Εισηγήτρια η Κατερίνα Παπακώστα στην πιο εμβληματική δικαστική μεταρρύθμιση που αναβαθμίζει και το Ειρηνοδικείο Καλαμπάκας
Στην Ολομέλεια της Βουλής εισήχθη προς συζήτηση το εμβληματικό νομοσχέδιο του Υπουργείου Δικαιοσύνης, σχετικά με την αναδιάρθρωση του δικαστικού χάρτη της χώρας, με εισηγήτρια την Βουλευτή Τρικάλων και Γραμματέα Προγράμματος ΝΔ, Κατερίνα Παπακώστα.
«Βρίσκομαι σήμερα ενώπιόν σας, όχι μόνον για να εισηγηθώ, αλλά πρωτίστως, για να υπερασπιστώ, μία μεταρρυθμιστική πρόκληση, που ανασυγκροτεί, επανασχεδιάζει και επαναπροσδιορίζει, όσα γνωρίζαμε μέχρι σήμερα στον χώρο της Ελληνικής Δικαιοσύνης. Κυρίως όμως υλοποιεί μία υπόσχεση προς όλες τις Ελληνίδες και τους Έλληνες πολίτες για ταχύτερη, αποτελεσματικότερη, αλλά και ποιοτικότερη απονομή της Δικαιοσύνης», τόνισε η Βουλευτής κατά την εισαγωγική της τοποθέτηση, κάνοντας λόγο για ένα νομοσχέδιο ιστορικής σημασίας, που στοχεύει στην ενδυνάμωση του Κράτους Δικαίου και την εδραίωση της εμπιστοσύνης στους δημοκρατικούς θεσμούς, μέσω της συγκρότησης ενός στέρεου πυλώνα για την θεμελίωση ενός πιο ορθολογικού, πιο δίκαιου, πιο διαφανούς και εν τέλει πιο αξιόπιστου δικαιϊκού συστήματος.
Με τίτλο «Ενοποίηση του πρώτου βαθμού δικαιοδοσίας, χωροταξική αναδιάρθρωση των δικαστηρίων της πολιτικής και ποινικής δικαιοσύνης και άλλες διατάξεις αρμοδιότητας του Υπουργείου Δικαιοσύνης», το νομοσχέδιο εισηγείται τη συγχώνευση των πρωτοβάθμιων δικαστηρίων της χώρας, προβλέποντας μάλιστα την αναβάθμιση πολλών Ειρηνοδικείων της χώρας σε Περιφερειακές έδρες Πρωτοδικείων, ώστε να εξυπηρετούν μεγαλύτερο εύρος υποθέσεων στις Περιφέρειες της χώρας, διευκολύνοντας έτσι τους πολίτες.
Μετά από σχετική εισήγηση της Βουλευτή στην ηγεσία του Υπουργείου, τον Δεκέμβριο του 2023 (δείτε εδώ το σχετικό Δελτίο Τύπου) και την σχετική διαβεβαίωση που δόθηκε εκ νέου από το Υπουργείο τον Φεβρουάριο του 2024 (δείτε εδώ το σχετικό Δελτίο Τύπου), το Ειρηνοδικείο Καλαμπάκας συμπεριλαμβάνεται στη λίστα των δικαστικών δομών που αναβαθμίζονται, διατηρώντας το σύνολο των δικαστικών υπαλλήλων, για να λειτουργήσει από τον Σεπτέμβριο του 2024 ως Περιφερειακό Πρωτοδικείο.
«Μετά από 114 ολόκληρα χρόνια, προχωράμε στην υλοποίηση της «μεγάλης ιδέας», λύνοντας μια μεγάλη ιστορική εκκρεμότητα και ταυτόχρονα ενισχύοντας δομικά και λειτουργικά το δικαστικό μας σύστημα, αυξάνοντας σημαντικά την ποιότητα και τις επιδόσεις του. Για πρώτη φορά, ο Δικαστικός Χάρτης της χώρας αναμορφώνεται ουσιαστικά, έχοντας πλέον ενοποιημένη, συγκεντρωμένη, αυξημένη ποιοτικά και ποσοτικά την πρωτοβάθμια δομή των δικαστών, με τρόπο που καθιστά πιο εύρυθμη, ταχύτερη και αποτελεσματική τη λειτουργία των δικαστηρίων της πρωτοβάθμιας, ποινικής και πολιτικής ελληνικής δικαιοσύνης. Στέλνουμε στην πρώτη γραμμή μάχης 1.000 περίπου πρώην ειρηνοδίκες, οι οποίοι με την κατάλληλη επιμόρφωση θα μπορούν πλέον να ανταποκρίνονται στα καθήκοντα των πρωτοδικών, δικάζοντας ταυτόχρονα ποινικές και πολιτικές υποθέσεις».
