Χριστόδουλος Χατζηπέτρος: ο πανταχού παρών βλάχος αγωνιστής – Του φιλολόγου Σπυρίδωνος Βλιώρα
Εισαγωγή
«Στις κυριότερες περιοχές της Ελλάδας και προπάντων στα βουνά της Θεσσαλίας, συναντάει κανείς πλήθος ολόκληρο από παλιούς εμπόρους, που τραγανίζουν θλιβερά στα ελληνικά χωριά, μακριά από τα βλέμματα των μπέηδων, μια λαμπρή περιουσία, που την απέκτησαν στη Ρωσία και τη Γερμανία».1
Louis-Auguste Félix de Beaujour.
Η παρατήρηση αυτή του (γενικού προξένου στην τουρκοκρατούμενη Θεσσαλονίκη: 1787–1797) Λουί Ωγκύστ Φελίξ ντε Μπωζούρ (1765–1836) βρίσκει εφαρμογή —όπως θα δούμε στη συνέχεια2— στην οικογένεια Χατζηπέτρου από το χωριό Βετερνίκο.3 «Πριν το 1825, το Βετερνίκο αριθμούσε περισσότερα από 500 σπίτια και ήταν το κατεξοχήν κέντρο του τόπου.»4
(Πέτρος ή Στάθης) γερο–Χατζηπέτρος
«Τοῦ Χριστοδούλου Χατζῆ Πέτρου ἡ οἰκογένεια ἦτο, φαίνεται, πρὸ πολλῶν ἐτῶν μία τῶν διαπρεπουσῶν ἐν τῇ κωμοπόλει Βιτερνίκου τοῦ Ἀσπροποτάμου.»5
Ο παππούς τού Χριστόδουλου γερο–Χατζηπέτρος, κοτζάμπασης της περιοχής,6 βρισκόταν σε σύμπνοια με τον Νικόλα (;) γερο–Στορνάρη,7 αρματολό της περιοχής Ασπροποτάμου. Μέχρι τα 1800 περίπου που πέθανε ο γερο–Στορνάρης η συνεννόηση μεταξύ προεστού και αρματολού της περιοχής ήταν άψογη και ακολουθούσαν κοινή πολιτική («πολιτεύονταν») προς τους Τούρκους.8
Υπάρχει περίπτωση ο γερο–Χατζηπέτρος να λεγόταν Πέτρος και —όπως και ο Αθανάσιος Βλαχάβας, πατέρας του παπα–Θύμιου— να είχε επισκεφθεί τους αγίους τόπους. Από αυτό το γεγονός πρέπει να προέκυψε και το προσωνύμιο χατζής.9 Θυμίζουμε πως Πέτρος λεγόταν κι ένα από τα παιδιά του Γούσιου, αυτός που διετέλεσε δήμαρχος Υπάτης, όπως θα δούμε παρακάτω.
Υπάρχει επίσης περίπτωση ο γερο–Χατζηπέτρος να λεγόταν Στάθης (Ευστάθιος), όπως και ο πρωτότοκος γιος του Γούσιου,10 και ο χατζής Πέτρος να ήταν κάποιος από τους ανιόντες συγγενείς τους.
Όπως και να λεγόταν, φαίνεται ότι πέθανε σε πολύ μεγάλη ηλικία, 118 ετών (!;),11 όπως και ο Γούσιος σε ηλικία 104 (!;).
Πηγές
«Φονευθεὶς ὁ Λάπας, κατὰ τοὺς κανόνας τῶν ἀρματολῶν τὸ καπιτανάτο ἀνῆκε εἰς τὸν γερο–Στρογγύλην ὡς στενότερο συγγενῆ τούτου, καὶ ὅλοι οἱ ὀπαδοί του τὸ ἔδιδαν μὲ εὐχαρίστησιν· ὁ Στρογγύλης ὅμως ἀπηυδισμένος ἀπὸ τὰ ἆθλα, καθιέρωσεν τὸ καπιτανάτο τοῦτο εἰς τὸν συγγενῆ του γερο–Στορνάρην, ὅστις, σύμφωνος μὲ τὰς διαθέσεις τοῦ τότε ἐπισήμου προεστῶτος τῆς ἐπαρχίας Ἀσπροποτάμου, ἔχοντος ἐπίῤῥροιαν εἰς τοὺς ὀθωμανούς, λαβὼν τὸν μουρασελὲν καὶ ὑπανδρευθείς, εἰς ὅλας τὰς περιστάσεις ὁδηγούμενος ἀπὸ τὸν Χατζηπέτρο καὶ ἀποφεύγων νὰ δίδῃ ἀφορμὰς δυσαρεσκείας, νὰ σύρῃ τὴν ὀργὴν τῶν Ὀθωμανῶν, ταπεινὸς εἰς τὸν χαρακτῆρα, διαρκέσας καὶ μετὰ τὸν διορισμὸν τοῦ Ἀλῆ πασᾶ ὡς τοιοῦτος ἀρκετοὺς χρόνους. Ἀποθανὼν κατὰ τὸ 1800, ἄφησεν τρεῖς υἱοὺς καὶ ἓν πλῆθος ἐγγόνους, ἐκ τῶν ὁποίων, ἀπὸ μὲν τοὺς υἱούς του ἐδιακρίθη ὁ καπιτανεύσας Εὐθύμιος.»12
«Συνακμάζων ὁ γερο–Στορνάρης με τὸν Χατζηπέτρον, ὡς ἐκ συμφωνίας νὰ συζήσουν εἰρηνικῶς καὶ εἰς τὸν ἄλλον κόσμον, ἀποθανὼν οὗτος καὶ μετ’ ὀλίγον καὶ ὁ Χατζηπέτρος, τὰ τέκνα αὐτῶν ἢ ἐκ τῆς ἀντιζηλίας ἢ ἐκ τῆς ἀνατροφῆς μὴ δυνάμενοι νὰ ἐξακολουθήσουν νὰ φυλάττουν τὴν ἰδίαν σύμπνοιαν, ἐξώκειλον πολλάκις ἀπὸ τὸν ἀληθῆ δρόμον τῆς πολιτικῆς (τοῦ νὰ πολιτεύωνται τοὺς Τούρκους).»13
Γούσιος (Γεώργιος) Χατζηπέτρος
Όταν όμως πέθαναν οι γερο–Χατζηπέτρος και γερο–Στορνάρης κι ανέλαβαν τα ηνία τα παιδιά τους Γούσιος (κοτζάμπασης) και Ευθύμιος (αρματολός) αντίστοιχα, άρχισε σε αρκετές περιπτώσεις να υπάρχει δυσαρμονία στις μεταξύ τους σχέσεις και στην πολιτική τους προς τους οθωμανούς.14
Ο Γούσιος Χατζηπέτρος, «γέρων σεβάσμιος», ήταν επί πολλά έτη προεστώς στο Βετερνίκο και τη γύρω περιοχή αλλά χρημάτισε επίσης «πολλάκις προεστὼς Τρικάλων».15
Περιουσία
Γενικά οι Χατζηπετραίοι είχαν μεγάλη κινητή και ακίνητη περιουσία. Ακόμα και τα κτήματα ολόκληρων χωριών τούς ανήκαν, όπως στο Βαθύρρευμα16 και το Βαρδάρι17 νοτιοδυτικά του Βετερνίκου. Κατείχαν επίσης δύο πολυτελείς κατοικίες, μία στο Βετερνίκο και μία στην Πόρτα.
Πηγές
«Διότι ἐκέκτητο πολλὰ ἴδια κτήματα, χωρία ὁλόκληρα, λεγόμενα τότε τσιφλίκια, καὶ πληθὺν μεγάλην ποιμνίων καὶ ἄλλων κερασφόρων τε καὶ φορτηγῶν ζώων. Κτῆμα αὐτοῦ ἦτο τὸ Βαθύῤῥευμα, παρέχον τότε ἐτήσιον εἰσόδημα δεκατριῶν χιλιάδων γροσίων· κτήματα αὐτοῦ ἦσαν καὶ τὸ Βαρδάρι καὶ ἡ Μίστιτζα· μετεῖχε δὲ καὶ τοῦ Καρνεσίου καὶ τῆς Βαλτιᾶς· ἰδιόκτητον κτῆμα εἶχε καὶ τὸ Λογκίτσι ἐν τῇ πεδιάδι τῶν Τρικάλων· εἶχε δὲ πρὸς τούτοις δύο μεγαλοπρεπεῖς οἰκίας, μίαν ἐν Βιτερνίκῳ καὶ ἑτέραν ἐν Πόρταις. Εἶχε πρὸς τούτοις τρεῖς ὑδρομύλους, ἓν μαντάνι, δύο ντριστέλας, ὀγδοήκοντα στρέμματα ἀμπέλων, καὶ δύο μανδριὰ πρὸς παραχείμασιν ποιμνίων· καὶ ὅτε ἐξεῤῥάγη ὁ ἀγὼν διηρπάγησαν αὐτῷ τέσσαρες χιλιάδες αἰγοπροβάτων καὶ ἑκατὸν ἑβδομήκοντα ἀλογομούλαρα, ἅπαντα ἰδιόκτητα.»18
«Τὰ χωριὰ ὅλα αὐτὰ ἐσώζοντο·19 τὰ ὁσπίτια τῶν Χατζηπετραίων προεστῶν ἐστόλιζαν τὴν κωμόπολιν διὰ τὴν ὡραίαν κατασκευήν των καὶ εὐρυχωρότητα. Ὁ κύριος Γούσιος Χατζηπέτρος, πατὴρ τοῦ Χριστοδούλου, γέρων σεβάσμιος, χρηματίσας πολλάκις προεστὼς Τρικάλων, ἀναθρεμμένος καὶ ἀπὸ τοιοῦτον πατέρα, καὶ ἀνώτερον ἴσως εἰς τὰς γνώσεις, ὁ Χριστόδουλος ἐφαίνετο ἕνας τῶν εἰδημονεστέρων ἐκεῖ, καὶ ὁπωσοῦν στολισμένος μὲ τὰ γράμματά του καὶ λοιπὰ χαρίσματα τοῦ πολιτισμένου ἀνδρός.»20
1794.05.10: Γέννηση Χριστόδουλου Χατζηπέτρου, εκπαίδευση
Ο Γεώργιος (Γούσιος) Χατζηπέτρος παντρεύτηκε κάποια Ξανθή, από την οποία απέκτησε πολλά παιδιά: Τον πρωτότοκο Σταθάκη, τον οποίο «εἶχε παρ’ αὐτῷ πρὸς ἐπιτήρησιν τῶν ἰδίων πολλῶν κτημάτων καὶ ποιμνίων».21 Τον Ιωάννη, τον οποίο «ἔπεμψεν εἰς Σέῤῥας τῆς Μακεδονίας χάριν ἐμπορίου»·22 αργότερα έγινε γερουσιαστής και πέθανε σε ηλικία 97 ετών σε ναυτικό ατύχημα. Τον Πέτρο, που διατέλεσε δήμαρχος Υπάτης. Επίσης στα 1858 ζούσε και μια αδερφή του Χατζηπέτρου, η Διματίνα23 (γυναίκα κάποιου Δήμου / Δηματίνα;).
Και τέλος τον βενιαμίν τους, τον Χριστόδουλο,24 που γεννήθηκε στις 10 Μαΐου 1794.25 Αφού έμαθε τα πρώτα του γράμματα στον Ασπροπόταμο, τον «ἔπεμψεν εἰς Σέῤῥας τῆς Μακεδονίας (…) χάριν πλειοτέρας μαθήσεως. Καί τοι δὲ βραχύν τινα χρόνον, μόλις ἓν ἔτος, δαπανήσας πρὸς τοῦτο ἐν Σέῤῥαις ὁ Χριστόδουλος, ἐκ τῶν διδασκομένων ὅμως κατὰ τὴν ἐποχὴν ἐκείνην γραμμάτων ἐδιδάχθη, φαίνεται, ἱκανά· αὐτόγραφόν τι τοῦ στρατηγοῦ ἐμφαίνει οὐ μόνον εὐχέρειαν περὶ τὸ γράφειν εὐαναγνώστως, ἀλλὰ καὶ σαφήνειαν.»26
Ο Ηρακλής του Φαρνέζε, ρωμαϊκό αντίγραφο του αυθεντικού αγάλματος του αρχαίου Έλληνα γλύπτη Λύσιππου. Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο της Νάπολης.
«Όταν θαυμάζαμε, με τους συναδέλφους μου στην Αθήνα, τον εντυπωσιακό27 υπασπιστή του βασιλιά Όθωνα,28 την υπέροχη στολή του παλικαριού, τους φαρδείς του ώμους, το κυρτό στήθος του και τη δυνατή κορμοστασιά του, που θύμιζε Ηρακλή του Φαρνέζε,29 (…) ένας ρωμαλέος ορεσίβιος Βλάχος, από τις ποιμενικές φυλές της Πίνδου. Αυτό εξηγεί ταυτόχρονα και την φυσική του όψη και το γεγονός ότι τον εξέλεξαν να διοικήσει τις στρατιωτικές μονάδες που έπρεπε να βρουν το κύριο στήριγμά τους σ’ αυτή την ορεινή περιοχή.»30
Πηγές
«Τοιοῦτος μὲν ὢν ὁ Γεώργιος Χατζῆ Πέτρου, συνεζεύχθη τὴν Ξανθήν, ἧς τὴν οἰκογένειαν ἀγνοοῦμεν· ἐκ τοῦ γάμου δὲ τούτου ἔσχε πολλὰ τέκνα, τὸν Ἰωάννην, γνωστὸν παρ’ ἡμῖν Γερουσιαστήν, γενόμενον πρό τινων ἐτῶν ὁλοκαύτωμα τοῦ ἐν τῷ ἀτμοπλοίῳ “Εὐνομία” γνωστοῦ δυστυχήματος, ἐν ἡλικίᾳ ἐννενήκοντα ἑπτὰ ἐτῶν, καὶ τὸν νεώτατον πάντων Χριστόδουλον, γεννηθέντα ἐν τῇ κωμοπόλει Βιτερνίκου τὴν 10ην Μαΐου 1794, καὶ ἕτερον Πέτρον, Δήμαρχον Ὑπάτης ἐπὶ πολλὰ ἔτη χρηματίσαντα.»31
«Ἅπαντας τοὺς υἱοὺς αὐτοῦ ἐξεπαίδευσε, φαίνεται, ὁ Γεώργιος καὶ δι’ ὅσων ἐδύνατο τότε γραμμάτων· καὶ τὸν μὲν πρεσβύτερον, Σταθάκην, εἶχε παρ’ αὐτῷ πρὸς ἐπιτήρησιν τῶν ἰδίων πολλῶν κτημάτων καὶ ποιμνίων, τὸν δὲ Ἰωάννην ἔπεμψεν εἰς Σέῤῥας τῆς Μακεδονίας χάριν ἐμπορίου· ἐκεῖ δ’ ἔπεμψε καὶ τὸν Χριστόδουλον χάριν πλειοτέρας μαθήσεως. Καί τοι δὲ βραχύν τινα χρόνον, μόλις ἓν ἔτος, δαπανήσας πρὸς τοῦτο ἐν Σέῤῥαις ὁ Χριστόδουλος, ἐκ τῶν διδασκομένων ὅμως κατὰ τὴν ἐποχὴν ἐκείνην γραμμάτων ἐδιδάχθη, φαίνεται, ἱκανά· αὐτόγραφόν τι τοῦ στρατηγοῦ ἐμφαίνει οὐ μόνον εὐχέρειαν περὶ τὸ γράφειν εὐαναγνώστως, ἀλλὰ καὶ σαφήνειαν· διέκοψε δὲ τότε τὰς σπουδάς του διὰ τὴν ἑξῆς αἰτίαν.»32
1799–1800: Παραμέριση Χατζηπετραίων από Αλή
«Γύρω στα 1799 / 1800, όταν ο Νικολός Στορνάρης ήταν 24 ή 25 ετών, οι προεστοί του Ασπροποτάμου και κυρίως ο Γούσιος Χατζηπέτρος έχασαν την εύνοια του Αλή, εξαιτίας κάποιων καταχρήσεων που έκαναν. Άρχισαν λοιπόν οι Στορναραίοι να αναλαμβάνουν κάποια από τα φοροεισπρακτικά καθήκοντα των προεστών, αλλά και να κάνουν αυτοί πλέον εμπόριο με τον Αλή πασά: υφάσματα, ζώα, ξυλεία για οικοδομική ύλη κ.λπ. Η παραμέριση αυτή των Χατζηπετραίων συνεχίστηκε και στα επόμενα χρόνια, όπως θα δούμε, όταν ανέλαβε το αρματολίκι ο Νικολός.»33
Ο Στορνάρης είχε επικρατήσει στη διαμάχη του με τους προεστούς, αλλά δεν κράτησε εκδικητική στάση. «Βλέπων ὅμως τὴν δυστυχίαν τῶν Χατζηπετραίων, συνήργησα νὰ δίδεται ἕνα χρονικὸν εἰσόδημα εἰς τὸ σπίτι αὐτὸ διὰ πατρικὰς εὐγνωμοσύνας. Ὁ Ἀλῆ πασᾶς προσδιώρισεν ἕνα ἐτήσιον εἰσόδημα ἀπὸ τὸ ἀρματολίκι διὰ τὸν κύριον Γούσιον προσωπικῶς, καὶ ὄχι διὰ τοὺς ἀδελφούς του.»34
Πηγές
«Ἤμουν εἰς ἡλικίαν πλέον·35 αἰσθανόμην ὅλα τὰ κακά. Ὁ κύριος Γούσιος καὶ αὐτάδελφοί του, διὰ μερικὰς καταχρήσεις ὁποῦ ἔκαμαν, καὶ διότι δὲν ἐνέδωσαν εἰς μερικὰς θελήσεις του, δὲν τοὺς ἐμπιστεύετο ὁ Ἀλῆ πασᾶς, καὶ τοὺς ἄφησεν χωρὶς δουλειάν, καὶ ἔφθασαν εἰς ἄκραν δυστυχίαν. Δὲν τοὺς εἶχεν πλέον βοηθούς, παρὰ μὲ λόγους.»36
«Ἔμειναν οἱ προεστοὶ ὅλοι νεκροὶ πλέον, χωρίς χουλιάρα.37 Τὴν χουλιάρα τὴν ἔλαβα ἐγώ, καὶ ἐπειδὴ ἦτον γλυκὸς ὁ τσορβᾶς,38 ἄρχισα καὶ τὴν βαστοῦσα καλά, καὶ ὅποτε ἤθελα, τοὺς ἔδιδα ἀπὸ ὀλίγον νὰ ῥοφήσουν καὶ αὐτοί.»39
1812: Επίσκεψη σε Μέγα Ναπολέοντα
Ενώ ο δεκαοχτάχρονος Χριστόδουλος σπούδαζε στις Σέρρες και βοηθούσε τον δευτερότοκο αδερφό του Ιωάννη40 στο εμπόριο βαμβακερών υφασμάτων με την Αυστρία, μετέβη στην Βιέννη «χάριν ἐμπορίου» και με όλη την τόλμη της νεότητός του παρουσιάστηκε μαζί με άλλους συμπατριώτες του στον Μέγα Ναπολέοντα και του ζήτησε «ἀνεξαρτησίαν τινὰ ὑπὲρ τῆς πατρίδος των. Ὁ Ναπολέων, συγκινηθεὶς ἰδίως ἐκ τῶν τρόπων καὶ τῆς ζωηρότητος τοῦ νεωτέρου τῶν ἱκετῶν, ὑπεσχέθη προθύμως, ἀλλὰ μετά τὴν ἀποκατάστασιν —προσέθηκε— τῆς εἰρήνης τῆς Εὐρώπης. (…) Ταῦτα ἀκούσας ὁ Θεσσαλὸς καὶ εἰκάσας ἴσως ὅτι ὁ κατακτητὴς τῶν θρόνων παρέπεμπε καὶ τοὺς Ἕλληνας εἰς τὰς ἑλληνικὰς καλάνδας, ἐπανέκαμψε βαρυθυμῶν· ἐπωφελήθη ὅμως τῆς περιστάσεως ταύτης νὰ ἐπισκεφθῇ καὶ τὰς εὐρωπαϊκὰς πόλεις Φιοῦμι41 καὶ Τεργέστην καὶ νὰ διατρίψῃ ἐν αὐταῖς τε καὶ ἐν Βιέννῃ περὶ τὸ ἔτος.»42
Πηγές
«Ἀπὸ χρόνων πολλῶν ἐγίγνετο, ὥσπερ ἐν ἄλλοις βίοις εἴδομεν, μέγα τῶν βαμβακερῶν ἐμπόριον μεταξὺ Μακεδονίας καὶ Αὐστρίας· καὶ ἰδίως μεταξὺ Σεῤῥῶν καὶ Βιέννης. Ἐν μὲν τῇ πόλει ταύτῃ ἔμαθεν ὁ εὐπατρίδης Ἕλλην ὅτι διέτριβε τότε ὁ μέγας Ναπολέων, κηρύττων ἑαυτὸν ἀπελευθερωτὴν τῶν Ἐθνῶν· πράγματι δὲ ἀποπειρώμενον νὰ κατακτήσῃ σύμπασαν τὴν Εὐρώπην διὰ τῶν Λεγεώνων του. Ἀπερχομένων δὲ εἰς Βιέννην συμπατριωτῶν του τινῶν ἐμπόρων χάριν ἐμπορίου, ὁ Χριστόδουλος κατέπεισε τὸν πρεσβύτερον ἀδελφὸν Ἰωάννην νὰ ἐπιτρέψῃ αὐτῷ νὰ παρακολούθησῃ τοὺς συμπατριώτας του, ἵνα κερδίσῃ δῆθεν πλειότερα. Μόλις ὅμως πατήσας χριστιανικὸν ἔδαφος ὁ νεανίας εὐπατρίδης, πείθει καὶ τοὺς συμπατριώτας του νὰ παρουσιασθῶσιν εἰς τὸν Ναπολέοντα καὶ αἰτήσωσιν ἀνεξαρτησίαν τινὰ ὑπὲρ τῆς πατρίδος των. Ὁ Ναπολέων, συγκινηθεὶς ἰδίως ἐκ τῶν τρόπων καὶ τῆς ζωηρότητος τοῦ νεωτέρου τῶν ἱκετῶν, ὑπεσχέθη προθύμως, ἀλλὰ μετά τὴν ἀποκατάστασιν προσέθηκε τῆς εἰρήνης τῆς Εὐρώπης. «Θὰ προσπαθήσω εἴτε διὰ τῆς πειθοῦς εἴτε καὶ διὰ τῆς βίας νὰ δώσω τῷ δεδουλωμένῳ τῶν Ἑλλήνων Ἔθνει κρείττονα τῆς ζητουμένης ἀνεξαρτησίαν».43 Ταῦτα ἀκούσας ὁ Θεσσαλὸς καὶ εἰκάσας ἴσως ὅτι ὁ κατακτητὴς τῶν θρόνων παρέπεμπε καὶ τοὺς Ἕλληνας καὶ εἰς τὰς ἑλληνικὰς καλάνδας, ἐπανέκαμψε βαρυθυμῶν· ἐπωφελήθη ὅμως τῆς περιστάσεως ταύτης νὰ ἐπισκεφθῇ καὶ τὰς εὐρωπαϊκὰς πόλεις Φιοῦμι καὶ Τεργέστην καὶ νὰ διατρίψῃ ἐν αὐταῖς τε καὶ ἐν Βιέννῃ περὶ τὸ ἔτος.»44
1813: Οι Χατζηπετραίοι ξαναποκτούν το αξίωμα του προεστού
Στα 1813 ο Αλή πασάς ξαναέδωσε στον Γούσιο Χατζηπέτρο το αξίωμα του προεστού, ζήτησε όμως σαν εχέγγυο να μείνει ο γιος του Χριστόδουλος στην αυλή του στα Ιωάννινα. Ο Χριστόδουλος καθυστέρησε όσο μπορούσε και μόλις στα 1817, σε ηλικία 23 ετών, πήγε στα Ιωάννινα και, εξαιτίας της μόρφωσής του, ο Αλής τον διόρισε δεύτερο γραμματέα του.
