Αρχοντικό του Καλαμπάκα, Γιαννάκης Καλαμπάκας και επίγονοι – Μέρος 2 – Του φιλολόγου Σπυρίδωνος Βλιώρα
Η εργασία -που χωρίζεται σε τρία μέρη- αναφέρεται στον Γιαννάκη, υιό του Σταθάκη, που καταγόταν από την Μοσχόπολη. Μετά από την καταστροφή της, ήρθε στην Καλαμπάκα στα 1769 και έχτισε ένα επιβλητικό αρχοντικό σε περίοπτη θέση της πόλης. Για κάποιο μικρό διάστημα ανέλαβε, ως Γιαννάκης Καλαμπάκας, δημογέροντας ολοκλήρου του Νομού Τρικάλων. Παρουσιάζονται όσα στοιχεία είναι διαθέσιμα στην έρευνα, που αφορούν στον Καλαμπάκα και τους επιγόνους του. Ο ίδιος και οι γιοι του συνέβαλαν στην ανακαίνιση και αγιογράφηση των περισσοτέρων ναϋδρίων της πόλης της Καλαμπάκας (και του μητροπολιτικού ναού Κοιμήσεως της Θεοτόκου). Προς πληρέστερη κατανόηση, δίνεται το ιστορικό πλαίσιο του δεύτερου μισού του 18ου αιώνα για την πόλη της Καλαμπάκας και ευρύτερα, με έμφαση στην παρουσίαση των σχετικών ιστορικών πηγών…
Βλέπε και https://www.academia.edu/39768711
Δες και το 3ο μέρος
T. Taylor, «Ἡ πόλις Καλαμπάκα ἐν Θεσσαλίᾳ», Ἕσπερος, 13-3-1888.
Ας δούμε με λίγα λόγια ‑και εκτεταμένη χρήση των πρωτογενών ιστορικών πηγών‑ ποια ήταν η κατάσταση που επικρατούσε στην πόλη της Καλαμπάκας και την ευρύτερη περιοχή την περίοδο που περίπου ήρθε ο Γιαννάκης Καλαμπάκας από τη Μοσχόπολη μέχρι σχεδόν το τέλος του 18ου αιώνα.
Ιάκωβος Ιωνάς Μπγιόρνσταλ
Στην Καλαμπάκα, που οι κάτοικοί της την εποχή αυτή ονομάζουν Σταγούς ενώ οι Τούρκοι Καλαμπάκ, όπως μαθαίνουμε από τον Ιάκωβο Ιωνά Μπγιόρνσταλ (Jacob Jonas Björnståhl),1 έναν Σουηδό περιηγητή και καθηγητή ιστορίας των χωρών της Ανατολής, υπήρχαν δέκα χριστιανικές εκκλησίες και κανένα τζαμί, γεγονός που σημαίνει ότι δεν έχουμε κατά κανόνα μόνιμη κατοίκηση Οθωμανών σ’ αυτή.
Στο κέντρο και επάνω, το Επισκοπείο Καλαμπάκας.
Η Καλαμπάκα ήταν ένα ανεπτυγμένο ημιαστικό κέντρο 1200 περίπου κατοίκων.2 Η έδρα του μητροπολίτη της βρίσκεται σε «δυσπρόσιτο» σημείο, κατά την ορολογία του περιηγητή, κι αυτό παρείχε στον ένοικό της ασφάλεια: «Επίσκεψη στην έδρα του μητροπολίτη, όπου με μεγάλο κόπο μπορεί κανείς να σκαρφαλώσει! Τέτοια δυσκολοπρόσιτα οικήματα πρέπει να χτίζουν οι Χριστιανοί του τόπου, για να έχουν την άνεσή τους, ή αυτό που είναι το θεμέλιο για όλες τις ανέσεις της ζωής, την ασφάλειά τους.»3 Εννοεί μάλλον ότι υπάρχει πολύ ανηφορικός δρόμος μέχρι το επισκοπείο καθώς και στενοσόκακα, που δυσκολεύουν ή καθιστούν αδύνατη την πρόσβαση με άμαξα ή άλλο όχημα της εποχής.
Επισκοπείο Καλαμπάκας (στη μορφή που είχε μετά από το 1874). Ταξίδι στο παρελθόν, σελ. 134.
Από τον Μάρτιο του 1751 ως τις 26 Μαρτίου του 1784 επίσκοπος στην επισκοπή Σταγών είναι «με το επιβλητικό και πολύπλευρο έργο του, ο λόγιος και φιλίστορας επίσκοπος Σταγών Παρθένιος»,4 ενώ από τις 12 Μαΐου του 1784 επίσκοπος Σταγών έγινε ο «πολύς Παΐσιος, (…) που υπήρξε ένας από τους διαπρεπέστερους και δραστηριότερους ιεράρχες των Σταγών και της Εκκλησίας γενικότερα κατά τους δύσκολους εκείνους χρόνους της δουλείας»,5 μέχρι και τις 17 Ιανουαρίου του 1808.6
Ένα αξιοπερίεργο πράγμα που συμβαίνει στην επισκοπή Σταγών αυτό το διάστημα είναι ο μεγάλος αριθμός των ενοριών που έχει η πόλη των 1200 κατοίκων: Στο βαρλααμίτικο κατάστιχο 223 του έτους 1755 διαβάζουμε ότι η πόλη των Σταγών έχει 25 ενορίες (!) με 4 έως 17 οικογένειες να εντάσσονται σε κάθε ενορία7 και πάνω από 25 ενεργούς ιερείς που υπηρετούν σ’ αυτή, στο κατάστιχο 229 του 1758 27 ενορίες,8 στο 246 του 1769 18 ενορίες9 και στο 255 του 1778 15 μόνο(!) ενορίες.10
Στην πόλη κάνουν την εμφάνισή τους ενίοτε και ορισμένοι Οθωμανοί αξιωματούχοι, όπως στα 1779 «ο Κουρτ πασάς με τους Αρβανιτάδες του, που φτάσανε κάτω στο χωριό Σταγοί. Μαζί του είχε τούμπανα και μπαϊράκια. Αυτός ο Κουρτ πασάς έρχεται εδώ ως διοικητής, γιατί ο Σουλτάνος τον διόρισε δερβέναγα για τούτο το χρόνο. Οι άνθρωποι τον φοβούνται πολύ, γιατί είναι σκληρός. Ήταν και πρωτύτερα δερβέναγας, εδώ κι ένα χρόνο.»11
Ο κουρδικής καταγωγής πασάς του Βερατίου της Αλβανίας Κουρτ Αχμέτ πασάς απέκτησε μεγάλη ισχύ γύρω στα 1760, όταν διορίστηκε από τον Σουλτάνο Μουσταφά Γʹ δερβέναγας, δηλαδή γενικός επόπτης ασφαλείας των δρόμων και των διαβάσεων των περιοχών Ηπείρου, Θεσσαλίας και Στερεάς Ελλάδας. Ως δερβέναγας ήρθε σε σύγκρουση με τους Κλέφτες (αλλά και τους Αρματολούς) των περιοχών αυτών και μάλιστα κατά τη διάρκεια των επιχειρήσεων είχε συλλάβει και τον Αλή πασά, τον οποίο άφησε στη συνέχεια ελεύθερο.
Όσον αφορά τα Τρίκαλα, «είναι πόλη μεγάλη. Έχει 6 τζαμιά με μιναρέδες και 10 μεγάλα τεμένη. Οι Έλληνες έχουν εδώ 7 εκκλησίες. Οι Τούρκοι είναι περισσότεροι από τους Έλληνες. Στην περιοχή της μητρόπολης των Τρικάλων, μαζί με την πόλη, ζουν 12.000 άτομα, που πληρώνουν χαράτσι, δηλαδή το συνηθισμένο φόρο. Όμως, παρόλο που εδώ οι Έλληνες είναι λιγότεροι από τους Τούρκους, αυτοί ωστόσο κυβερνούν τον τόπο με τα χρήματα. Μ’ αυτά διορίζουν και παύουν τον Τούρκο αγά ή τοπάρχη. Ο πολυμήχανος Έλληνας πάντα γνωρίζει να κάνει τη δουλειά του, προπαντός όταν έχει χρήματα. Ωστόσο οι Ελληνες δεν έχουν το δικαίωμα να χρησιμοποιούν όπλα. Δεν τολμούν να βγουν από το σπίτι με άλλο όπλο εξόν ένα μικρό μαχαίρι, ενώ απεναντίας οι Τούρκοι έχουν την ελευθερία να κάνουν χρήση κάθε είδους όπλου.»12
«Τα Τρίκαλα ήταν “πόλη μεγαλούτζικη”13, με πληθυσμό γύρω στις 20.000. Και εδώ, αν και υπερτερούσαν αριθμητικά οι Τούρκοι, το εμπόριο βρισκόταν στα χέρια των Ελλήνων, που ήταν οργανωμένοι σε συντεχνίες, ανάμεσα στις οποίες, από τον 17ο κιόλας αιώνα, αναφέρεται μια γυναικεία συντεχνία παραγωγής σαπουνιού.»14
1770 κ.ε.: Ορλωφικά και μετά τα Ορλωφικά
«Ακόμα τούτ’ την άνοιξη, ραγιάδες, τούτο το καλοκαίρι, όσο να ’ρθει ο Μόσκοβος να φέρει το σεφέρι».15 Το κίνημα ανεξαρτησίας που υποκινήθηκε από τους Ρώσους εναντίον των Οθωμανών κατά τη διάρκεια του Ρωσοτουρκικού πολέμου (1768-74), τα λεγόμενα Ορλωφικά (1770), στα οποία αναφέρεται και το παραπάνω δημοτικό τραγούδι, επηρέασαν και την Θεσσαλία και ειδικότερα την περιοχή μας. «Ἡ δὲ κατὰ τὸ ἔτος 1770 ἔκρηξις καὶ ἀποτυχία τῆς λεγομένης ἐπαναστάσεως τῆς Πελοποννήσου ἐπὶ Ὀρλὼφ ἔσχε καὶ ἐν Θεσσαλίᾳ ἀπαίσιον διὰ τοὺς Χριστιανοὺς ἀντίκτυπον.»16
«Στην προετοιμασία του αλλά και στην πραγματοποίησή του συμμετείχαν ενεργά και πολλοί Θεσσαλοί κλεφταρματολοί όπως ο Ζήτρος, ο Λάπας και ο Λάζος στον Όλυμπο, καθώς και ο Θανάσης Βλαχάβας, πατέρας του παπα‑Θύμιου, στα Χάσια. Έτσι για λίγο ο άνεμος της ελευθερίας φύσηξε στην ηρωική αυτή περιοχή. Δυστυχώς όμως για πολύ λίγο, γιατί ισχυρές δυνάμεις Τουρκαλβανών κατέπνιξαν την επανάσταση. (…) Οι Τούρκοι, για να καταστείλουν την εξέγερση του 1770 χρησιμοποίησαν στρατεύματα Τουρκαλβανών, οι οποίοι υπήρξαν αληθινή μάστιγα για την Ελλάδα. Η Θεσσαλία (…) υπέφερε πάρα πολύ· (…) υπέστη τις πιο φοβερές καταστροφές και σφαγές.»17
Αλβανοί στρατιώτες (Αθήνα, Γεννάδειος Βιβλιοθήκη).
