Ηρακλής Φίλιος – Αγάπη κι έρωτας – Μέρος Β’
Η αγάπη μεταξύ δύο νέων, «ιεροποιείται» όταν οι νέοι με αγαθή προαίρεση πνευματικοποιούν την ίδια τους της ζωή, νοηματοδοτώντας την μεταξύ τους αγάπη χάρη στη θυσιαστική και κενωτική αγάπη του Θεανθρώπου προς εκείνους.
Η αγάπη μεταξύ δύο νέων, «ιεροποιείται» όταν οι νέοι με αγαθή προαίρεση πνευματικοποιούν την ίδια τους της ζωή, νοηματοδοτώντας την μεταξύ τους αγάπη χάρη στη θυσιαστική και κενωτική αγάπη του Θεανθρώπου προς εκείνους.
Η αγάπη μεταξύ δύο νέων, «ιεροποιείται» όταν οι νέοι με αγαθή προαίρεση πνευματικοποιούν την ίδια τους της ζωή, νοηματοδοτώντας την μεταξύ τους αγάπη χάρη στη θυσιαστική και κενωτική αγάπη του Θεανθρώπου προς εκείνους.
Μήπως λοιπόν μία σχέση έχει προοπτική όταν εισέλθει ο ίδιος ο Χριστός στη σχέση; Όταν αποτελεί πρότυπο αγάπης; Όταν αποτελεί πηγή έμπνευσης; Πολλές μαρτυρίες αναφέρουν πως ο εγωισμός είναι εκείνη η εωσφορική κατάσταση που διαλύει τις σχέσεις, απεμπολεί τον Χριστό και δεν αφήνει χώρο για κενωτική αγάπη και αίσθημα διακονίας προς τον άνθρωπο της σχέσης μας. Πόσοι έγγαμοι άνθρωποι αγίασαν γιατί είχαν ως πρότυπο αγάπης τον Χριστό; Οι άγιοι Ακύλας και Πρίσκιλλα, οι άγιοι Ιωακείμ και Άννα, οι άγιοι Βασίλειος και Εμμέλεια, οι άγιοι Ευστάθιος και Θεοπίστη, ο άγιος Σπυρίδων, ο άγιος Νικόλαος Πλανάς, η αγία Θεοδοσία, η αγία Ιουλίττα. Ίσως λοιπόν όταν δύο νέοι ξεκινάνε μία σχέση και ξεχνάνε τον Θεό, τότε ο Θεός τους εγκαταλείπει αφού οι ίδιοι δεν οικοδομούν τη σχέση θεοκεντρικά, αλλά ανθρωποκεντρικά, εγωκεντρικά, κτητικά.
Η αγάπη δεν μένει στατική. Είναι εκστατική. Η αγάπη στην ολότητα της, εκφραστικά οδηγεί στον έρωτα. Στην αίσθηση. Στην ηδονή. Λέξεις που ενοχοποίησαν τον άνθρωπο της κοινωνίας, αφού ο έρωτας κάτω από το βάρος μανιχαϊκών αντιλήψεων και ηθικιστικών παραστάσεων φορτώθηκε με σκοτεινή ενοχή και αντιμετωπίστηκε ως «απαγορευμένος καρπός». Η ανθρώπινη ερωτικότητα απαξιώθηκε ή περιθωριοποιήθηκε ή και δαιμονοποιήθηκε. Το ευσεβιστικό στοιχείο της εκκλησίας κατάφερε μια σχεδόν ολική αφαίμαξη της ανθρώπινης ερωτικότητας εντός των ορίων της εκκλησίας. Έτσι δημιουργήθηκε ο ανέραστος άνθρωπος που θεωρεί τον έρωτα ως κάτι κακό, ως αμαρτία. Σχετικά γράφει σε ποίημα του ο Τάσος Λειβαδίτης πως «κι όταν ο Θεός μοίρασε τον κόσμο, τα παιδιά πήρανε τις γωνιές των δρόμων κι ο διάβολος τις πιο ωραίες λέξεις».
Για τη θεολογία «ο έρωτας δεν αποτελεί αρνητικό στοιχείο που πρέπει να καταπολεμηθεί στο τέλμα μιας στωικής απάθειας», όπως αναφέρει ο πανεπιστημιακός καθηγητής Γ. Μαντζαρίδης. Στην πατερική θεολογία ο όρος «έρωτας» έγινε συνώνυμος του όρου «αγάπη». Σε γενικές όμως γραμμές καθιερώθηκε ως η συνεκτική εκείνη δύναμη που συνέχει και στηρίζει τις σχέσεις των ανθρώπων και τους φέρνει σε πραγματική κοινωνία μεταξύ τους, όπως θα μας πει ο άγιος Διονύσιος ο Αρεοπαγίτης. Είναι κάτι το φυσιολογικό ο έρωτας και όχι κάτι το ενοχικό στη ζωή. Εξάλλου ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος μας λέει πως «ο Θεός τους έρωτας εγκατέσπειρε». Είναι αξιοπρόσεχτο το γεγονός ότι οι δύο άγιοι της εκκλησίας που αναφέρθηκαν μόλις και μιλάνε για τον έρωτα, δεν υπήρξαν έγγαμοι άγιοι αλλά ασκητές, εραστές του θείου κάλλους, μέτοχοι του θείου έρωτα.