Πηγές
«Ὅτε δὲ ἐπανέκαμψε περὶ τὸ 1813 ὁ μὲν Ἀλῆς παρεχώρησε τῇ οἰκογενείᾳ τοῦ Χατζῆ Πέτρου καὶ αὔθις τὸ ἀξίωμα τοῦ προεστοῦ· ἀλλ’ ὁ Χριστόδουλος δὲν προσῆλθεν ἀμέσως τῷ Τυράννῳ. Μόλις τὸ 1817 συγκατετέθη εἰς τοῦτο, καὶ ὁ σατράπης, ἐπιδαψιλεύσας αὐτῷ πολλὰς φιλοφροσύνας, διώρισε δεύτερον γραμματέα.»45
Γάμος(;) Χριστόδουλου Χατζηπέτρου με θυγατέρα του Κλινοβίτη προεστού παπα–Θανάση Οικονόμου
Κλινοβός.
Ο Γούσιος Χατζηπέτρος, βλέποντας την δύναμη των Στορναραίων, επιθύμησε να συμπεθερέψουν οι δύο οικογένειες των γειτονικών χωριών46 και ζήτησε την κόρη τού Στορνάρη Ειρήνη για τον γιο του Πέτρο, που βρισκόταν στην Βιέννη.
Ο Στορνάρης όμως είχε πικραθεί, επειδή παλαιότερα, πριν χάσουν το αξίωμα του προεστού οι Χατζηπετραίοι, δεν δέχτηκαν να του δώσουν μια αδερφή τους για γυναίκα του, και αντιδρούσε.
Η γυναίκα του Στορνάρη Μαρία από το Δραμίζι ήθελε τον Χριστόδουλο γαμπρό για την κόρη της Ειρήνη, «πλὴν ἦτον ὑπανδρευμένος τὴν θυγατέραν τοῦ προεστοῦ Οἰκονόμου ἀπὸ Κλινοβόν, καὶ εὕρισκεν δυσκολίας.» Υποθέτουμε ήταν λογοδοσμένος ή έστω αρραβωνιασμένος, ειδάλλως οι δυσκολίες θα ήταν ανυπέρβλητες για την εποχή εκείνη! Τελικά, ο Χριστόδουλος θα παντρευτεί την Ειρήνη, όπως θα δούμε, στα 1829, καθώς ή είχε διαλυθεί ο αρραβώνας / λογοδόσιμο με την κόρη του παπα–Θανάση Οικονόμου ή αυτή η τελευταία είχε εντωμεταξύ πεθάνει.
Πηγές
«Λημεργιάζοντες μία τῶν ἡμερῶν εἰς Κόρμπον, ὁ κύριος Γούσιος ἐζήτησεν τὴν θυγατέραν τοῦ Στορνάρη Εἰρήνην εἰς τὸν υἱόν του Πετράκην, ὅστις ἦτον εἰς τὴν Βιέννην· ἐστοχάσθη, ὅταν συνδεθῇ μὲ ἓν τοιοῦτον συνοικέσιον, νὰ ὠφεληθῇ. Ὁ Στορνάρης τὸ ἀπέφυγεν ἐπὶ λόγῳ ὅτι: “Ὅταν ὁ πατήρ μου ἐζήτησεν ἀπὸ τὴν οἰκογένειάν των, δὲν καταδέχθησαν νὰ δώσουν μίαν ἀδελφήν των διὰ ἐμένα· τώρα δὲν δέχομαι κὶ ἐγὼ νὰ δώσω οὔτε σκῦλον, ὄχι κόρην μου. (…) Ἡ Μαρία, σύζυγος τοῦ Στορνάρη, ἐπιθυμοῦσεν νὰ συνδεθοῦν μὲ αὐτὸ τὸ σπίτι, ἔχουσα μέρος καὶ αὐτὴ ἀπὸ πατέραν προεστόν· εὕρισκεν ἁρμόδιον τὸν Χριστόδουλον, πλὴν ἦτον ὑπανδρευμένος τὴν θυγατέραν τοῦ προεστοῦ Οἰκονόμου ἀπὸ Κλινοβόν, καὶ εὕρισκεν δυσκολίας. Ἐπειδὴ ὁ κύριος Γούσιος ἀπότυχεν ἀπὸ αὐτοῦ, ἔδωσεν μίαν ἀνεψιάν του εἰς τὸν ἀδελφὸν τοῦ Στορνάρη, τὸν Μῆτρον, καὶ οὕτως ἑνώθησαν αἱ δύο τοῦται οἰκογένειαι καὶ διακεκριμένως ἀντιφερόμεναι.»47
Παπα–Θανάσης Οικονόμου
Αξίζει ν’ αναφέρουμε εδώ δυο λόγια για τον πλούσιο Κλινοβίτη παπα–Θανάση Οικονόμο,48 που ήταν προύχοντας του Κλινοβού την περίοδο αυτή και που με την θυγατέρα του «ἦτον ὑπανδρευμένος» για ένα διάστημα ο Χριστόδουλος Χατζηπέτρος. Τα παρακάτω αναφέρει, εκτός των άλλων, και ο χασιώτης οπλαρχηγός Νάσιος Μάνταλος και τα πιστοποιεί ο δήμαρχος Υπάτης στις 10 Οκτωβρίου του 1846 Πέτρος Χατζηπέτρος, αδελφός τού Χριστόδουλου!
«Πιστοποιεῖται παρὰ τῶν ὑποφαινομένων Θεσσαλῶν ὅτι ὁ παπ– Ἀθανάσιος Οἰκονόμου τοῦ Κλινοβοῦ τοῦ Ἀσπροποτάμου τῆς Θεσσαλίας ἦτον εἷς ἐκ τῶν πρωτίστων τῆς ἐπαρχίας ταύτης ἔχων ἐπιῤῥοὴν ἀδιαφιλονείκητον, ὅτι ἅμα ἐμυήθη τὰ τῆς ἐπαναστάσεως, δὲν ἔλλειψεν κατηχῶν διαφόρους προκρίτους τῶν μερῶν ἐκείνων, ἱερεῖς καὶ μοναχούς, ἀμέσως καὶ ἐμμέσως συνεννοηθεὶς καὶ μετὰ τῶν πλησιεστέρων καπεταναίων Μανδαλαίων καὶ λοιπῶν, καταθέσας πρὸς τὸν σκοπὸν τοῦτον καὶ χρηματικὰς ποσότητας ἐκ γροσίων δεκαεπτὰ χιλιάδων, ὅτι ἅμα ἔφθασεν ἡ ἐποχὴ καθ’ ἣν ἐπρόκειτο νὰ ἐκραγῇ ὁ ἱερὸς πόλεμος ὑπὲρ ἐλευθερίας συνεργείᾳ καὶ συνδρομῇ αὐτοῦ ἐσχηματίσθη τὸ ἐκ χιλίων ἀνδρῶν συνιστάμενον σῶμα τοῦ Γρηγόρη Λιακατᾶ, τὸ ὁποῖο προκατέλαβε τὴν ὀχυρὰν θέσιν τῆς Κρύας Βρύσης, πρὸς διακοπὴν τῆς μεταξὺ Ἰωαννίνων καὶ Τρικάλων συγκοινωνίας τῶν τουρκικῶν στρατευμάτων. Ὅτι διὰ τὸν σχηματισμὸν τοῦτον κατέθεσε γρόσια χιλιάδες ἐννέα. Ταῦτα γνωρίζομεν ἐξ ἰδίας ἀντιλήψεως ὡς ἠκούσαμεν ἐκ στόματος τοῦ μακαρίτου Οἰκονόμου ζῶντος εἰσέτι. Πρὸς τούτοις ἡ ἀκίνητος καὶ κινητὴ αὐτοῦ περιουσία ἦτο ἀξία λόγου. Συνίστατο δὲ ἡ μὲν ἀκίνητος ἐξ ἑνὸς τσιφλικιοῦ ἐκ δεκαπέντε ζευγαρίων γαιῶν καλλιεργησίμων καλούμενον Καλογριανή. Ἐκ χιλίων πεντακοσίων στρεμμάτων γαιῶν ἕτερον, 36 στρεμμάτων ἀμπελώνων, μιᾶς οἰκίας τριπάτου, πλήρους τότε διαφόρων ἐπίπλων πολυτίμων καὶ μή, ἡ δὲ κινητὴ ἐξ ἑπτακοσίων αἰγοπροβάτων, 18 ἀλόγων καὶ 56 ἀγελάδων. Ἅπαντα δὲ ταῦτα δημευθέντα ὑπὸ τῆς ὀθωμανικῆς ἐξουσίας δεσπόζονται ὑπ’ αὐτῆς, ἡ δὲ οἰκία ὁμοῦ μὲ τὰ ἐν αὐτῇ ἐγένετο παρανάλωμα τοῦ πυρός. | Ὑπάτη, 10 Ὀκτωβρίου 1846: Νάσιος Μάνταλος, Ν. Ἰωάννου Ζιάκας, Γουλιὸς Μπιζιώτης, Γιαννούλας Μάνταλος, Διαμαντῆς Ν. Ὀλύμπιος, Θ. Ζιάκας. Ἐπικυροῦται ἡ γνησιότης τῶν ἄνω ὑπογραφῶν. Ὑπάτη, 16 Νοεμβρίου. Ὁ Δήμαρχος Ὑπάτης: Πέτρος Χατζηπέτρου.»49
Ο παπα–Θανάσης Οικονόμου πέθανε κατά τη διάρκεια της φυγής των Ασπροποταμιτών από τα χωριά τους μετά από την μάχη στον Κόρμπο τον Ιούλιο του 1823. Μετά τον θάνατό του, η περιουσία του δημεύθηκε από τους οθωμανούς: «Ὁ πατήρ μου λυπηθεὶς κατάκαρδα διὰ τὴν ἀποτυχία αὐτήν, ἀσθενήσας καθ’ ὁδὸν ἀπέθανε καὶ καθ’ ὁδὸν ἐτάφη ἀπὸ τοὺς συμπατριώτας του. Ἡ Ὀθωμανικὴ Κυβέρνησις, ἀποκηρύξασα αὐτὸν ὡς ἀποστάτην, ἐδήμευσε ὅλην τὴν ἀκίνητον καὶ κινητὴν πολύτιμον περιουσίαν του.»50
1819: Μύηση στην Φιλική Εταιρεία
«Κατὰ τὴν ἐποχὴν περίπου ἐκείνην ὁ μὲν τύραννος ἤρξατο νὰ προπαρασκευάζηται εἰς τὴν ἀνταρσίαν κατὰ τοῦ Σουλτάνου· ἡ δὲ Φιλικὴ Ἑταιρία, εἰς τὴν ἐξέγερσιν τοῦ Ἑλληνικοῦ Ἔθνους, πρὸς ἀνάκτησιν τῆς ἐλευθερίας του. Τὰ πάντα τότε, ὡς γνωστόν, ἦσαν ἄδηλα καὶ ἀβέβαια· ἀλλ’ οἱ ἐκλεκτότεροι τοῦ Ἕθνους δὲν ἐβράδυναν νὰ διείδωσιν ἣν ὤφειλον νὰ τραπῶσιν ἐπαμφοτερίζουσαν καὶ ὅλως ἐθνικὴν ὁδόν· χωρὶς δὲ νὰ παρέξωσι τὴν ἐλαχίστην ὑπόνοιαν τῷ Ἀλῇ πασᾷ ὅτι δὲν θὰ τὸν ὑπηρετήσωσι πιστῶς εἰς ἅπαντα τὰ παράτολμα σχέδιά του καὶ δὲν θὰ τὸν ἀνακηρύξωσι μάλιστα ἡγεμόνα ἀνεξάρτητον τῆς Ἠπείρου καὶ Ἀλβανίας, παρέσχον μείζονα ἐμπιστοσύνην τοῖς Ἀποστόλοις τῆς Φιλικῆς Ἑταιρίας, τοῖς προπαρασκευάζουσι τὸ Ἔθνος εἰς ἐξέγερσιν καὶ δι’ αὐτοῦ ἔτι τοῦ τυράννου.
Κατηχηθέντων ὑπὸ τῶν Ἁποστόλων τῶν ἐξαδέλφων τοῦ Χατζηπέτρου Τουρτούρη καὶ Κωλέττου, δὲν ἐβράδυνε νὰ κατηχηθῇ τῷ 1819 ὑπὸ τούτων καὶ ἐκεῖνος. Ἔκτοτε σύμπας ὁ διαλογισμὸς τοῦ ζωηροῦ εὐπατρίδου περιεστρέφετο εἰς τὴν Μεγάλην Ἰδέαν καὶ τὴν ἀπελευθέρωσιν τοῦ Ἔθνους. Συνεννοηθεὶς μετὰ τοῦ πατρός του ἐκατήχησε δι’ αὐτοῦ καὶ τοὺς καπιταναίους Νικολὸ Στορνάρην, Γρηγόριον Λιακατᾶν, Νάσιον Μάνδαλον,51 Βλαχάβαν καὶ Σταμούλην Γάτσιον· ἀλλὰ μῆνες πολλοὶ παρήρχοντο καὶ οὐδὲν σημεῖον ἐφαίνετο οὔτε τῆς ἀνταρσίας τοῦ Ἀλῆ πασᾶ οὔτε τῆς ἐνάρξεως τοῦ ἑλληνικοῦ Ἀγῶνος.»52
1820–1821: Στον πόλεμο Πύλης–Αλή
Κατά τη διάρκεια της εκστρατείας των σουλτανικών στρατευμάτων εναντίον του Αλή πασά, όταν οι Στορναραίοι διευκολύνουν τους αντιπάλους του Αλή περνώντας τους από τον Ασπροπόταμο, οι Γούσιος και Χριστόδουλος Χατζηπέτρος ανέλαβαν για κάποια διαστήματα έναντι ευλόγου τιμήματος τον επισιτισμό ολόκληρων των σουλτανικών στρατευμάτων, κερδίζοντας έτσι πολλά χρήματα.
Πηγές
«Ὅτε δὲ τέλος ὁ τύραννος ἀπεκηρύχθη ὑπὸ τοῦ Σουλτάνου καὶ ἐστάλησαν στρατεύματα νὰ τὸν πολιορκήσωσιν, οἱ μὲν λοιποὶ ὁπλαρχηγοὶ ἡτοιμάσθησαν, ὅσον ἐδυνήθησαν, στρατολογοῦντες καὶ ἐκμεταλλευόμενοι τὸν τύραννον· ἀλλ’ οὔτε τοῦτον ἐβοήθησαν, τοὐναντίον μάλιστα ἄφησαν ἐλευθέραν τὴν δίοδον τοῖς εἰς πολιορκίαν αὐτοῦ ἐπερχομένοις· οὔτε τούτοις προσῆλθον· ὁ δὲ πατὴρ τοῦ Χατζῆ Πέτρου καὶ ὁ Χριστόδουλος οὗτος ἔσπευσαν σκοπίμως νὰ ἀναδεχθῶσιν ἐπὶ ὁρισμένοις τιμήμασι τὴν προμήθειαν τῶν τροφῶν ἁπάντων τῶν σουλτανικῶν στρατευμάτων.»53
1821.07.05: Επανάσταση Ασπροποτάμου
Κατά την ασπροποταμίτικη επανάσταση τον Ιούλιο του 1821 ο εικοσιεφτάχρονος Χατζηπέτρος, ο τέως «προμηθευτὴς τῶν σουλτανικῶν στρατευμάτων, κηρυχθεὶς φανερὸς ἐπαναστάτης, διέκοψε τὴν ἀποστολὴν τροφῶν, ζημιωθεὶς ἐκ τούτου περὶ τὰς ὀγδοήκοντα χιλιάδας γροσίων» και «μετεσχηματίσθη ἀμέσως εἰς στρατηλάτην· συνέλεξε καὶ ἐξώπλισεν54 ὅσους ἐδυνήθη ἐν Τρικάλοις, ἐξῆλθε μετ’ αὐτῶν εἰς τὸν Πρόδρομον,55 τρεῖς ὥρας ἀπέχοντα τῆς πόλεως,56 συνῆψε μάχην ἐκ τοῦ συστάδην, ἓξ ὥρας διαρκέσασαν· καὶ ἐκώλυσεν ἐπί τινα χρόνον τὴν περαιτέρω πρόοδον τῶν ἐχθρῶν. Ἅπαντες δὲ οἱ λοιποὶ ἐξετέλεσαν τότε καλῶς τὸ καθῆκόν των, συνῆψαν διαφόρους μετὰ τῶν σουλτανικῶν μάχας. Ἀλλ’ ὀλίγοι ὄντες, δὲν ἐδυνήθησαν νὰ κωλύσωσιν αὐτοὺς τελείως. Ἀποσύραντες δὲ πρότερον τὰ γυναικόπαιδα, ἐπὶ τέλους ἠναγκάσθησαν νὰ ἀποσυρθῶσι καὶ οὗτοι πρὸς τὴν φανερῶς ἀγωνιζομένην τότε Ἑλλάδα.»57
1822: Μάχη στην Πόρτα· 1823: Μάχη στην Κρύα Βρύση
«Ὁ Χατζῆ Πέτρος, σχηματίσας ἔκτοτε ἀξιόμαχον σῶμα, διατρέφων αὐτὸ ἐξ ἰδίων, καὶ μαθὼν τὴν ἐπικειμένην εἰσβολὴν τοῦ Σκόδρα, ἐξῆλθε καὶ αὔθις εἰς Ἀσπροπόταμον νὰ διαφιλονικήσῃ τὴν δίοδον· συνῆψε τῷ 1822 μάχην κρατεράν, δεκατρεῖς ὥρας διαρκέσασαν εἰς τὴν Πόρταν τοῦ Ἀσπροποτάμου καὶ ὀπισθοδρόμησε μάλιστα τοὺς ἐχθρούς· ἀλλά, μὴ λαβὼν ἐπικουρίαν καὶ ἐξαντλήσας τροφάς τε καὶ πολεμεφόδια, ἠναγκάσθη ν’ ἀποσυρθῇ. Τὸ δὲ 1823 ἐξῆλθε καὶ αὔθις εἰς Θεσσαλίαν καὶ συνῆψε μάχην εἰς Κρύαν Βρύσιν58 τῆς Καλαμπάκας· ἔνθα ἐπήνεγκεν οὐκ ὀλίγην φθορὰν τοῖς Τούρκοις· ἀλλὰ καὶ τότε, μόνον τὸ ἴδιον ἀπόσπασμα ὁδηγῶν, καὶ μὴ λαβὼν ἐπικουρίαν, ἠναγκάσθη νὰ ἐπανακάμψῃ.»59
1823.04: Κάψιμο χατζηπετραίικου σπιτιού
Τον Απρίλιο του 1823, στα πλαίσια της καθόδου του Σκόντρα πασά προς το Μεσολόγγι και της εισβολής του Σιλιχτάρ Μπόδα στον Ασπροπόταμο,60 «οἱ Ἀρβανῖτες τοῦ Σιλιχτὰρ Μπόδα προχωρήσαντες ἀπὸ τὴ θέση Κόρμπου πρὸς τὸ Περτούλι καὶ Βετερνίκο ὡς τὴν Πίρα, ποὺ βρῆκαν ἔρημα ἀπὸ ἀνθρώπους, ἔβαλαν φωτιὰ καὶ ἔκαψαν πολλὰ καὶ τὰ καλύτερα σπίτια, ὅπως τῆς ἀρχοντικῆς οἰκογενείας Χατζηπέτρου.»61
1825.04: Στην άμυνα του Νιόκαστρου Ναβαρίνου
Άποψη του φρουρίου της Πύλου (Νιόκαστρο) και του όρμου του Ναβαρίνου με τη νήσο Σφακτηρία, σε σχέδιο, του 1808, του Γάλλου αρχιτέκτονα, ζωγράφου και χαράκτη Antoine–Laurent Castellan (1772–1838).
