Η γερμανο-τουρκική φιλία, η Ελλάδα και η Ευρ. Ένωση – Γράφει ο Θανάσης Σιούτας
(Από αυτά που διαβάζω και ακούω) – Τα πράγματα με την Τουρκία δεν είναι απλά και δεν είναι πάντα όπως φαίνονται. Και φυσικά δεν είναι όπως μας τα παρουσιάζουν ορισμένοι. Η ιστορία μας διδάσκει ότι είναι λάθος να πορευόμαστε με το «βλέποντας και κάνοντας». Πρέπει να αναλύουμε την πραγματικότητα και να χαράζουμε μακροχρόνια εθνική στρατηγική. Και είναι ευτύχημα που ακολουθήθηκε ενιαία γραμμή στον τομέα της εξωτερικής πολιτικής με εθνική στρατηγική από τους κυβερνώντες των τελευταίων ετών, προκειμένου να αντιμετωπισθούν οι τουρκικές προκλήσεις.
Η κρίση μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας δεν είναι κεραυνός εν αιθρία. Εντάσσεται σε μια μακροχρόνια στρατηγική, με σταθμούς το 1955, (αποκατάσταση σχέσεων Γερμανίας Ελλάδας και ένταξη Δυτ. Γερμανίας στο ΝΑΤΟ), το 1974 [μετά την μεταπολίτευση η Γερμανία βοήθησε την Ελλάδα να ενταχθεί πλήρως στην ΕΟΚ, χάρη στις στενές σχέσεις που δημιούργησε ο τότε Έλληνας πρωθυπουργός Κων/νος Καραμανλής με τον τότε Γερμανό Καγκελάριο Χέλμουτ Σμίτ (συναντήθηκαν πέντε φορές)], και το 1996 (η κρίση των Ιμίων και η εφαρμογή των φιλόδοξων σχεδίων της Τουρκίας).
Σήμερα πρέπει να παραδεχτούμε ότι υφιστάμεθα μια ορατή απειλή του τουρκικού αναθεωρητισμού – επεκτατισμού. Το πρόβλημα με την Τουρκία δεν είναι μόνο οι θαλάσσιοι φυσικοί πόροι ή η «συνεκμετάλλευση» αυτών, όπως θέλουν να μας πείσουν κάποιοι, -αφού όπως αντιλαμβανόμαστε, οι «λύκοι» δεν χορταίνουν, αντίθετα όσο τρώνε άλλο τόσο τους ανοίγει η όρεξη- αλλά η επεκτατική της πολιτική. Το φαινόμενο των τουρκικών προκλήσεων δεν είναι τωρινό. Εδώ και χρόνια η Τουρκία προετοιμάζει την επιθετική της πολιτική σε βάρος της Ελλάδας χωρίς μπλόφες, με ενορχηστρωμένο σχέδιο και περιμένει να δώσουμε εμείς την αφορμή για να πραγματοποιήσει τα φιλόδοξα όνειρά της.
Παρακολουθούμε εδώ και αρκετούς μήνες τις τουρκικές προκλήσεις, προβάλλοντας ως ασπίδα προστασίας την Ευρωπαϊκή Ένωση, αφού είμαστε ενεργό μέλος αυτής. Δυστυχώς η επικύρωση σχεδίου σε βάρος της Τουρκίας μάλλον ποτέ δεν πρόκειται να έλθει και να γιατί.
Οι γερμανο-τουρκικές σχέσεις όχι μόνο δεν διακόπηκαν ποτέ τα τελευταία 140 χρόνια, αλλά αντίθετα διατηρούνται σε πάρα πολύ υψηλό βαθμό. Οι Γερμανικές επενδύσεις, τα εξοπλιστικά αλλά και οι εν γένει εμπορικές συναλλαγές μετατρέπουν τη Γερμανία σε μακροχρόνιο στρατηγικό «συνοδοιπόρο» της Τουρκίας. Και δεν πρόκειται να διαφοροποιηθεί σημαντικά η πολιτική της στο μέλλον.
Η Γερμανία «φιλοξενεί» στο έδαφός της περισσότερα από τέσσερα εκατομμύρια Τούρκους μετανάστες. Τόσο η Γερμανία, όσο και οι υπόλοιπες χώρες της Δύσης εξακολουθούν να καλοπιάνουν την Τουρκία, επειδή πιστεύουν ότι τους είναι απαραίτητη σύμμαχος. Δεν έχουν αντιληφθεί ακόμη ότι οι Τούρκοι ξέρουν καλά και να εκβιάζουν και προ παντός να παζαρεύουν.
Σοβαρό επίσης είναι το πρόβλημα με τους ποικίλους μετανάστες τους οποίους μεθοδικά και προκλητικά προωθεί η Τουρκία στην Ελλάδα (και κατ’ επέκταση στην Ευρώπη) από θάλασσα και στεριά, αφού και η στάση της Ευρωπαϊκής Ένωσης στο θέμα αυτό χαρακτηρίζεται από έλλειψη βούλησης και αναποφασιστικότητα.
Τα συμφέροντα μεταξύ Γερμανίας και Τουρκίας ήταν και παραμένουν μεγάλα. Αυτά είναι που δυστυχώς καθορίζουν τις διεθνείς σχέσεις μεταξύ των κρατών. Η αμοιβαία εμπιστοσύνη, η αλληλεγγύη, η αξιοπρέπεια, το φιλότιμο, η ανθρωπιά, οι στενοί δεσμοί καλής γειτονίας και τόσα άλλα πάνε περίπατο. Αρκεί αυτοί που μας κυβερνούν να τα αντιλαμβάνονται όλα αυτά γρήγορα και να γνωρίζουν πώς να τα υπερασπίζονται.