Κλείνοντας την εισήγησή της, η Γραμματέας Προγράμματος ΝΔ, προσκάλεσε τους συναδέλφους της να υπερψηφίσουν το νομοσχέδιο, χωρίς εκπτώσεις στην αποφασιστικότητα και το καθήκον τους, αλλά και ως μία επιβεβαίωση της δέσμευσής τους στις αρχές, πάνω στις οποίες στηρίζεται η Δημοκρατία.
Δείτε ολόκληρη την εισήγηση στην Ολομέλεια εδώ: https://youtu.be/0Vo7SQHnOts
Διαβάστε παρακάτω όλο το κείμενο της ομιλίας:
Αξιότιμε κύριε Πρόεδρε
Αξιότιμε κύριε Υπουργέ και Υφυπουργέ
Κυρίες και Κύριοι Συνάδελφοι
Αποτελεί ιδιαίτερη τιμή, αλλά και τεράστια ευθύνη, να εισηγούμαι σήμερα μία από τις εμβληματικότερες νομοθετικές μεταρρυθμίσεις, μία από τις επιδραστικότερες τομές, που έχει καταθέσει το Υπουργείου Δικαιοσύνης και έχει να επιδείξει η παρούσα κυβέρνηση και η οποία έχει ως πυρήνα τον εξορθολογισμό στη βάση του, του δικαϊκού συστήματος της χώρας και την διαμόρφωση μίας σύγχρονης Ελλάδας.
Βρίσκομαι σήμερα ενώπιον σας λοιπόν, όπως δήλωσα και στην αρμόδια Επιτροπή στην Επί της Αρχής συζήτηση, όχι μόνον για να εισηγηθώ, αλλά πρωτίστως, για να υπερασπιστώ, μία μεταρρυθμιστική πρόκληση, που ανασυγκροτεί, επανασχεδιάζει και επαναπροσδιορίζει, όσα γνωρίζαμε μέχρι σήμερα στον χώρο της Ελληνικής Δικαιοσύνης.
Κυρίως όμως υλοποιεί μία υπόσχεση….
Μία υπόσχεση προς όλες τις Ελληνίδες και τους Έλληνες πολίτες για ταχύτερη, αποτελεσματικότερη, αλλά και ποιοτικότερη απονομή της Δικαιοσύνης, καθώς κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, όλοι γνωρίζουν καλά πια σε αυτή την χώρα, πως κεντρικός άξονας της πολιτικής μας δεν είναι άλλος από την βελτίωση της καθημερινότητας των πολιτών, υπερβαίνοντας παθογένειες και καταπολεμώντας στρεβλώσεις, που έρχονται από το παρελθόν, ώστε με τολμηρές μεταρρυθμίσεις η χώρα μας, να προσεγγίσει σταδιακά τα δεδομένα των προηγμένων κρατών της Ευρώπης και του σύγχρονου κόσμου.
Το παρόν Σχέδιο Νόμου του Υπουργείου Δικαιοσύνης με τίτλο «Ενοποίηση του πρώτου βαθμού δικαιοδοσίας, χωροταξική αναδιάρθρωση των δικαστηρίων της πολιτικής και ποινικής δικαιοσύνης και άλλες διατάξεις» αποτελεί ένα ιστορικό ορόσημο στην πορεία της πατρίδας μας στο μέλλον, καθώς στοχεύει στην ενδυνάμωση του Κράτους Δικαίου και την εδραίωση της εμπιστοσύνης στους δημοκρατικούς θεσμούς, μέσω της συγκρότησης ενός στέρεου πυλώνα για την θεμελίωση ενός πιο ορθολογικού, πιο δίκαιου, πιο διαφανούς και εν τέλει πιο αξιόπιστου δικαιϊκού συστήματος.
Η αλήθεια βεβαίως είναι, ότι έπρεπε να περάσουν πάνω από δύο αιώνες, μέχρι να επιχειρήσουμε σήμερα, να αφήσουμε πίσω μας οριστικά τα Ναπολεόντιας έμπνευσης Ειρηνοδικεία, και 114 χρόνια από την πρώτη μεταρρυθμιστική προσπάθεια, που επιχειρήθηκε απ΄τον Ελευθέριο Βενιζέλο.