Μετά από την αποτυχία του Σκόντρα πασά να καταλάβει το Μεσολόγγι στα 1823 και τη φυγή των Στορνάρη, Λιακατά και πολλών Ασπροποταμιτών προς το Μεσολόγγι στα 1824,62 ο τριανταενάχρονος Χριστόδουλος Χατζηπέτρος βρέθηκε τον Απρίλιο του 1825 στην Πελοπόννησο και μάλιστα μέσα στο πολιορκημένο από τον Ιμπραΐμ Νιόκαστρο Ναβαρίνου,63 ως απεσταλμένος του Γεωργίου Καραϊσκάκη, στο σώμα του οποίου είχε ενταχθεί.64 Παρόλη την πεισματική αντίσταση των πολιορκημένων, ο Ιμπραΐμ τελικά τον Μάιο κατέλαβε το φρούριο.
«Ἐντοσούτῳ, ὁ Καραϊσκάκης μὲ τοὺς ὑπὸ τὴν ὁδηγίαν του, ἀφοῦ εἰδοποίησε καὶ τοὺς ἐν τῷ Νεοκάστρῳ ἐδικούς του νὰ τραβηχθοῦν, ἐτραβήχθησαν καὶ ἦλθαν εἰς Ἄργος, ἐντὸς τοῦ Ἀπριλίου.»65
Πηγές
«Εἰς τὴν 1ην Ἀπριλίου, ἀφοῦ τὰ στρατεύματα ἐσυναθροίσθησαν ὅλα εἰς Χῶρες καὶ λοιπά, διὰ νὰ ἑνώσουν τὸν πόνον τῶν στρατευμάτων μὲ τὴν φρουρὰν τοῦ Νεοκάστρου, ἔπεμψαν καὶ οἱ Ῥουμελιῶται στράτευμα εἰς τὸ Νεόκαστρον νὰ τὸ ἐνδυναμώσουν· ἀπὸ μέρους τοῦ Καραϊσκάκη ἐστάλη ὁ Καπετὰν Χριστόδουλος Xατζῆ Πέτρου μὲ διαταγήν (…). Ἐμβῆκαν καὶ ἄλλοι, καθὼς ὁ Μακρυγιάννης καὶ λοιποί, ὥστε μὲ τοὺς ὑπὸ τὴν ὁδηγίαν των στρατιώτας ἐνδυναμώθη τὸ φρούριον.»66
«Κατὰ τὰς 7–8 Ἀπριλίου ἐκινήθη πανστρατιᾷ ὁ Ἰμπραΐμης κατὰ τοῦ στρατοπέδου μας, καὶ ἀφοῦ κατέσπασεν τὴν πτέρυγα ὁποῦ ἐπὶ κεφαλῆς ἦτον ὁ Κυριάκος Σκούρτης, καὶ ἐχάθησαν ἕως 300 περίπου Ἕλληνες, ἐσυλλήφθησαν καὶ ζωντανοὶ πολλοί, καὶ μόνον ὁ Καραϊσκάκης, Τζιαβέλας καὶ λοιποὶ βαστάξαντες τὰς θέσεις των ἐπολέμησαν πεισματικὰ ἐννέα ὧρες καὶ τὸν ἀντέκρουσαν. Τοῦτοι ὅλοι οἱ ὁπλαρχηγοί, μετὰ τὸν πόλεμον, ἐτραβήχθησαν καὶ ἐπήγαν εἰς ἀντάμωσιν τοῦ Προέδρου εἰς τὴν Σκάλαν.67 Νικηθέντες οἱ ἐδικοί μας κατ’ αὐτὸν τὸν τρόπον, ἀποσύρθησαν εἰς τὰ χωριά, ὁ δὲ Πρόεδρος εὑρισκόμενος εἰς τὴν Σκάλαν, χωρίον πλησίον εἰς τὰ Λακκώματα, εἶχεν στήσει ἐκεῖ τὸ διευθυντήριον τῆς δικτατορίας του. Ἡ φήμη τούτη (τῆς καταστροφῆς), διαδοθεῖσα, ὅλος ὁ κόσμος ἐλυπήθη κατάκαρδα.»68
«Ἐντοσούτῳ, ὁ Καραϊσκάκης καὶ ὁ Τζιαβέλας μὲ τοὺς ὑπὸ τὴν ὁδηγίαν των, ἀφοῦ εἰδοποίησαν καὶ τοὺς ἐν τῷ Νεοκάστρῳ ἐδικούς των νὰ τραβηχθοῦν, ἐτραβήχθησαν καὶ ἦλθαν εἰς Ἄργος, ἐντὸς τοῦ Ἀπριλίου. Ἐνῷ ἄρχισαν ἐτοῦτοι νὰ ἀπαιτοῦν τὰς πληρωμάς, ὁ Ἰμπραΐμης ἔδωσεν ὅλην τὴν προσοχήν του εἰς τὴν στενὴν πολιορκίαν τοῦ Νεοκάστρου.»69
«Στενὸν δὲ θεωρῶν τὸ στάδιον ἐνεργείας ἐν τῇ Στερεᾷ Ἑλλάδι, ἀπῆλθεν εἰς Πελοπόννησον καὶ μαθὼν τὴν ἀνάγκην ἐπικουρίας τῶν ἐν Νεοκάστρῳ πολιορκουμένων ὑπὸ τοῦ Ἰβραῒμ Ἑλλήνων, ἔσπευσεν ἑκουσίως· ἐπευφημισθεὶς δὲ ὑπὸ πάντων τῶν στρατηγῶν, εἰσῆλθεν εἰς τὸ φρούριον καὶ ἐπὶ ἑβδομήκοντα ὅλας ἡμέρας τε καὶ νύκτας συνῆψε μετὰ τῶν ἐχθρῶν διαφόρους πεισματώδεις μάχας· ἐπὶ τέλους οἱ ἔξω στρατηγοί, νομίσαντες ἐξηντλημένας τὰς δυνάμεις τῆς φρουρᾶς, ἔπεμψαν ἑτέραν πρὸς ἀντικατάστασιν καὶ οὕτως ἐξῆλθεν ἀβλαβὴς καὶ ὁ Χατζῆ Πέτρος.»70
1825.09: Στο πολιορκημένο Μεσολόγγι
«Πρὶν ὅμως ἀναλάβῃ τὰς ἑαυτοῦ δυνάμεις ἐκ τοιαύτης πολιορκίας, λαμβάνει ἐπιστολὰς τῶν συναδέλφων καὶ συναγωνιστῶν του Καραϊσκάκη καὶ Τζαβέλα νὰ σπεύσῃ εἰς συνδρομήν τῶν πολεμουμένων ὑπὸ τοῦ Κιουταχῆ, τοῦ πολιορκοῦντος τὸ Μεσολόγγιον. Ἔσπευσε προθύμως ὁ Χατζῆ Πέτρος.»71
Κι έτσι ο Χατζηπέτρος βρέθηκε να πολεμάει έξω από το Μεσολόγγι με τον ταϊφά του. Όμως στις 13 Σεπτεμβρίου του 1825 «εἰσῆλθε προθύμως» στο πολιορκημένο Μεσολόγγι με 70 περίπου άνδρες και τοποθετήθηκε στην τοποθεσία Δύο Εκκλησιές, κοντά στην Στέρνα:72 «Πλοῖα τινὰ ἐκ τῶν πολιορκούντων τὸν Ἀμβρακικὸν Κόλπον προσωρμίσθησαν σήμερον εἰς τὸν λιμένα μας. Δι’ αὐτῶν ἦλθον πρὸς βοήθειαν τῆς πόλεώς μας ὁ στρατηγὸς Σαδῆμος, ὁ ἀντιστράτηγος Βασίλης Πάτζης, ὁ Χριστόδουλος Χατζῆ Πέτρος καὶ ὁ χιλίαρχος Γιαννάκης Στράτος, μὲ τὰ ὑπὸ τὴν ὁδηγίαν των σώματα. Ὥστε ἡ φρουρά μας ἀπὸ ἡμέρας εἰς ἡμέραν ἐνδυναμώνεται ἔτι μᾶλλον.»73
1826.03.25: Φρούραρχος της νησίδας Κλίσοβα
Η νησίδα της Κλίσοβας με το εκκλησάκι της Αγίας Τριάδας. Φωτογραφία Σπυρίδωνος Βλιώρα, 30.07.2021.
Μάλιστα «διωρίσθη φρούραρχος Κλίσοβας»,74 μιας μικρής νησίδας 1300 μέτρα νοτιοανατολικά του Μεσολογγίου. Ο Χατζηπέτρος πήγε στη νησίδα με 70 άνδρες και την οχύρωσε. Όμως στις 23 Μαρτίου ασθένησε «ἀπὸ ῥευματικὸν πόνον εἰς τὴν πλάτην» και μεταφέρθηκε στο Μεσολόγγι για ανάρρωση.
Στις 25 Μαρτίου 1826 τα τουρκοαιγυπτιακά στρατεύματα επιτέθηκαν να καταλάβουν την νησίδα, την οποία τελικά υπερασπίστηκαν επιτυχώς ο Κίτσος Τζαβέλας και ο κραβαρίτης αντιφρούραρχος Παναγιωτάκης Σωτηρόπουλος. «Επάνω από 1.200 πτώματα Αιγυπτίων κείτονταν εμπρός από τα οχυρώματα της Κλίσοβας. Ήρωας της ημέρας εκείνης αναδείχθηκε ο Παναγιώτης Σωτηρόπουλος, που ατρόμητος διηύθυνε την αντίσταση των Ελλήνων.»75
«Ἄκουσεν ἐκεῖ ψυχροὺς λόγους ἀπὸ πολλούς, καὶ ξέπεσεν ὀλίγον ἡ ὑπόληψίς του. Τὸ ἤξευραν ὅμως ὅλοι ὅτι δὲν προήρχετο τοῦτο ἀπὸ προαίρεσιν. Μ’ ὅλον τοῦτο, ἄκουσα πολλάκις νὰ λέγουν ἔπειτα ὅτι ἐπροσποιεῖτο τὸν ἀσθενῆ. Δὲν ἦτον ἀλήθεια ὅμως, διότι περὶ τοῦ κινήματος τῆς Κλίσοβας εἴπαμεν ὅτι καμίαν εἴδησιν δὲν εἴχαμεν ὅλοι.»76
Νησίδα Κλίσοβα.
Πηγές
Γούδας
«Πρὶν ὅμως ἀναλάβῃ τὰς ἑαυτοῦ δυνάμεις ἐκ τοιαύτης πολιορκίας, λαμβάνει ἐπιστολὰς τῶν συναδέλφων καὶ συναγωνιστῶν τοῦ Καραϊσκάκη καὶ Τζαβέλα νὰ σπεύσῃ εἰς συνδρομήν τῶν πολεμουμένων ὑπὸ τοῦ Κιουταχῆ, τοῦ πολιορκοῦντος τὸ Μεσολόγγιον. Ἔσπευσε προθύμως ὁ Χατζῆ Πέτρος· μετὰ διαφόρους δὲ ἐκτὸς τοῦ τείχους μάχας, καθ’ ἃς οἱ Ἕλληνες ἐπέβαλον τῷ ἐχθρῷ σέβας, ἀνάγκης οὔσης πρὸς ἐνίσχυσιν τῆς φρουρᾶς τοῦ Μεσολογγίου καὶ ὁ Χατζῆ Πέτρος καὶ ἄλλοι εἰσῆλθον προθύμως. (…)
Διωρίσθη δὲ φρούραρχος Κλίσοβας· ἀλλα πεπρωμένον ἦτο, φαίνεται, τῶν μὲν κακουχιῶν τῆς πολιορκίας τὴν πικρίαν νὰ πίῃ μέχρι τρυγὸς ὁ Χατζῆ Πέτρος· τὴν δὲ δάφνην τῆς δόξης τῆς γενναίας ἐκεῖθεν ἀποκρούσεως τῶν ἐχθρῶν ἐκ τῆς πανστρατιᾷ ἐφορμήσεως αὐτῶν διὰ ξηρᾶς τε καὶ θαλάσσης νὰ δρέψωσιν, ὡς εἴδομεν, μόνον οἱ ἥρωες Τζαβέλας καὶ ὁ ἀντιφρούραρχος Σωτηρόπουλος. Ἕνεκα τῆς μεγάλης κακουχίας καὶ τῶν ἀδιαλείπτων πολέμων ὁ φρούραρχος Κλίσοβας Χατζῆ Πέτρος, νοσήσας βαρέως ἐν αὐτῇ, μετεφέρθη κλινήρης εἰς Μεσολόγγιον, ἵνα τεθῇ ὑπὸ θεραπείαν ἱατροῦ· κατὰ τὴν ἐποχὴν δὲ τῆς ἀπουσίας του, ἐξώρμησε πανστρατιᾷ ὅ τε Κιουταχῆς καὶ ὁ Ἰβραΐμης κατὰ τοῦ νησιδίου, κὶ ἔπαθον ὅσα ἀφηγήθημεν.»77
Κασομούλης
«Κατὰ τὰς 12 Σεπτεμβρίου ἐμβαρκαρίσθησαν, καὶ εἰς τὰς 13 τοῦ αὐτοῦ ἔφθασαν εἰς Μισολόγγι οἱ στρατηγοὶ Σιαδήμας μὲ ἕως 70 καὶ μὲ ἄλλους τόσους ὁ Χριστόδουλος Xατζῆ Πέτρου, ὁ Βασίλης Πάτσης καὶ Γιαννάκης Στράτος, καὶ ἕως 150 ἄλλοι, οἱ ὁποῖοι ἦτον ἀποσπάσματα σταλέντα ὑπὸ τῶν διαφόρων ὁπλαρχηγῶν. (…) Ὁ Σιαδήμας ἐτοποθετήθη ἀμέσως εἰς τὸν προμαχῶνα Δεσπότου, ὁ Χριστόδουλος Xατζῆ Πέτρου εἰς τὲς Δύο Ἐκκλησίες, πλησίον τῆς Στέρνας, καὶ οἱ λοιποὶ διωρίσθησαν μοιρασθέντες εἰς τὰ λοιπὰ σώματα.»78
«(Ο Ιμπραΐμ) συνέλαβε τὴν ἰδέαν νὰ κατακτήσῃ καὶ τὰς ἀνατολικὰς79 (θέσεις) διὰ τῆς ἁλώσεως τῆς Κλισόβης καὶ τότε πλέον ὀχυρούμενος ἐν αὐταῖς νὰ φέρῃ τὴν στενοχώριαν καὶ τὴν ἀπελπισίαν εἰς τὴν φρουράν. (…) Οἱ Ἕλληνες προϊδόντες τὰ σχέδια ταῦτα μετὰ τὴν ἅλωσιν τοῦ Βασιλαδίου ἀπεφάσισαν καὶ ἐξαπέστειλαν εἰς τὸ νησίδιον τῆς Κλίσοβας καὶ ὠχύρωσαν αὐτὸ καὶ τὴν ἐκεῖ ἐκκλησίαν τῆς Ἁγίας Τριάδος, ἐπὶ τῆς ὁποίας ἔθεσαν καὶ φρουρὰν ἐξ ἑκατὸν περίπου στρατιωτῶν ὑπὸ τὸν Χριστόδουλον Xατζῆ Πέτρον, ἀλλ’ οὗτος ἀσθενήσας ἔμεινεν εἰς Μεσολόγγιον. Περὶ τὸν Μάρτιον ὅμως ὁ λιμὸς ἤρχισε νὰ μαστίζῃ τὴν φρουράν.»80
«Διὰ τὴν Κλίσοβαν ἀπεφασίσθη φρούραρχος μὲ διαταγὴν ὁ Χριστόδουλος Xατζῆ Πέτρου, νὰ μεταβῇ μὲ ὅλους τοὺς στρατιώτας του ἕως 70 ἐκεῖ, καὶ νὰ τοποθετηθῇ καὶ νὰ ὀχυρώσῃ τὴν νῆσον. (…) Διορισθεὶς ὁ καπεταν–Χριστόδουλος εἰς Κλίσοβαν, ἔκαμεν πρῶτον τὰς παρατηρήσεις του (πρὸς τὴν Στρατιωτικὴν Ἐπιτροπὴν) ὡς πρὸς τὴν ὀχύρωσίν της· ὅμως καὶ καθένας ἔπειτα ἐπιθυμοῦσεν νὰ εἶναι ἐκεῖ, διότι ἦτον περισσοτέρα ἀνάπαυσις ἀπὸ τοὺς καθημερινοὺς πυροβολισμούς.»81
«Εἰς τὰς 25 Μαρτίου, τὴν ἡμέραν τοῦ Εὐαγγελισμοῦ, τὴν χαραυγήν, βλέπομεν τὴν ἀτμοσφαῖράν μας σκεπασμένην ἀπὸ μίαν πυκνὴν ἀναθυμίασιν, λεπτὴν μέν, πλὴν πολλὰ σκοτεινήν, καὶ τοιαύτην ὥστε μόλις ἀπὸ τὸν Ἀνεμόμυλον ἐδιακρίναμεν τὰς οἰκίας ἀντίκρυ εἰς τὸ Μισολόγγι. Ὅλη ἡ Φρουρὰ ἄρχισεν νὰ λέγῃ ὅτι τὸ φαινόμενον εἶναι οἰωνὸς μεγάλης αἱματοχυσίας. (…) Εὐθὺς τρέχει ὡς ἀετὸς ὁ Κίτσος Τζιαβέλας μὲ τὴν Βοήθειαν.82 Μόλις ἔφθασεν, καὶ ἄρχισεν νὰ ξανοίγῃ ὁ τόπος. Βλέπομεν τότε ἀπὸ τὰ δύο μέρη83 νὰ κινοῦνται οἱ ἐχθροὶ κατὰ τῆς Κλίσοβας. Ὁ φρούραρχος τῆς Κλίσοβας Χριστόδουλος Xατζῆ Πέτρου, πάσχων πρὸ δύο ἡμερῶν ἀπὸ ῥευματικὸν πόνον εἰς τὴν πλάτην, εὑρέθη εἰς τὸ Μισολόγγι ἀσθενής· ἐβγῆκεν ἐκείνην τὴν ὥραν καὶ ἦλθεν ἀγάλι–ἀγάλι ἕως εἰς τὸν Ἀνεμόμυλον· ἐπαρατήρησεν μὲ τὸ τελεσκόπιόν μου τὴν τραγικὴν σκηνήν. Ἐλυπεῖτο, πλὴν δὲν ἦτον εἰς κατάστασιν, ἀλλ’ οὔτε ἐδύνατο πλέον νὰ προφθάσῃ. Τὸν εἶπα ὡς φίλος: “Ἐπειδὴ σὲ ἠξεύρουν ἀσθενῆ, δὲν ἔπρεπεν νὰ ἐξέλθῃς τῆς οἰκίας σου· ἢ ἄλλως τώρα πρέπει νὰ πᾷς εἰς τὴν θέσιν σου, μὲ ὅλον τὸν κίνδυνον τῆς ζωῆς σου.”