Από τα Αρχεία των υπουργείων Εξωτερικών της Αυστρίας και της Γερμανίας που μελέτησε ο Κ. Φωτιάδης (ομότ. καθηγητής του Παν/μίου Δυτ. Μακεδονίας με τίτλο «Οι ανθελληνικοί διωγμοί στον Πόντο μέσα από τα αρχεία των υπουργείων Εξωτερικών της Αυστρίας και της Γερμανίας»), καταγράφεται η ιμπεριαλιστική πολιτική της και η προπαγάνδα σε βάρος των Χριστιανών. Στις 24 Απριλίου 2015 ο πρόεδρος της Γερμανίας Ιωακείμ Γκάουκ παραδέχτηκε δημοσίως την ηθική συμμετοχή της χώρας του στο έγκλημα της γενοκτονίας των Αρμενίων, Ελλήνων και Ασσυρίων. Επί πλέον η Γερμανία από την εποχή των Βαλκανικών πολέμων είχε προαναγγείλει τον αφανισμό του Ελληνισμού της Μ. Ασίας σε περίπτωση που τα νησιά του Αιγαίου παραχωρούνταν στην Ελλάδα, παρά το γεγονός ότι ο τότε βασιλιάς της Ελλάδας Κωνσταντίνος Α΄ ήταν γαμπρός σε αδελφή του τελευταίου αυτοκράτορα (κάιζερ) της Γερμανίας Φρειδερίκου Γουλιέλμου (Βίκτωρ Αλβέρτος).
Πολλοί Γερμανοί αξιωματούχοι ανέλαβαν καίριες θέσεις στον τουρκικό στρατό και στο δημόσιο από το 1913 και μετά. Ο Liman von Santers, ως ανώτατος στρατιωτικός σύμβουλος υπήρξε φερέφωνο και ψυχρός εκτελεστής της γερμανικής εξωτερικής πολιτικής. Στις γερμανικές εφημερίδες δημοσιεύονταν ανθελληνικά άρθρα, γίνονταν στρατευμένες εκδόσεις, κυκλοφορούσαν προκλητικές προκηρύξεις και διαδίδονταν ένα σωρό συκοφαντίες σε βάρος των Ελλήνων της Μ. Ασίας. Για τον ίδιο σκοπό πλήρωναν τουρκικές εφημερίδες και ως κοινή τακτική συνιστούσαν να ακολουθηθεί η συκοφάντηση των Ελλήνων ως απολύτως γαλλόφιλων και αγγλόφιλων και ότι η Τουρκία έπρεπε να ξαναπάρει τα νησιά του Αιγαίου. Το ίδιο δήλωσε τελευταία και ο ηγέτης της κεμαλικής αντιπολίτευσης Κιλιντσάρογλου, ο οποίος μάλιστα συμπεριέλαβε και την Κρήτη στις τουρκικές διεκδικήσεις!
Είναι ολοφάνερο ότι η Τουρκία στην εξωτερική πολιτική είναι ένας από τους καλούς παίκτες. Επιφυλάσσομαι βέβαια αν οι συγκυρίες την ευνοήσουν. Η πιθανή «απομόνωση» της Τουρκίας από την Ε.Ε. –κυρίως από την Γερμανία που «μοιράζει την τράπουλα»- αλλά και από τις Η.Π.Α., θα είναι πραγματική ταφόπλακα. Η Τουρκία δίχως το οικονομικό οξυγόνο της Δύσης θα «πεθάνει» από ασφυξία, ενώ από την άλλη μεριά θα πρέπει να δώσουμε κάποια ερμηνεία, για την «φιλία» που αναπτύσσεται με την Ρωσία. Κανένας δεν επιθυμεί να βλέπει τον εταίρο του να πατάει σε δυο βάρκες, όπως επιχειρεί η Τουρκία τα τελευταία χρόνια. Είναι τα γνωστά της «νάζια» και το θόλωμα των νερών, ενώ αυτό που φαίνεται στην πραγματικότητα, είναι ότι δεν πρόκειται να αποσχισθεί από τη Δύση. Εκτός και αν έλθουν τα πάνω κάτω. Στην τέχνη του εφικτού (πολιτική), δεν υπάρχουν στάνταρτ.
Σε αυτά τα πλαίσια η διπλωματική μάχη και η εξασφάλιση συμμαχιών, έχουν τη σημασία τους. Ακόμα δε μεγαλύτερη σημασία έχει η συνεργασία με την Γαλλία, η οποία τελευταία και αυτή αναδιπλώθηκε στις αιτιάσεις της Γερμανίας. Η υπογραφή της συμφωνίας με την Αίγυπτο και τα Ενωμένα Αραβικά Εμιράτα (Ε.Α.Ε.) ήταν αναγκαίες κινήσεις στην γεωπολιτική σκακιέρα. Κλείνοντας θα έλεγα ότι είναι καιρός να θυμηθούμε λίγο και την παροιμία που λέει: «Καλός είναι ο αγιασμός, αλλά καλού κακού συμμαζέψτε και καμία γάτα». Η γάτα εν προκειμένω είναι η «οχύρωση» της χώρας με εξοπλιστικά προγράμματα σε ξηρά, αέρα και θάλασσα, τα οποία εκτιμώ ότι θα γίνουν το συντομότερο δυνατόν, για την αντιμετώπιση της παρούσας απειλής. Και ο Θεός βοηθός μας!