Ο βλάχος και καταγόμενος από το Μέτσοβο Βαρλααμίτης ιερομόναχος Χριστοφόρος,18 στο λεγόμενο «Βραχύ Χρονικό» του, δηλαδή ενθυμήσεις που κατέγραφε σε χειρόγραφο της μονής του, μας διέσωσε πολλές πληροφορίες για την περίοδο αυτή: «1770: Οἱ Ἀρβανίτες, ὁ Μπάγιος, ἔκαυσαν τὰ Τρίκαλα, τὸ τζιαρσί (=αγορά, παζάρι), πατοῦντες καὶ ὀσπίτια τούρκικα καί ρωμαίικα εἰς τὰς 14 Ἰουλίου, ἡμέρα Τετράδι. Ἔτι ἐπῆραν πρόβατα καὶ γίδια καὶ γελάδια ἀπὸ τοὺς Σταγοὺς καὶ Καστράκι καὶ ἀπὸ τὰ ἄλλα χωρία τοῦ κάμπου.»19
Αλλά και λίγους μήνες πριν οι κάτοικοι του Νομού Τρικάλων υπέστησαν αγριότητες από τους Τούρκους: «Ἐπωφελούμενοι τῆς διχονοίας τῶν Χριστιανῶν διέταξαν αἱ ἀρχαὶ Τρικάλων τοὺς Προεστῶτας τῶν ἀντιμαχομένων μερίδων νὰ μεταβῶσιν εἰς Λάρισαν, μεθ’ ὅσων δύνανται περισσοτέρων ὁμοφρόνων μαρτύρων ἑκατέρωθεν, ὅπως ἐξετασθῶσιν αἱ κατ’ ἀλλήλων αἰτιάσεις καὶ ἐξευρεθῇ δῆθεν ἐκεῖ τὸ δίκαιον. Τρισχίλιοι συνέρρευσαν ἐκ τῶν διαφόρων χωρίων τῆς ἐπαρχίας Τρικάλων εἰς Λάρισαν, ὅπου φωνασκοῦντες κατ’ ἀλλήλων ἐν τῇ ἐκτεταμμένῃ αὐλῇ τοῦ Διοικητηρίου ὑπέστησαν τῇ 9ῃ Μαρτίου 1770 τὸ πῦρ τῶν φανατικωτάτων Γενιτσάρων τῆς Λαρίσης. Ὅσοι κατώρθωσαν νὰ ῥιφθῶσιν ἐκτὸς τῆς αὐλῆς, ἐφονεύθησαν εἰς τοὺς δρόμους τῆς Λαρίσης, τὰ δὲ ῥεῖθρα τοῦ Πηνειοῦ ἐγένοντο κατέρυθρα ὑπὸ τοῦ αἵματος τῶν δυστυχῶν Τρικαλινῶν. (…) Τὰ τραγικὰ συμβάντα τῆς ἐποχῆς ταύτης δὲν δύνανται ἢ νὰ ἐξήσκησαν σημαντικὴν ἐπιρροὴν καὶ ἐπὶ τῆς γεωκτησίας, καθόσον ἡ ἀθρόα σφαγὴ τόσων Χριστιανῶν, ὡς ἐπιβουλευομένων δῆθεν τὸ καθεστώς, εἶχεν ὡς ἀποτέλεσμα βεβαίως καὶ τὴν δήμευσιν τῶν περιουσιῶν αὐτῶν. Καὶ ἡ οἰκονομικὴ δὲ ἐξάντλησις τῶν γεωργῶν εἶχεν ὡς ἀναπόφευκτον συνέπειαν τὸν βυθισμὸν πολλῶν ἐξ αὐτῶν εἰς χρέη, καὶ τὴν ἀπώλειαν τῶν ἑαυτῶν κτημάτων.»20
Αλλά και τα χρόνια που ακολούθησαν ήταν πολύ δύσκολα: «1772: ἔκοψε ὁ Νιμετήμπεης τὸν Μιχαλάκην μέσα στὸ σαράι του κατὰ μῆνα Ἰούλιον σταῖς τριάντα, ἡμέρᾳ Κυριακῇ.»21 «1773: ἔκαψαν τὰ Τρίκαλα ὁ Ἀσμὰν Μεούσης (=Λεούσας)22 κατὰ μῆνα Νοέμβριον.»23 «1774: ἔκαυσεν Ὀσμὰν Λεούσας τὰ Τρίκαλα μὲ τὸν Πιετίμπεη μαζί, διατὶ αὐτὸς τοὺς ἔφερεν καὶ ἔκλεισεν τοὺς γέροντες, καὶ τὸν Δημάκην, μέσα εἰς τὸ σαράγι τοῦ Χαλήλαγα.»24
Την εποχή αυτή στα Τρίκαλα υπήρχαν δύο ισχυρές αντιμαχόμενες φατρίες,25 στις οποίες ήταν ενταγμένοι και χριστιανοί και μουσουλμάνοι. Αρχηγός της μίας πλευράς ήταν ο ιερέας Δημάκης (Παπαδῆμος), που καταγόταν «ἐκ Καστανιᾶς τοῦ Ἀσπροποτάμου»,26 ενώ της άλλης ο Halil Αğa (Χαλήλ αγάς, Χαλίλ αγάς)27 και ο Νιετίμπεης (Necib Bey;).28 Στα πλαίσια της διαμάχης αυτής είχαμε τη σφαγή των 3.000 περίπου Τρικαλινών στα 1770, ενώ προς το τέλος του 1773 ή στις αρχές του 1774 ο Τουρκαλβανός λήσταρχος29 Οσμάν Λεούσας έκαψε τα Τρίκαλα και φυλάκισε τους δημογέροντες των Τρικάλων, καθώς και τον δημογέροντα Δημάκη, στο σαράι του Halil Αğa στα Τρίκαλα.
Οι κάτοικοι του νομού Τρικάλων σε όλη τη δεκαετία του 1770 δοκιμάζονταν σκληρά από τις ληστείες και τους φόνους που διέπρατταν Τουρκαλβανοί· πολλοί εξισλαμίζονταν. «Ήταν τέτοιες οι καταστροφές που προκάλεσαν οι Αλβανοί, ώστε δυσανασχέτησαν και οι ίδιοι οι Τούρκοι, οι οποίοι αναγκάστηκαν αργότερα να ζητήσουν και την βοήθεια των Ελλήνων κλεφτών της Πελοποννήσου, για να τους διώξουν από όπου είχαν εγκατασταθεί και δεν έφευγαν.»30
Στα 1774 ανέλαβε δερβέναγας ο Κουρτ πασάς και προσπάθησε ‑και κατόρθωσε εν μέρει‑ να περιορίσει όσους διέπρατταν βιαιοπραγίες, περίπου 2.000 Τουρκαλβανούς και άλλους ζορμπάδες (=αντάρτες, ανυπότακτους), περιορίζοντας έτσι για λίγο τις λεηλασίες και τους σκοτωμούς Ελλήνων και Τούρκων, αλλά χωρίς να εξαλείψει τελείως την άσχημη αυτή κατάσταση: «1774: Ἔλαβεν ὁ Κοὺρτ πασιᾶς τὰ Ντερβένια καὶ ἔκαμε ζάπι (=έλεγξε) τοὺς ζουρμπάδες.»31 «1774: Ἦταν οἱ ζουρμπάδες ὡς χιλιάδες δύο καὶ ἔστειλε ὁ Κοὺρ πασιᾶς τὸν τελήμπασή του καὶ ἐσύναξε τὰ βιλαέτια ὅλα καὶ τοὺς ἐβάρεσε.»32
Στα 1775 συνεχίστηκε στα Τρίκαλα ο αλληλοσπαραγμός των αντιμαχόμενων μερίδων που είδαμε πιο πάνω: «τὸν ἀλληλοσπαραγμὸν τῶν φατριῶν καὶ τῶν ἡγετῶν αὐτῶν εὑρίσκομεν ἐπὶ ἔτη συνεχιζόμενον μὲ καταστροφὴν τῶν πρωταγωνιστῶν.»33 Στις 17 Ιουλίου του 1775 ο μπουλούμπασης του Κουρτ πασά αποκεφάλισε τον δημογέροντα Δημάκη και τον γιο του Νικόλαο στο σπίτι τους στα Τρίκαλα. Στη συνέχεια δημογέροντας ανέλαβε ο Στάθης Δημουλάς: «1775, Ἰουλίου 17: ὁ Τερβίσης μπουλούμπασης ἐσκότωσε τὸν μακαρίτην κὺρ Δημάκην ὁμοῦ μὲ τὸν υἱόν του Νικολὸν εἰς τὸ σπίτι τους, μέσα εἰς τὸν ὀντᾶ τους, οἱ ὁποῖοι ἐστάθησαν γέροντες Τρικάλου. Ἔπειτα ἔγινε γέροντας ὁ κὺρ Στάθης Δημουλᾶς.»34
Στα γεγονότα τα σχετικά με τον Δημάκη αναφέρεται και η λαϊκή μούσα:35
Ένας πασάς διαβαίνει κι άλλος έρχεται,
στα Τρίκαλα πηγαίνουν, μες στον κασαμπά.36
Γυρεύουν τους γερόντους τους Τρικαλινούς,
γυρεύουν τον Δημάκη απ’ την Καστανιά.
Δημάκης τρώει και πίνει στα ψηλά βουνά,
στου Κρίκη τα σεράγια, μες στο Μέτσοβο.37
Ολίγα τρώει και πίνει και δεν χαίρεται
κι ο Νικολός ο γιος του τον παρηγορεί:
-Γιατί δεν τρως, αφέντη, και δεν χαίρεσαι;
Τα σπίτια κι αν μας κάψουν, άλλα φτιάχνουμε,
κορίτσια κι αν μας πάρουν, άλλα κάνουμε,
τα πρόβατ’ αν μας πάρουν, άλλα παίρνουμε·
ας είν’ καλά οι Βλάχοι στ’ Ασπροπόταμο.
Ο Δημάκης αυτός δεν πρέπει να συγχέεται με τον ομώνυμό του, «αρχηγό οπλισμένων Βλάχων από το Χαλίκι, την Καστανιά και άλλα χωριά του Ασπροποτάμου» που πολέμησε σε μάχες στην Καλαμπάκα και αλλού στα 1854.38
Το τραγούδι καταγραμμένο σε βυζαντινή παρασημαντική από τον γράφοντα, όπως το ερμήνευσε η χορωδία του Συλλόγου Φίλων Παραδοσιακής Μουσικής και Ψαλτικής Τέχνης «Ο Άγιος Βησσαρίων» στις 24 Σεπτεμβρίου 1999 στην Καλαμπάκα.
Στα 1778 ο Κουρτ Αχμέτ πασάς, λόγω διαφόρων μηχανορραφιών παύθηκε από διοικητής της Αυλώνας και δερβέναγας της Θεσσαλίας και των γύρω περιοχών. Τη θέση του δερβέναγα έλαβε ένας Τούρκος από τα Φάρσαλα, ο Τσαταλτζαλή Χατζή Αλή Πασάς. Σύμφωνα με ενθύμηση του Βαρλααμίτη ιερομονάχου Χριστοφόρου, για ένα μικρό διάστημα, από τον Οκτώβριο ως τον Απρίλιο του 1778, επειδή ο Τσαταλτζαλή Χατζή Αλή Πασάς ήταν φρούραρχος στο κάστρο της Χαλκίδος,39 όρισε ως αντικαταστάτη του στη θέση του δερβέναγα τον Αλή μπέη,40 μετέπειτα Αλή πασά των Ιωαννίνων: «1778: Ἔλαβεν ὁ χατζῆ Ἀλῆ πασιᾶς ὁ Φερσαλινὸς τὰ Ντερβένια καὶ τὰ ἔκαμε τεσλίμι (=τα έδωσε) ἐπάνω εἰς τὸν υἱὸν τῆς Βελῆ πασιοῦς41 εἰς τὸν Ἀλήμπεην, καὶ τότε ἔφυγαν οἱ Κοὺρτ πασιαλῆδες, ὡσὰν γυναῖκες, καὶ ἐκράτησε τὰ Ντερβένια ἀπὸ τοῦ ἁγίου Δημητρίου ἕως τοῦ ἁγίου Γεωργίου, καὶ τὰ κακὰ ὁποῦ ἔκαναν οἱ κολτζῆδες (=φρουροί, στρατιώτες) του τίς δύναται νὰ τὰ διηγηθῆ;»42
Σ’ αυτό το μικρό διάστημα ο Αλή μπέης έθεσε τις βάσεις τής μετέπειτα δύναμης που απέκτησε. «Η ευθύνη “αστυνόμευσης” του επόπτη των δερβενίων ήταν εξαιρετικά εκτεταμένη, αφού ξεκινούσε από το πασαλίκι του Μπερατίου, συνέχιζε σε όλη την Ήπειρο και τη σημερινή Αιτωλοακαρνανία και έφθανε μέχρι και τη Ναύπακτο για να αναστραφεί, μέσω της Ανατολικής Στερεάς, στη Θεσσαλία και στη Μακεδονία ως τα σύνορα του σαντζακίου της Θεσσαλονίκης και από κει να φθάσει στη Φλώρινα, την Αχρίδα και την Κορυτσά.»43
Σουλτάνος Αμπντούλ Χαμίτ Αʹ (σουλτάνος από 21 Ιανουαρίου 1774 έως 7 Απριλίου 1789)
Ο Αλή μπέης με επιδεξιότητα κατόρθωσε να έρθει σε συνεννόηση τόσο με τους διάφορους αρχηγούς των αλβανικών αποσπασμάτων (bölüks) όσο και με τους αρχηγούς των αρματολών. Αντικατέστησε όσους έλεγχε ο Κουρτ Αχμέτ πασάς με δικούς τους ανθρώπους, της εμπιστοσύνης του, ανεξάρτητα από την εθνικότητα ή τη θρησκεία του καθενός, ενώ όσους Τουρκαλβανούς δεν συνεργάζονταν τους διοχέτευσε στην Πελοπόννησο,44 παρά τις αντίθετες οδηγίες του σουλτάνου Αμπντούλ Χαμίτ Αʹ, όπου επιδόθηκαν σε λεηλασίες.