Ἔτρεξεν ἔπειτα, ὡς ἔμαθα, καὶ ἕως εἰς τοῦ Νότη τὸν προμαχῶνα παρακινῶντας νὰ τρέξουν πλοιάρια εἰς τὸν Ἀνεμόμυλον, διὰ νὰ ἐμβαρκαρισθῇ ἡ πρὸς τὴν Κλίσοβαν βοήθεια. Ἄκουσεν ἐκεῖ ψυχροὺς λόγους ἀπὸ πολλούς, καὶ ξέπεσεν ὀλίγον ἡ ὑπόληψίς του. Τὸ ἤξευραν ὅμως ὅλοι ὅτι δὲν προήρχετο τοῦτο ἀπὸ προαίρεσιν.84 Μ’ ὅλον τοῦτο, ἄκουσα πολλάκις νὰ λέγουν ἔπειτα ὅτι ἐπροσποιεῖτο τὸν ἀσθενῆ. Δὲν ἦτον ἀλήθεια ὅμως, διότι περὶ τοῦ κινήματος τῆς Κλίσοβας εἴπαμεν ὅτι καμίαν εἴδησιν δὲν εἴχαμεν ὅλοι.»85
«Μᾶς ἀνήγγειλεν ὅτι εἶχαν φονευθῆ ἕως τότες 13 Ἕλληνες (…) καὶ ἕως 16 πληγωμένοι, ὅτι ντουφέκια μόνον 70–80 εἶχαν μείνει διὰ δουλειάν, τὰ δὲ λοιπὰ ἄλλα ἔσκασαν ἀπὸ τὴν φωτιάν, καὶ ἄλλα χάλασαν. Ἄνδρας 70 εἶχεν ὁ Χριστόδουλος Χατζηπέτρου, 26 ὁ Παναγιωτάκης Σωτηρόπουλος Κραβαρίτης (…) Αὐτὴ ἦτον ἡ δύναμις ὅλης τῆς Κλίσοβας μὲ τὸν Τζιαβέλαν 137. (…) Τοὺς ἔλειπον ὅμως φουσέκια καὶ νερόν.»86
1826.04.10: Στην Έξοδο του Μεσολογγίου
Ο τριανταδυάχρονος Χατζηπέτρος ήταν τελικά ένας από τους διασωθέντες από την Έξοδο του Μεσολογγίου τη νύχτα της 10ης προς 11η Απριλίου 1826.87 «Ἐπὶ μὲν τῆς μετ’ οὐ πολὺ γενομένης ἐνδόξου ἐξόδου τῆς φρουρᾶς τοῦ Μεσολογγίου ὁ Χατζῆ Πέτρος (…) ἐξῆλθε ξιφήρης ἐκ τοῦ μέρους τῆς Κλίσοβας»,88 δηλαδή από τον προμαχώνα που βρισκόταν στα νοτιοανατολικά. «Λοιπόν το σώμα της Κλίσοβας, που είχε αρχηγό το Χατζηπέτρο, έπαθε πολλές ζημιές, αφού του αρχηγού του από τους 76 τού μείνανε 17–20. Και πάλι λοιπόν αυτός τίμησε τ’ όνομά του.»89
«Τη μεγαλύτερη συνοχή (στην έξοδο) την έδειξε το σώμα της Κλίσοβας. Η φρουρά της Κλίσοβας ανδραγάθησε ξανά, μπόρεσε να κρατήσει άτρωτη τη δύναμή της και πρόσφερε τεράστιες υπηρεσίες στα προπορευόμενα σώματα. Ο αρχηγός της Χριστόδουλος Χατζηπέτρος, που η αρρώστια του δεν τον άφηνε να χαρεί τη δόξα της μεγάλης νίκης της φρουράς του, κέρδισε εδώ ό,τι είχε χάσει και γίνηκε το καύχημα και το ίνδαλμα της εξόδου. Ούτε ένας Τούρκος πεζός ή ιππέας δεν μπήκε ανάμεσα στις γραμμές των αντρών του, και η δύναμη της φρουράς αυτής, για δεύτερη φορά θρύλος, παρέμεινε ως το τέλος αδιαπέραστη και συμπαγής. Δεξί χέρι του Χατζηπέτρου, παλικάρι γενναίο, ήταν ο Παναγιώτης Σωτηρόπουλος.»90
Πηγές
«Ἐπὶ μὲν τῆς μετ’ οὐ πολὺ γενομένης ἐνδόξου ἐξόδου τῆς φρουρᾶς τοῦ Μεσολογγίου ὁ Χατζῆ Πέτρος ἐπὶ κεφαλῆς τετρακοσίων91 ἀνδρείων πολεμιστῶν, ἐξῆλθε ξιφήρης ἐκ τοῦ μέρους τῆς Κλίσοβας·92 τοσαύτην δὲ ἀντίστασιν εὗρεν, ὥστε ἐκ τῶν τετρακοσίων ὑπ’ αὐτὸν συνεξελθόντων περιεσώθησαν μόνον ἐννενήκοντα τρεῖς93 σὺν τῷ ἐνδόξῳ ἀρχηγῷ των. Πόσα δὲ ὑπέστη ἡ περισωθεῖσα τότε οὕτω δαφνοστεφὴς αὕτη φρουρὰ ὑπό τε τῶν Αἰγυπτίων καὶ Ἀλβανῶν πολιορκητῶν, καὶ ὑπὸ τοῦ δι’ ἀπάτης ἐνεδρεύσαντος αὐτὴν καὶ καθ’ ὁδὸν Μουστάμπεγη ἀφηγήθημεν ἤδη ἐν ἄλλοις βίοις.»94
1826.04.12: Μετά την Έξοδο
Όσοι γλύτωσαν τη ζωή τους μετά από την Μεγάλη Έξοδο, συγκεντρώθηκαν στο χωριό Πλάτανος95 των Κραβάρων, όπου βρισκόταν ασθενής και ο Καραϊσκάκης. «Ἑνωμένη ἡ Φρουρὰ τοῦ Μισολογγίου μὲ τὸ ἔξω στράτευμα, ἐδιακρίνετο καθ’ ὁδὸν ἀπὸ τὸ ἀγριωμένον πρόσωπον καὶ ὠχρὸν τῶν ἀνδρῶν, ἀπὸ τὴν ἰσχνότητά των, ἀπὸ τὰ αἱματοβαμμένα φορέματα, ἀπὸ τὲς βολιὲς ὁποῦ τὰ σημεῖά των ἔφερναν εἰς διάφορα μέρη τῶν ἐνδυμάτων τους, ἀπὸ τὰ κόκκινα καὶ λιγωμένα μάτια διὰ τὴν ἀυπνίαν, ἀπὸ τὰ ἀκτένιστα μαλλιὰ καὶ κορνιαχτισμένα καὶ ἀπὸ τὰ καταλασπωμένα φορέματα καὶ φουστανέλες.»96
Οι διασωθέντες άνδρες από τα σώματα του Στορνάρη και Χατζηπέτρου ενώθηκαν και πήγαν προς την Στερεά Ελλάδα, προκειμένου να μετάσχουν στη συνέχιση της Επανάστασης εναντίον των Τούρκων υπό τον Κιουταχή, ενώ άλλοι διασωθέντες μετείχαν σε αγώνες εναντίον του Ιμπραΐμ στην Πελοπόννησο.
Πηγές
«Ἀναπαύθημεν, καὶ τὴν αὐγὴν μᾶς ἔδωσαν τὴν εἴδησιν ὅτι θὰ τραβήξωμεν διὰ τὸν Πλάτανον, χωρίον τῶν Κραβάρων, ὅπου ἦτον ἀσθενὴς ἐκεῖ καὶ ὁ Καραϊσκάκης, διὰ νὰ λάβουν συνομιλίαν μὲ αὐτόν. Ἐν τοσούτῳ, ὁ πόλεμος εἰσέτι εἰς τὸ Μισολόγγι ἐξακολουθοῦσεν ἀκατάπαυστα ἕως τὰς τρεῖς ὥρας τῆς ἡμέρας, ὁποῦ διέβημεν τὴν γέφυραν τῆς Βαρνάκοβας, καὶ πλέον δὲν ἀκούγαμεν τίποτες. Ἑνωμένη ἡ Φρουρὰ τοῦ Μισολογγίου μὲ τὸ ἔξω στράτευμα, ἐδιακρίνετο καθ’ ὁδὸν ἀπὸ τὸ ἀγριωμένον πρόσωπον καὶ ὠχρὸν τῶν ἀνδρῶν, ἀπὸ τὴν ἰσχνότητά των, ἀπὸ τὰ αἱματοβαμμένα φορέματα, ἀπὸ τὲς βολιὲς ὁποῦ τὰ σημεῖά των ἔφερναν εἰς διάφορα μέρη τῶν ἐνδυμάτων τους, ἀπὸ τὰ κόκκινα καὶ λιγωμένα μάτια διὰ τὴν ἀυπνίαν, ἀπὸ τὰ ἀκτένιστα μαλλιὰ καὶ κορνιαχτισμένα καὶ ἀπὸ τὰ καταλασπωμένα φορέματα καὶ φουστανέλες.»97
«Ὅλοι ἐτρέξαμεν πρὸς συνάντησιν τῶν ἄλλων, καὶ καθεὶς ἐσυγκεντρώθη ὑποκάτω εἰς τὸν παλαιὸν ἀρχηγόν του. Οἱ τοῦ Στορνάρη ἔμειναν ἀκέφαλοι, καὶ ἀκούμβησαν εἰς ἐμένα98 λέγοντες νὰ μὴ χωρισθοῦμεν, ἀλλὰ νὰ βαστάξωμεν ὡς σῶμα τοῦ Στορνάρη. Καὶ οὕτω ἑνώθημεν μὲ τὸν καπετὰν Χριστόδουλον Xατζῆ Πέτρου, τοῦ ὁποίου εἶχαν μείνει ἀπὸ τοὺς 76 ἄλλοι 17–20 καὶ αὐτουνοῦ. Καὶ ὅλην τὴν νύκτα ἐλογαριάζαμεν ὁποῖοι μᾶς ἔλειψαν ἐκ τῶν δύο σωμάτων.»99
«Ἕνα εἰκοσάρι, (τούρκικο) φλωρί, εἶχα ἐγὼ εἰς τὸν κόρφον μου καὶ ἓν ὁ Χριστόδουλος Xατζῆ Πέτρου. Εἰς μίαν τοιαύτην ἔνδειαν εὑρισκόμενοι, τὸν εἴπαμεν ὅτι θὰ πηγαίνωμεν νὰ λάβωμεν τὸ μερίδιόν μας ἀπὸ τὲς 300 χιλιάδες γρόσια, ὁποῦ μᾶς εἶχεν δώσει ἡ Διοίκησις διὰ τῶν ἀπεσταλμένων μας, καὶ ἀφοῦ ἐνδυθοῦμεν, τότε ἐπιστρέφομεν.»100
«Κατὰ τὰς 15 Ἀπριλίου, ἀφήσαντες ὑγείαν εἰς τὸν Καραϊσκάκην, ἀναχωρήσαμεν ἐκ διαλειμμάτων, σώματα–σώματα, ἄλλοι ἐμπρὸς καὶ ἄλλοι ὀπίσω. Ἡμεῖς πλέον μὲ τὸν Χριστόδουλον Xατζῆ Πέτρου ἑνωθέντες ἐστάθημεν εἰς τὸ μέλλον ἀδιάσπαστοι. Εἴχαμεν καὶ τὸν Γαλάνην Μεγαπάνου καὶ Γεωργάκην Γεροθανάση, καὶ οὕτω εἴμασθον ὅλοι ἕως 120.»101
«Μετέβην εἰς Περαχώραν, ὅπου εὗρον τοὺς ὁπλαρχηγοὺς Νότην Μπότσαρην, Κίτσον Τσαβέλαν, (…) Χριστόδουλον Χατζῆ Πέτρου (…) καί τινας ἄλλους, οἵτινες ἦσαν ἐκ τῆς φρουρᾶς Μεσολογγίου. (…) καὶ ἄλλους τινὰς ὁπλαρχηγούς, οἵτινες ἦσαν ἐκ τοῦ ἐκτὸς τοῦ Μεσολογγίου στρατοπέδου. Ἦσαν δὲ καὶ περίπου τῶν δισχιλίων στρατιωτῶν, ἐξ ὧν χίλιοι ἐκ τῆς φρουρᾶς τοῦ Μεσολογγίου. (…) Διεκρίνοντο οἱ τῆς φρουρᾶς Μεσολογγίου ὡς ῥακένδυτοι, καθημαγμενοι, γυμνοὶ καὶ φθειριῶντες καὶ ἐξ αὐτῆς τῆς ὁπλοφορίας των, οἱ πλεῖστοι αὐτῶν ἔχοντες τὰ ξίφη καὶ μαχαίρας των ἄνευ θήκης, τὴν ὁποίαν εἶχον ῥίψει ἐξερχόμενοι τοῦ Μεσολογγίου. Ἀξιοσημείωτος ἦτο καὶ ἡ φυσιογνωμία των, ἄγριόν τι καὶ θηριῶδες ἔχουσα. (…) Παθόντες τέλος τὰ πάνδεινα καὶ ἐκ τῶν τριῶν ἥμισυ χιλιάδων σχεδὸν πρὸ τῆς ἐξόδου, μόλις χίλιοι διακόσιοι διεσώθησαν. Εὑρέθην τεθορυβημένος ἐνώπιον τοιαύτης γενναιότητος καὶ ἀπελπισίας, τοιούτου ἡρωισμοῦ καὶ αὐταπαρνήσεως. Πῶς νὰ ὑπερασπισθῶ τὴν Διοίκησιν, ἐνῷ αὕτη πράγματι τοὺς ἐγκατέλιπε καὶ ἀπώλεσαν τοὺς συστρατιώτας των, τὸ Μεσολόγγιον, τὸ ὁποῖον ἔβαψαν μὲ τὸ αἷμά των, αἰχμαλωτισθεισῶν καὶ τόσων οἰκογενειῶν των.»102
«Μετὰ προθυμίας συνέδραμον πάντες καὶ πρὶν παρέλθῃ ὁ Μάιος τὰ στρατεύματα ἔλαβον τὴν ἀπαιτουμένην βοήθειαν καὶ ἐξεστράτευσαν τὰ μὲν διὰ τὴν Πελοπόννησον κατὰ τοῦ Ἰβραήμη, ὅστις εἶχεν ἐπιστρέψει, μετὰ τὴν ἅλωσιν τοῦ Μεσολογγίου καὶ εἶχε καταστρέψει τὴν ἐπαρχίαν τῶν Καλαβρύτων, τὰ δὲ εἰς τὴν Στερεὰν κατὰ τοῦ Κιουταχῆ, ὅστις μετὰ τὴν πτῶσιν τοῦ Μεσολογγίου εἰσεχώρησεν εἰς τὴν Ἀνατολικὴν Ἑλλάδα καὶ ἠπείλει τὴν Ἀττικήν.»103
1826.11.18–24: Μάχη της Αράχοβας104
Ο Καραϊσκάκης στην μάχη της Αράχοβας. Έγχρωμη λιθογραφία τού Πέτερ φον Ες.
Μεταξύ 18 και 24 Νοεμβρίου του 1826 στην Αράχοβα105 της Βοιωτίας σημειώθηκε η πρώτη —μετά την πτώση του Μεσολογγίου— νικηφόρα μάχη των Ελλήνων υπό τον Γεώργιο Καραϊσκάκη εναντίον των Τούρκων. «Στην επταήμερη μεγάλη μάχη της Αράχοβας πήραν μέρος και οι (…) Χριστόδουλος Χατζηπέτρος (…) και άλλοι. (…) Την επομένη της μάχης ο Καραϊσκάκης, ακολουθώντας παλαιό φρικιαστικό έθιμο των Τούρκων, έστησε σε ένα λόφο, ορατό από το Μαντείο των Δελφών, τρόπαιο σε σχήμα κόλουρου κώνου με τα 300 κεφάλια των εχθρών του και με την επιγραφή: “Τρόπαιον τῶν Ἑλλήνων κατὰ τῶν βαρβάρων Ὀθωμανῶν ἀνεγερθὲν κατὰ τὸ 1826 ἔτος, Νοεμβρίου 24· ἐν Ἀράχοβᾳ”. Συγχρόνως έστειλε στην κυβέρνηση στην Αίγινα τα κεφάλια του Μουστάμπεη και του κεχαγιάμπεη, καθώς και 12 αιχμάλωτους Τούρκους αξιωματικούς.»106
«Καὶ ἐν Πελοποννήσῳ μόλις βραχύν τινα χρόνον διέμεινεν ὁ Χατζῆ Πέτρου κὶ ἔπειτα ἐξεστράτευσεν εἰς Ἀττικήν. Ἐτέθη ὐπὸ τὰς διαταγὰς τοῦ γενικοῦ ἀρχηγοῦ Καραϊσκάκη καὶ ἦτο πανταχοῦ καὶ πάντοτε ἔν τε τῇ εἰς Ἀράχοβαν ἐκστρατείᾳ κὶ ἐν διαφόροις ἄλλαις μάχαις ἡ δεξιὰ αὐτοῦ χείρ.»107
1827: Ο Χατζηπέτρος στην πολιορκία των Αθηνών και το θάνατο του Καραϊσκάκη
Στα 1827 Ο Χατζηπέτρος βρέθηκε στην Πολιορκία της Ακρόπολης στο πλευρό του Καραϊσκάκη. «Παροιμιώδη σχεδόν κατέστησαν τότε ἥ τε εὐθυμία καὶ ἡ εὐπείθεια καὶ τὸ ἐκ τῶν ἰδίων μεταδοτικὸν τοῖς στρατιώταις, καὶ τὸ εὔτολμον καὶ ἰδίως ἡ πρὸς πάντας προσήνεια, παρομαρτοῦσα ἀείποτε τῇ τε ἐμφύτῳ σωματικῇ καὶ ἠθικῇ ἀξιοπρεπείᾳ τοῦ Χατζῆ Πέτρου. Τοῦτον μὲν ὅ τε ἔνδοξος ἀρχηγός, οἱ συναγωνισταὶ καὶ οἱ στρατιῶται, ὠνόμαζον Βλάχπεγην108 διὰ τὸ γενναιόδωρον καὶ τὸ ἀξιοτρεπές. (sic)»109
Στις 22 Απριλίου 1827 ο Καραϊσκάκης τραυματίστηκε σοβαρά «εἰς τὸ ὑπογάστριον» και, διαισθανόμενος το τέλος, συγκέντρωσε τους δικούς του ανθρώπους, μεταξύ των οποίων και το δεξί του χέρι,110 τον Χριστόδουλο Χατζηπέτρο, και τους συμβούλεψε για το μέλλον της Επανάστασης. Μάλιστα, κάποια στιγμή «τὸν διακόπτει ὁ Χριστόδουλος κλαίγοντας καὶ παρακαλώντας νὰ μὴν ἀναφέρνῃ τὸν θάνατον.»111
«Καὶ ὁ μὲν ἀπαράμιλλος στρατάρχης Καραϊσκάκης, τραυματισθείς ἐπικυνδύνως καὶ μετενεχθεὶς εἰς Σαλαμῖνα, ἐξέψυξεν ἐν ταῖς ἀγκάλαις τῶν πεφιλημένων αὐτοῦ στρατηγῶν καὶ ἰδίως τοῦ Χατζῆ Πέτρου.»112
Πηγές
«Μᾶς ἐδιηγήθησαν ὅτι τὸν ηὗραν ἀτάραχον καθ’ ὅλα· ὅτι οἱ ἰατροὶ ἔτρεξαν εὐθὺς καὶ παρατήρησαν τὴν πληγήν· ὅτι τὴν πληγὴν τὴν ἔλαβεν ἀπὸ βόλι εἰς τὴν βαλανίδαν (κάτωθεν ἀπὸ τὸ προκοίλι), εἰς τὸ ὑπογάστριον, καὶ ἡ διεύθυνσίς του ἦτον πρὸς τὸ μέρος τοῦ ἀφεδρῶνος. Ὅτι ἀμέσως ὁποῦ τοὺς εἶδεν, τοὺς εἶπεν: “Ἐλᾶτε νὰ σᾶς φιλήσω.” Καὶ ἄρχισεν νὰ τοὺς παρηγορῇ μὲ μύρια καλὰ λόγια, νὰ τοὺς ἐγκαρδιώσῃ. Ὅτι αὐτοὶ δὲν ἐδύνοντο νὰ βαστάξουν τὰ δάκρυά των, νὰ λάβουν καιρὸν νὰ τὸν ὁμιλήσουν, καὶ μόνον αὐτὸς τοὺς ἔλεγεν· ὅτι περίπου ἀπὸ δύο ὥρας ἔμενον μὴ δυνάμενοι νὰ ἐβγάλουν λόγον, καὶ ἐξακολουθῶν οὗτος νὰ ὁμιλῇ. Τοὺς εἶπεν ἔπειτα: “Μὴν κλαίγετε, μὴν ἀπελπίζεσθε· ἐγὼ ἔλαβα καὶ ἄλλας πληγάς, καὶ γνωρίζω μόνος μου τὴν θανάσιμον ποία εἶναι. Ἐὰν βράδυ ἔβγω εἰς τὸ ἀναγκαῖον, εἶμαι καλά· ἐὰν δὲν ἔβγω, εἶμαι κακά, καὶ πεθαίνω. Γνωρίζω ὅμως τὸν αἴτιον, καὶ ἂν ζήσω, τότε παίρνομεν ὅλοι ἀπὸ αὐτὸν τὸ χάκι113, εἰδὲ καὶ πεθάνω, ἂς μοῦ κλάσει τὸν ποῦτσο καὶ αὐτός. Τί ἐκέρδισεν;”
Ἀκούσαντες τοῦτο οἱ διηγούμενοι, ἐζήτησαν ἐπιμόνως νὰ εἰπῇ τὸν ἄνθρωπον, καὶ αὐτὸς σιώπησεν, ὑπόθετων τί ταραχὴ ἔμελλεν νὰ προκύψῃ ἀναμεταξύ μας, ἐὰν τὸν ὠνόμαζεν, εἴτε δικαίως εἴτε ἀδίκως. “Ὅπως καὶ ἂν εἶμαι, ἐγὼ μεταβαίνω εἰς Αἴγιναν, ὁποῦ ἐλπίζω ἐκεῖ νὰ ἰατρευθῶ· πλήν, ἐὰν πεθάνω, σᾶς παραγγέλλω, ἐσᾶς μάλιστα τοὺς παντοτινοὺς συναγωνιστάς μου, νὰ μένετε ὁμονοιασμένοι καὶ ἀχώριστοι· διότι ἔχετε πολλοὺς ἀντιζήλους νὰ παλεύσητε. Τίποτες δὲν θὰ πάθετε, ἐὰν σταθῆτε ἕν σῶμα καὶ μία ψυχή. Νὰ φροντίσητε νὰ φυλάξητε τὰς θέσεις σας, καὶ νὰ λύσητε τὴν πολιορκίαν τῶν Ἀθηνῶν. Καὶ νὰ προσπαθήσητε νὰ μὴν ἐντροπιασθῆτε εἰς ὅλα τὰ κινήματά σας. Διὰ κάθε ἐνδεχόμενον, ἀφήνω πρὸς ἐσᾶς τοὺς ἀγαπημένους μου καὶ τὴν διαθήκην μου: Εἰς τὸν υἱόν μου ἀφήνω τὸ ντουφέκι μου τὴν Βασιλικήν (γυρίζει καὶ τὸ κοίταξεν)· τὰ πλούτη ὁποῦ ἀπέκτησα ἀπὸ μικρὸ παιδὶ εἶναι αὐτὸ μόνον. Τὰς θυγατέρας μου, αἱ ὁποῖαι εἶναι ἀνήλικαι καὶ ἀδύναται νὰ κυβερνηθοῦν, τὰς ἀφιερώνω εἰς τὴν προστασίαν σας.
