Δυσλεξία: Προσέγγιση και ψυχολογία του παιδιού – Γράφει η Φένια Φίλιου
Στο άκουσμα της λέξης «δυσλεξία», συνηθίζεται το μυαλό μας να τη συνδυάζει με κάτι αρνητικό, κάτι όχι και πολύ προσδιοριστικό, κάτι δύσκολο. Είναι μία σύνθετη λέξη, η οποία αποτελείται από το αρχαίο ελληνικό πρόθεμα «δυσ-», που σημαίνει δυσκολία και από τη «λέξη» η οποία αναφέρεται στον λόγο. Συνηθίζεται το πρόθεμα «δυσ- να έχει αρνητική «χροιά». Ωστόσο, όταν υπάρχει ένα πρόβλημα υπάρχει και η λύση αυτού. Για αυτόν ακριβώς τον λόγο θα πρέπει να προσεγγίσουμε σωστά και μεθοδικά τη δυσλεξία για να αντιμετωπιστεί.
Η δυσλεξία παρατηρείται σε όλους τους πολιτισμούς που έχουν γραπτή γλώσσα και εντάσσεται στις ειδικές μαθησιακές δυσκολίες. Κάτι το οποίο είναι παρεξηγημένο και πρέπει να διευκρινίζεται κάθε φορά που αναφερόμαστε σε δυσλεξικό άτομο, είναι το ότι η δυσκολία αυτή δεν έχει να κάνει με τη νοητική καθυστέρηση. Η νοημοσύνη των παιδιών που φέρουν τη δυσλεξία είναι ή κανονική ή και ανώτερη. Βέβαια όταν κάποιο παιδί φέρει κάποια άλλη μαθησιακή δυσκολία είτε κάποια ήπια μορφή αναπηρίας , δεν αποκλείεται τότε η δυσλεξία να εμπεριέχεται στις ήδη υπάρχουσες δυσκολίες ενός παιδιού.
ΣΩΣΤΗ ΔΙΑΓΝΩΣΗ- ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ
Για να διαγνωσθεί κάποιο παιδί με δυσλεξία θα πρέπει κατόπιν ειδικού παραπεμπτικού από το σχολείο που φοιτά και εφόσον υπάρχει η συγκατάθεση των γονέων, να απευθυνθούν στα κέντρα διάγνωσης. Όταν συμβεί αυτό θα εξετασθεί το παιδί από τους ειδικούς του κέντρου και έπειτα ανάλογα με τη μορφή δυσλεξίας θα γίνει και αντίστοιχη πρόταση στήριξης. Το πρόγραμμα αυτό αναφέρεται κυρίως στην εξατομικευμένη διδασκαλία και από το Τμήμα Ένταξης που θα υπάρχει μέσα στο σχολείο. Είναι πολύ σημαντική η βοήθεια που παρέχουν τα Τμήματα Ένταξης στους δυσλεξικούς μαθητές και υποστηρίζονται από δασκάλους ειδικής αγωγής.
Για να αποκατασταθούν όλες οι ικανότητες στους τομείς που εκδηλώνεται μειονεξία, βάσει του γνωσιακού προφίλ του μαθητή, θα πρέπει να υπάρξει οργανωμένη και αυστηρά δομημένη διδασκαλία. Κάτι το οποίο θα πρέπει να ληφθεί υπόψη, είναι τα κίνητρα που πρέπει να δοθούν στο παιδί για να ακολουθήσει τη δομημένη διδασκαλία. Λόγω εμπειρίας προσωπικής , οι μαθητές με δυσλεξία και ιδίως από τη Γ΄τάξη δημοτικού και έπειτα, νιώθουν έντονα ότι κάπου μειονεκτούν συγκριτικά με τους υπόλοιπους συμμαθητές τους. Όταν έρχεται η ώρα που θα πρέπει να παρακολουθήσουν εξατομικευμένο πρόγραμμα στο τμήμα ένταξης, αισθάνονται μία ντροπή . Αυτό συμβαίνει όμως, όταν δεν έχει γίνει καλή ψυχολογική προετοιμασία του μαθητή, είτε από την οικογένεια είτε από τον δάσκαλο της γενικής τάξης. Για αυτό θα πρέπει πριν ξεκινήσει η φοίτηση ενός παιδιού σε τμήμα ένταξης, ο εκάστοτε εκπαιδευτικός της γενικής τάξης, να συζητήσει ανοιχτά με τους συμμαθητές του παιδιού, για ποιον λόγο ο μαθητής θα απουσιάσει 1-2 ώρες και θα πάει στο τμήμα ένταξης να βοηθηθεί. Στην ουσία για να γίνει αυτό σωστά θα πρέπει και ο εκπαιδευτικός εάν νιώθει ότι δεν μπορεί να προετοιμάσει την τάξη του , οφείλει να ζητήσει τη βοήθεια ειδικών για να γίνει σωστή προσέγγιση. Έτσι ο μαθητής με δυσλεξία θα νιώθει άνετα με το να «φεύγει» για κάποιες ώρες από την τάξη του και δε θα αισθάνεται ότι πρέπει να απολογηθεί στους υπόλοιπους για ποιο λόγο συμβαίνει αυτό. Εάν μάλιστα υπάρξει και επιβράβευση από τους συμμαθητές του και από τον εκπαιδευτικό της τάξης για την προσπάθειά του, το μόνο βέβαιο είναι πως το παιδί θα έχει και κίνητρα, (εφόσον αναγνωρίζεται η προσπάθειά του), αλλά και μια καλή ψυχολογία για να μπορεί να ανταπεξέλθει στη δομημένη διδασκαλία. Η ματαίωση, η αποθάρρυνση και η μη αποδοχή, οδηγεί σε πολύ αρνητικά αποτελέσματα που μπλοκάρουν και θα μπλοκάρουν στην πορεία τον μαθητή.
ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥ ΓΕΝΙΚΗΣ ΤΑΞΗΣ ΚΑΙ ΕΙΔΙΚΟΥ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥ
Εξίσου σημαντικό ρόλο για ένα θετικό αποτέλεσμα σε ένα παιδί με δυσλεξία, είναι ο εκπαιδευτικός της τάξης του, όταν προβλέπεται να βάλει το καθιερωμένο τεστ επίδοσης ή επανάληψης, να συνεννοείται με τον εκπαιδευτικό του τμήματος ένταξης, ώστε να προσαρμόζεται περισσότερο στις δικές του ανάγκες το τεστ που θα γράψει μέσα στην τάξη. Άλλωστε έχει αποδειχθεί και από προσωπική εμπειρία, πως όταν οι εκπαιδευτικοί ζητάνε τη συνεργασία μας αυτή, το αποτέλεσμα είναι πολύ θετικό και ενθαρρυντικό. Ακόμα και την ώρα της ορθογραφίας ή της ανάγνωσης θα πρέπει να υπάρχει και μέσα στην τάξη, διαφοροποιημένη ύλη είτε με λιγότερη (ποσοτικά) ανάγνωση είτε με πιο ειδικές λέξεις προτάσεις ορθογραφίας, που να μη ξεφεύγουν εντελώς από την ύλη και το θέμα της τάξης.
Γράφει η Φένια Φίλιου – Δασκάλα Ειδικής Αγωγής