Στο σύντομο αυτό διάστημα που ο Αλής ήταν δερβέναγας κατόρθωσε να επιβάλει την τάξη, να αναπτύξει ένα συγκεντρωτικό σύστημα εξουσίας, να οργανώσει την είσπραξη των φόρων αλλά και να συγκεντρώσει ο ίδιος «150.000 γρόσια, ποσό αρκετά ικανό να χρηματοδοτήσει την υπονόμευση του άλλοτε προστάτη του Κουρτ Αχμέτ πασά του Μπερατίου ως ικανού τηρητή της δημόσιας ασφάλειας, όταν ο τελευταίος ανέλαβε εκ νέου επόπτης των δερβενίων τον Μάρτιο του 1779. Έτσι, σταδιακά και εφαρμόζοντας το σχέδιο του, ο άλλοτε αρχηγός συμμορίας ληστών Αλή μπέης θα καταφέρει μέσω των συνήθων διαπραγματεύσεων με την Υψηλή Πύλη να αναρριχηθεί στο βαθμό του πασά δύο ιππουρίδων45 το 1784, έχοντας υπό τη διοίκησή του δύναμη 1.000 ανδρών, και τελικά με την υποστήριξη τοπικών παραγόντων, καδήδων, Ελλήνων προκρίτων και εμπόρων του Ζαγορίου, να ορισθεί με φιρμάνι του σουλτάνου πασάς στα Γιάννενα προς το τέλος του 1787.»46
Από τον Μάρτιο του 1779, που ανέλαβε εκ νέου επόπτης των δερβενίων ο Κουρτ Αχμέτ πασάς του Μπερατίου, επέστρεψε στη Θεσσαλία και το κλίμα φόβου από τις ληστρικές επιδρομές των Τουρκαλβανών: «Ὁ κατὰ τὸ ἔτος τοῦτο περιοδεύσας τὴν Θεσσαλίαν Σουηδὸς Björnståhl47 πανταχοῦ τῆς Θεσσαλίας εὗρε τοὺς χωρικοὺς περιδεεῖς ἐπὶ τῇ ἐμφανίσει αὐτοῦ καὶ τοῦ συνοδοῦ του, ἕνεκα τῶν ληστρικῶν ἐπιδρομῶν τῶν Ἀλβανῶν.»48 «Όταν μπαίναμε σε κανένα χωριό, οι άνθρωποι κρύβονταν στα σπίτια, από φόβο μήπως ήμασταν Αρβανίτες, που στους ανήσυχους αυτούς καιρούς αλωνίζουν παντού, ρημάζοντας και λεηλατώντας τον τόπο. (…) Έξω από τα Τρίκαλα49 συναντήσαμε ανθρώπους, που μας πληροφόρησαν το τρομερό νέο, ότι το ίδιο πρωινό, 500 Αρναούτες από τους ζορμπάδες, μπήκαν στην πόλη και ότι άλλοι 50 βρίσκονταν στο δρόμο και τους περίμεναν από ώρα σε ώρα. (…) Παντού στους δρόμους συναντήσαμε Έλληνες, που τρέχανε να βρούνε καταφύγιο σε τούρκικα σπίτια, για να έχουν μεγαλύτερη ασφάλεια μπροστά στον κίνδυνο που πλησίαζε. Γιατί οι Αρναούτες βρίσκονταν τέσσερις ώρες μακριά από κει, στο χωριό Καλαμπάκα, που βρίσκεται κάτω από τα μοναστήρια των Μετεώρων, ακριβώς στο μέρος που είναι στόχος του ταξιδιού μου. Οι Τρικαλινοί απορούσαν με την τόλμη μας και την άφιξή μας κι έλεγαν μεταξύ τους: “Κοίταξε, αυτοί έρχονται, όταν όλοι οι άλλοι φεύγουν από δω”. Τα πάντα στην πόλη ήσαν σε μεγάλη αταξία. Κανένα χάνι δεν ήταν ανοιχτό, κανένα εμπορικό κατάστημα. Ακόμα και στον τουρκομαχαλά, όπου υποτίθεται ότι ήταν περισσότερη ασφάλεια, όλες οι πόρτες ήταν σφαλισμένες. Κάποιος γενναιόψυχος Τούρκος, ο Μεχμέτ Αγάς, μάς παραχώρησε τέλος ένα μικρό δωμάτιο στο σπίτι του.»50
«Οι Αρβανίτες παίρνουν τώρα από την πόλη αυτή 10 πουγκιά ή 10.000 πιάστρα.51 Κοντά σ’ αυτό οι κάτοικοι είναι υποχρεωμένοι κάθε εξάμηνο να πληρώνουν στον δερβέναγα, δηλαδή σ’ αυτούς που θα έπρεπε να φυλάγουν τους δρόμους, 10 πουγκιά, εξόν από τους διάφορους άλλους μόνιμους εκβιασμούς. Τους Αρβανίτες τούς κάλεσε στη χώρα ο πασάς του Νεγροπόντε,52 δηλαδή ο Χατζή Αλή Πασάς,53 που εδώ και λίγο καιρό τον έπαψε ο Σουλτάνος.54 Ο ίδιος τραβήχτηκε στα Φάρσαλα, όπου αυτοί πάνε τώρα, για να ενωθούν μαζί του. Κεφαλή55 των ζορμπάδων είναι ο Αλή μπέης,56 φίλος του καθαιρεμένου πασά. Ο μουσελίμης, ή ο διοικητής των Τρικάλων, κατέφυγε, όπως και οι Έλληνες προεστοί, στα ελληνικά μοναστήρια και κρύφτηκε εκεί, όπως πιστεύουν. Την άλλη μέρα57 μετά την άφιξή μου στα Τρίκαλα στη μία το απόγευμα, ή στις 7 σύμφωνα με την τούρκικη ώρα, κατέφτασαν και οι Αρναούτες. Ήταν καμιά τρακοσαριά, καβάλα στ’ άλογα. Ωστόσο όλα πήγαν καλά και οι επισκέπτες κατευθύνθηκαν στα καταλύματα που τους προόρισαν. Η ήσυχη αυτή είσοδος φάνηκε να σημαίνει ότι οι κεφαλές δεν σκέφτονταν τίποτε κακό ενάντια στην πόλη. Ωστόσο ο καθένας έμεινε κλεισμένος στη γωνιά του. Το ίδιο κι εγώ δύο ολόκληρες μέρες. Τέλος οι Αρβανίτες έφυγαν στις 31 του Μάρτη. Η έξοδος έγινε με ξεδιπλωμένες τις σημαίες, άσπρες και πράσινες, σημαδεμένες με το σπαθί του Αλή,58 το dsalfikàr.59«
Λάβαρο με κεντημένο Zulfiqar του 1776 |
Λάβαρο του 19ου αιώνα με κεντημένο ένα Zulfiqar |
»Πορεύτηκαν σε σχηματισμούς ιππικού και πεζικού, όλοι καλοντυμένοι σύμφωνα με τη συνήθεια του τόπου τους. Η λαβή των σπαθιών τους ήταν ασημένια, ενώ τα τουφέκια τους πλουμισμένα με πολύ ασήμι και άλλα στολίδια. Στο τέλος φάνηκε ο Αλή μπέης, ο αρχηγός τους, νέος, αλλά γεροδεμένος άντρας, με μεγάλη υπόληψη στους Αρναούτες. Και πολλά πλούτη. Η πόλη ξαναβρήκε τώρα σιγά σιγά την ησυχία και την καθημερινή της κίνηση ύστερα από την αναχώρηση των ξένων. Λογάριαζαν ότι οι Αρναούτες που τούτη τη φορά μπήκαν στην πόλη ήταν καμιά πεντακοσαριά νομάτοι. Ωστόσο κάμποσοι είχαν σταματήσει στα γειτονικά χωριά, έτσι που όλοι μαζί ήσαν 2 ως 3.000 άντρες. Εξόν αυτό, έλεγαν ότι άρπαξαν από την πόλη 6 γιούκια χρήματα. Το γιούκι ισοδυναμεί με 12 πουγκιά, δηλαδή συνολικά 72 πουγκιά ή 32.000 πιάστρα.»60
Δράση Γαζή Χασάν πασά
Προτομή του Γαζή Χασάν πασά στο Ναυτικό Μουσείο του Μερσίν
Τον Μάιο του 1779 ο Γαζή Χασάν πασάς, ο επονομαζόμενος Τζεζάερλης (Cezayirli Gazi Hasan Paşa), που από πρώην πειρατής είχε διοριστεί αρχιναύαρχος (καπουδάν πασάς) του τουρκικού στόλου, εκδίωξε τους ατάκτους Τουρκαλβανούς που λεηλατούσαν και δυνάστευαν την ηπειρωτική Ελλάδα και τους περιόρισε προσωρινά: «1779, κατὰ μῆνα Μάιον. Ἦλθεν ὁ καπετὰν πασιᾶς ὀνομαζόμενος Χασᾶν πασιᾶς. Ἐφανερώθηκεν εἰς τὸν κόσμον ἀπὸ τὰς Σέρρας εἰς τὴν Λάρισαν καὶ τὸν Τούρναβον, καὶ ἔκαυσε τὰ ὀσπίτια τοῦ Μπεκιράκου εἰς τὸν Τούρναβον καὶ ὅσοι Ἀρβανίτες ἦταν εἰς τῆς ̔Ρούμελης τὰ μέρη, ἔχασαν τὰ κατάστιχά τους, καὶ ὅσους ἐπίασεν, ὅλους ἀπὸ τὸ σπαθὶ τούς ἐπέρασε καὶ τοὺς ἔγινε μεγάλη συμφορά.»61
«1779, Μαΐου 29, ἡμέρᾳ Τετράδι, ἔγιναν οἱ Ἀρβανίτες σουργούνι (=εκτόπιση, εξορία) ἀπὸ τὰ Τρίκαλα καὶ ἦταν τρεβέναγας ὁ γαμπρὸς τοῦ Κοὺρ πασιᾶ62 καὶ ὁ πασιᾶς ἦταν στὴ Λάρισα ὁ καπετὰν πασιᾶς καὶ τὸν ἔλεγαν Χασᾶν πασιᾶ καὶ εἶχε μεγάλη ἀξία ὡς σὰν νὰ ἦταν βασιλέας καὶ ὅπου νὰ ἔβρισκε Ἀρβανίτη τὸν ἔκοφτε καὶ ἐπῆραν τρομάρα μεγάλη.»63