Τὸν διακόπτει ὁ Χριστόδουλος κλαίγοντας καὶ παρακαλώντας νὰ μὴν ἀναφέρνῃ τὸν θάνατον.
―Ἀκούσατε, ἐξακολουθεῖ, σᾶς εἶπα ὅτι ἔχω τὸ σημεῖον τοῦ θανάτου ἢ τῆς ζωῆς. Ὅσον διὰ ἐμένα πλέον, ἢ ζήσω ἢ πεθάνω εἶναι τὸ αὐτό.»114
1827.05 κ.ε.: Ο Χατζηπέτρος στο Ναύπλιο
Στη συνέχεια ο Χατζηπέτρος, που σώθηκε ως εκ θαύματος από τη μάχη του Αναλάτου (Νέας Σμύρνης), μετέβη στην έδρα της Κυβερνήσεως,115 το Ναύπλιο,116 όπου μαίνονταν εμφύλια διαμάχη, στην οποία τραυματίστηκε στο χέρι και ο αδερφός του Χριστοδούλου Ιωάννης.117 «Η κατάσταση διαρκώς και τεχνητά χειροτέρευε και στα τέλη του Ιουνίου έγινε ακόμη πιο εκρηκτική, όταν στην ήδη περίπλοκη κατάσταση προστέθηκαν οι 1.500 περίπου Ρουμελιώτες και Σουλιώτες, που κατείχαν το φρούριο του Ακροκορίνθου και, για να εισπράξουν τις αμοιβές τους, μπήκαν από την περιοχή που εξουσίαζε ο Φωτομάρας με επικεφαλής την “Επιτροπή του Αʹ Σώματος της Στερεάς Ελλάδος” (Κίτσο Τζαβέλα, Χριστόδουλο Χατζηπέτρο, Σπυρομίλιο118 κ.ά.) και προσφέρθηκαν να τον βοηθήσουν στην απομάκρυνση του Γρίβα.»119
Ο Θεόδωρος Γρίβας διαδραμάτισε πρωτεύοντα ρόλο στην εμφύλια διαμάχη του Ναυπλίου και αυτός συνέλαβε το σχέδιο για την εξουδετέρωση του Κολοκοτρώνη. Επάνω: ο Γρίβας (Αθήναι, Εθνικό Ιστορικό Μουσείο).120
Στις 30 Ιουνίου του 1827 ο Χατζηπέτρος κ.ά. έγραψαν επιστολή στον Κολοκοτρώνη να τους στείλει βοήθεια χιλίων ανδρών με τον γιο του Ιωάννη (Γενναίο) Κολοκοτρώνη.
Πηγές
«Βραδύτερον δὲ ἐπὶ τῆς ἐντελοῦς ῥήξεως καὶ ἀλληλομαχίας ἠναγκάσθη μετ’ ἄλλων νὰ γράψῃ εἰς τὸν Κολοκοτρώνην τὴν ἑξῆς ἐπιστολήν: “Ἀδελφὲ πατριῶτα Κολοκοτρώνη, ὅσον ἠγωνίσθημεν μὲ τὸ μέσον τῆς Κυβερνήσεως, τώρα ἡμέρας δέκα, διὰ νὰ εἰσάξωμεν τὴν εὐταξίαν εἰς τὴν ἐδῶ πόλιν, ἐστάθη ἀδύνατον, ἐπειδὴ οἱ Γριβαῖοι διεφεντεύοντο καὶ διαφεντεύονται ἀναφανδὸν ἀπὸ ὀλίγα τινὰ ἄτομα τῆς Κυβερνήσεως τοῦ Βουλευτικοῦ· τέλος πάντων τὸ πρᾶγμα κατήντησεν εἰς τὰ ἄρματα, καὶ ἐκ τούτου εἰς αἱματοχυσίαν, ὥστε ἔχομεν τρεῖς ἡμέρας πολεμοῦντες ἀκαταπαύστως ἀπὸ ὅλα τὰ μέρη με δουφέκια καὶ κανόνια. Ὅθεν τὸ γρηγορώτερον νὰ στείλητε τὸν ἀδελφόν μας Γενναῖον μὲ χιλίους συντρόφους ἐδῶ. Ἐγράψαμεν καὶ εἰς τοὺς ἐδικούς μας εἰς Κόρινθον νὰ φθάσουν ὅσον τάχιστα. Τὰ ἴδια ἐγράψαμεν καὶ πρὸς τὸν Γενναῖον, καὶ μένομεν μὲ ὅλην τὴν εἰλικρίνειαν. Ναύπλιον, 30 Ἰουνίου 1827. Οἱ πατριῶται καὶ ἀδελφοί: Κίτζος Τζαβέλας, Χριστόδουλος Χατζῆ Πέτρου (…)”»121
1827.11: Ο Χατζηπέτρος στο ελληνικό στρατόπεδο στο Δραγαμέστο υπό τον στρατηγό Τσωρτς
Μετά από τη ναυμαχία του Ναβαρίνου (8/20 Οκτωβρίου 1827) ο Χατζηπέτρος προσκλήθηκε στο ελληνικό στρατόπεδο στο Δραγαμέστο,122 το οποίο είχε συγκροτήσει ο Άγγλος στρατηγός Ρίτσαρντ Τσωρτς (Sir Richard Church). «Το γενικό όμως πνεύμα ευφορίας που επικρατούσε από αυτή τη συρροή έσπρωξε τον Τσωρτς να προσκαλέσει πολλούς αρχηγούς, κυρίως Στερεοελλαδίτες και Ηπειρώτες ανάμεσα στους οποίους τον Τζαβέλλα, τον Χατζηπέτρο και τον Σπυρομίλιο. Κάλεσε ακόμη και τον Γενναίο Κολοκοτρώνη, καθώς και τον Σισίνη με Πελοποννησίους. (…) Επιθυμία του βέβαια ήταν η όσο το δυνατόν ταχύτερη κατάληψη του Ανατολικού και κατόπιν του Μεσολογγίου.»123
1828.02.14: Ο Χατζηπέτρος χιλίαρχος επί Καποδίστρια
Προτομή του Χατζηπέτρου σε κεντρική πλατεία της Καλαμπάκας.
Τον Ιανουάριο του 1828 ο Κυβερνήτης Ιωάννης Καποδίστριας έφτασε στο Ναύπλιο. «Από τις πρώτες ημέρες του Φεβρουαρίου άρχισε τη συγκέντρωση των ατάκτων στρατευμάτων στην περιοχή Δαμαλά,124 υπό την εφορεία του Υψηλάντη, και σχεδόν αμέσως προχώρησε στη συγκρότηση των πρώτων μονάδων. Ανώτερη μονάδα του στρατού καθορίσθηκε η χιλιαρχία, με υποδιαίρεσή της σε πεντακοσιαρχίες, εκατονταρχίες, πεντηκονταρχίες, εικοσιπενταρχίες, δωδεκαρχίες και πενταρχίες. Προβλέπονταν αντίστοιχοι αξιωματικοί και υπαξιωματικοί, όπως και ιερέας, γιατρός, υπασπιστής για κάθε χιλιαρχία, σημαιοφόροι, σαλπιγκτές, ταμίας, φροντιστής. (…) Ως τις 14 Φεβρουαρίου είχαν συγκροτηθεί οι Αʹ και Βʹ χιλιαρχίες. Η Αʹ, με χιλίαρχο τον Κίτσο Φώτου Τζαβέλλα (…). Η Βʹ, με χιλίαρχο τον Χριστόδουλο Χατζηπέτρο και πεντακοσίαρχους125 τον Σπυρομίλιο και τον Γεώργιο Βάγια, της φρουράς Μεσολογγίου, όπως και τα άλλα στελέχη της.»126
«Η παρέμβαση του Κωλέττη, με τη μεγάλη του επιρροή στα ρουμελιώτικα σώματα, συμβίβασε τα πράγματα, με αποτέλεσμα να συμφωνήσουν τα δύο μέρη στη σύσταση και δεύτερης Χιλιαρχίας υπό τον Χριστόδουλο Χατζηπέτρο, άνθρωπο της εμπιστοσύνης του Κωλέττη.»127
Πηγές
«Ἐπὶ τῆς ἐλεύσεως τοῦ Καποδιστρίου ὁ μὲν Τζαβέλας διωρίσθη, ὡς εἴδομεν, χιλιάρχος τῆς αʹ χιλιαρχίας, ὁ δὲ Χατζῆ Πέτρος τῆς βʹ. Ἀμφότεροι τότε συνῆψαν διαφόρους μάχας κατὰ τῶν ἐχθρῶν καὶ εἰς Ναύπακτον καὶ εἰς Σάλονα καὶ εἰς Θήβας.»128
«Ἐπιθυμῶν ὁ Κωλέττης νὰ δώσῃ τὴν βαρύτητα τοῦ χιλιάρχου εἰς τὸν Χριστόδουλον ὡς ἐδικόν του, ἔχων καὶ τὴν συγκατάθεσιν τῶν περὶ αὐτὸν ἀξιωματικῶν, οἵτινες ἐπίσης θεωροῦσαν ἑαυτοὺς ὅτι, ἐὰν ἐγίνετο ἀλλέως, ἡ φιλοτιμία των ἔμελλεν νὰ πειραχθῇ, κατέπεισεν τὸν Ὑψηλάντην νὰ σχηματίσῃ τὴν πρώτην χιλιαρχίαν διὰ τὸν Τζιαβέλαν καὶ τὴν δευτέραν διὰ τὸν Χριστόδουλον Xατζῆ Πέτρου. Ἔμεινεν λοιπὸν νὰ εὕρουν τοὺς πεντακοσιάρχους τῶν δύο χιλιαρχιῶν, καὶ ἐδῶ ἦτον ὁ μεγαλύτερος κίνδυνος ταραχῆς. Ἐπεριορίσθησαν λοιπὸν νὰ γίνουν τὰ πράγματα ὡς ἀκολούθως: (…)»129
«Ἀποφάσισαν νὰ ἐκλέξουν πεντακοσιάρχους τὸν Σπῦρον Μίλιου ἐκ Χιμάρας,130 ἐτῶν 32 καὶ Γεώργιον Βάγιαν ἐξ Ἰωαννίνων, ἐτῶν 30.»131
1829.09.12: Μάχη της Πέτρας
Αυτόγραφο σχέδιον του Κασομούλη για τη μάχη της Πέτρας.132
Η Μάχη της Πέτρας133 ήταν η τελευταία πολεμική συμπλοκή του ελληνικού απελευθερωτικού αγώνα. Είχε προηγηθεί η επέμβαση του γαλλικού στρατού με την Expédition de Morée (Εκστρατεία του Μοριά), που συνέβαλε στην εκδίωξη του Ιμπραΐμ από την Πελοπόννησο αλλά και η προέλαση των Ρώσων στην Αδριανούπολη, κατά το Ρωσοτουρκικό πόλεμο του 1828–1829, που ανάγκασε τον σουλτάνο να απομακρύνει όλο τον στρατό του από τη νότια Ελλάδα.134
«Εμπρός στην κατάσταση αυτή ο Δημήτριος Υψηλάντης νόμισε ότι τώρα ήταν η κατάλληλη ευκαιρία ν’ ανορθώσει το ηθικό των Ελλήνων πλήττοντας τους αντιπάλους του και σύγχρονα να εκκαθαρίσει το έδαφος από τα υπολείμματα των εχθρικών στρατευμάτων που έμεναν στην Ανατολική Στερεά. (…) Η προσοχή του στράφηκε προς τη στρατηγική θέση Πέτρα, στον δρόμο Θήβας–Λιβαδιάς,135 την οποία και κατέλαβε στις 6 Σεπτεμβρίου ύστερ’ από συμπλοκή με δύναμη 300 Αλβανών, που προσπάθησαν και αυτοί να την προκαταλάβουν.»136
«Πράγματι ο Ασλάμπεης Μουχουρδάρης, μόλις έφτασε στην Αττική, συγκέντρωσε περί τις 7.000 στρατιώτες, τους οποίους ήδη οδηγούσε προς βορρά διά του μόνου υπάρχοντος οδικού πόρου, μέσω Θηβών–Λιβαδιάς. Οι Έλληνες, επειδή αγνοούσαν τον λόγο της συγκέντρωσης τόσου στρατού, θορυβήθηκαν και, ύστερα από πολλές σκέψεις και συζητήσεις, πείστηκαν ότι ήταν μοναδική ευκαιρία να συντρίψουν τον τουρκικό στρατό και έτσι αυτόματα να καταστεί ελεύθερη η Στερεά Ελλάδα, γιατί επέκειτο η σύναψη συνθήκης από τους πρέσβεις στην Κωνσταντινούπολη, και μια περιφανής νίκη εναντίον των Τούρκων θα είχε σοβαρό διπλωματικό αντίκτυπο.»137
Επειδή όμως οι άνδρες των χιλιαρχιών έμεναν απλήρωτοι, ήταν απρόθυμοι να μετάσχουν σε επιχειρήσεις. Ο Χατζηπέτρος και οι στρατιώτες του της Βʹ Χιλαρχίας διαπίστωσαν ότι η κατάσταση απαιτούσε δράση και έδωσαν το καλό παράδειγμα. Στις 28 Αυγούστου ο Χατζηπέτρος εγκατέστησε το στρατηγείο του «εἰς τὴν μονὴν Ἁγίου Νικολάου,138 ἐπάνωθεν τῆς Πέτρας».