Έκτοτε, υπήρξαν πολλές κυβερνήσεις είναι η αλήθεια, οι οποίες προσπάθησαν να προβούν σε μία ορθολογική ανακατανομή των δικαστικών υποδομών και του αντίστοιχου ανθρώπινου δυναμικού, όπως ο Παναγής Τσαλδάρης το 1934, ο Κωνσταντίνος Καραμανλής το 1980, ο Ανδρέας Παπανδρέου το 1988 και ο Κώστας Σημίτης το 1999, χωρίς όμως καμία από τις προσπάθειες αυτές, να ευοδωθεί, ούτε ακόμη δυστυχώς και μετά την συνταγματική αναθεώρηση του 2001 και την ερμηνευτική δήλωση του άρθρου 88 που ήρε, ουσιαστικά, οποιονδήποτε συνταγματικό περιορισμό εμπόδιζε την συγχώνευση των πρωτοβάθμιων δικαστικών σχηματισμών….
Σήμερα λοιπόν, μετά από 114 ολόκληρα χρόνια, προχωράμε, με το παρόν νομοσχέδιο, στην υλοποίηση της «μεγάλης ιδέας».
Αυτής που επί έναν αιώνα και πλέον, δεν κατάφερε καμία κυβέρνηση να θεμελιώσει, αλλάζοντας σελίδα στην ιστορία της δικαιοσύνης.
Ο χρόνος κυρίες και κύριοι συνάδελφοι…ο χρόνος λειτουργεί αντίστροφα για τον εκσυγχρονισμό της δικαιοσύνης, αλλά και της χώρας δεκαετίες τώρα…
Αποτελεί κοινή παραδοχή πια, πως η θεμελιώδης αξία, το ύψιστο αγαθό της δικαιοσύνης πρέπει να επανακαθοριστεί σε υγιείς βάσεις, για να αντανακλά τις ανάγκες μιας σύγχρονης κοινωνίας, που επιζητά διακαώς, να εξελίσσεται και να προοδεύει .
Δεν υπάρχουν πια άλλα περιθώρια για ολιγωρίες και για δικαιολογίες…
Όχι, όταν σύμφωνα με τα στοιχεία της ετήσιας έκθεσης DOING BUSINESS της Παγκόσμιας Τράπεζας η χώρα μας κατατάσσεται στην εκατοστή τεσσαρακοστή έκτη(146) θέση διεθνώς στην ταχύτητα απονομής δικαιοσύνης.
Όχι, όταν απαιτούνται περίπου 1.500 ημέρες, για να εκδοθεί τελεσίδικη απόφαση, όταν σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή για την Αποτελεσματικότητα της Δικαιοσύνης (Εuropean Commision for the Efficiency of Justice, CEPEJ), από την κατάθεση δικογράφου στον πρώτο βαθμό, έως και την έκδοση τελεσίδικης απόφασης απαιτούνται, σε ευρωπαϊκό επίπεδο, λιγότερες από πεντακόσιες(500) ημέρες.
Όχι, όταν επίσης σύμφωνα με στοιχεία της Παγκόσμιας Τράπεζας, ο μέσος όρος του χρόνου έκδοσης απόφασης ειρηνοδικείου στην Ελλάδα είναι 354 ημέρες, με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο να κινείται στις διακόσιες τριάντα επτά (237), ενώ όσον αφορά τα πρωτοδικεία, ο μέσος όρος του χρόνου έκδοσης απόφασης είναι πεντακόσιες είκοσι πέντε (525) ημέρες, όταν ο ευρωπαϊκός μέσος όρος είναι στο ήμισυ .
Η πραγματικότητα είναι βεβαίως, πως η καθυστέρηση, που παρατηρείται στην περίπτωση της Ελλάδας, εντοπίζεται κυρίως στον πρώτο βαθμό δικαιοδοσίας.
Και από τα ως άνω αναφερόμενα δεδομένα, συνάγεται το συμπέρασμα, ότι οι ειρηνοδίκες στην Ελλάδα εκδίδουν αποφάσεις με πιο αργό ρυθμό σε σύγκριση με τους συναδέλφους τους πρωτοδίκες, αν και δικάζουν μόνο πολιτικές υποθέσεις, με οικονομικό αντικείμενο έως είκοσι χιλιάδες (20.000) ευρώ.