«Κατὰ τῶν ἀνταρτῶν τούτων ἐπῆλθε μετὰ στρατοῦ 6.000 ἀνδρῶν ὁ καὶ ὑπὸ τοῦ σημειώματος, ὡς ἀνωτέρω, μνημονευόμενος Καπουδὰν Χασᾶν Πασᾶς, ὅστις ἐπεκήρυξε τὴν κεφαλὴν ἑκάστου Ἀρναούτου πρὸς 4 γρόσια (πιάστρα) ἰσοδυναμοῦντα πρὸς 10 περίπου σημερινὰ φράγκα, ἔδωκε δὲ τὴν ἄδειαν εἰς τοὺς Χριστιανούς νὰ ὁπλισθῶσι κατὰ τῶν Ἀρναουτῶν τούτων καὶ φονεύωσιν αὐτοὺς ὅπου τοὺς συναντῶσι. Πρώτη φορὰ ἦτο αὐτή, κατά τὸν Björnståhl, καθ’ ἣν ἐπετρέπετο εἰς τοὺς Ἕλληνας τῶν μερῶν αὐτῶν, ὅπως δράξωνται τῶν ὅπλων καί φονεύσωσι Μουσουλμάνους· δὲν ἐβράδυναν δὲ νὰ ἐπωφεληθῶσι τῆς ἀδείας ταύτης, διότι ὁ ἴδιος Björnståhl εἶδεν ἐπὶ τῆς εἰς Τέμπη ἀγούσης ὁδοῦ, καὶ ἑκατέρωθεν ταύτης πανταχοῦ, ἀκέφαλα πτώματα Ἀρναουτῶν, τυμπανιαῖα καὶ ἡμίβρωτα ὑπὸ κυνῶν. Καὶ ὅταν ἔφθασεν εἰς Ἀμπελάκια, ἐπληροφορήθη ὅτι τὴν προηγουμένην νύκτα εἶχον φονεύσει οἱ Ἕλληνες κάτοικοι χωρίου τινὸς παρὰ τὸν Ὄλυμπον ἐννέα Ἀρναούτας, τῶν ὁποίων τὰς κεφαλὰς ἀπέστειλαν εἰς τὸν Καπουδὰν Πασᾶν.»64
«Στο δρόμο παντού πτώματα από σφαγμένους Αρβανίτες. Θέαμα φριχτό. Τα πτώματα ήταν πρησμένα και τα σκυλιά κι άλλα ζώα είχαν φάει από τα σωθικά τους. Τα κεφάλια τους τα είχαν πάρει και τα είχαν στείλει στην Κωνσταντινούπολη. (…) Ακούστηκε πως την περασμένη νύχτα οι Έλληνες σκότωσαν 9 Αρβανίτες σε κάποιο χωριό κοντά στον Όλυμπο κι έστειλαν τα κεφάλια τους στον Καπουδάν Πασά. Γιατί αυτός έχει δώσει στους Έλληνες άδεια να οπλιστούν και να σκοτώσουν όσους Αλβανούς συναπαντούν. Υποσχέθηκε από 4 πιάστρα για κάθε αρβανίτικο κεφάλι που θα του ’φερναν. Είναι η πρώτη φορά στον τόπο αυτό που οι Έλληνες παίρνουν τα όπλα και σκοτώνουν Μουσουλμάνους. Και βάλθηκαν να επωφεληθούν από την ελευθερία αυτή. Σ’ όλα τα χωριά συγκροτήθηκαν ομάδες από Έλληνες στρατιώτες και στην περιοχή υπάρχουν ήδη 700 άντρες καλά οπλισμένοι. Το χωρίο Αμπελάκια έχει οπλίσει 50 στρατιώτες.»65
Εκτός από τον φόβο και την τρομοκράτηση των Ελλήνων από τις συνεχιζόμενες επιδρομές των Τουρκαλβανών, μια άλλη συνέπεια ήταν η παραμέληση των καλλιεργειών, η σιτοδεία, η αύξηση των τιμών και η συνακόλουθη πείνα που παρατηρήθηκε στη Θεσσαλία και άλλες περιοχές: «1779 ἕως 1783. Πεῖνα ἔγινε μεγάλη εἰς ἐτοῦτα τὰ μέρη, ὁποῦ ἐπουλήθηκε τὸ καλαμπόκι τὸ λουτζέκι66 γρόσια 3 καὶ τὸ σιτάρι φόρτωμα γρόσια 36· μὰ εἰς τῆς Ἀβανιτιᾶς τὰ μέρη ἔγινε τὸ χειρότερον, ὁποῦ ἐπούλησαν τὰ ἅρματά τους καὶ τὰ ἔφαγαν καὶ ἐπούλησαν καὶ κορίτζια καὶ παιδία καὶ μετ’ αὐτό ἐγλύτωσαν.»67
Στα 1782 δόθηκε συνέχεια στη διαμάχη των αντιμαχομένων μερίδων68 στα Τρίκαλα, με την εξορία στην Θεσσαλονίκη που επέβαλε στον Halil Αğa (Χαλίλ αγά) ο Χασᾶν πασάς ο Λιβαδιώτης.69 Όμως ο Χαλίλ αγάς κατάφερε με επιτηδειότητα να ξεφύγει και να καταφύγει στον προστάτη του Κουρτ πασά: «1782, Δεκεμβρίου 5, ἡμέρᾳ Κυριακῇ. Ἔκαμεν ὁ Χασᾶν πασιᾶςf ὁ Λιβαδιώτης σουργιούνι (=εκτόπιση, εξορία) τὸν Χαλήλαγα εἰς τὴν Θεσσαλονίκην, καὶ αὐτὸς μὲ μεγάλην ἐπιτηδειότητα ἔφυγεν καὶ ὑπῆγεν εἰς τὸν Κοὺρτ πασιᾶ. Αὐτὸς ὁ πασιᾶς ἐπῆρε τρεῖς φορὲς τὰ Τρίκαλα πασιαλίκι.»70
Ο νεαρός Αλή πασάς και η μητέρα του Χάνκω. Αθήνα, Γεννάδειος Βιβλιοθήκη
Δύο χρόνια αργότερα, στις 12 Ιουλίου 1784, κάηκε (από εμπρησμό; Στα πλαίσια της ως άνω διαμάχης;) το τζαμί μπροστά από το σπίτι του Χαλίλ Αγά,71 ενώ τον Αύγουστο του ίδιου χρόνου οι δύο πρώην αντίπαλοι, ο Αλή μπέης, μετέπειτα Αλή πασάς, και Κουρτ πασάς συμμάχησαν προσωρινά, προκειμένου ο πρώτος να εκδικηθεί τους κατοίκους των χωριών Χορμόβου (κοντά στο Τεπελένι) και Γαρδικίου (κοντά στη Χιμάρα), καθώς αυτοί δεν είχαν φερθεί καλά στην μητέρα του Αλή, τη Χάνκω, και την αδερφή του, την Χαϊνίτσα. Ιδίως ήθελε να εκδικηθεί τον Çvuş Prift72 (Τζαούση Δρίφτη73 ή Πρίφτη), ερωμένο της μητέρας του: «1784. Κατὰ μῆνα Αὔγουστον ἔκαμεν ἀγάπην ὁ Κοὺρ πασιᾶς μὲ τὸν υἱὸν τῆς Βελῆ πασιοῦς, τὸν Ἀλῆ Πασιᾶ (…) καὶ ὁ Ἀλῆ Πασιᾶς ὑπήγε καὶ ἔκαυσε καὶ ἐρήμωσε τὸ Κακοσιούλι74 ὅλο, καὶ ἔπιασε πολλοὺς προεστούς, καὶ εἰς δύο τοὺς ἀπέδειξεν αὐτούς, (…) διότι τὸν τζιαούσην τὸν ἔψηνε ζωντανόν στὴν σοῦβλαν, τὸν δὲ πρίφτην ἔβανε τὰς χεῖρας του καὶ πόδας του ἀπὸ ἕνα ἕνα ἐπάνω εἰς πέτραν, ἔπειτα τὰ ἐβαροῦσε μὲ σφύραν, καὶ οὕτως ἐτελειώθησαν.»75
«Το καλοκαίρι του 1784, ο Αλή μπέης έλαβε το αξίωμα του Miri-i miran (πασάς δύο ιππουρίδων) και διορίσθηκε κυβερνήτης (mutasarrıf) του Δελβίνου. Ύστερα από είκοσι χρόνια ζωής στα βουνά, πραγματοποίησε τη φιλοδοξία του να αποκτήσει και αυτός τον τίτλο και το αξίωμα του πατέρα του.»76
Ο Αλή πασάς. Αθήνα, Γεννάδειος Βιβλιοθήκη.
«Το 1784 ο Αλής ήταν στην υπηρεσία της Πύλης ως Miri-i miran.77 Η Πύλη τον υποπτευόταν αλλά και τον εκτιμούσε, γιατί ήταν ικανός να επιβάλλει την τάξη. Άλλωστε αυτόν υποδείκνυαν και οι ισχυροί έμποροι των Ζαγοροχωρίων, οι οποίοι και τον βοήθησαν να κερδίσει την εμπιστοσύνη της Πύλης, ενώ οι έμποροι των Ιωαννίνων διαφωνούσαν. Πραγματικά ήταν απόλυτη ανάγκη να αναλάβει τη δίωξη των ληστών ένας ικανός αρχηγός, γιατί η κατάσταση στην ύπαιθρο είχε γίνει απελπιστική.»78
«Κατὰ τὴν ἐποχὴν ταύτην ἀνετέθη ἡ καταδίωξις τῆς ὑπερπλεονασάσης ληστείας καὶ ἡ παγίωσις τῆς δημοσίου ἀσφαλείας εἰς τὸν ἐκ Τεπελενίου γνωστόν Ἀλῆ, διορισθέντα κατ’ ἀρχὰς μὲν τοποτηρητὴν τοῦ Γενικοῦ Ἐπόπτου τῶν ὁδῶν (Ντερβεντάτ Ναζήρ), μετ’ ὀλίγον δὲ καὶ Πασᾶν Τρικάλων, τοῦ ὁποίου τὴν ἐμφάνισιν ἐν Θεσσαλίᾳ μνημονεύει σημείωμά τι τῆς Μονῆς Βαρλαὰμ τῶν Μετεώρων.»79 «Ἀλλὰ παρ’ ὅλην τὴν ἀμείλικτον καταδίωξιν τῶν κακοποιῶν στοιχείων ὑπὸ τοῦ Ἀλῆ Πασᾶ, κεντριζομένου πρὸς τοῦτο ἀπὸ τῆς προσδοκίας ἀνωτέρων ἀξιωμάτων καὶ ὡφελειῶν, δὲν ἦτο εὔκολον νὰ παταχθῇ καθ’ ὁλοκληρίαν ἡ Λερναία αὕτη Ὕδρα τῆς θεσσαλικῆς ληστείας.»80 «Ἀλλὰ καὶ αἱ ὀρδαὶ τῶν ἀτάκτων στρατιωτῶν, αἱ ἐκτελοῦσαι τὴν καταδίωξιν τῶν ληστῶν, δὲν ἦσαν ὀλιγώτερον ἐπιζήμιαι καὶ ἀπαίσιαι διὰ τοὺς ἀτυχεῖς γεωργούς. Ἐξ ἴσου ὠμοί, ἄπληστοι καὶ ἀπειθάρχητοι, ἐπεδίδοντο εἰς τὰς αὐτὰς κατὰ τῶν ἀτυχῶν χωρικῶν βιαιοπραγίας.»81
Ενθύμηση σε μηναίο των Αγίων Πάντων στην Ανθούσα Καλαμπάκας
Σε Μηναίο που βρίσκεται στον ναό των Αγίων Πάντων στην Ανθούσα Καλαμπάκας, βρίσκουμε μια ενθύμηση82 13 μικρογράμματων στίχων: «Ἔτος 1786, Ἰουνίου 16. (…) Ἀγιάνης83 ἦταν ὁ Χαλήλ ἀγᾶς τοῦ Ἀλήπεγη καὶ μουσελίμης ὁ Ἰμέρπεγης τοῦ Νεμετίπεγη καὶ κατὴς ἀπὸ τὸ Καράφεργε καὶ τερβέναγας ὁ κὺρ πασιᾶς ἀπὸ Ὀπεράτι (=Μπεράτι). Δεσπότης Παΐσιος· τὸ γένος του ἦταν ἀπὸ τὸν Κλινοβό, υἱὸς τοῦ Στάθη.»