«Συνῆψαν διαφόρους μάχας (…) καὶ εἰς τὴν ἐνδοξοτέραν πασῶν τὴν ἐν Πέτρα, ἥτις ἦτο ἡ τελευταία· ἐν τῇ μάχῃ ταύτῃ ἠρίστευσαν ὅ τε Χατζῆ Πέτρος καὶ ἡ χιλιαρχία του ὑπὸ τὰς ὄψεις τοῦ στρατάρχου Ὑψηλάντου. Τόσον δὲ καλῶς ἐξετέλεσαν τὸ καθῆκόν των τότε οἱ Ἕλληνες, ὥστε οἱ Τοῦρκοι, καίτοι πολυπληθέστεροι ὄντες καὶ οὐδόλως πολιορκούμενοι καὶ οὐδενὸς τῶν πρός τε τὸ ζῆν καὶ μάχεσθαι στερούμενοι, ἠναγκάσθησαν ὅμως νὰ ὑπογράψωσι συνθήκην, περιέχουσαν ὅσον ἐπωφελεῖς ὑπὲρ τῶν Ἑλλήνων τόσον ἐπιζημίους κατὰ τῶν Τούρκων ὅρους.»139
«Την επομένη οι Τούρκοι ζήτησαν από τον Υψηλάντη ανακωχή, για να συνομολογήσουν συνθήκη με ευνοϊκούς για τους Έλληνες όρους. Ο Ιωάννης Φιλήμων, ως γενικός γραμματέας του Υψηλάντη, συνέταξε το κείμενο της συνθήκης. “Ἡ μέχρι Λαμίας χώρα θὰ ἐξεκενοῦτο καὶ ὅλες οἱ τουρκικὲς δυνάμεις θὰ ἀποσύρονταν πρὸς Βορρᾶν.” Η νίκη στην Πέτρα της Βοιωτίας επισφράγισε τους μακρούς αγώνες της Ελληνικής Επανάστασης του 1821. Επιτυχία πολεμική και διπλωματική του Δημητρίου Υψηλάντη με τους συμπολεμιστές του, που είχε τεράστια σημασία για το Ελληνικό Έθνος, διότι, όταν υποστηριζόταν να εγκλωβιστεί το νέο ελληνικό κράτος μόνο στην Πελοπόννησο, ήρθε η ελληνική νίκη της Πέτρας. Οι τελευταίες στρατιωτικές δυνάμεις της Τουρκίας στη Ρούμελη (εκτός της τουρκικής φρουράς της Ακρόπολης) αποχωρούσαν υπόσπονδοι.»140
«Ἐν ᾧ δὲ διήρχοντο οἱ Τοῦρκοι ἐν σιωπῇ καὶ κατηφείᾳ, ἀποχαιρετῶντες διὰ παντὸς τὴν χθὲς δούλην Ἑλλάδα, ἀπεχαιρέτων αὐτοὺς καὶ οἱ ἐλευθερωταί της Ἕλληνες ἐν ἀλαλαγμῷ καὶ ἀγαλλιάσει, σαλπίζοντες καὶ τυμπανίζοντες. Ἡ μάχη τῆς Πέτρας εἶναι ἡ τελευταία τοῦ ὑπὲρ ἀνεξαρτησίας τῆς Ἑλλάδος ἐννεαετοῦς πολέμου.»141
Πηγές
«Ἡ διαπραγμάτευσις περὶ τῆς εἰρήνης μεταξὺ Ῥωσίας καὶ Τουρκίας εἰς Ἀδριανούπολιν ἐξακολουθοῦσεν συγχρόνως μὲ ἐκείνην τῶν ἄλλων Δυνάμεων περὶ τῆς Ἑλλάδος. Συνεπείᾳ λοιπὸν τοῦ ῥωσικοῦ τελεσιγράφου περὶ τοῦ πολέμου ἢ τῆς εἰρήνης, ὁ Σουλτάνος εἶχεν διατάξει πρὸ καιροῦ τὸν Οὐσμάναγαν οὐτζιάκαγαν τῆς αὐλῆς του, ἀρχηγὸν τῶν τακτικῶν στρατευμάτων του τῶν εἰς Ἀττικὴν εὑρισκομένων, νὰ σπεύσῃ νὰ μεταβῇ μὲ ὅλον αὐτὸ τὸ σῶμα εἰς Κωνσταντινούπολιν, τὰς δὲ θέσεις τούτων νὰ τὰς καταλάβουν τὰ τοπικὰ στρατεύματα, ὁ Οὐμέρπασας τῆς Χαλκίδος μὲ τὸν Ἀσλάμπεην Μουχουρδάρην. Ὁ Στρατάρχης (Δημήτριος Ὑψηλάντης) καὶ οἱ περὶ αὐτὸν ἀρχηγοὶ τῶν σωμάτων, μαθόντες τοιοῦτο, διὰ νὰ ἀποπλύνουν τὸν ῥῦπον τῆς κατηγορίας τοῦ στρατεύματος, ἥτις προσήφθη ἕνεκα τῆς διαλύσεως τῶν στρατοπέδων, ἐστοχάσθησαν νὰ καταλάβουν θέσιν ἀμυντικὴν τοιαύτην, ὥστε ὁ ἐχθρὸς εἰς τὴν διάβασίν του νὰ μὴ δυνηθῇ νὰ διαβῇ τὸν ἀνήφορον (τόσον εὐκόλως), καθὼς ὁ Ἀσλάμπεης διέβη (πρὸς τὰ) κάτω, χωρὶς πόλεμον. Ὡς τοιαύτη θέσις ἐκλεχθεῖσα ἡ Πέτρα τῆς Λιβαδιᾶς· ἀπεφασίσθη νὰ καταληφῇ ἀπὸ τὰ σώματα τὰ τῶν (πρώην) στρατοπέδων Ἀνηφορίτου καὶ Θηβῶν.»142
«Ἐπειδὴ ὅμως ἕως τότε (…) τὸ στράτευμα τὸ περισσότερον ἔμενεν ἀπλήρωτον τοὺς μισθούς του, αἱ διαταγαὶ (περὶ συγκεντρώσεως) ηὗρον πρόσκομμα ἀπὸ τὰς Χιλιαρχίας τοῦ Δυοβουνιώτου (…) περισσότερον μάλιστα τοῦ Γκριζιώτου (…). Ὁ καιρὸς δὲν περίμενεν· ὁ Χριστόδουλος Xατζῆ Πέτρου μὲ τοὺς τῆς Βʹ Χιλαρχίας, φανέντες προθυμότεροι διὰ τὸ καλὸν παράδειγμα, ἀμέσως κατέλαβαν τὴν θέσιν τῆς Πέτρας.»143
«Τὴν 28ην Αὐγούστου τὸ Στραταρχεῖον (…) μετέβη εἰς τὴν μονὴν Ἁγίου Νικολάου, ἐπάνωθεν τῆς Πέτρας. (…) Τὰ ὀχυρώματα II, III, IV κατασκευασθέντα ἐκ θεμελίων, τὸ δὲ I (προϋπάρχον καὶ) ἐπιδιορθωθέν, τὰ σώματα ἐτοποθετήθησαν ἐκεῖ ὡς ἀκολούθως: εἰς τὸ I, τὸ ὁποῖον ἦτον ἐπὶ κεφαλῆς τῆς Πέτρας, ἔμεινεν ἡ Βʹ Χιλιαρχία.»144
«Τοποθετηθέντες οὕτως, μὲ ἀπόφασιν νὰ ἀπαντήσωμεν καρτερῶς τὴν ἄνισον δύναμιν ἥτις ἔμελλεν νὰ διαβῇ, καὶ προσμένοντες ὥρᾳ τῇ ὥρᾳ πότε νὰ φανοῦν, τὴν 10ην Σεπτεμβρίου, περὶ τὰς 10 ὥρας ἀφ’ ἑσπέρας, ἰδοὺ καὶ ἐφάνη ἡ ἐμπροσθοφυλακὴ εἰς τὸ χάνι Μάζι καὶ μετ’ αὐτὴν ὅλος ὁ στρατὸς ἐρχόμενος πρὸς τὴν Πέτραν, ἄτακτος καὶ τακτικός. Ὁ στρατὸς τῶν Τούρκων, ἱππεῖς, πεζοί, πυροβολικόν, φορτηγά, (ἁμάξια γυναικῶν), συνιστάμενος ἀπὸ 4500 περίπου τακτικὸν καὶ ἕως 3500 ἄτακτον, ἐφαίνετο μεταξὺ τῶν θάμνων τόσον πολυάριθμος, ὥστε εἰς τοὺς ὀφθαλμοὺς τοῦ στρατοῦ μας ἐπαρουσιάζετο ὅτι ἤθελεν μᾶς καταπατήσει καὶ διαβῇ. Ὅλων ἡ καρδία κτυποῦσεν συλλογιζόμενοι ὅτι δυσκόλως ἔμελλεν νὰ ἀνθέξουν εἰς τὸ πλῆθος τοῦτο· ἁμιλλώμενοι ὅμως καὶ ἐνθαρρυνόμενοι ἕνας τὸν ἄλλον νὰ βαστάξουν (εἰς) τὴν γενικὴν ταύτην μάχην, ἀπὸ τὴν ὁποίαν ἐκρέμετο ἡ τύχη τῆς Στερεᾶς Ἑλλάδος, ἀποφάσισαν νὰ ἀπεθάνουν, καὶ νὰ μὴν ὑποχωρήσουν εἰς τὴν προσβολήν.»145
«Οἱ ἐχθροί, χωρίς τινος ὑποψίας, καταφρονοῦντες τὴν (ὀλιγάριθμον) δύναμίν (μας), ἐπειδὴ πλησίαζεν νὰ νυκτώσῃ, πλησιάσαντες πρὸς τὴν Πέτραν ἐστρατοπέδευσαν. (…) Θέσαντες τὰς φυλακάς των γύρωθεν καὶ κοιμηθέντες μὲ ὅλην τὴν ἡσυχίαν, τὸ πρωὶ εἰς τὰς 11 (τοῦ αὐτοῦ) δὲν ἔκαμαν κανένα κίνημα. (…) Ὁ Χριστόδουλος Xατζῆ Πέτρου εὑρεθεὶς ἀσθενὴς εἰς τὴν μονὴν Ἁγίου Νικολάου, τὸ σῶμα (μας τῆς Βʹ Χιλιαρχίας) ἔμελλεν νὰ τὸ διοικήσουν οἱ ἑκατόνταρχοι Γιαννάκης Βελέντζας, Θανασούλας Βαλτινός, Φραγκίστας, Κασουμούλης.»146
«Τὴν αὐγὴν (τῆς 12ης τοῦ αὐτοῦ) περὶ τὸ λυκαυγές, ἀκούσθησαν αἱ τυμπανοκροτήσεις καὶ οἱ ἦχοι τῶν σαλπίγγων τῆς συναθροίσεως τοῦ ἐχθρικοῦ στρατοῦ. Διὰ τὴν ἀβεβαιότητα οἱ Ἕλληνες ξενυκτήσαντες ἄγρυπνοι, μὲ ἀγωνιῶσαν ψυχὴν περιμένοντες τὴν μάχην, ἕτοιμοι μὲ τὰ ὅπλα νὰ ἀντισταθοῦν οἱ μέν, οἱ δὲ νὰ τρέξουν εἰς βοήθειαν ὡς ἦσαν διωρισμένοι, ἀτενίζοντες τοὺς ὀφθαλμούς των νὰ διακρίνουν μὲ τὸ κίνημά των ὁποίαν διεύθυνσιν ἔμελλον νὰ λάβουν, μὲ τὴν ὁποίαν νὰ συμμορφωθοῦν καὶ αὐτοί, εἶδον ἐξερχόμενα τὰ ἐχθρικὰ τακτικὰ ἀπὸ τὸ τετράγωνόν των καὶ βαδίζοντα κατὰ παραγωγήν, εἰς τρεῖς μοίρας διευθυνόμενα πρὸς τὴν Πέτραν νὰ ἀνοίξουν τὸν δρόμον. (…) Τὸ δὲ πεζικὸν καὶ αἱ σημαῖες τοῦ Ἀσλάμπεη, αἵτινες ἐφαίνοντο κυματίζουσαι ὡς μαῦροι ὄφεις μεταξὺ τῆς αʹ καὶ βʹ μοίρας κατὰ τοῦ II ὀχυροῦ διασέλου.»147
«Τὴν ἰδίαν στιγμὴν τρέξαντες τὰ βοηθητικὰ ἑλληνικὰ σώματα μὲ ὁρμήν, ἀλαλαγμούς, φωνὰς «ἆ, ἆ, ἆ!», (…) ὅλοι συγχρόνως ἐξελθόντες ξιφήρεις ἀπὸ τὰ ὀχυρώματα τῆς Πέτρας καὶ διασέλου οἱ Ἕλληνες, οἱ σαλπιγκταὶ σαλπίζοντες «πῦρ» καὶ «ἐπάνω των», οἱ Ὀθωμανοὶ τακτικοὶ καὶ ἄτακτοι, καίτοι ἀνδρείως καὶ ὁρμητικῶς προχωρήσαντες, μὴ δυνηθέντες νὰ βαστάξουν τὴν ὁρμὴν καὶ τὰ ἀλλεπάλληλα πυρὰ τῶν Ἑλλήνων, ἀφοῦ οἱ Ἀλβανοὶ πρῶτοι δώσαντες τὰ νῶτα καὶ ἀφήσαντες δύο σημαίας καὶ τὰ πτώματα τῶν συντρόφων των εἰς τὴν τελευταίαν θέσιν τῆς ὁρμῆς των, ἐν ῥιπῇ ὀφθαλμοῦ, χωρὶς νὰ κοιτάξουν ὀπίσω, ἔλαβαν τὴν ἀναπνοήν των εἰς τὸ στρατόπεδόν των κατατρομασμένοι· (…) μετὰ δύο ὧρες πόλεμον ἡ ὀπισθοδρόμησις κατασταθεῖσα γενική, ἔμεινεν ἔνδοξος καὶ περιφανὴς ἡ διὰ τὴν θέσιν ταύτην τόσον γνωστὴ νίκη εἰς τοὺς Ἕλληνας, ἀφήσαντες, ἐκτὸς τῶν πληγωμένων, ἕως 100 εἰς τὸ πεδίον τῆς μάχης καὶ 4 σημαίας. Οὐδεὶς δὲ αἰχμάλωτος. Ὅλοι κοινῶς μὲ τὴν αὐτὴν ζέσιν καὶ ζῆλον οἱ Ἕλληνες στρατιωτικοί, ἐκπληρώσαντες τὰ χρέη των εἰς ταύτην τὴν περίστασιν, ξεπλύναντες τὸν ῥῦπον τῶν Θηβῶν.»148
«Ὁ Στρατάρχης ἀπὸ Κουτουμουλᾶν, βεβαιωθεὶς πλέον ὅτι οἱ Τοῦρκοι ἐξακολουθοῦν τὸν δρόμον των κατὰ τὴν συνθήκην, χωρὶς νὰ παραβοῦν αὐτὴν εἰς τὸ παραμικρόν, ἐκθέσας τὴν μάχην πρὸς τὸν Κυβερνήτην, ἀποδίδων τοὺς δικαίους ἐπαίνους ἑνὸς ἑκάστου τῶν σωμάτων, δὲν ἔλειψεν νὰ συστήσῃ καὶ τοὺς τῆς Βʹ Χιλιαρχίας διακριθέντας ὀνομαστί, προσθέτων ὅτι οὗτοι ἦτον οἱ πρῶτοι οἵτινες διὰ τῆς ὑπακοῆς των προθυμοποιηθέντες κατέλαβον καὶ ἐβάσταξαν τὴν ἐπικίνδυνον θέσιν τῆς Πέτρας ἀπ’ ἀρχῆς, καὶ οἵτινες μὲ τὸ παράδειγμά των σύραντες καὶ τὴν φιλοτιμίαν τῶν λοιπῶν νὰ καθέξουν καταλλήλους θέσεις, ἔγιναν αἰτία τῆς ἐνδόξου ταύτης νίκης.»149
1829.10: Μετά τη μάχη Πέτρας: Αρβανίτες λεηλατούν τη Θεσσαλία
Στα 1828, πριν από τη Μάχη της Πέτρας, τρεις Αρβανίτες αδερφοί, οι Aslan bey,150 Kaplan bey και Râkım bey, που είχαν οριστεί δερβεναγάδες στο σαντζάκι των Τρικάλων, αρνήθηκαν να τους αφαιρεθεί το αξίωμα και απαίτησαν ένα μεγάλο ποσό (85.000 γρόσια), προκειμένου να το αφήσουν. Όταν το ποσό αυτό δεν τους δόθηκε και καθώς οι στρατιώτες τους έμεναν χωρίς μισθό (λουφέ151) για μεγάλο χρονικό διάστημα, τους ώθησαν να λεηλατήσουν την περιοχή των Τρικάλων, καταλαμβάνοντας για κάποιο διάστημα και το κάστρο των Τρικάλων.
Η κατάσταση αυτή διακόπηκε προσωρινά, καθώς οι τρεις Αρβανίτες αδερφοί με τα στρατεύματά τους μετείχαν σε επιχειρήσεις στη Στερεά Ελλάδα αλλά και στη Μάχη της Πέτρας. Μετά από αυτήν, «χιλιάδες απλήρωτοι Αλβανοί μισθοφόροι υπό τους δερβεναγάδες του βιλαετιού των Τρικάλων αδελφούς Αρσλάν, Καπλάν και Ρακούμ μπέη αποχωρώντας από τη Στερεά Ελλάδα είχαν πλημμυρίσει τη Δυτική Θεσσαλία και εκτραπεί σε φοβερές καταπιέσεις σε βάρος των κατοίκων της περιοχής, όπως άλλωστε μας πληροφορεί “ενθύμησις” του ναού του Αγίου Νικολάου Τρικάλων. Οι Τρικαλινοί αναγκάστηκαν τελικά να πληρώσουν 600.000 γρόσια, για να φύγουν οι επιδρομείς απ’ εκεί και να ορμήσουν έπειτα στην Τσαρίτσανη, Ελασσόνα και Κοζάνη.»152
Πηγές
«Ἐδῶ κάμνω ἐνθύμησιν ὅτι εἰς τοὺς 1828, Ὀκτωβρίου 29, ὅταν ἦτον τερβέναγας εἰς τὸ βιλαέτι τοῦ Τρικάλου ὁ Ἀσλαμπήμης καὶ ὁ Καπλάμπεης καὶ ὁ Ρακουμπέης ἦτον καὶ τὰ τρία ἀδέλφια· ἦτον ἀπὸ τὴν Ἀλβανιτιάν· καὶ ἐμπῆκαν τερβεναγάδες καὶ ἦλθεν ὁ καιρός τους διὰ νὰ ἔβγουν ἀπὸ τὴν τιμὴν (δηλαδή το αξίωμα του δερβέναγα) καὶ αὐτοὶ λέγουν ὅτι δὲν ἐβγαίνομεν, διότι θέλομεν 170 πουγκιά,153 διὰ νὰ ἔβγομεν. Καὶ εἶχαν τὸ ἀσκέρι τους χωρίς λουφὲν χρόνον καιρὸν ἀπλήρωτον. Καὶ ἤθελαν νὰ τοὺς πληρώσῃ τὸ ἀσκέρι τους καὶ τότε πηγαίνουν καὶ πιάνουν τὸ κάστρον (εννοείται των Τρικάλων) καὶ συνάζουν ὅλον Λιάπηδες (δηλαδή Αλβανούς) ἕως πόσους νὰ εἴπω, ἕως τεσσαράκοντα χιλιάδες154 ἦτον καὶ ἐγέμισεν ὅλος ὁ τόπος καὶ τοὺς ἀπόλυσαν,155 διὰ νὰ κάμνουν ζημίες εἰς τὸν κόσμον. Καὶ τοὺς λέγουν “κάνετε οἷον θέλετε”. Καὶ αὐτοὶ κοντά, ὡσὰν ἐπῆραν τὸ ἰτζίνι156 καὶ ἔκαμναν ὅπως ἤξευραν, ἔβγαιναν ἔξω εἰς τὸ παζάρι οἰ ἄνθρωποι καὶ τοὺς ἔπιαναν καὶ τοὺς ξεμπλέτζωναν157 καὶ γρόσια τοὺς ἔπαιρναν καὶ ἐμὲ τότε μοὶ ἐπῆραν ἕνα φέσιον ἀπὸ τὴν κεφαλήν μου καὶ πάει· καὶ ἔδωκαν οἱ ἄνθρωποι γρόσια χιλιάδες 600 καὶ ἕως ὅπου ἂν δὲν τὰ ἔπαιρναν δὲν ἐσηκώνονταν.»158
«Ἔτους 1829, θύμησιν ὅταν ἔγινε ἀκρίβεια μεγάλη καὶ δὲν ηὕβρισκαν ὁ κόσμος νὰ πάρουν· τὸν κιρὸν (καιρὸν) ὁποῦ ἦταν ὁ Ἀσλάμπεης δερβέναγας καὶ ἦρθε ὁ Καραφὶλ μπέης καὶ ὁ Ἀσλάμπεης δὲν βγαίνει ἀπὸ τὰ Τρίκαλα καὶ πάισει γρόσια 40 τὸ λουτζέκι.159»160
1829: Γάμος Χατζηπέτρου με Ειρήνη Στορνάρη
Μόλις τελείωσε ο ελληνοτουρκικός πόλεμος που ξεκίνησε με την επανάσταση του 1821, «περὶ τὸ 1829»161 ο τριανταπεντάχρονος Χριστόδουλος Χατζηπέτρος «ἦλθεν εἰς γάμον μετὰ τῆς ἀξίας τῶν τε φυσικῶν καὶ τῶν ἠθικῶν του πλεονεκτημάτων Εἰρήνης, θυγατρὸς τοῦ ἐν Μεσολογγίῳ ἐνδόξως πεσόντος ἀνδρείου στρατηγοῦ Νικολάου Στορνάρη, ἐξ ἧς ἔσχε καὶ ἄλλα μέν τινα τέκνα, ἀλλὰ δύο μόνον ἐπιζῶσι.»162
Θυμίζουμε ότι κάποια στιγμή μέσα στη δεύτερη δεκαετία του 19ου αιώνα ο Χατζηπέτρος, όπως είδαμε, «ἦτον ὑπανδρευμένος τὴν θυγατέραν τοῦ προεστοῦ Οἰκονόμου ἀπὸ Κλινοβόν» ή ίσως αρραβωνιασμένος / λογοδοσμένος, και η σύζυγος του Νικολού Στορνάρη, η Δραμιζιώτισσα Μαρία, έκανε από τότε προσπάθειες να τον παντρέψει με την κόρη της Ειρήνη, την οποία και ο Χατζηπέτρος ήθελε.163
Η Ειρήνη μάλιστα είχε γίνει μήλο της έριδας μεταξύ πολλών.
«Ὁ κύριος Γούσιος ἐζήτησεν τὴν θυγατέραν τοῦ Στορνάρη Εἰρήνην εἰς τὸν υἱόν του Πετράκην, ὅστις ἦτον εἰς τὴν Βιέννην· ἐστοχάσθη, ὅταν συνδεθῇ μὲ ἓν τοιοῦτον συνοικέσιον, νὰ ὠφεληθῇ.»164
Ο Νικολός Στορνάρης όμως αντέδρασε, γιατί παλαιότερα δεν τον ήθελαν οι Χατζηπετραίοι τον ίδιο για γαμπρό τους.165 Προσπάθησε να παντρέψει την Ειρήνη με τον Γιαννάκη Ράγκο, μετά με τον Ανδρέα Ίσκο και τέλος «μὲ τὸν υἱὸν τοῦ Γεωργίου Βαρνακιώτου, ὅστις ἐφονεύθη παρὰ τῆς πεσούσης οἰκίας του.»166 Μάλιστα, όλες αυτές οι προσπάθειες γινόταν σε δύσκολες συγκυρίες, ακόμα και κατά την περίοδο της πολιορκίας του Μεσολογγίου!
Ο Χριστόδουλος Χατζηπέτρος όλο αυτό το διάστημα διεκδικούσε την Ειρήνη για τον εαυτό του, αλλά ο Στορνάρης τού έλεγε: «“Χριστόδουλε, παιδί μου, εἶναι καὶ αὐτός, καὶ ἐσύ· καὶ ἔχω καὶ διὰ ἐσένα κορίτσι.” Ὁ Χριστόδουλος ἐννοήσας τὴν πρότασιν λέγει: “Ὑγεία νὰ εἶναι, καὶ αὐτὰ εἶναι τῆς τύχης πράγματα.”»167
Τελικά, μετά από τον θάνατο του Νικολού Στορνάρη, ο Χριστόδουλος Χατζηπέτρος, κάποια στιγμή πριν από τις 11 Ιουνίου 1828,168 κατόρθωσε να αρραβωνιαστεί την εκλεκτή της καρδιάς του Ειρήνη, την οποία μετά από ένα χρόνο παντρεύτηκε.