Επομένως, ο όγκος εργασίας τους και η φύση των υποθέσεων, που δικάζουν δεν δικαιολογούν σε καμία περίπτωση την αντίστοιχη καθυστέρηση στην έκδοση αποφάσεων.
Επιπλέον, το κόστος για τον κρατικό προϋπολογισμό κάθε απόφασης, που εκδίδει ένας ειρηνοδίκης ανέρχεται κατά μέσο όρο στα επτακόσια εξήντα(760) ευρώ, όταν το κόστος κάθε απόφασης, που εκδίδει ένας πρωτοδίκης ανέρχεται μόλις στα τριακόσια ογδόντα (380) ευρώ.
Εάν στα ανωτέρω δεδομένα ληφθεί υπόψη αγαπητοί συνάδελφοι, ότι σήμερα στα ειρηνοδικεία της χώρας υπηρετούν εννιακόσιοι δέκα έξι (916) ειρηνοδίκες, οι οποίοι παρότι αποτελούν σχεδόν το ήμισυ των δικαστών του πρώτου βαθμού, και συγκεκριμένα το 44% αυτών, δικάζουν μόνο το 20% της δικαστικής ύλης των αστικών υποθέσεων πρώτου βαθμού στο σύνολο της επικράτειας, ενώ το υπόλοιπο 80% της ύλης εκδικάζεται στα πρωτοδικεία, στα οποία σήμερα υπηρετούν περίπου χίλιοι εκατό (1.100) πρωτοδίκες και πρόεδροι πρωτοδικών, τότε όλοι αντιλαμβανόμαστε, ότι μάλλον κάτι δεν κάνουμε σωστά, όταν μάλιστα με την κατάργηση των πταισμάτων από το 2019 οι ειρηνοδίκες δεν δικάζουν ποινικές υποθέσεις, με συνέπεια το σύνολο της δικαστικής ύλης, να δικάζεται από τους ίδιους, ως άνω πρωτοδίκες, επιβαρύνοντάς τους, έτι περαιτέρω.
Τώρα αν στα ανωτέρω στοιχεία προστεθούν και τα κάτωθι, της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την Αποτελεσματικότητα της Δικαιοσύνης για το έτος 2022, σύμφωνα με τα οποία η Ελλάδα είναι από τις χώρες με το υψηλότερο πλήθος γενικά δικαστών σε σχέση με το συνολικό μέγεθος του πληθυσμού της, με εξαίρεση τους Εισαγγελείς και τους δικαστές που υπηρετούν στον πρώτο βαθμό, έχει μία από τις χειρότερες αναλογίες δικαστικών υπαλλήλων ανά δικαστή, έναν από τους μεγαλύτερους αριθμούς δικηγόρων και έναν από τους μεγαλύτερους αριθμούς δικαστηρίων, καθώς σήμερα αυτός ανέρχεται σε 154 ειρηνοδικεία, 63 πρωτοδικεία και 19 εφετεία, τότε προκύπτει επίσης το συμπέρασμα, με βάση τα δεδομένα των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ότι ο αριθμός των ελληνικών δικαστηρίων είναι δυσανάλογος, με ανισομερώς κατανεμημένη, βάσει του πληθυσμού της χώρας, ύλη.
Καθίσταται επομένως, επιτακτική η ανάγκη, σήμερα περισσότερο από ποτέ, για ορθολογικότερη αξιοποίηση του έμψυχου δυναμικού, που υπηρετεί την δικαιοσύνη, δικαστικών λειτουργών και δικαστικών υπαλλήλων, με αναλογική κατανομή ανθρώπινων πόρων, στο πλαίσιο της χωροταξικής, κατανομής των δικαστικών σχηματισμών….
Με το υπό συζήτηση Σχέδιο Νόμου λοιπόν, για πρώτη φορά, ο Δικαστικός Χάρτης της χώρας αναμορφώνεται ουσιαστικά, έχοντας πλέον ενοποιημένη, συγκεντρωμένη, αυξημένη ποιοτικά και ποσοτικά την πρωτοβάθμια δομή των δικαστών, με τρόπο που καθιστά πιο εύρυθμη, ταχύτερη και αποτελεσματική τη λειτουργία των δικαστηρίων της πρωτοβάθμιας, ποινικής και πολιτικής ελληνικής δικαιοσύνης.