«1786, κατὰ μῆνα Δεκέμβριον: ἦλθεν ὁ Ἀλῆ πασιᾶς ἀπὸ τὸ Τεπελέγγι μὲ χιλιάδες τέσσαρες καὶ πεντακοσίους, τὰ δὲ αὐτοῦ ἀνδραγαθήματα ὅσα ἐποίησεν, ἂς τὰ διηγηθοῦν ἄλλοι.»84
«Διορισθεὶς ὑπὸ τῆς Πύλης τῷ 1786 ὁ Ἀλῆ Πασᾶς, ὡς ἀνωτέρω εἴδομεν, ἐπὶ τῆς δημοσίου ἀσφαλείας (Ντερβεντάτ Ναζήρ85), προέβη μετὰ τῆς χαρακτηριζούσης αὐτὸν δραστηριότητος εἰς τὴν καταδίωξιν τῆς ληστείας. Καὶ πρὸς καιρὸν μὲν ἀνέπνευσαν οἱ ἀτυχεῖς γεωργοί, ὡς καὶ τὸ ἀνωτέρω παρατεθὲν σημείωμα τῆς Μονῆς Βαρλαὰμ τῶν Μετεώρων πληροφορεῖ.»86
«Στις 12 Δεκεμβρίου 1786 ο Αλή διορίσθηκε mutasarrıf87 του σαντζακίου των Τρικάλων. Η παρουσία του στη Θεσσαλία εγκαινιάσθηκε με μια περιοδεία ή καλύτερα με αργυρολογία και λαφυραγωγία. Το 1787 διορίσθηκε Ντερβεντάτ Ναζήρ (επόπτης των δερβενίων) και τον ίδιο χρόνο mutasarrıf των Ιωαννίνων.»88
«Τον επόμενο χρόνο (1787), όταν πέθανε ο Κουρτ πασάς, η Πύλη, παρά τους δισταγμούς της, όρισε τον Αλή ως διάδοχό του στο αξίωμα του derbendler başbuğu. Το 1788 έγινε επίσημος κυβερνήτης στα Γιάννενα. Και τα δύο αυτά αξιώματα τα διατήρησε ως τις παραμονές της ελληνικής επαναστάσεως.»89
Ο Αλή πασάς και η κυρα‑Βασιλική. Πίνακας του Paul Emil Jacobs
«Κατά τα τέλη Φεβρουαρίου – αρχές Μαρτίου 1789, ο Αλή πασάς εξεστράτευσε με 10.000 άνδρες εναντίον των Σουλιωτών. Κατά τη διάρκεια των επιχειρήσεων, οι οποίες κράτησαν 4 μήνες, οι Σουλιώτες αντιστάθηκαν με όλες τους τις δυνάμεις και προκάλεσαν σημαντικές απώλειες στους αντιπάλους των, αλλά και οι ίδιοι έχασαν πολλούς. Τους Σουλιώτες βοηθούσαν κρυφά και Αλβανοί μπέηδες της βόρειας Ηπείρου.»90
Σουλτάνος Σελίμ Γʹ
«Την ίδια εποχή (1789) ο σουλτάνος,91 πιθανόν για να τον προειδοποιήσει, διόρισε πασά των Τρικάλων τον συγγενή του Μπεκίρ πασά (Bekir Pasha) και κατά τα τέλη τού 1789 κατήργησε τις φρουρές των δερβενίων και παραχώρησε στις κοινότητες το δικαίωμα της αυτοάμυνας. Ορισμένες όμως από αυτές δεν δέχθηκαν να σχηματίσουν δικά τους ένοπλα σώματα προτιμώντας να τεθούν υπό την προστασία του Αλή πασά, ενώ άλλες εγκατέλειψαν την ιδέα αυτή, γιατί ο Αλή πασάς κίνησε στις περιοχές τους σώματα κλεφτών (με τους οποίους διατηρούσε εκείνη την εποχή φιλικές σχέσεις) και έτσι εξευτέλισε τον Μπεκίρ και τον ανάγκασε να παραιτηθεί. Αξιοπρόσεκτη είναι και εδώ η ικανότητα του Αλή να κινεί τους κλέφτες κατά τις επιθυμίες του.»92
«Τὸ ἐπόμενον ἤδη ἔτος (1790) ἰσχυρὰ συμμορία ὑπὸ τὸν Ἀλβανὸν Μέτον Ἀργυροκαστρίτην καί τινα Κόνιαρον ἐπέπεσε κατὰ τῶν χωρίων τῆς πεδιάδος Τρικάλων, ἔκαυσεν, ἐδῄωσεν αὐτὰ “καὶ πήρανε καὶ ἄσπρα”. (…). Καὶ κατὰ τὴν περίπτωσιν ταύτην φαίνεται ὅτι αἱ ἐπιδρομαὶ τῶν ληστῶν δὲν ἦσαν ἄσχετοι μὲ τὰς κομματικὰς τῶν κατοίκων διαιρέσεις, διότι κατὰ τὸ αὐτὸ ἔτος 1790 εὑρίσκομεν “τὰ παιδιὰ τοῦ Χαλήλαγα” ἐν σφοδρᾷ διαμάχῃ πρὸς τὸν ἐκ Καστανιάς τῆς Καλαμπάκας Γιαννάκην, υἱὸν τοῦ Παπᾶ Δήμου (ἴσως τοῦ γνωστοῦ ἤδη ἡμῖν Δημάκη), συνεπείᾳ τῆς ὁποίας ἐξωρίσθη ὁ Γιαννάκης μετὰ πολλῶν ἄλλων ὑπὸ τοῦ Μπεκήρ Πασᾶ (Bekir Pasha). Ἀμφότεροι οἱ ἀρχηγοί, Χαλήλ ἀγᾶς καὶ Δημάκης τῶν ἐν Τρικάλοις φατριῶν εἰσὶν ἤδη ἡμῖν γνωστοὶ ἐξ ἀρχαιοτέρων ἐποχῶν.»93
«1790, κατὰ μῆνα Μάρτιον. Ἐκίνησεν ὁ Γιαννάκης, ὁ υἱὸς τοῦ παπᾶ Δήμου, ἀπὸ χωρίον Καστανιάν, τὸν καβγὰν μὲ τὰ παιδία τοῦ Χαλὴλ ἀγᾶ, καὶ ἤφεραν τὸν Μπεκὶρ πασιᾶ (Bekir Pasha) καὶ ἔδιωξαν τὸν Γιαννάκην Καλαμπακιώτην καὶ ἄλλους πολλούς. Ἔπειτα, κατὰ μῆνα Ἀπρίλιον, ἐπέρασε καὶ ὁ Ἀλῆ πασιᾶς διὰ τὸ μεγάλον σεφέρι,94 καὶ ἔκραξε τοὺς κοτζιαμπασῆδες τοῦ Τρικάλου καὶ τοὺς ἔκαμε τεμπίχι (=απειλητική προειδοποίηση, σύσταση) νὰ μὴν ἔβγῃ κανεὶς νὰ τὸν προϋπαντήσῃ, ὅτι τζιουβάπι (=απόκριση, δικαιολογία) δὲν τοῦ δίδει ὕστερον, καὶ ἔτζι ἔγινεν ἡ ὑπόθεσις.»95
«Aἱ ταραχαὶ δὲ τῶν διαμαχομένων μερίδων ὑπὸ τὴν ἡγεσίαν τῶν ἀρχαίων ἀντιπάλων οἰκογενειῶν τοῦ Χαλήλ ἀγᾶ καὶ Δημάκη, παροξυνθεῖσαι τῷ 1790, προυκάλεσαν τὴν ἐξορίαν τοῦ Γιαννάκη Παπαδήμου καὶ αὐστηροτάτας ἐπιτιμήσεις τῶν Κοτσαμπασήδων Τρικάλων, ὑπὸ τοῦ διερχομένου ἐκεῖθεν Ἀλῆ Πασᾶ τῶν Ἰωαννίνων.»96
Η επόμενη μαρτυρία είναι σημαντική για τον Γιαννάκη Καλαμπάκα, τη ζωή του οποίου εξετάζουμε:
«Ἑκάστη ἐπαρχία εἶχε τοὺς ἀρχηγούς της ἢ προεστούς, ἕκαστος δὲ τούτων εἶχε καὶ τοὺς λεγόμενους καπεταναίους (ἀρματολούς) ὡς ὀπλαρχηγούς, μὲ μισθὸν ἐξῆντα ὀβολοὺς τὸν μῆνα, οἱ δὲ ἁπλοῖ στρατιῶται μὲ τρία γρόσια.97 Εἶτα δὲ δεικνύεται ἡ ἐξάρτησις τῶν ἀρχόντων ἀπὸ τῆς ὀθωμανικῆς ἐξουσίας, ζητοῦντες ἐλάμβανον παρὰ τοῦ Κούρτ καὶ ἕνα ὀπλαρχηγὸν Ἀλβανόν, μὲ 10-15 στρατιώτας, διατρίβοντας ὡς ἐπὶ τὸ πλεῖστον εἰς τὸ κέντρον τῆς ἐπαρχίας, ὑπὸ τὰς διαταγὰς τοῦ ἄρχοντος. (…)k Αἱ ἐπαρχίαι διοικούμεναι ὑπὸ γραπτῶν νόμων, ἀλλὰ πατρικῶς, ὑπὸ τῶν ἀρχόντων καὶ προεστώτων, ἔχαιρον ἄκραν ἡσυχίαν καὶ εὐδαιμονίαν. Τοιαύτη ἡ εὐλογία τοῦ Ὑψίστου ἐπὶ Κούρτ, ἥτις εἶναι χρυσοῦς αἰὼν παραβαλλομένη μὲ τὴν τυραννίαν τοῦ Ἀλῆ. Λαβὼν τὴν ἡγεμονίαν (Ντερβέντ Ναζὶρ) οὗτος, ἦλθεν εἰς Τρίκαλα καὶ ἐκάλεσε πάντας τοὺς προεστῶτας καὶ ἄρχοντας τῆς δικαιοδοσίας του. Ἄρχοντες πρώτης τάξεως ἐπὶ Κοὺρτ ἦσαν Μίτζε Μαυρομάτης ἐξ Ἀκαρνανίας, (…) ἐξ Αἰτωλίας, (…) (Μεσολόγγι), (…) (Ἄρτης), (…) (Ἰωαννίνων), (…) (Κραββάρων), (…) (Σάλωνα), (…) (Λεβαδείας), (…) (Νέαι Πάτραι), Τσολάκογλους (Ἄγραφα), Ἰωάννης Καλαμπάκας (Τρίκαλα). Καὶ ἄλλοι δευτέρας, ἐν οἷς (…). Πάντες οὗτοι ἐπανῆλθον νενεκρωμένοι εἰς τὰς ἐπαρχίας των, προαισθανόμενοι τὴν τυραννίαν τοῦ ἀνδρός, ὁ δε πάππος τοῦ συγγραφέως τὸν ἐχαρακτήρισεν ἀληθῆ ἀντίχριστον. Καταλαβὼν τὴν ἀρχὴν Τρικάλων, προέβη εἰς τὴν καταστροφὴν πάντων τῶν ἀρχόντων καὶ προεστώτων τῶν ἐπὶ Κούρτ καὶ ἀντεκατέστησεν αὐτοὺς δι’ ἄλλων ἰδικῶν του. Τότε ἐδολοφονήθησαν οἱ μὲ τὸ σημεῖον τοῦ ♱ ἀνωτέρω σημειούμενοι.»98
Στα γραπτά του διδάκτορος νομικού και πολιτικού Σπυρίδωνος Αραβαντινού, γιου του λογίου ιστοριοδίφη και συγγραφέα Παναγιώτη Αραβαντινού, διαβάζουμε μια σημαντική πληροφορία: ότι ο «Ἰωάννης Καλαμπάκας» ήταν «ἄρχων πρώτης τάξεως ἐπὶ Κούρτ». Κι ότι, όταν ανέλαβε ως τοπάρχης (σαντζάκμπεης / Sancakbeyi ή Mîr-i livâ) του σαντζακίου των Τρικάλων ο Αλή πασάς, ο Γιαννάκης Καλαμπάκας κλήθηκε σε σύσκεψη με τη συμμετοχή όλων των Ελλήνων κατά τόπους αρχηγών, και μάλιστα ως αρχηγός όλου του Νομού Τρικάλων, κι όχι μόνο της Καλαμπάκας. Κι ότι πολλοί από τους υπόλοιπους συμμετέχοντες δολοφονήθηκαν αργότερα από τον Αλή πασά, ίσως και ο Γιαννάκης Καλαμπάκας.