Πηγές
«Μόλις ἀποκατασταθέντων τῶν πραγμάτων περὶ τὸ 1829, ὁ Χριστόδουλος Χατζῆ Πέτρος ἦλθεν εἰς γάμον μετὰ τῆς ἀξίας τῶν τε φυσικῶν καὶ τῶν ἠθικῶν του πλεονεκτημάτων Εἰρήνης, θυγατρὸς τοῦ ἐν Μεσολογγίῳ ἐνδόξως πεσόντος ἀνδρείου στρατηγοῦ Νικολάου Στορνάρη, ἐξ ἧς ἔσχε καὶ ἄλλα μέν τινα τέκνα, ἀλλὰ δύο μόνον ἐπιζῶσι.»169
«Λημεργιάζοντες μία τῶν ἡμερῶν εἰς Κόρμπον, ὁ κύριος Γούσιος ἐζήτησεν τὴν θυγατέραν τοῦ Στορνάρη Εἰρήνην εἰς τὸν υἱόν του Πετράκην, ὅστις ἦτον εἰς τὴν Βιέννην· ἐστοχάσθη, ὅταν συνδεθῇ μὲ ἓν τοιοῦτον συνοικέσιον, νὰ ὠφεληθῇ. Ὁ Στορνάρης τὸ ἀπέφυγεν ἐπὶ λόγῳ ὅτι: “Ὅταν ὁ πατήρ μου ἐζήτησεν ἀπὸ τὴν οἰκογένειάν των, δὲν καταδέχθησαν νὰ δώσουν μίαν ἀδελφήν των διὰ ἐμένα· τώρα δὲν δέχομαι κὶ ἐγὼ νὰ δώσω οὔτε σκῦλον, ὄχι κόρην μου. (…) Ἡ Μαρία, σύζυγος τοῦ Στορνάρη, ἐπιθυμοῦσεν νὰ συνδεθοῦν μὲ αὐτὸ τὸ σπίτι, ἔχουσα μέρος καὶ αὐτὴ ἀπὸ πατέραν προεστόν· εὕρισκεν ἁρμόδιον τὸν Χριστόδουλον, πλὴν ἦτον ὑπανδρευμένος τὴν θυγατέραν τοῦ προεστοῦ Οἰκονόμου ἀπὸ Κλινοβόν, καὶ εὕρισκεν δυσκολίας. Ἐπειδὴ ὁ κύριος Γούσιος ἀπότυχεν ἀπὸ αὐτοῦ, ἔδωσεν μίαν ἀνεψιάν του εἰς τὸν ἀδελφὸν τοῦ Στορνάρη, τὸν Μῆτρον, καὶ οὕτως ἑνώθησαν αἱ δύο τοῦται οἰκογένειαι καὶ διακεκριμένως ἀντιφερόμεναι.»170
«Ὁ Στορνάρης, ἔχων πραγματοποιημένον τὸ συνοικέσιον τῆς κόρης του Εἰρήνης μετὰ τοῦ Ἀνδρέα Ἴσκου. (…) Ὁ Χριστόδουλος, ὅστις ἐνεργοῦσεν τοῦτο τὸ συνοικέσιον διὰ τὸν ἑαυτόν του, μέσω τῆς συζύγου Στορνάρη Μάρως, πρὸ καιροῦ, ἀπὸ τὴν ἀπόφασιν αὐτὴν αἰσθάνθη τὴν τελείαν ἔκβασιν.171 Τὸν εἶπεν ὁ Στορνάρης ἰδιαιτέρως, διὰ νὰ τὸν ἠσυχάση: “Χριστόδουλε, παιδί μου, εἶναι καὶ αὐτός, καὶ ἐσύ· καὶ ἔχω καὶ διὰ ἐσένα κορίτσι.” Ὁ Χριστόδουλος ἐννοήσας τὴν πρότασιν λέγει: “Ὑγεία νὰ εἶναι, καὶ αὐτὰ εἶναι τῆς τύχης πράγματα.»172
«Ὁ Χριστόδουλος, ἔχων κλίσιν, πρὸ καιροῦ, εἰς τὴν μεσαίαν Εἰρήνην, ἥτις ἦτον κάποτε μνηστευμένη μὲ τὸν Ῥάγκον, καὶ ἔπειτα ἐμνηστεύθη μὲ τὸν Ἀνδρέαν Ἴσκου, καὶ ἐσχάτως μὲ τὸν υἱὸν τοῦ Γεωργίου Βαρνακιώτου, ὅστις ἐφονεύθη παρὰ τῆς πεσούσης οἰκίας του.»173
«Ὁ Στρατάρχης, διὰ νὰ ἐνισχύσῃ τὴν Χιλιαρχίαν τοῦ Εὐμορφοπούλου, ἡ ὁποία τὴν 11ην Ἰουνίου ὡρκίσθη, ἐζήτησεν τὴν προσκολλημένην εἰς τὴν Χιλιαρχίαν τοῦ Χατζηπέτρου ἑκατονταρχίαν τοῦ Εὐθυμίου Νικολοῦ Στορνάρη νὰ τὴν ἑνώσῃ μὲ ἐκείνην. Ὁ Χριστόδουλος Xατζῆ Πέτρου ὅμως, ἐπειδὴ εἶχεν ἀρραβωνιασθῇ τὴν Εἰρήνην Στορνάρη αὐταδελφήν του, ἐπιθυμοῦσεν νὰ ἀποσπάσῃ ἄλλην μίαν ἐκ τῶν ἑκατονταρχιῶν τῆς Χιλιαρχίας του ὁλόκληρον καὶ νὰ συμπεριλάβῃ τὴν περιπλέον ἑκατονταρχίαν τοῦ Εὐθυμίου ἐντὸς ἀντὶ τῆς ἀποσπασθείσης. Οἱ πεντακοσίαρχοι ὅμως, εὐαρεστημένοι ἀπὸ τοὺς ἑκατοντάρχους των, δὲν ἐνέδιδον εἰς τοῦτο καὶ ἐμπόδιζον τὸν Στρατάρχην νὰ ἐνεργήσῃ τὴν αἴτησίν του.»174
1830–29 Οκτωβρίου 1869
Ο Χριστόδουλος Χατζηπέτρος πέθανε τελικά στα 1869. Μέχρι τότε, έκανε πολλές ενέργειες για την απελευθέρωση της Θεσσαλίας και την ενσωμάτωσή της στον ελληνικό εθνικό κορμό, με κορυφαία την περίφημη μάχη της Καλαμπάκας στα 1854. Επειδή όμως στα 2024 συμπληρώνονται 170 έτη από τη σημαδιακή εκείνη χρονιά και μάχη κι επειδή ο Δήμος Καλαμπακιωτών —εσχάτως Μετεώρων— δεν έχει τιμήσει κατ’ ουδένα τρόπο το γεγονός, με αποτέλεσμα να είναι άγνωστο στους περισσότερους Καλαμπακιώτες, ευελπιστούμε σε τρία χρόνια να συμπληρώσουμε όσα τώρα εσκεμμένα παραλείπουμε.
Υποσημειώσεις
- Beaujour 1974, 257–258. ↩
- Αρκεί να αντικαταστήσουμε τις χώρες του εξωτερικού με την Αυστρία. ↩
- Το σημερινό Νεραϊδοχώρι (Σπανός Β. 2000 (Οικισμοί), 207–209) στη θέση 39.528570, 21.437728 και σε υψόμετρο 1200 μ. Το τοπωνύμιο Βετερνίκο ετυμολογείται από το πρωτοσλαβικό *Větrenikъ (Vasmer 1941, 86–87) (πβ. σλαβικό ве̏тар / vȅtar: άνεμος) κι αυτό από το πρωτοσλαβικό *větrъ (άνεμος), από την πρωτοϊνδοευρωπαϊκή *h₂weh₁-: φυσώ, απ’ όπου και η αρχαιοελληνική ἄελλα (ανεμοθύελλα, ανεμοστρόβιλος). Στο πρωτοσλαβικό θέμα *větrъ προστέθηκε η σλαβική κατάληξη -ник / -nik < πρωτοσλαβική *-(ь)nikъ (*-ьnъ + *-ikъ), επίθημα που προσαρτάται σε αρσενικό ουσιαστικό και δημιουργεί ένα τοπωνύμιο (ή επάγγελμα, αντικείμενο, εργαλείο ή χαρακτηριστικό). Άρα, το τοπωνύμιο θα μπορούσε να αποδοθεί στα ελληνικά σαν «ανεμώδης, ἠνεμόεις / ἀνεμόεις». Το νεότερο όνομα Νεραϊδοχώρι δόθηκε στα 1930 από το γειτονικό όρος Μπουντούρα (στη θέση 39.573158, 21.449923, με υψόμετρο 2074 μ.) στα βορειοανατολικά του, που έχει και την ονομασία Νεράιδα (έτσι το γνωρίζει / ονομάζει και ο Γάλλος περιηγητής Heuzey (1991, 132, Heuzey 2010, 181) στα 1858). Για μια ενδεκαετία περίπου, από τα 1959 το χωριό πήρε την ονομασία Χατζηπέτριο, ενώ στα 1970 ξαναονομάστηκε Νεραϊδοχώρι. ↩
- Heuzey 1991, 131, Heuzey 2010, 181. ↩
- Γούδας Η 1876, 299–300. ↩
- Υπάρχει βέβαια περίπτωση και πριν από τον γερο–Χατζηπέτρο οι Χατζηπετραίοι να ήταν προεστοί της περιοχής. Για 200 χρόνια εξουσίας κάνει λόγο —μάλλον με μεγάλη δόση υπερβολής— ο βιογράφος τους και ιατρός Αναστάσιος Γούδας: «Τοῦ Χριστοδούλου Χατζῆ Πέτρου ἡ οἰκογένεια ἦτο, φαίνεται, πρὸ πολλῶν ἐτῶν μία τῶν διαπρεπουσῶν ἐν τῇ κωμοπόλει Βιτερνίκου τοῦ Ἀσπροποτάμου· ἀρχηγὸς αὐτῆς ὑπῆρξεν ὁ Χατζῆ Πέτρος, διάσημος προεστὼς τοῦ τμήματος ἐκείνου. Τὸ ἀξίωμα δὲ τοῦτο διετηρήθη ἐπὶ διακόσια περίπου ἔτη κληρονομικὸν ἐν τῇ οἰκογενείᾳ ταύτῃ καὶ μέχρι τοῦ 1813· τότε δὲ ὁ Ἀλῆ πασᾶς ἀφῄρεσε τοῦτο· ἀλλ’ ὁ ἀπόγονος τοῦ Χατζῆ Πέτρου καὶ πατὴρ τοῦ Χριστοδούλου Γεώργιος δὲν εἶχεν ἀνάγκην τοῦ ἀξιώματος, ἵνα ζῇ μεγαλοπρεπῶς.» Γούδας Η 1876, 299–300. ↩
- Παππού του Νικολού Στορνάρη. Βλιώρας 2021 (Στορνάρης). ↩
- «Έτσι, με τα μέτρα της τότε εποχής, το Ασπροπόταμο εθεωρείτο πλούσια περιοχή, με τις κατοικίες του, τα κοπάδια, τις βιοτεχνίες, το εμπόριο. Για όλα όμως αυτά χρειάζονταν και η συγκατάθεση του Τούρκου κατακτητή, γιατί η κτηνοτροφία τον χειμώνα είχε ανάγκη από χειμαδιά, που βρίσκονταν στον κάμπο, που τον ήλεγχε ο κατακτητής, το δε εμπόριο είχε ανάγκη από ησυχία και ασφάλεια, για να προκόψει. Όλα αυτά αποτέλεσαν και το μέσο πιέσεως των Τούρκων προς τους αρματολούς και τους προεστούς του Ασπροποτάμου και τους ανάγκαζαν να καταφεύγουν σε διπλωματικούς χειρισμούς, καμιά φορά δε και στα λεγόμενα “καπάκια”, για να σώζουν κάθε τόσο την κατάσταση και για να μπορέσουν να επιζήσουν. Σ’ αυτούς τους ελιγμούς αριστοτέχνες αποδείχτηκαν οι Στορναραίοι και οι Χατζηπετραίοι, που όλα όμως αυτά αργότερα δεν τους εμπόδισαν να γίνουν αρχηγοί της Επαναστάσεως στο Ασπροπόταμο και, μετά την αποτυχία τής εκεί επαναστάσεως, να συνεχίσουν τον αγώνα στη Νοτιότερη Ελλάδα.» Γιαννούλης 1980 (Αγωνιστές), 53–54. ↩
- Προσωνύμιο μουσουλμάνων και χριστιανών: αυτός που έχει επισκεφτεί για προσκύνημα τους Αγίους Τόπους (< τουρκική hacı < αραβική حج (ḥajj): το προσκύνημα που οφείλει να κάνει κάθε μουσουλμάνος στη Μέκκα) ↩
- «Ἅπαντας τοὺς υἱοὺς αὐτοῦ ἐξεπαίδευσε, φαίνεται, ὁ Γεώργιος καὶ δι’ ὅσων ἐδύνατο τότε γραμμάτων· καὶ τὸν μὲν πρεσβύτερον, Σταθάκην, εἶχε παρ’ αὐτῷ.» Γούδας Η 1876, 300–301. ↩
- «Ἐν ταῖς κορυφαῖς τοῦ Πίνδου κὶ ἐν ταῖς πρός τε τὴν Θεσσαλίαν, τὴν Ἤπειρον, τὴν Ἀλβανίαν καὶ τὴν Μακεδονίαν κλιτύσιν αὐτοῦ ἀπὸ ἀμνημονεύτων χρόνων κατοικεῖ φυλή τις χριστιανική, ὅλως ἰδιάζουσα. Ἡ φυλὴ αὐτὴ καθ’ ἅπαντα μὲν τὰ λοιπὰ ἐξωμοιώθη ταῖς λοιπαῖς χριστιανικαῖς ἐκεῖ φυλαῖς· ὁμιλεῖ ὅμως πρὸς τὴν νεοτέραν ἑλληνικὴν γλῶσσαν καὶ τὴν Βλαχικήν. Ὑπερτερεῖ δὲ τὰς λοιπὰς φυλὰς κατὰ τὸ ἐργατικόν, τὸ ῥωμαλαῖον, τὸ σχεδὸν ἀθλητικὸν τοῦ τε σώματος καὶ τοῦ ἤθους καὶ τὸ μακρόβιον. Ἐν ἡλικίᾳ ἑκατὸν δέκα ὀκτὼ ἐτῶν ἀπεβίωσεν ὁ πάππος τοῦ στρατηγοῦ Χριστοδούλου, καὶ ἐν ἡλικίᾳ ἑκατὸν καὶ τεσσάρων ὁ πατὴρ Γεώργιος. Οὐδόλως δὲ καθυστερεῖ ἡ φυλὴ αὕτη τῶν λοιπῶν ἐν Ἠπείρῳ καὶ Θεσσαλίᾳ κατά τε τὸν πατριωτισμὸν καὶ τὸ φιλελεύθερον φρόνημα.
Ὥσπερ ἐκπληκτικά εἰσι τὰ παραδείγματα τοῦ πατριωτισμοῦ τε καὶ ἡρωισμοῦ τῶν λοιπῶν Ἠπειρωτῶν, τῶν μὴ ἀνηκόντων τῇ φυλῇ ταύτῃ, οἷον τῶν Ζωσιμάδων, τοῦ Καπλάνη, τοῦ Ἀρσάκη, τῶν Ῥιζαρῶν καὶ ἁπάντων τῶν Σουλιωτῶν, οὕτως ἐκπληκτικά εἰσι κὶ ἐκεῖνα τῶν τῇ φυλῇ ταύτῃ ἀνηκόντων, οἷον τὰ τῶν δύο Στορνάρη, μεγάλου τε εὐεργέτου καὶ στρατηγοῦ, τὰ τῶν Τοσίτζα, τὰ τοῦ Κωλέττου, τὰ τοῦ Αβέρωφ, τὰ τοῦ Χατζῆ Πέτρου καὶ ἄλλων. Καὶ τὰ μὲν ἄλλων τινῶν ἀφηγήθημεν ἤδη ἐν τοῖς οἰκείοις βίοις. Τοῦ τελευταίου δὲ τούτου ἀφηγηθησόμεθα ἐνταῦθα.» Γούδας Η 1876, 299. ↩
- Κασομούλης Α, 24. ↩
- Κασομούλης Α, 87, Κασομούλης Α, 314. ↩
- Βλιώρας 2021 (Στορνάρης). ↩
- Κασομούλης Α, 259. ↩
- Το σημερινό Βαθύρεμα (Σπανός Β. 2000 (Οικισμοί), 187–188) στη θέση 39°26’36.2″N 21°24’45.1″E και σε υψόμετρο 950 μ. ↩
- Το σημερινό Παράμερο (Σπανός Β. 2000 (Οικισμοί), 195–196) στη θέση 39°27’43.4″N 21°25’54.5″E και σε υψόμετρο 1000 μ. ↩
- Γούδας Η 1876, 300. ↩
- «Τα χωριά όλα αυτά της περιφέρειας δεν είχαν καταστραφεί, όπως άλλα κατά την εισβολή των Αρβανιτών, αρχές του 1821.» ↩
- Κασομούλης Α, 259. ↩
- Γούδας Η 1876, 301. ↩
- Γούδας Η 1876, 301. ↩
- «Στο Βετερνίκο, θέλοντας να αποφύγω τη σύντομη μεσημεριανή μας στάση, τις αργοπορίες του επίσημου καταλύματος, πηγαίνω κατευθείαν στο καλύτερο σπίτι που, για την ακρίβεια, κατοικεί η ίδια η αδελφή του Χατζηπέτρου. Η κ. Διματίνα (sic) μόλις είχε έρθει να περάσει το καλοκαίρι στο χωριό των προγόνων της, περιστοιχισμένη από μερικές ανιψιές, μεγάλα κορίτσια που δεν έχουν τίποτα από την ελληνική ομορφιά.» Heuzey 1991, 131, Heuzey 2010, 180–181. ↩
- Υποπτευόμαστε ότι οι γονείς Γούσιος και Ξανθή μάλλον για χρόνια δεν μπορούσαν να αποκτήσουν κορίτσι, και γι’ αυτό πρέπει να έκαναν κάποιο τάμα. Γεννήθηκε όμως ο Χριστόδουλος, και σαν ταμένος που ήταν, πρέπει να του έδωσαν τέτοιο όνομα, αν και το όνομα Χριστόδουλος απαντά και σε άλλες περιπτώσεις στη Θεσσαλία (στην βαρλααμίτικη πρόθεση 215 βρίσκουμε 7 Χριστόδουλους. Σπανός Κ. 1993β (215), 114, 122). Στη συνέχεια —ενδεχομένως— απέκτησαν και την κόρη τους. Τα παραπάνω είναι μια απλή υπόθεση. ↩
- Ήταν δηλαδή συνομήλικος με τον Γρηγόρη Λιακατά. Βλιώρας 2021 (Λιακατάς). ↩
- Γούδας Η 1876, 301. ↩
- Είχε εντυπωσιάσει, μεταξύ άλλων, και την εντυπωσιακή κόμισσα Jane Elizabeth Digby με την περιπετειώδη ζωή της… ↩
- Τον Χριστόδουλο Χατζηπέτρο. ↩
- Ο Ηρακλής του Φαρνέζε (Ercole Farnese) είναι ένα άγαλμα του Ηρακλή σε υπερφυσικό μέγεθος (3,17 μ. ύψος) που κατασκευάστηκε από κάποιον γλύπτη Γλύκωνα τον 3ο αιώνα π.Χ. και ήταν αντίγραφο ενός άλλου αγάλματος του γλύπτη Λύσιππου, του 4ου αιώνα π.Χ. Κάποια στιγμή βρέθηκε στη συλλογή του καρδινάλιου Alessandro Farnese, εγγονού του πάπα Παύλου του Γʹ. ↩
- Heuzey 1991, 131, Heuzey 2010, 180. ↩
- Γούδας Η 1876, 300, Γιαννούλης 1992 (Χατζηπέτρος), 34. ↩
- Γούδας Η 1876, 300–301. ↩
- Βλιώρας 2021 (Στορνάρης). ↩
- Κασομούλης Α, 318. ↩
- «Ο συγγραφέας διέγραψε τη φράση “24–25 χρονῶν”.» Κασομούλης Α, 315, υποσημείωση 8. ↩
- Κασομούλης Α, 315. ↩
- Κουτάλα (χουλιάρι < ελληνιστική κοινή κοχλιάριον). ↩
- Είδος (πηχτής) σούπας (< τουρκική çorba < περσική شوربا (shōrbā: χυλός, χορτόσουπα, σούπα). ↩
- Κασομούλης Α, 318. ↩
- «Που συνεργάζονταν εμπορικώς με τον μεγαλοτραπεζίτη Σερρών Εμμανουήλ Παππά.» Γιαννούλης 1992 (Χατζηπέτρος), 34–35. ↩
- Η σημερινή κροατική πόλη Ριέκα, που στα ιταλικά λεγόταν (και λέγεται) Fiume, στη θέση 45°19′38″N 14°26′28″E. ↩
- Γούδας Η 1876, 301–302. ↩
- Γούδας Η 1876, 301. ↩
- Γούδας Η 1876, 301–302. ↩
- Γούδας Η 1876, 302. ↩
- Τα Κούτσενα βρίσκονται 18 περίπου χιλιόμετρα νοτιοανατολικά του Βετερνίκου, μια απόσταση που καλύπτεται σε τέσσερις περίπου ώρες ποδαρόδρομου. ↩
- Κασομούλης Α, 321. ↩
- Υποθέτουμε πως ήταν ιερέας και ίσως είχε το εκκλησιαστικό αξίωμα του «οἰκονόμου», δηλαδή του υπεύθυνου της οικονομικής διαχείρισης ναού ή μοναστηριού. ↩
- Γιαννούλης 1980 (Αγωνιστές), 87. ↩
- Γιαννούλης 1980 (Αγωνιστές), 86. ↩
- «Στα 1819, σε ηλικία δηλαδή 74 ετών, (ο Νάσιος Μάνδαλος) μυήθηκε στη Φιλική Εταιρεία με άλλους αρματολούς, από τον γραμματικό, τότε, του Αλή πασά Χριστόδουλο Χατζηπέτρο.» Σπανός Κ., Κλεφταρματολοί, 2005, 257. ↩