Λαμβανομένων υπόψη, όλων των ανωτέρω, με το παρόν νομοσχέδιο που εισηγείται η Κυβέρνηση, ενοποιούνται οι πρωτοβάθμιοι δικαστές, με αναβάθμιση των ειρηνοδικών σε πρωτοδίκες, αφήνοντας πίσω μας την παρωχημένη, αντιπαραγωγική και αχρείαστη διάκρισή τους.
Στέλνουμε στην πρώτη γραμμή μάχης 1.000 περίπου πρώην ειρηνοδίκες, οι οποίοι με την κατάλληλη επιμόρφωση θα μπορούν πλέον να ανταποκρίνονται στα καθήκοντα των πρωτοδικών, δικάζοντας ταυτόχρονα ποινικές και πολιτικές υποθέσεις.
Έτσι με την ενοποίηση, διπλασιάζεται η «δεξαμενή» των δικαστών, καθώς θα υπάρχουν πλέον συνολικά 2.100 πρωτοδίκες, με καταλυτική επίδραση στην ταχύτητα έκδοσης των πρωτοβάθμιων αποφάσεων….
Η προτεινόμενη ενοποίηση αποτελεί αδιαμφισβήτητα μεταρρυθμιστική τομή, που λύνει μια μεγάλη ιστορική εκκρεμότητα και ταυτόχρονα ενισχύοντας δομικά και λειτουργικά το δικαστικό μας σύστημα, αυξάνει σημαντικά την ποιότητα και τις επιδόσεις του.
Η συνδυασμένη απόδοση πλέον όλων των πρωτοβάθμιων δικαστών (ειρηνοδικών και πρωτοδικών) εκτιμάται, ότι μετά την ενοποίηση μπορεί να αυξηθεί μέχρι και σε ποσοστό 17%, το ποσοστό εκκαθάρισης των νέων πρωτοδικείων (περαιωθείσες προς εισερχόμενες υποθέσεις) αναμένεται να αυξηθεί μέχρι και 24%, ενώ κεντρικός στόχος είναι η επιτάχυνση του χρόνου απονομής της Δικαιοσύνης, έως και 30%, έως το έτος 2027.
Σε ότι αφορά δε την αναδιάρθρωση και κατανομή των πρωτοβάθμιων δικαστηρίων, ως απόρροια της ενοποίησης, παύουν να υπάρχουν ειρηνοδικεία.
Ορίζονται πλέον 56 έδρες πρωτοδικείων και 7 παράλληλες έδρες. Καταργούνται 63 ειρηνοδικεία, που βρίσκονται στις έδρες των 63 πρωτοδικείων . Από τα εναπομείναντα 91 ειρηνοδικεία, τα 50 αναβαθμίζονται σε περιφερειακές έδρες πρωτοδικείου και τα υπόλοιπα 41 καταργούνται τελείως.
Αυτό οδηγεί συνολικά σε μια ορθολογική μείωση του αριθμού των πρωτοβάθμιων σχηματισμών από 217 σε 111.
Βασικός κανόνας της χωροταξικής κατανομής των δικαστηρίων είναι, ότι κάθε περιφερειακή ενότητα θα έχει κεντρική έδρα Πρωτοδικείου( Κεντρικό Πρωτοδικείο), στην οποία θα υπάγεται πλέον το σύνολο των πρωτοβάθμιων δικαστηρίων, με όρια αρμοδιότητας τα όρια της περιφερειακής ενότητας .
Προβλέπονται επίσης, παράλληλη και περιφερειακή έδρα Πρωτοδικείου σε περιοχές, όπου υφίστανται ανάγκες, προκειμένου να αντιμετωπιστούν ειδικά θέματα απόστασης, κτιριακών υποδομών κλπ, όπως και ιδιαιτέρως λόγοι εθνικής σημασίας, όπως στα σύνορα και τα νησιά μας.
Ο συγκεκριμένος τρόπος ενοποίησης του πρώτου βαθμού δικαιοδοσίας επιλέχθηκε, καθώς σύμφωνα με όλα τα συγκεντρωμένα δεδομένα της Παγκόσμιας Τράπεζας, της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την Αποτελεσματικότητα της Δικαιοσύνης, των σχετικών επιτροπών και ομάδων εργασίας, δεν επιτυγχάνεται η απαιτούμενη αποτελεσματικότητα σε δικαστήρια με λιγότερο από δεκαπέντε (15) υπηρετούντες δικαστές, τα οποία όμως στην Ελλάδα αποτελούν δυστυχώς την πλειοψηφία των δικαστικών σχηματισμών.
