Να φέρουμε τους Πατέρες της Εκκλησίας στην εποχή μας – Γράφει ο π. Ηρακλής Φίλιος
Ποιος γνωρίζει πως αύριο η Εκκλησία μας τιμά τη μνήμη των Πατέρων της Δ’ Οικουμενικής Συνόδου; Ποιοι είναι οι Πατέρες; Ποια η συμβολή τους; Τι μπορούν να μας προσφέρουν; Τί είναι η Σύνοδος; Ποια η Δ’ Οικουμενική Σύνοδος και ποια η σημασία της; Όλα αυτά έχουν απήχηση στη ζωή του σύγχρονου ανθρώπου; Αγγίζουν την καθημερινότητά του;
Η Δ’ Οικουμενική Σύνοδος (451) της Χαλκηδόνας έχει πολύ μεγάλη σημασία για τον άνθρωπο. Μέσα από τον τελικό όρο της Συνόδου περί του προσώπου του Χριστού ως τέλειου Θεού και τέλειου ανθρώπου απορρέει μία ύψιστη ανθρωπολογική σημασία πέρα από τη δογματική αλήθεια· ο Χριστός καταφάσκει στην ύλη, στην σωματικότητα, στην ανθρωπινότητα. Επομένως, το γεγονός ότι ο Χριστός καταφάσκει στο ανθρώπινο σώμα σημαίνει πως το σώμα αυτό είναι ιερό για τον άνθρωπο. Αυτό έχει τον αντίκτυπο του στην εποχή μας. Στην εποχή όπου ο νους τίθεται πάνω από το σώμα, παραμερίζοντας το και θέτοντας το σε υποδεέστερη θέση από την ψυχή, θέσεις αντίθετες προς τις αρχές της ορθόδοξης χριστιανικής ανθρωπολογίας.
Οι Πατέρες της Εκκλησίας που έλαβαν μέρος στις Οικουμενικές Συνόδους δεν αποτελούν πρόσωπα ξεπερασμένα, πρόσωπα άλλων εποχών. Αν τους κρατήσουμε στην εποχή τους, τότε για ποια ζωντανή παράδοση μπορούμε να μιλούμε; Αυτή δεν είναι παράδοση αλλά ταριχευμένη αυθεντικότητα. Ούτε πρέπει να τους κρατούμε φυλακισμένους στην εποχή τους. Κρατούμε την παράδοση, την συντηρούμε μέσα στην Εκκλησία αλλά ο λόγος εξελίσσεται. Η ίδια η ζωή εξελίσσεται. Παράδοση δεν σημαίνει στασιμότητα και κριτήριο οριοθέτησης ενός γνήσιου ορθόδοξου βιώματος από κάθε αιρετική απόκλιση. Γιατί μόνο τότε συνηθίζουμε μέσα στην ορθοδοξία να μιλούμε για παράδοση. ‘’… η παράδοση δεν είναι μόνο συντήρηση αλλά και ζωντανή πρόοδος, αύξηση, αναγέννηση, μεταρρύθμιση. Η Εκκλησία αυτο – μεταρρυθμίζεται αδιάκοπα, διότι ζει μέσα στην παράδοση’’, θα πει με τολμηρό και εκκωφαντικό τρόπο ο π. Γεώργιος Florovsky στο Π.Σ.Ε. το 1948.
Η Εκκλησία αποτελεί ζωντανό σώμα. Έτσι, είναι προφανές πως οι Πατέρες χρειάζεται να έρθουν στην εποχή μας, η οποία έχει σκληρές απαιτήσεις μιας και κάθε προσπάθεια εναντίωσης στον Θεό και στο θέλημα Του σημαίνει κάθε μορφής ειδωλοποίηση των τεχνολογικών επιτευγμάτων που τεχνηέντως απομακρύνει τον άνθρωπο από τον Θεό. Δεν έχουμε το δικαίωμα φυλάκισης των Πατέρων σε μία μουσειακή εικόνα, σε ένα παρελθόν εξιδανικευμένο που βγήκε κερδισμένο από τις αντιθέσεις και αναιρέσεις των εχθρών της πίστης, αλλά μιας νεοπατερικής σύνθεσης στη σύγχρονη εποχή.