- Γούδας Η 1876, 302–303, Γιαννούλης 1992 (Χατζηπέτρος), 33. ↩
- Γούδας Η 1876, 303. ↩
- «Με την έναρξη της Επανάστασης στο Ασπροπόταμο, ο Χριστόδουλος Χατζηπέτρος δημιουργεί με δικά του έξοδα και τον πρώτο του νταϊφά, δηλαδή το πρώτο του κλέφτικο σώμα υπό την οδηγίαν του, γιατί ο Χριστόδουλος δεν προερχόταν από τους ανθρώπους των όπλων, όπως ο Στορνάρης και Γρηγόρης Λιακατάς, που και οι δυο τους ήταν οι επίσημοι αρματολοί του Αλή πασά στο Ασπροπόταμο. Αυτός θα χριστεί οπλαρχηγός με τους αγώνες του κατά την διάρκεια της Επανάστασης. Και γι’ αυτό ο πρώτος του νταϊφάς συγκροτείται από συγγενείς του, συγχωριανούς τους ή από άλλα ασπροποταμίτικα χωριά και φροντίζει επίσης ο ίδιος για όλες τις ανάγκες των στρατιωτών, που μαζεύτηκαν γύρω του, μια που δεν υπάρχει επιμελητεία, όπως στους σύγχρονους στρατούς.» Γιαννούλης 1992 (Χατζηπέτρος), 35. ↩
- Χωριό (Σπανός Β. 2000 (Οικισμοί), 478–479) στη θέση 39°33’53.5″N 21°35’25.0″E και σε υψόμετρο 300 μ. ↩
- Το χωριό Πρόδρομος απέχει από τα Τρίκαλα 21 χιλιόμετρα που καλύπτονται σε τέσσερις ώρες πορείας και από το Βετερνίκο (Νεραϊδοχώρι) 36 περίπου χιλιόμετρα που καλύπτονται σε 7 ώρες πορείας. ↩
- Γούδας Η 1876, 303–304. ↩
- Το χωριό Βανακούλια (Σπανός Β. 2000 (Οικισμοί), 192–193), στη θέση 39.689605 21.551904 και σε υψόμετρο 500 μ. ↩
- Γούδας Η 1876, 304. ↩
- Βλιώρας 2021 (Στορνάρης). ↩
- Σκαφιδάς 1958, 95. ↩
- Βλιώρας 2021 (Στορνάρης). ↩
- Το τοπωνύμιο Ναβαρίνο (σημερινή Πύλος) ονομάστηκε έτσι από το μεσαιωνικό τοπωνύμιο Ἀβαρῖνος («εἰτ’ ἀπ’ ἐκεῖσε διέβη καὶ εἶδε καὶ τὴν Μεθώνην, εἶτα εἰς τὴν Πύλον καὶ τὸν Ἀβαρῖνον.» Γεώργιος Σφραντζής, Χρονικό, 40, 11, 5–6) κι αυτό πήρε τ’ όνομά του από την πρωτοσλαβική λέξη *Avorьnъ (Vasmer 1941, 160) < *avorьnъ < *avorъ (σφενδάμι· πβ. σλαβική λέξη ја̏вор: σφενδάμι) + πρωτοσλαβικό επίθημα *-ьnъ < πρωτοϊνδοευρωπαϊκό *-nós, οπότε δεν εμπλέκεται η λέξη ναῦς, ώστε να γράφεται με –υ–. Γι’ αυτό και το γράφουμε Ναβαρίνο. Το Νιόκαστρο βρίσκεται στη θέση 36°54’43.6″N 21°41’29.1″E. ↩
- «Ο Χριστόδουλος Χατζηπέτρος με τους δικούς τους στη Ρούμελη ενώθηκε με τα στρατεύματα του Καραϊσκάκη. Εκεί ο σπουδαιότερος παράγοντας της περιοχής ήταν ο Κωλέττης, συγγενής του Χατζηπέτρου.» Γιαννούλης 1992 (Χατζηπέτρος), 37. ↩
- Κασομούλης Β, 49. ↩
- Κασομούλης Β, 47–48. ↩
- «Σκάλαν Λεονταρίου.» ↩
- Κασομούλης Β, 48. ↩
- Κασομούλης Β, 49. ↩
- Γούδας Η 1876, 304. ↩
- Γούδας Η 1876, 304. ↩
- Κασομούλης Β, 128. ↩
- Ἑλληνικὰ Χρονικά, ἔτος βʹ, 16.09.1825, σελ. 98. ↩
- Νησίδα στην ομώνυμη μεσολογγίτικη λιμνοθάλασσα και στη θέση 38°20’57.2″N 21°26’09.0″E. «Η Κλίσοβα, επειδή παρετυμολογείται από το κλείνω, ορθογραφείται συνήθως με –ει–: Κλείσοβα. Προέρχεται όμως από την σλαβική клучов κι αυτή από τη σλαβική кљу̑ч / ključ, καθώς και την σλαβική κατάληξη -о̀ба / -òba. Άρα, σύμφωνα με τις αρχές που εκθέσαμε, θα πρέπει να γράφεται με –ι–: Κλίσοβα.» Βλιώρας 2021 (ετυμολογικά), 20–21. ↩
- Ιστορία ΙΒ 1975, 411–412. ↩
- Κασομούλης Β, 230. ↩
- Γούδας Η 1876, 304–305. ↩
- Κασομούλης Β, 128. ↩
- Η Κλίσοβα βρίσκεται ανατολικά της νησίδας Βασιλάδι. ↩
- Κουτσονίκας Β 1864, 276. ↩
- Κασομούλης Β, 196. ↩
- «Το διαλεχτό Σώμα.» ↩
- «Από το ανατολικό προς το Μποχόρι και το δυτικό προς τη Μαρμαρού.» ↩
- «Το ότι, αν και φρούραρχος της Κλίσοβας, δεν πήγε βοήθεια, από φόβο τάχα.» ↩
- Κασομούλης Β, 230. ↩
- Κασομούλης Β, 233. ↩
- Σάββατο, 22 Απριλίου, προς Κυριακή, 23 Απριλίου, με το Γρηγοριανό Ημερολόγιο. ↩
- Γούδας Η 1876, 305–306. ↩
- Κασομούλης Β, 283, υποσημείωση 3. ↩
- Καλαντζής 1963, τ. βʹ, 185–186. (στο Γιαννούλης 1992 (Χατζηπέτρος), 41–42) ↩
- Λιγότερους είχε μαζί του ο Χατζηπέτρος, περίπου 70. Ακόμα κι αν προστεθούν και οι άνδρες του Στορνάρη —αν και μετά από την Έξοδο ενώθηκαν τα δύο σώματα—, πάλι υπερβολικός φαίνεται ο αριθμός 400. Αν προσθέσουμε και τα γυναικόπαιδα που ενδεχομένως συνόδευαν, τότε δεν στέκει η φράση «τετρακοσίων ἀνδρείων πολεμιστῶν». ↩
- Της ομώνυμης ντάπιας / προμαχώνα, στα νοτιοανατολικά του μεσολογγίτικου τείχους. ↩
- Ο Κασομούλης, που γνωρίζει τα πράγματα καλύτερα, μιλάει για 17–20 διασωθέντες. ↩
- Γούδας Η 1876, 305–306. ↩
- 38°35’56.4″N 21°52’01.2″E. ↩
- Κασομούλης Β, 288. ↩
- Κασομούλης Β, 288. ↩
- Στον Νικόλαο Κασομούλη. ↩
- Κασομούλης Β, 283. ↩
- Κασομούλης Β, 290–291. ↩
- Κασομούλης Β, 292. ↩
- Μεταξάς 1878, 209–210. ↩
- Μεταξάς 1878, 213. ↩
- Ιστορία ΙΒ 1975, 426–427. ↩
- Φυσικά το τοπωνύμιο Αράχοβα, ως προερχόμενο από τη σλαβική о̀рах (òrah: καρυδιά· < πρωτοσλαβική *orěxъ (καρύδι, καρυδιά), με το πρωτοσλαβικό επίθημα *-ovъ) γράφεται με –ο–. Το ίδιο και το Ράχοβο, όπως για παράδειγμα το χωριό με το σημερινό όνομα Καστανιά (Σπανός Β. 2000 (Οικισμοί), 484–485), ανατολικά των Κούτσενων και στη θέση 39.450232, 21.539006. ↩
- Ιστορία ΙΒ 1975, 427. ↩
- Γούδας Η 1876, 306. ↩
- Δηλαδή Βλάχο μπέη, καθότι ο Χατζηπέτρος ήταν βλάχος. ↩
- Γούδας Η 1876, 306. ↩
- «Ὁ Χριστόδουλος Xατζῆ Πέτρος ἔλαβεν ἄδειαν 3 ἡμερῶν νὰ πηγαίνῃ εἰς Σαλαμῖνα νὰ κοιτάξῃ τοὺς λογαριασμοὺς τοῦ Καραϊσκάκη καὶ νὰ συνάξῃ τὰ πράγματά του, διότι εἰς ἐτοῦτον ἐμπιστεύοντο περισσότερον οἱ ἐπιστήθιοί του καὶ συγγενεῖς. (…) Ἐπέστρεψεν ἀπὸ Σαλαμῖνα, καὶ μὲ τὴν ἐπιστροφήν του ὅλοι τὸν ἐσεβάσθημεν περισσότερον.» Κασομούλης Β, 537, 539. ↩
- Κασομούλης Β, 508. ↩
- Γούδας Η 1876, 306. ↩
- Δικαίωση, ικανοποίηση (< τουρκική hak (δικαιοσύνη) < αραβική حَقّ: ḥaqq· αλήθεια). ↩
- Κασομούλης Β, 507–508. ↩
- Με ψήφισμα της 4ης Μαΐου 1827. Ιστορία ΙΒ 1975, 427. ↩
- «Οὗτος δὲ μόλις καὶ ὡς ἐκ θαύματος σωθεὶς τοῦ ἐν Φαλήρῳ πανωλεθρίου ἐκείνου ἐθνικοῦ δυστυχήματος, ἔσπευσεν εἰς τὴν Πελοπόννησον.» Γούδας Η 1876, 306. ↩
- «Ὁ δὲ ἀδελφός του Ἰωάννης ἢ Γιαννάκης ἐτραυματίσθη τὴν χεῖρα ἐν Ναυπλίῳ ὑπὸ τῶν ἀλλημαχομένων.» Γούδας Η 1876, 306. «Μια οβίδα όμως διαπέρασε τον τοίχο του παραρτήματος και τραυμάτισε τους βουλευτές Χρήστο Γεροθανάση και Ιωάννη Χατζηπέτρο, που κάθονταν δίπλα στον πρόεδρο, θανάσιμα τον πρώτο και σοβαρά τον δεύτερο.» Ιστορία ΙΒ 1975, 458. ↩
- Ο στρατιωτικός και πολιτικός Σπυρομίλιος έλαβε τον «επώνυμο» Μίλιος (Τριανταφυλλίδης κ.ά. 2002, 205, §463) από το όνομα του πατέρα του: Mhill / Mëhill (< ελληνιστική Μιχαήλ < εβραϊκή מִיכָאֵל: mikha’él), δηλαδή Μιχάλης. Κατά συνέπεια το Μίλιος πρέπει να γράφεται με –ι–. Υπάρχει βέβαια περίπτωση και το όνομά του να μην προέρχεται από το Σπυρίδων (>Σπύρος) αλλά από το αρωμουνικό / βλαχικό piros: «μαλλιαρός» (< per (μαλλί) + –os < λατινική pilus (τρίχα, μαλλί) ή κατευθείαν από τη λατινική pilosus (μαλλιαρός) < λατινική pilus: τρίχα, μαλλί). Σ’ αυτή την περίπτωση θα έπρεπε να γράφεται *(Σ)Πίρος Μίλιος. Αλλά αυτό θέλει περαιτέρω διερεύνηση. Το ίδιο ισχύει και για το όνομα Πίλιος / Σπίλιος / Σπήλιος, που δεν φαίνεται να έχει σχέση με καμία σπηλιά… ↩
- Ιστορία ΙΒ 1975, 457. ↩
- Ιστορία ΙΒ 1975, 458. ↩
- Γούδας Η 1876, 306–307. ↩
- Το σημερινό χωριό Καραϊσκάκης Αιτωλοακαρνανίας στη θέση 38°34’54.0″N 21°05’26.0″E, 55 περίπου χιλιόμετρα βορειοδυτικά του Μεσολογγίου. ↩
- Ιστορία ΙΒ 1975, 472. ↩
- Στη θέση 37°29’53.2″N 23°22’13.6″E, ανατολικά της Τροιζήνας. ↩
- «Σε αντίθεση με την πρώτη Χιλιαρχία, η δεύτερη αντιμετώπισε μεγάλες δυσκολίες στη συγκρότησή της. Οι Ρουμελιώτες οπλαρχηγοί, αφού δέχθηκαν, μετά την παρέμβαση του Κωλέττη, ως Χιλίαρχο τον Χριστόδουλο Χατζηπέτρο, οι υπόλοιποι “ἰσότιμοι ὅλοι, ἔπειτα ἀπὸ τὸ Χριστόδουλον, ὅστις προηγεῖτο (…) δεν παραχωροῦσαν εἰς τοὺς λοιποὺς τὴν πεντακοσιαρχίαν.” Μετά από συσκέψεις και συνεχή διαβούλια, η ομάδα των αξιωματικών της “Φρουράς του Μεσολογγίου” εξέλεξε ως Πεντακοσιάρχους τον Σπύρο Μίλιο από τη Χιμάρα και το Γεώργιο Βάγια από τα Γιάννενα, πρώην σωματάρχες της Μεσολογγίτικης φρουράς. (…) Έτσι συγκροτήθηκε η Βʹ Χιλιαρχία που η δύναμή της έφθασε τους 1050 άνδρες.» Παπαγεωργίου 1983 (Χατζηπέτρος), 35. «Στα τέλη του 1828 (Σεπτέμβριος–Νοέμβριος) η Βʹ Χιλιαρχία του Χριστόδουλου Χατζηπέτρου είχε, σύμφωνα με έκθεση επιθεωρητή, 528 άνδρες.» Παπαγεωργίου 1983 (Χατζηπέτρος), 62. ↩
- Ιστορία ΙΒ 1975, 488. ↩
- Παπαγεωργίου 1983 (Χατζηπέτρος), 31. ↩
- Γούδας Η 1876, 307. ↩
- Κασομούλης Γ, 24. ↩
- Το τοπωνύμιο (αλβανική Himara) προέρχεται από την αρχαία ελληνική Χίμαιρα (< χίμαιρα < χίμαρος < πρωτοϊνδοευρωπαϊκή *ǵʰeym–: χειμώνας, λευκός) και γράφεται με –ι– και ένα –ρ– και όχι Χειμάρρα. ↩
- Κασομούλης Γ, 26. ↩
- Κασομούλης Γ, 225. ↩
- Η Πέτρα βρίσκεται μεταξύ Θήβας και Λιβαδιάς (για την ορθογράφηση του τοπωνυμίου Λιβαδιά βλ. Βλιώρας 2021 (ετυμολογικά), 19–20) στη θέση 38°22’18.0″N 23°03’30.0″E. ↩
- «Στο διάστημα αυτό ο Τουρκαλβανός αρχηγός Ασλάν μπέης Μουχουρδάρης, σταλμένος από τη Λάρισα με 1.500 άντρες, κατά τον Τρικούπη (4.000 κατά τον Κασομούλη), και βρίσκοντας αφύλακτες τις Θερμοπύλες που τις είχε εγκαταλείψει ο Τσάμης Καρατάσος, προχώρησε από το Ζιτούνι προς τη Λιβαδιά και τη Θήβα και χωρίς να συναντήσει αντίσταση έφθασε ως την Αθήνα, αφήνοντας στον δρόμο του μερικές φρουρές σε διάφορα σημεία.» Ιστορία ΙΒ 1975, 531. «Επωφελούμενοι από τη διάλυση του ελληνικού στρατοπέδου της Θήβας 5.000 πεζοί Αλβανοί με αρχηγούς τους αδελφούς Ασλάν μπέη και Καπλάν μπέη και 1.800 ιππείς με επικεφαλής τον Μουσταφά, τουφεκτζήμπαση του Ρούμελη βαλεσή, εισβάλλουν κατά τα μέσα Αυγούστου στην Ανατολική Στερεά, περνούν τις Θερμοπύλες χωρίς να συναντήσουν αντίσταση, αφήνουν μικρές φρουρές για τη φύλαξή τους (…) και εισέρχονται στις 21 του μήνα στη Λιβαδιά, κατόπιν στη Θήβα και απ’ εκεί στην Αθήνα.» Βακαλόπουλος Η 1988, 126–127. ↩
- Έτσι γράφει το τοπωνύμιο κι ο Απόστολος Βακαλόπουλος! ↩
- Βακαλόπουλος Η 1988, 127. ↩
- Γιαννούλης 1992 (Χατζηπέτρος), 53. ↩
- Στη θέση 38°21’57.4″N 22°59’26.6″E και σε υψόμετρο 550 μ. ↩
- Γούδας Η 1876, 307. ↩
- Γιαννούλης 1992 (Χατζηπέτρος), 58–59 ↩
- Τρικούπης Δ 1862, 363. ↩
- Κασομούλης Γ, 223. ↩
- Κασομούλης Γ, 224. ↩
- Κασομούλης Γ, 224. ↩
- Κασομούλης Γ, 226–227. ↩
- Κασομούλης Γ, 227. ↩
- Κασομούλης Γ, 229. ↩
- Κασομούλης Γ, 230. ↩
- Κασομούλης Γ, 237–238. ↩
- Ο Aslan bey mühürdar (σφραγιδοφύλακας) διατάχτηκε να συνοδεύσει όσους Τούρκους παρέμεναν σε Αττική και Βοιωτία και ήταν αρχηγός των Τούρκων στη Μάχη της Πέτρας. Πιθανόν οι ίδιοι με τους Αλβανούς αρχηγούς Αρσλάν μπέη, Καπλάν μπέη και Βελίκο Γιάτζο που εξοντώθηκαν στα 1830 από τον Κιουταχή: «Στις 30 Ιουλίου 1830, ο Κιουταχής εξοντώνει με δόλο στο Μοναστήρι τους σπουδαιότερους Αλβανούς αρχηγούς Αρσλάν μπέη, Καπλάν μπέη και Βελίκο Γιάτζο με τους άνδρες τους.» Βακαλόπουλος 1988 (Θεσσαλία 1830), 133. ↩
- Αμοιβή, μισθός (< τουρκική ulûfe < αραβική علوفه: ʻalūfa) ↩
- Βακαλόπουλος 1988 (Θεσσαλία 1830), 131. ↩
- 85.000 γρόσια. Σπανός Κ. 2014β (Ενθυμήσεις), 151. ↩
- Υπερβολικός αριθμός. ↩
- Τους άφησαν ασύδοτους. ↩
- Ίσως ιντίτζι / ιντίτζια / ντίτζης (dizgin) = ηνία, άλογο της καβάλας (Αρχείο Δ 2009, 213), Ίσως: ιντζαζέτι (icazet) = άδεια (Αρχείο Δ 2009, 213). ↩
- Γύμνωναν. ↩
- Σπανός Κ. 2014β (Ενθυμήσεις), 151. ↩
- Μονάδα μέτρησης (ή χωρητικότητας) δημητριακών, ίσο με 40 οκάδες ή δύο κουβέλια (< μεσαιωνική ελληνική λουτσέκι < τουρκική ölçek < ölçmek (μετρώ) < παλαιά τουρκική *ül(ü)ş–) ↩
- Σπανός Κ. 2014β (Ενθυμήσεις), 159. ↩
- Γούδας Η 1876, 307. ↩
- Γούδας Η 1876, 307. ↩
- Υποθέσαμε μάλιστα πιο πάνω πως ή είχε διαλυθεί ο αρραβώνας / λογοδόσιμο με την κόρη του παπα–Θανάση Οικονόμου ή αυτή η τελευταία είχε εντωμεταξύ πεθάνει. ↩
- Κασομούλης Α, 321. ↩
- Εξαιτίας μάλιστα των βλάχων Χατζηπετραίων, ο Στορνάρης δεν ήθελε αρχικά ούτε τον βλάχο Λιακατά για γαμπρό στην κόρη του Ευαγγελή. ↩
- Κασομούλης Β, 339. ↩
- Κασομούλης Β, 184, 185. ↩
- Κασομούλης Γ, 90. ↩
- Γούδας Η 1876, 307. ↩
- Κασομούλης Α, 321. ↩
- «Το συνοικέσιο τελειωμένο.» ↩
- Κασομούλης Β, 184, 185. ↩
- Κασομούλης Β, 339. ↩
- Κασομούλης Γ, 90. ↩