Όσον αφορά τώρα την εξέλιξη των πρωτοβάθμιων δικαστών και την διοίκηση των δικαστηρίων προβλέπεται η δημιουργία παράλληλης ειδικής επετηρίδας, όπου οι ειρηνοδίκες εξελίσσονται, έως τον βαθμό του Προέδρου Πρωτοδικών και συνταξιοδοτούνται ως εφέτες επί τιμή (ε.τ.), με τη γενική επετηρίδα, να παραμένει για όλους τους υπόλοιπους δικαστικούς λειτουργούς, ως έχει.
Από την ειδική επετηρίδα προβλέπεται, ωστόσο μετά από αίτηση του, η μετακίνηση δικαστή (πρώην ειρηνοδίκη) στο τέλος της γενικής επετηρίδας για ορισμένες θέσεις, μετά από θέσπιση συγκεκριμένων κριτηρίων, αξιολόγηση και απόφαση του Ανώτατου Δικαστικού Συμβουλίου.
Η ρύθμιση αυτή εναρμονίζεται πλήρως με το άρθρο 88 του Συντάγματος και την ερμηνευτική δήλωση για κρίση και αξιολόγηση, σύμφωνα με τον νόμο.
Τέλος σχετικά με τη διοίκηση των δικαστηρίων, οι προϊστάμενοι δικαστικών σχηματισμών απαλλάσσονται πλέον από την ενασχόληση και εκτέλεση πρόσθετων, μη δικαιοδοτικών καθηκόντων διαχειριστικής φύσεως ενισχύοντας έτσι την διαφάνεια, διαχείριση των οποίων ανατίθεται στο ΤΑΧΔΙΚ.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι,
Όταν το 2019, η Κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη ανέλαβε τη διακυβέρνηση της χώρας έθεσε ως πρώτιστο, ως κεντρικό στόχο της, την υλοποίηση ενός μεγαλόπνοου σε εύρος και βάθος σχεδίου μεταρρυθμίσεων, μεταξύ των οποίων ο εκσυγχρονισμός της χώρας και η βελτίωση και ενίσχυση του Κράτους Δικαίου .
Η ενδυνάμωση του Κράτους Δικαίου, όπως και η Δημοκρατία ωστόσο δεν είναι αφηρημένο σχήμα, ούτε πολιτική ρητορεία, αλλά η συστηματική και έμπρακτη προσπάθεια θεσμικών τομών, αλλαγών και παρεμβάσεων, που ανάμεσα σε άλλα, αναβαθμίζουν διαρκώς την ποιότητα και την ταχύτητα της Δικαιοσύνης.
Και ο Νέος Δικαστικός Χάρτης, που εισηγούμαστε σήμερα αυτό ακριβώς επιτυγχάνει, αποτελώντας αδιαπραγμάτευτα την ατμομηχανή των μεταρρυθμίσεων στον χώρο της Δικαιοσύνης, καθώς εκτιμάται, ότι θα δώσει ώθηση και θα κρίνει την αποδοτικότητα και των λοιπών μεταρρυθμιστικών παρεμβάσεων, που εξελίσσονται, όπως οι θεσμικές αλλαγές στους Κώδικες του Ποινικού, Αστικού και Διοικητικού Δικαίου, η ολοκλήρωση της Ψηφιακής Δικαιοσύνης, η ενίσχυση και ανανέωση των κτιριακών και υλικοτεχνικών υποδομών και η αύξηση του προσωπικού των δικαστικών υπαλλήλων, μεταρρυθμιστικές αλλαγές, οι οποίες είμαστε βέβαιοι, ότι θα συμβάλλουν συνολικά σε μια νέα εποχή για την Ελληνική Δικαιοσύνη.
Ας μην κάνουμε λοιπόν εκπτώσεις στην αποφασιστικότητά μας.
Ας μην κάνουμε εκπτώσεις στο καθήκον μας.
Το κόστος της αδράνειας είναι η συνεχής διάβρωση της εμπιστοσύνης στους θεσμούς μας.
Ας είναι αυτό το νομοσχέδιο ο προάγγελος μιας εποχής εξυγίανσης, σκοπιμότητας, αποτελεσματικότητας και κυρίως ισονομίας.
Ας το ψηφίσουμε και ας αποκαταστήσουμε μαζί την πίστη στο νομικό μας σύστημα και ας επιβεβαιώσουμε τη δέσμευσή μας στις αρχές πάνω στις οποίες στηρίζεται η Δημοκρατία μας.
Σας ευχαριστώ.