Με καταλυτικό τρόπο για τα θεολογικά πράγματα μίλησε γι’ αυτή την νεοπατερική σύνθεση ο π. Γεώργιος Florovsky, η οποία συνεπάγεται, σύμφωνα με τον ίδιο, ‘’την εκ νέου επακριβώς ερμηνεία της πατερικής παράδοσης με σύγχρονους όρους, την εκ νέου συγκρότηση της διδασκαλίας της Εκκλησίας ως μίας ‘’πλήρους φιλοσοφίας της ζωής’’ (a complete philosophy of life)’’. Από τους λόγους τούτους είναι εμφανές πως νεοπατερική σύνθεση δεν σημαίνει αίρεση, μήτε διαίρεση, αλλά και δεν αποτελεί εκκλησιολογική απόκλιση, αλλά προωθεί μία επανατοποθέτηση του πατερικού λόγου στην εποχή μας μέσα από την σύνθεση και την κατάθεση. Εδώ αναμετριέται ξανά το γράμμα του νόμου με το πνεύμα του νόμου.
Οι Πατέρες της Εκκλησίας δεν αρνήθηκαν ούτε την εποχή τους, ούτε τα μέσα της, ούτε τις εκφράσεις της. Το τελευταίο είναι ιδιαίτερα εντυπωσιακό. Η χρήση των όρων ‘’πρόσωπο’’, ‘’άτομο’’, ‘’ουσία’’, ‘’φύση’’, για παράδειγμα, που ιδιαιτέρως χρησιμοποιούν οι Καππαδόκες Πατέρες στην Τριαδολογία τους, είναι όροι που προέρχονται από την αρχαιοελληνική σκέψη και φιλοσοφία. Μόνο που οι Πατέρες μεταποίησαν τις λέξεις αυτές, δίνοντας τους νέο περιεχόμενο στη θεολογική σκέψη. Διερωτάται, χαρακτηριστικά, ο Μητροπολίτης Γέρων Περγάμου Ιωάννης, ο οποίος τάχθηκε υπέρ της νεοπατερικής αυτής σύνθεσης: ‘’…γιατί εγώ σήμερα να μην χρησιμοποιήσω μια καινούρια λέξη; Γιατί πρέπει σώνει και καλά τη λέξη αυτή να τη βρω στους Πατέρες;’’. Αυτό δεν συνιστά άρνηση των Πατέρων, αλλά δυναμικό εμπλουτισμό της θεολογικής παράδοσης στην κάθε εποχή. Αυτό το ‘’καινοτομεῖν τά ὀνόματα’’ αποτελεί σπουδαία αντίληψη για την διαλεκτική θεολογίας και κοινωνίας και ως σημείο αντίληψης έχει σπουδαιότητα και πέρα από τα ονόματα για τη ζωή και πορεία της Εκκλησίας μέσα στην ιστορία.
