εσχατολογικά υφίσταται μόνο το ιερό μυστήριο της Θ. Ευχαριστίας («ου μη πίω απ’ άρτι εκ τούτου του γεννήματος της αμπέλου έως της ημέρας εκείνης όταν αυτό πίνω μεθ’ υμών καινόν εν τη βασιλεία του πατρός μου»). Αναζητούμε τη δομή της εκκλησίας στη δομή της Θ. Ευχαριστίας, καθώς η εκκλησία συνέρχεται «επί το αυτό». Έτσι η εκκλησία συνδέεται με τα μυστήρια (το κατεξοχήν δηλ. της Θ. Ευχαριστίας το οποίο και «σημαίνει» την εκκλησία κατά τον Καβάσιλα) κι επομένως με την ευχαριστιολογία.
Ο γάμος λοιπόν που θεωρείται ως «εικόνα», δεν έχει την αναφορά του στην αλήθεια. Η ευχαριστιακή σύναξη «λειτουργεί» ως σκιά, εικόνα και αλήθεια; Σημαντική είναι η επισήμανση του αγίου Περγάμου κ.κ. Ιωάννη Ζηζιούλα που μας λέει πως «η εικόνα είναι μια παρουσία κρυμμένη κάτω από πράγματα φθαρτά που είναι προορισμένα να εκλείψουν». Έτσι η εικόνα «συνεχίζει» την πορεία της και την ύπαρξης της εκεί όπου εκλείπουν τα φθαρτά.
Η ευχαριστιακή σύναξη «λειτουργεί» ως σκιά και εικόνα και αλήθεια. Αυτό φαίνεται και στη «Μυσταγωγία» του Μαξίμου Ομολογητή, όπου όλα στην ευχαριστιακή σύναξη εικονίζουν τη Βασιλεία του Θεού και παραπέμπουν στα έσχατα (ως εικόνες των εσχάτων).
Εύλογα θα αναρωτηθεί ίσως κάποιος, γιατί ο απόστολος Παύλος χαρακτηρίζει το γάμο ως «μέγα μυστήριο». Αυτός όμως είναι ο μισός στίχος της προς Εφεσίους επιστολής όπου υπάρχει και η αναφορά αυτή. Το υπόλοιπο τι λέει; «Εγώ δε λέγω εις Χριστόν και εις την εκκλησίαν» (Εφεσ. 5,32).Διευκρινίζει ο Παύλος ποιο είναι το «μέγα μυστήριο». Η αναφορά στο γάμο γίνεται προς αλληγορία. Δεν αναφέρεται στο γάμο. Θέλει με τον τρόπο αυτό να δείξει τη σχέση Χριστού – Εκκλησίας (κάτι το οποίο συναντάται και στο θαυμάσιο «Άσμα Ασμάτων» της Π.Δ. όπου η σχέση Χριστού – Εκκλησίας παραλληλίζεται με τη σχέση άνδρα – γυναίκας μέσα από υπέροχες εκφράσεις συναισθημάτων τρυφερότητας και έρωτα).
Η λέξη «μυστήριο» όπως είδαμε δεν χαρακτηρίζει και απαντά μόνο στην ακολουθία του γάμου, αλλά και σε άλλες ακολουθίες. Από την άλλη το γεγονός ότι ο Χριστός πήγε σε ένα γάμο, δεν σημαίνει ότι ο γάμος ως καθαυτό γεγονός είναι μυστήριο. Και σε κηδεία πήγε. Γιατί δεν θεωρούμε και την κηδεία μυστήριο τη στιγμή που η αγία μας εκκλησία ψάλλει «όντως φοβερότατον το του θανάτου μυστήριον» (ιδιόμελο δ’ ήχου); Και με την πόρνη πήγε και μίλησε ο Χριστός; Γιατί δεν είναι η πορνεία μυστήριο; όπου πήγε ο Χριστός δηλαδή όλα τα κάνουμε μυστήρια;
Με τη φράση λοιπόν «μέγα μυστήριο» ο Παύλος έχοντας μία ευρύτερη αντίληψη του θέματος θέλει να δηλώσει κάτι πιο ουσιαστικό και με τον παραλληλισμό αυτό να δώσει βάση στη σχέση Χριστού – Εκκλησίας. Η ένωση άντρα και γυναίκας είναι μυστήριο και ανάγεται στο μυστήριο της ένωσης του Χριστού και της Εκκλησίας. Η έννοια του μυστηρίου δεν εγκλωβίζεται, δεν υπερτονίζεται και δεν απολυτοποιείται. Το μυστήριο ως στοιχείο «αχώρητο» και «άδηλο» εννοιοκρατικά και σκεπτικιστικά διαπνέει με μυσταγωγία και άδηλη χάρη τον άνθρωπο και την κτίση, τους οποίους και αγιάζει.
Ο γάμος αναντίρρητα αποτελεί ευλογία για τη συνέχεια του άντρα και της γυναίκας σε ένα, ως «σάρκα μία». Αλλά κι αυτό οντολογικά απολαμβάνει την πολυτέλεια της ύπαρξης χάρη στη μετοχή στο κατεξοχήν μυστήριο, εκείνο της Θ. Ευχαριστίας. Από τη στιγμή που ορισμένες ακολουθίες της εκκλησίας μας αποσπάστηκαν από το «σώμα» που είχε ως κεφαλή τη Θ. Ευχαριστία, δεν αποτελούν μυστήρια. Και ο γάμος δεν είναι μυστήριο υπό την έννοια αυτή.
Ηρακλής Αθ. Φίλιος
(iraklisf@theo.auth.gr)