Πάντως φαίνεται να είναι γεγονός ότι εξαιτίας της διαμάχης που περιγράψαμε πιο πάνω και τον αφανισμό των δημογερόντων του νομού Τρικάλων, κυρίως του ιερέα Δημάκη (Παπαδῆμου), «ἐκ Καστανιᾶς τοῦ Ἀσπροποτάμου»99 και του γιου του Νικολού στα 1775 και την εξορία του Γιαννάκη, «υἱοῦ τοῦ παπᾶ Δήμου», τον Μάρτιο του 1790, ίσως δημογέροντας / επικεφαλής όλου του νομού Τρικάλων να ανέλαβε ο Γιαννάκης Καλαμπάκας, ο Καλαμπακιώτης, ο καταγόμενος από τη Μοσχόπολη.
Υπάρχει βέβαια περίπτωση ο Σπυρίδων Αραβαντινός και οι άλλες πηγές μας με την φράση «Γιαννάκην Καλαμπακιώτην» να αναφέρονται στον Γιαννάκη, «υἱὸ τοῦ παπᾶ Δήμου» «ἐκ Καστανιᾶς τοῦ Ἀσπροποτάμου» και να συγχέονται οι δύο Γιαννάκηδες. Οπωσδήποτε η έρευνα πρέπει να συνεχιστεί.100
Τον Ιούνιο του 1791 ο Αλή πασάς, βλέποντας ότι η Οθωμανική Αυτοκρατορία βρισκόταν σε κρίση κι ότι η αυτοκρατορία των σουλτάνων σύντομα θα κατέρρεε, καθώς και τον επαναστατικό αναβρασμό των υποδούλων, άρχισε να εκδηλώνει χωριστικές τάσεις και συζήτησε με τον Ρώσο στρατηγό Βασίλειο Ταμάρα «ένα σχέδιο συμμαχίας με τους εξής ενδιαφέροντες, ανάμεσα σε άλλους, όρους: 1.Να εξασφαλισθεί η άσκηση της μουσουλμανικής θρησκείας. 2.Να καθορισθούν τα σύνορα του κράτους του, όπου Έλληνες και Τούρκοι θα είχαν τα ίδια δικαιώματα, πολιτικά και στρατιωτικά αξιώματα κ.λπ. 3.Να συντάσσονται οι νόμοι και τα διατάγματα στην ελληνική, αφού αυτή η γλώσσα επικρατούσε στις περιοχές που επιθυμούσε να κυβερνά. 4.Να προστατεύονται οι Έλληνες από τη Ρωσία, αλλά να μην προσφεύγουν σ’ αυτήν για την επίλυση των διαφορών που τυχόν θα είχαν με αυτόν. 5.Να είναι υποχρεωμένη η Ρωσία να σπεύσει σε βοήθεια του. (…) Ο σχολιασμός των όρων αυτών είναι αναγκαίος, γιατί παρουσιάζουν πολύτιμες ενδείξεις για τις σκέψεις που απασχολούσαν τον Αλή πασά όχι μόνο την εποχή εκείνη, αλλά και αργότερα ως τον θάνατό του, να γίνει δηλαδή ανεξάρτητος ηγεμόνας μέσα σε ένα κράτος του οποίου οι υπήκοοι, χριστιανοί και μουσουλμάνοι θα είχαν ίσα δικαιώματα, αλλά η παιδεία και η γλώσσα τους θα ήταν ελληνική. (⋯) Χαρακτηριστικό της απηχήσεως της πολιτικής του είναι πως η “Ἐφημερὶς” των Μαρκιδών Πουλίων στο φύλλο της 30ής Δεκεμβρίου 1791 αναφερόταν στον “εὐλογημένο παράδεισο” του Αλή πασά.»101
λι
Φιρμάνι του Αλή Πασά, 1810, γραμμένο σε δημοτική γλώσσα. Όλες οι διαταγές και συμφωνίες του Αλή διατυπώνονταν στην καθομιλουμένη Ελληνική
Μετά από την ήττα των Τούρκων στον Ρωσοτουρκικό πόλεμο 1787-1792 και την υπογραφή της Συνθήκης του Ιασίου «ο Αλή πασάς επωφελήθηκε από τη λήξη των εχθροπραξιών για να εξουδετερώσει τις δυνάμεις εκείνες που ορθώνονταν ως εμπόδιο στα σχέδιά του. Απερίσπαστος καταδίωξε άγρια τους Έλληνες Κλέφτες και Αρματολούς, οι όποιοι αναγκάζονταν συχνά να καταφεύγουν στην Πρέβεζα και στη Λευκάδα. Ο Αλή πασάς παραπονιόταν συνεχώς για την ανεκτική απέναντί τους στάση των Βενετών και δεν δίσταζε κάποτε να πλήξει τους Κλέφτες και μέσα στις βενετοκρατούμενες ελληνικές κτήσεις. Σχετικά έγραφε στις 16 Απριλίου 1792 ο γενικός προβλεπτής Άγγελος Emo προς τον δόγη: “ἐν τοσούτῳ ὁ Ἀλῆ πασᾶς, κινούμενος ἀπὸ τὰ φιλόδοξα αὐτοῦ σχέδια καὶ ἵνα ἀποφύγῃ τὰ κτυπήματα, τὰ ὁποῖα προβλέπει καὶ φοβεῖται εἰς βάρος του, χύνει ἀγρίως τὸ αἷμα ἐκείνων, οἱ ὁποῖοι ἀντιτίθενται εἰς τὰ συμφέροντά του καὶ διασπείρει τὴν διχόνοιαν μεταξὺ τῶν Ἀρματολῶν, συγκεντρώνει ἄνδρας καὶ ὅπλα καὶ πανταχοῦ προκαλεῖ τὴν ἀπελπισίαν, τὸν τρόμον καὶ τὴν φρίκην.”»102
«Τον Μάιο του 1792 ο Αλή πασάς συγκέντρωσε 10.000 άνδρες και τον Ιούλιο εξεστράτευσε εναντίον του Σουλίου. (…) Μετα την αποτυχία της επιθέσεως ο Αλή πασάς αντιλήφθηκε ότι οι Σουλιώτες δεν ήταν ακόμη ώριμη λεία και ζήτησε να διαπραγματευθεί μαζί τους. Έτσι οι νικητές βρήκαν την ευκαιρία να επιβάλλουν τους όρους των.»103
Συνέπεια όλων αυτών των δεινών που συνέβησαν στην περιοχή μας, τον νομό Τρικάλων και ευρύτερα στη Θεσσαλία, είναι, εκτός του κλίματος φόβου και την τρομοκράτηση των υπόδουλων Ελλήνων, η σιτοδεία, η πείνα και η εμφάνιση λοιμικών νόσων: «παρὰ τὴν θερίζουσαν τοὺς κατοίκους τῆς Θεσσαλίας τῷ 1792 λοιμικὴν νόσον»·104 «ἐπῆλθε τῷ 1793 καὶ ἀφορία μετὰ δεινῆς σιτοδείας καὶ πείνης τῶν Θεσσαλῶν, καθ’ ἣν τὸ λουτσέκιον (≈40 οκάδες) σίτου ἔφθασε τὴν τιμὴν τῶν 7 γροσίων.»105
Έτσι είχε η κατάσταση στην περιοχή μας το χρονικό διάστημα που ήρθε και παρέμεινε στην Καλαμπάκα ο Γιαννάκης Καλαμπάκας από την Μοσχόπολη. Λεπτομέρειες για τη ζωή του θα δούμε στο επόμενο μέρος της δημοσίευσής μας.
Συνεχίζεται…
Υποσημειώσεις
1 Björnståhl Jacob Jonas, Το οδοιπορικό της Θεσσαλίας 1779, εκδ. Τα Τετράδια του Ρήγα, Θεσσαλονίκη 1979, σελ. 71.
2 Στο κατάστιχο 225 της μονής Βαρλαάμ του 1754 «έχουν καταγραφεί τα ονόματα (…) 232 οικογενειαρχών των 27 ενοριών της Καλαμπάκας, με τους ιερείς τους.» (Σπανός Κώστας, Τα χωριά στο κατάστιχο 225, σελ. 178). Αν πολλαπλασιάσουμε με 5 μέλη κάθε οικογένειας έχουμε 1.160 κατοίκους, ενώ αν πολλαπλασιάσουμε με 6 μέλη ανά οικογένεια έχουμε 1.392 κατοίκους. Ενώ στα 1769 και στο κατάστιχο 246 της βαρλααμίτικης μονής (φύλλο 15α-16α) καταγράφεται ο λίγο μικρότερος αριθμός των 225 οικογενειών των 18 ενοριών της Καλαμπάκας. (Καρακίτσιος Ελευθέριος, Οι Σταγοί μέσα από κατάστιχα των ιερών μονών Αγίων Μετεώρων, στον τόμο Η Καλαμπάκα μέσα από την ιστορία της, πρακτικά Αʹ Ιστορικού Συνεδρίου Καλαμπάκας, εκδ. Γένεσις, Καλαμπάκα 2001, σελ. 144-147.)
3 Björnståhl Jacob Jonas, σελ. 71.
4 Σοφιανός Ζ. Δημήτριος, Η Επισκοπή Σταγών. Σύντομο ιστορικό διάγραμμα, εκδ. Ιεράς Μητροπόλεως Σταγών και Μετεώρων, Καλαμπάκα 2004, σελ. 49.
5 Ό.π., σελ. 50 κ.ε.
6 Βλιώρας Σπυρίδων, Ναΰδριο Αγίου Γεωργίου Σοποτού Καλαμπάκας, εφ. Τα Μετέωρα, 3 & 10/5/2019. (www.academia.edu/3896768)
7 Καρακίτσιος Ελευθέριος, ό.π., σελ. 126-129.
8 ό.π., σελ. 133-135.
9 ό.π., σελ. 144-147.
10 ό.π., σελ. 150-152.
11 Björnståhl Jacob Jonas, σελ. 80.
12 Ό.π., σελ. 66-67.
13 «Πόλη μεγαλούτζικη, ἐπισκοπή, πασιαλίκι. Ἀπέχει 40 μίλια πρὸς δυσμὰς ἀπὸ τὴ Λάρισα. Εἰς τὸν ἀπερασμένο πόλεμο ἐπατήθηκε καὶ αὐτὴ ἀπὸ τοὺς Ἀρβανίτας, τοὺς Τατάρους τῆς Ἑλλάδος», Δημητριείς, Περί της Ελλάδος Γεωγραφία Νεωτερική.
14 Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, τ. 11, Αθήνα 1975, σελ. 200.
15 Δημητρακόπουλος Σοφοκλής, Ιστορία και δημοτικό τραγούδι, εκδ. Παρουσία, Αθήνα 31998, σελ. 181-182 & Αρσενίου Λάζαρος, Η Θεσσαλία στην Τουρκοκρατία, 1393-1881: Ιστορική και εθνολογική προσέγγιση, εκδ. Επικαιρότητα, Αθήνα 2010, σελ. 211 κ.ε.
16 Τσοποτός Δημήτριος, Γη και γεωργοί της Θεσσαλίας κατά την Τουρκοκρατίαν, Βόλος 1912, 21974, σελ. 143.
17 Νημάς Θεόδωρος, Ιστορία και μνημεία των επαρχιών Τρικάλων και Καλαμπάκας, από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα, εκδ. Σταμούλη, Θεσσαλονίκη 2018, σελ. 116-117.