Ο άγιος Διονύσιος ο Αρεοπαγίτης μας λέει «ώστε τούτο δη, το του έρωτος όνομα μη φοβηθώμεν». Για τον Μεθόδιο Ολύμπου, τον Βασίλειο Αγκύρας και τον ιερό Χρυσόστομο, ο έρωτας και η ηδονή είναι μέγα μυστήριο, έχουν δηλαδή άρρητη δύναμη, διότι αναστατώνουν τις κοινωνικές και προσωπικές σχέσεις των ανθρώπων. Ποιος είναι όμως ο σκοπός του έρωτα; Η τεκνογονία; Η σωφροσύνη; Έχουν δοθεί ποικίλες απαντήσεις στο ερώτημα αυτό. Έχει αναφερθεί επίσης πως σκοπός δεν είναι η ηδονική κοινωνία, η «αναγνώριση» του προσώπου, ο έρωτας που σε κάθε περίπτωση αποτελεί αμαρτία και πληγή στο πρόσωπο του Θεού. Τη θέση αυτή μάχεται και αντικρούει ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος που αναφερόμενος στο μυστήριο του γάμου, θα μας πει πως «εδόθη μεν ουν και παιδοποιίας ένεκεν ο γάμος∙ πολλώ δε πλέον υπέρ του σβέσαι την της φύσεως πύρωσιν». Επίσης ο Βασίλειος Αγκύρας χωρίς καμία συστολή σημειώνει τα εξής: «ίνα τη ενούση αυτώ ηδονή μαγγανεύον το άρρεν, ου δια την παιδοποιίαν μόνον, αλλά και δι’ αυτόν τον της μίξεως οίστρον, υπερμαχούν αυτώ έχη το άρρεν». Οι άγιοι λοιπόν της εκκλησίας μας και η ορθόδοξη παράδοση κάνει λόγο για έρωτα μεταξύ των ανθρώπων, για ηδονή, για ευχαρίστηση. Έτσι στην ορθόδοξη ζωή και πνευματικότητα ο έρωτας ωριμάζει και αναδεικνύεται έτσι η ιερότητα και το πνευματικό του βάθος.
Αναφέρθηκε πως στις 13 Φεβρουαρίου δύο νέοι άνθρωποι ο Ακύλας και η Πρίσκιλλα μέσα από τον έγγαμο βίο και τον δικό τους αγώνα, αγίασαν. Πάνω στο Βίο τους αξίζει να σημειωθεί μία παρατήρηση. Στη σημερινή εποχή πολλοί νέοι και πολλά ζευγάρια, στηρίζουν την αγάπη τους στις δικές τους δυνάμεις. Αντλούν δύναμη από την αγάπη όπως εκείνοι την εννοούν. Το ζευγάρι των αγίων είχε στη σχέση τους έναν άνθρωπο που τους καθοδηγούσε. Τον απόστολο Παύλο. Ο ίδιος υπήρξε ο πνευματικός τους. Δέχονταν λοιπόν και οι δύο την καθοδήγηση και τις συμβουλές του στα διάφορα προβλήματα που αναφύονταν στη σχέση τους κι αυτό είχε ως απόρροια τη διασφάλιση της μεταξύ τους ενότητας και την αύξηση της αγάπης. Το να έχουν σήμερα δύο νέοι έναν πνευματικό που θα τον συμβουλεύονται, αυτό δεν καταργεί την ελευθερία τους. Αντίθετα πολλές φορές τη διασφαλίζει. Ο πνευματικός που έχει διάκριση, βρίσκεται πάντα δίπλα με αγάπη σε κάθε νέο και νέα που έχουν ανάγκη να ακούσουν τη συμβουλή του. Εκείνος που απομακρύνει τον πνευματικό από τη διακριτική συμβολή στην υγιή ανάπτυξη της σχέσης, είναι σαν να απομακρύνει τον Θεό από τη σχέση του. Και φυσικά μία τέτοια σχέση δύσκολα μπορεί να ανασάνει…
Αφήνω να τελειώσουν το ταξίδι αυτό, τα λόγια μιας νεαρής κοπέλας που γράφει στο blog της στο internet: «Αγάπη και έρωτας…Προορισμένοι είμαστε να αναζητάμε αγάπη…να δίνουμε αγάπη…να ζητάμε τον έρωτα για να μας συνεπάρει…να μας δείξει τα αληθινά μας όρια…να μας κάνει να νιώσουμε ζωντανοί…και ας ξέρουμε πως το μεγαλύτερο παραμύθι είναι αυτό του αιωνίου έρωτα…δεν παύουμε να μαγευόμαστε».