Ας σημειώσουμε δύο παραδείγματα για το ζήτημα αυτό. Ο Βασίλειος Σελευκείας, ένας από τους σημαντικότερους Πατέρες της Δ’ Οικουμενικής Συνόδου δεν αναμάσησε μηχανικά την δογματική διδασκαλία των Πατέρων. Ναι μεν στηρίχτηκε στον Κύριλλο Αλεξανδρείας, αλλά δημιούργησε τη δική του δυοφυσιτική φόρμουλα, προεκτείνοντας δημιουργικά τη Χριστολογία του Κυρίλλου. Με ποιον σκοπό όμως αυτό; Με σκοπό να ανταποκριθεί στις καινούριες θεολογικές απαιτήσεις που γέννησε ο Μονοφυσιτισμός. Από την άλλη ο π. Γεώργιος Florovsky, αναφερόμενος στην διδασκαλία της Δ’ Οικουμενικής Συνόδου χρησιμοποιεί την έκφραση ‘’ασσύμετρη Χριστολογία’’. Επειδή η έκφραση αυτή αποτελεί σύνθεση του Florovsky σημαίνει ότι αποκλίνει δογματικά;
Αν οι Πατέρες μείνουν αποκομμένοι από την σύγχρονη εποχή και τις αμέτρητες προκλήσεις που αναδύονται, πώς η Εκκλησία θα μπορέσει να σταθεί στον άνθρωπο και να παράγει δημόσιο ζωντανό λόγο; Όχι λόγο αντιαιρετικό, καταγγελτικό, μισαλλόδοξο, ομοφοβικό, αλλά λόγο σύνθεσης και μεταμόρφωσης. Δεν αρκεί να μεταφέρουμε τον πατερικό λόγο στην εποχή μας και αυτόματα όλα τα ανθρωπολογικά, κοινωνικά, πνευματικά ζητήματα θα λυθούν. Χρειάζεται μία σύγκραση, μία σύζευξη θεολογίας, φιλοσοφίας, ψυχολογίας, ψυχανάλυσης. Η θεολογία να διαλεχθεί δημιουργικά με την εποχή της, με τα κοινωνικά και φιλοσοφικά ρεύματα της εποχής της, με τους ιδιαίτερους ανθρώπους της εποχής της, με τις ιδιοσυγκρασίες των ανθρώπων της εποχής της, με τα κοινωνικά δεδομένα της εποχής της. Ο άγιος Μάξιμος Ομολογητής να συναντηθεί με τον Carl Jung, ο άγιος Γρηγόριος Νύσσης με τον Πλωτίνο και ο άγιος Διονύσιος Αρεοπαγίτης με τον Νίτσε. Να σταματήσουμε να φωνασκούμε κατά του Πατριάρχη, να μπαίνουμε εμπόδιο και να εναντιωνόμαστε με τον πιο μοχθηρό και υποκριτικό τρόπο απέναντι στον Επίσκοπο και να εστιάσουμε στις ανάγκες του σύγχρονου ανθρώπου. Ο κόσμος εκεί έξω έχει αληθινά προβλήματα κι εμείς διυλίζουμε τον κώνωπα μέσα από την ευσεβοφανή θρησκειοληψία μας και τον ναρκισσιστικό ηθικισμό μας.
Οι Πατέρες της Εκκλησίας έχουν γράψει καταπληκτικά έργα. Στα Πανεπιστήμια της Δύσης μελετούνται πολύ οι Πατέρες στην εποχή που ζούμε, ίσως γιατί έρχονται να καλύψουν το κενό της αθεΐας που γέννησε η Δύση. Είναι ανάγκη να φέρουμε τους Πατέρες στην κοινωνία μας, στην εποχή μας και να τους συναντήσουμε με τον άνθρωπο. Να συναντήσουμε τον άνθρωπο με τους Πατέρες. Όχι για να τους θαυμάσει ή να εξυμνήσει το παρελθόν τους. Δεν αποκτούν αξία από ένα μουσειακό παρελθόν οι Πατέρες, αλλά από τη ζωντάνια τους στο σήμερα. Είναι η εποχή της σύνθεσης, της διαλεκτικής, εποχή για το συναμφότερον με κάθε μορφή και είδος της εποχής μας. Εξάλλου, οι Πατέρες δεν μίλησαν για όλα τα θέματα. Για παράδειγμα, το θέμα της τεχνητής νοημοσύνης δεν απασχόλησε τους Πατέρες. Απασχολεί όμως το σήμερα. Και έχει ήδη έλθει στο προσκήνιο. Με τα οφέλη της αλλά και με τις απειλές της. Αλλά κι αυτό το ζήτημα έχει την απάντηση του. Στην δογματική διδασκαλία και χριστιανική ανθρωπολογία της Δ’ Οικουμενικής Συνόδου. Μένει να απολαύσουμε την σύνθεση της θεολογίας και τη διαλεκτική της με τον σύγχρονο κόσμο. Αλλιώς στην Εκκλησία θα φάμε πάλι ήττα.
Πρεσβύτερος Ηρακλής Φίλιος (Θεολόγος, Βαλκανιολόγος)
Εφημέριος Διάβας – Ι.Μ. Σταγών και Μετεώρων