18 Σοφιανός Ζ. Δημήτριος, Ο ιερομόναχος Χριστοφόρος Βαρλααμίτης (1740-1814), Πρακτικά Γʹ Συνεδρίου Μετσοβίτικων Σπουδών, Μέτσοβο 29-31 Αυγούστου 1997, επιμέλεια Τριαντάφυλλος Λ. Παπαζήσης, Εξωραϊστικός Σύλλογος Μετσόβου, Αθήνα 2000, σελ. 461-484 & Βέης Νικόλαος, Ο Χριστόφορος Βαρλααμίτης και το Βραχύ Χρονικόν αυτού, Ηπειρωτικά Χρονικά 1, 1926, σελ. 63-71 και 120-132 (=Τρικαλινά, 13, 1993, σελ. 107-127).
19 Παπαδόπουλος Κεραμεύς Αθανάσιος, Θεσσαλικά σημειώματα (Ἐνθυμήσεις ἐκ Μετεώρων), Τρικαλινά, 9, 1989, σελ. 103.
20 Τσοποτός, σελ. 144, 145.
21 Γουγουλάκη-Ζιώζια Ευαγγελία, Αξιοσημείωτα ιστορικά γεγονότα και άλλα συμβάντα στην περιοχή των Τρικάλων κατά την περίοδο της Τουρκοκρατίας, όπως μαρτυρούνται από διάφορες ενθυμήσεις, Τρικαλινά, 13, 1993, σελ. 246 & Παπαδόπουλος Κεραμεύς, σελ. 104.
22 Ο βυζαντινολόγος Νίκος Βέης, που ευτύχησε να δει το αυτόγραφο του Χριστοφόρου Βαρλααμίτη, που είχε κλαπεί από τον περιηγητή Πορφύριο Ουσπένσκι (Порфирий Успенский), αποκαθιστά το όνομα: Οσμάν Λεούσας.
23 Γουγουλάκη, σελ. 246.
24 Ό.π., σελ. 246.
25 Τσοποτός, σελ. 145-146.
26 Κώδικας 287 της Εθνικής Βιβλιοθήκης Αθηνών.
27 πιθανόν ο ίδιος με τον mutasarrıf Halil Paşa, που είχε διατελέσει σαντζάκμπεης του Σαντζακίου των Τρικάλων στα 1753.
28 Ο οποίος πέθανε το 1774 στην Καβάλα, μάλλον εξόριστος: «1774: Ἀπέθανεν ὁ Νιμετήμπεης εἰς τὴν Καβάλαν». Παπαδόπουλος Κεραμεύς, σελ. 104 & Τσοποτός, σελ. 146: «κατὰ πᾶσαν πιθανότητα ἐξόριστος».
29 Τσοποτός, σελ. 145.
30 Νημάς Θεόδωρος, Ιστορία, σελ. 117.
31 Γουγουλάκη, σελ. 246.
32 Παπαδόπουλος Κεραμεύς, σελ. 104.
33 Τσοποτός, σελ. 146.
34 Γουγουλάκη, σελ. 247· «1775, Ἰουλίου 17, ἡμερᾳ Πέμπτῃ. Ἔκοψεν ὁ μπουλούμπασης τοὺ Κοὺρτ πασιᾶ τὸν Δημάκην καὶ τὸν υἱόν του.» Γουγουλάκη, σελ. 247 & Παπαδόπουλος Κεραμεύς, σελ. 103.
35 Δημητρακόπουλος Σοφοκλής, Ιστορία και δημοτικό τραγούδι, εκδ. Παρουσία, Αθήνα 31998, σελ. 162. «Ήταν προεστός της επαρχίας Ασπροποτάμου και καταγόταν από το χωριό Χαλίκι της Καλαμπάκας. Η εγγονή του ήταν μητέρα του Ιωάννη Κωλέττη. Η δράση του απλωνόταν ως τη Ρούμελη και την Ήπειρο. Το 1770, μετά από σφαγές που έγιναν στη Θεσσαλία, ο Δημάκης κατέφυγε στο Μέτσοβο. Για την εκεί παραμονή του κάνει λόγο το ακόλουθο δημοτικό. Μόλις όμως ξαναγύρισε στα Τρίκαλα, οι Τούρκοι, που τον θεωρούσαν συνεργάτη των επαναστατών, δεν του ζήτησαν υλική αποζημίωση: πήραν το κεφάλι κι αυτού και του γιου του Νικολού. (1775)»· βλ. & Κοτοπούλης Φώτης, Μετέωρα (-Καστράκι – Αιγίνιον), εκδ. Δίφρος, Αθήνα 21973, σελ. 23.
36 «Κωμόπολη, οχυρωμένη πόλη»· από την τουρκική λέξη kasaba (κωμόπολη) < οθωμανική τουρκική قصبه (kasaba) < αραβική قصبة (qaṣaba)
37 «Εἰς τὴν ἱερὰν ταύτην γῆν εἴτε Ὀθωμανὸς εἴτε Χριστιανὸς καταφεύγων ἐξ οἱασδήποτε αἰτίας δὲν συνελαμβάνετο οὐδ’ ἐτιμωρεῖτο· ἡ δὲ δημώδης Μοῦσα ἐκτραγῳδεῖ περὶ τούτου καὶ τὸ ἑξῆς ᾆσμα ἀφορῶν εἰς τὸν πλούσιον καὶ ἰσχυρὸν Δημάκην Νικολάου ἐκ Χαλίκης, ὑποπεσόντα εἰς τὴν δυσμένειαν τοῦ σατράπου τῆς Τρίκκης καί εἰς Μέτσοβον καταφυγόντα. (…) Ἔμεινε δ’ οὗτος εἰς τὴν οἰκίαν τοῦ μεγαλεμπόρου Ἰωάννου Κρίκη ἓξ μόνον κατὰ τὸ θέρος μῆνας.» Λαμπρίδης Ιωάννης, Πολιτική εξάρτησις και διοίκησις Μαλακασίου, Παρνασσός, 1887, σελ. 381.
38 Αρσενίου Λάζαρος, Η Θεσσαλία στην Τουρκοκρατία, σελ. 344, 347 & Αρσενίου Λάζαρος, Οι μάχες στην Καλαμπάκα στην Επανάσταση του 1854, στο «Η Καλαμπάκα μέσα από την ιστορία της, πρακτικά Γʹ Ιστορικού Συνεδρίου Καλαμπάκας», εκδ. Γένεσις, Καλαμπάκα 2009, Βʹ τόμος, σελ. 15 κ.ε.
39 Γλυκίδης Ανάργυρος, Η στρατιωτική οργάνωση του πασαλικίου των Ιωαννίνων επί Αλή πασά, σελ. 12 κ.ε.
40 «Η πρώτη στρατιωτική επιχείρηση στην οποία λαμβάνει μέρος ο Αλής ως μπέης ακόμα ήταν το έτος 1776, όταν ο Κουρτ Αχμέτ πασάς του Μπερατίου ήρθε σε πόλεμο με τον Μεχμέτ Μπουσατλή πασά της Σκόδρας. Στις μάχες που επακολούθησαν καταφέρνει να διακριθεί και να γείρει την πλάστιγγα της σύρραξης υπέρ του προστάτη του Κουρτ Αχμέτ πασά.» Γλυκίδης Ανάργυρος, σελ. 12.
41 «Ὁ Χριστόφορος Βαρλααμίτης ἔχει ἀφορμὴν νὰ μνημονεύσῃ τὸν Τεπελενλὴν Ἀλῆν Πασᾶν οὐχὶ μόνον ἐν τοῖς σχετικοῖς πρὸς τοὺς Σουλιώτας σημειώμασι, τὰ ὁποῖα ἀνωτέρω παραθέσαμεν, ἀλλὰ καὶ ἐν πέντε ἄλλοις σημειώμασι τῶν ἐτῶν 1778-1790. Τὸ ἀρχαιότατον ἐξ αὐτῶν, προερχόμενον ἐκ τοῦ ἔτους 1778, ἀναφέρει «τὸν υἱὸν τῆς Βελῆ πασιοῦς… τὸν Ἀλήμπεην», ἀπαντᾶ δῆλον ὅτι καὶ ἐν τούτῳ ἡ μητρωνυμικὴ διάκρισις τοῦ Ἀλῆ, ὅπως καὶ ἐν τῷ σημειώματι τοῦ ἔτους 1784 τῷ σχετικῷ πρὸς τοὺς Σουλιώτας. Ἡ μήτηρ τοῦ Ἀλῆ, ἡ περιβόητος Χάνκω, ἡ δευτέρα σύζυγος τοῦ πατρὸς ἐκείνου Βελῆ, ἦτο -ὡς γνωστόν- θυγάτηρ τοῦ Ζεϊνὲλ μπέη, καταγομένου ἐκ πασᾶ. Ἡ δὲ μητρωνυμικὴ διάκρισις τοῦ Ἀλῆ δικαιολογεῖται καθ’ ὅλα, διότι ἐπταετής περίπου γενόμενος ὀρφανὸς πατρὸς ἠνδρώθη ὑπὸ τὴν ἐπιτροπείαν τῆς μητρός του, ἡ ὁποία τὰ μάλιστα συνέβαλεν εἰς τὴν ἀνάδειξιν τοῦ υἱοῦ Ἀλῆ. Παρὰ τὰ ἄλλως πως παραδεδομένα ὁ πατὴρ τοῦ Ἀλῆ Βελῆς εἶχε τὸν τίτλον τοῦ Πασᾶ. Τοῦτο μαρτυρεῖται πλὴν τοῦ Χρονικοῦ τοῦ Χριστοφόρου Βαρλααμίτου καὶ ἐξ ἄλλων πηγῶν.» Βέης, Βραχύ Χρονικόν, σελ. 117.
42 Γουγουλάκη, σελ. 247
43 Γλυκίδης Ανάργυρος, σελ. 12. «Ο συσχετισμός των δύο αξιωμάτων, δηλαδή ενός στρατιωτικού-τοπικού αξιώματος αυτού του πασά των Ιωαννίνων και ενός υπερ-τοπικού αξιώματος αυτού του επόπτη των δερβενίων με «αστυνομικές», εν είδει «στρατοχωροφυλακής», αρμοδιότητες, αναδεικνύει με τον πιο πρόσφορο τρόπο την διορατικότητα αλλά και την ευφυΐα του Αλή πασά, ο οποίος χρησιμοποίησε το δεύτερο αξίωμα του προκειμένου να στερεώσει αλλά και να διευρύνει το τοπικό του αξίωμα και τελικά να δημιουργήσει μία εν δυνάμει τοπική ηγεμονία μέσα στους κόλπους της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.»
44 Γλυκίδης Ανάργυρος, σελ. 13.
46 Γλυκίδης Ανάργυρος, σελ. 13 & Skiotis Dennis, From Bandit to Pasha: First Steps in the Rise to Power of Ali of Tepelen, 1750-1784», International Journal of Middle East Studies, 2, 1971, σελ. 234-236.
47 Björnståhl Jonas, σελ. 51: «10 Μαρτίου 1779. Απο τότε που έφτασα εδώ έμαθα ότι σύμφωνα με τη συνήθειά τους οι Αρβανίτες είναι πάλι ξεσηκωμένοι και έρχονται κατά δω, με σκοπό να λεηλατήσουν και να καταστρέψουν όλα τα ελληνικά χωριά που συναντούν, προπαντός εδώ στη Θεσσαλία. Αυτός είναι και ο λόγος που καθυστέρησα στο μέρος αυτό (=Βόλος), αφού έλιωσε το πρώτο χιόνι, θέλοντας να βεβαιωθώ, αν μπορεί κανείς με κάποια ασφάλεια να μετακινηθεί πουθενά.»
48 Τσοποτός, σελ. 146-147.
49 Στα οποία έφτασε στις 26 Μαρτίου 1779.
50 Björnståhl Jonas, σελ. 59-60, 65, 66.
51 τουρκικό νόμισμα που ισοδυναμεί με το 1/100 της τουρκικής λίρας. Άρα 100 τουρκικές λίρες.
52 Πρόκειται για το χωριό Μαυροβούνι, 18 χιλιόμετρα νοτιοδυτικά της Λάρισας.
53 Που τότε είχε παυθεί από πασάς της Εύβοιας· «διεγέρθησαν δὲ εἰς ὀχλαγωγίας καὶ ἁρπαγὰς ὑπὸ τοῦ παυθέντος Πασᾶ τῆς Εὔβοιας, Χατζῆ Ἀλῆ Πασᾶ, καταφυγόντος εἰς Φάρσαλα, ὅπου κατήρχοντο εἰς συνάντησίν του καὶ τὰ ἄτακτα ταῦτα στίφη.» Τσοποτός, σελ. 147-148.
54 Πρόκειται για τον Αμπντούλ Χαμίτ Αʹ, που ήταν σουλτάνος από 21 Ιανουαρίου 1774 έως 7 Απριλίου 1789.
55 Από δερβέναγας στα 1778 ο Αλής Τεπελενλής έγινε επικεφαλής των ζορμπάδων λίγους μήνες αργότερα!
56 «Κάθε φορά που οι περιστάσεις το απαιτούσαν δεν δίσταζε να εκτεθεί στον κίνδυνο, όπως π.χ. μεταξύ των ετών 1779 – 1782, όταν με τους άνδρες του αναστάτωνε τις περιοχές του ισχυρού Κουρτ πασά των Ιωαννίνων και τὸν κρατούσε κυκλωμένο κατέχοντας τα γύρω βουνά, μολονότι εκείνος διέθετε μεγαλύτερες δυνάμεις.» Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, τ. 11, σελ. 86.
57 27 Μαρτίου 1779.
58 Πρόκειται για τον Αλί ιμπν Αμπού Τάλιμπ, ξάδελφο του προφήτη Μωάμεθ.
59 Το Zülfikar ή Dhulfiqar (από την αραβική λέξη ذوالفقار) ήταν το φημισμένο σπαθί του Αλί ιμπν Αμπού Τάλιμπ.
60 Björnståhl Jonas, σελ. 69-70.
61 Γουγουλάκη, σελ. 247-248.
62 γαμπρός και διάδοχος του Κουρτ πασά ήταν ο Ιμπραήμ Μπέης της Αυλώνας. Από τον Μάρτιο του 1779 δερβέναγας ήταν ο ίδιος ο Κουρτ πασάς, πιθανόν όμως να είχε παραχωρήσει κάποιες αρμοδιότητες και στον γαμπρό του.
63 Γουγουλάκη, σελ. 248.
64 Τσοποτός, σελ. 147-148.
65 Björnståhl Jonas, σελ. 120, 125.
66 μονάδα μέτρησης (ή χωρητικότητας) δημητριακών, ίσο με 40 οκάδες ή δύο κουβέλια. (<τουρκική ölçek < ölçmek (μετρώ) < αρχαία τουρκική *ül(ü)ş-)
67 Παπαδόπουλος Κεραμεύς, σελ. 105.
68 «Μετά τινα ὅμως ἔτη φαίνεται πάλιν ὑπερισχύσασα ἡ μερὶς τῆς ὁποίας ἡγεῖτο ἄλλοτε ὁ Δημάκης, διότι ὁ διαδεχθεὶς τὸν Κοὺρτ Πασάν, Χασᾶν Πασᾶς ὁ Λιβαδιώτης, ἐξώρισε τῷ 1782 τὸν Χαλήλαγαν εἰς Θεσσαλονίκην, ἐκ τῆς ὁποίας ὅμως «μὲ μεγάλην ἐπιτηδειότητα», κατὰ τὸ σχετικὸν σημείωμα τῆς Μονῆς Βαρλαάμ, ἐδραπέτευσε πρὸς τὸν φίλον του Κοὺρτ Πασᾶν, ὅστις ἐχρημάτισε, κατὰ τρεῖς διαφόρους περιόδους, Πασᾶς Τρικάλων». Τσοποτός, σελ. 145-146.
69 Να πρόκειται για τον Χασάν (=Ιωάννη) Τσαπάρη, γιο του Σουλεϊμάν, που στα 1772 είχαν αιχμαλωτιστεί από τους Σουλιώτες, και καταγόταν από περιοχή κοντά στο Λιβαδάρι Πρεβέζης ή για τον Κακλαμάν πασά, όπως «περιφρονητικά ονόμασαν οι Έλληνες τους επιδραμόντες στην Πελοπόννησο Ασιανούς Τούρκους υπό τον Χασάν πασά Κακλαμάνους και Κακλαμάν πασά τον αρχηγό τους»;. (ΒΙΒΑ. 14,197);n
70 Γουγουλάκη, σελ. 248, Παπαδόπουλος Κεραμεύς, σελ. 104.
71 «1784: κατὰ τὴν δωδεκάτην Ἰουλίου. Ἐκάη τὸ τζιαμὶ ἐμπροσθὰ στὸν Χαλήλαγα.» Παπαδόπουλος Κεραμεύς, σελ. 104.
72 Skiotis Dennis, From Bandit to Pasha: First Steps in the Rise to Power of Ali of Tepelen, 1750-1784», International Journal of Middle East Studies, 2, 1971, σελ. 243.
73 «Εἰς τὰ 1784 ἐθανάτωσε ὁ Ἀλῆ Πασᾶς τὸν Τζαούση-Δρίφτη». Σάθας Κωνσταντίνος, περιοδικό Πανδώρα, ιεʹ, 1864-5, σελ. 288.
74 Ο Χριστοφόρος Βαρλααμίτης φαίνεται, όπως εξηγεί κι ο Νίκος Βέης (Βραχύ Χρονικό, σελ. 119-122) να τα μπερδεύει λίγο και με το Κακοσούλι και με τον Τζαούση Πρίφτη, που από κύριο όνομα το μετατρέπει σε δύο προσηγορικά, τζιαούσην (=λοχία) και πρίφτην (=ιερέα).
75 Βέης Νικόλαος, Βραχύ Χρονικόν, σελ. 119-122. «Ὁ Ἀλῆς ἐν τῷ σημειώματι τούτῳ ἀναφέρεται ἤδη τῷ 1784 ὡς πασᾶς, ἐνῶ τὸ ἀξίωμα τοῦτο ἔλαβε τὸ πρῶτον ἐν ἔτει 1786».
76 Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, 11, σελ. 380.
77 βαθμός του πασά δύο ιππουρίδων.
78 Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, 11, σελ. 86.
79 Τσοποτός, σελ. 151.
80 Τσοποτός, σελ. 176.
81 Τσοποτός, σελ. 1777.
82 Καλούσιος Δημήτριος, Τρικαλινά Σύμμεικτα 6, Τρικαλινά, 1993, σελ. 171 & 222.
83 «Αρχηγός, πρόκριτος, αυθέντης, ηγεμόνας, διοικητής, άρχοντας, κύριος.» https://en.wikipedia.org/wiki/Ottoman_Ayan
84 Παπαδόπουλος Κεραμεύς, σελ. 103.
85 nâzır=υπουργός, υπεύθυνος. https://en.wiktionary.org/wiki/ناظر#Ottoman_Turkish. Το αντίστοιχο αξίωμα στη βυζαντινή εποχή ήταν Λογοθέτης του δρόμου.
86 Τσοποτός, σελ. 176.
87 Μουτεσαρίφης: ο κυβερνήτης μιας διοικητικής μονάδας της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας που ονομαζόταν σαντζάκι.
88 Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, τ. 11, σελ. 86.
89 Ό.π., σελ. 380.
90 Ό.π., σελ. 90.
91 Από τις 7 Απριλίου 1789 ως τις 29 Μαΐου 1807 σουλτάνος της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, με φιλελεύθερες αντιλήψεις, ήταν ο Σελίμ Γʹ, ο επονομαζόμενος Μεταρρυθμιστής.
92 Ιστορία του Ελληνικού έθνους, 11, σελ. 90-91.
93 Τσοποτός, σελ. 176-177.
94 εκστρατεύει το 1790 και το 1792 κατά των επαναστατημένων Σουλιωτών, χωρίς όμως αποτέλεσμα.
95 Παπαδόπουλος Κεραμεύς, σελ. 103 & Γουγουλάκη, σελ. 233, 252.
96 Τσοποτός, σελ. 178.
97 «Ο Κουρτ πασάς έξυπνος και ευφυής ενεπνέετο υπό της πεποιθήσεως ότι η τάξη δεν μπορούσε να εμπεδωθεί διαφορετικά στην περιοχή, ει μη μόνον με την συνδρομή των κατά τόπους χριστιανών αρχόντων -προεστώτων- και με την υπ’ αυτών οργάνωση και συντήρηση αρματολικιών. Ο Ιωάννης Καλαμπάκας οργανωμένος καλύτερα παντός άλλου προεστού έσπευσε να διοργανωσει τρία σπουδαία αρματολίκια στην περιοχή Τρικάλων και Καλαμπάκας, ήτοι το αρματολίκι του καπετάν Νικολού Στουρνάρη στο χωριό Κούτσινα Τρικάλων, του καπετάν Γρηγόρη Λιακατά στον Κλινοβό Καλαμπάκας και το αρματολίκι του καπετάν Βλαχάβα στο χωριό Βλαχάβα διαφορετικά των Μετεώρων, μάλιστα εχρησίμευσε και ως κουμπάρος του καπετάν Λιακατά νυμφευθέντος την κόρη του Νικολού.» Λιάπης Βασίλης, Για να λάμψει η αλήθεια, εφ. Τα Μετέωρα, 8/3/2002, σελ. 14. Τη σχέση του Γιαννάκη Καλαμπάκα με τους Νικολό Στουρνάρη, Γρηγόρη Λιακατά και καπετάν Βλαχάβα δεν έχω μπορέσει προσωπικά να διαπιστώσω μέχρι στιγμής.
98 Αραβαντινός Σπυρίδων, Ιστορία Αλή πασά του Τεπελενλή, Εκ του τυπογραφείου των καταστημάτων Σπυρίδωνος Κουσουλίνου, Αθήναι 1895, σελ. 528-530.
99 Βέης Νικόλαος, Βραχύ Χρονικόν, σελ. 125.
100 «Το θέρος του έτους 1820 πληροφορηθείς ο Αλή Πασάς ότι επέκειτο η αντικατάστασή του υπό του Σουλτάνου διά του Πασόμπεη, σκέφτηκε ότι μπορούσε να σωθεί εάν αποκάλυπτε στο Σουλτάνο τα μυστικά της Φιλικής Εταιρίας. Εκάλεσε τον Ιωάννη Καλαμπάκα και Δημ. Τσολάκογλου για να πληροφορηθεί από αυτούς τα μυστικά της εταιρείας και επειδή αυτοί, αν και ήταν φιλικοί, εκδήλωσαν πλήρη άγνοια, τότε αξίωσε από τον Ιωάννη Καλαμπάκα να παραχωρήσει τα στην Καλαμπακα τσιφλίκια του. Επειδή ο Ιωάννης Καλαμπάκας εδήλωσεν σ’ αυτόν ότι τα τσιφλίκια τα είχε δωρίσει στα Βακούφια και δη το τσιφλίκι Βλαχάβα στη Μονή Αγίας Τριάδος, το τσιφλίκι Πρεβέντα στη Μονή Βαρλαάμ και το τσιφλίκι Κουβέλτζι και Τζέρτζη στη Μονή Αγίου Στεφάνου και δεν μπορούσε να τα πάρει, τον αποκεφάλισε στα Γιάννενα.» Λιάπης Βασίλης, Για να λάμψει η αλήθεια, εφ. Τα Μετέωρα, 8/3/2002, σελ. 14. Δεν πρέπει να έζησε μέχρι το 1820 ο Γιαννάκης Καλαμπάκας, άρα ίσως κάποιο παρόμοιο περιστατικό, αν συνέβη κάτι παρόμοιο, χωρίς βέβαια εμπλοκή της Φιλικής Εταιρείας του 1814 κ.ε., να έγινε νωρίτερα, ίσως στα 1790.
101 Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, 11, σελ. 96.
102 Ό.π., σελ. 96.
103 Ό.π., σελ. 97.
104 Τσοποτός, σελ. 178.
105 Ό.π.