Γρηγόρης Λιακατάς: ο φιλόπατρις Κλινοβίτης – Του φιλολόγου Σπυρίδωνος Βλιώρα

0 880

Ο Γρηγόρης Λιακατάς καταγόταν από τον Κλινοβό, ένα χωριό 30 περίπου χιλιόμετρα νοτιοδυτικά της Καλαμπάκας.

Ο Κλινοβός1 γενικά ήταν μια ανεπτυγμένη κοινότητα 100 περίπου οικογενειών (ας υποθέσουμε 500 κατοίκων)2 στα 1758,3 ενώ «το 1772 140 (εννοείται οικογενειών),4 εκ των οποίων οι 40 χαρακτηρίζονται ξένες, γεγονός που σημαίνει ότι πρέπει να είχαν βρει άσυλο εκεί οικογένειες από άλλους οικισμούς, ίσως από οικισμούς που είχαν υποστεί ζημίες λόγω των Ορλωφικών.»5 Σε «ἀπογραφὴ σπιτιῶν τοῦ βιλαετίου Τρικάλων» που διενεργήθηκε το φθινόπωρο του 1820, ο οικισμός είχε 100 σπίτια.6

«Ὁ Κλινοβὸς ἀπετελέσθη ἀπὸ τοὺς συνοικισμοὺς ἑπτὰ χωρίων, ὧν σώζονται τὰ ἐρείπια καὶ τὰ ὀνόματα: Ῥιάχοβον, Στρίνοβον, Λιάστινο, Μπουζάνια, Χρύσινον, Μαυροχῶρι καὶ Βίτου, συγκεντρωθέντα ἕνεκα τῶν ἐπιδρομῶν τῶν Τούρκων καὶ τῶν ληστῶν. Ἕνεκα τῆς συγκεντρώσεως ταύτης φαίνεται ἴσως ὁ Κλινοβὸς κατ’ ἔκτασιν εἶναι τὸ μεγαλύτερον χωριὸ τοῦ Ἀσπροποτάμου.»7

Οικογένεια Λιακατά, απώτερη καταγωγή, περίγυρος

Αναφέρεται ότι η οικογένεια Λιακατά καταγόταν από το χωριό Βασταβέτσι8 Ιωαννίνων, μετακόμισε στο Σιράκο κι από κει στον Κλινοβό,9 δεν έχουμε όμως βέβαιες μαρτυρίες που να επιβεβαιώνουν το γεγονός.

Αναφέρεται επίσης πως ο πατέρας του Θύμιος ήταν «σκηνίτης σαρακατσάνος, γιος αρχιτσέλιγκα».10 «Από την ελληνόγλωσση φυλή των Σαρακατσαναίων προήλθε (…) και ο καπετάν Γρηγόρης Λιακατάς, αρματολός στ’ αρματολίκι Κλινοβού11

Πιο πιθανόν όμως θεωρούμε να ήταν βλάχος, καθώς αυτό αναφέρει ο Νικόλαος Κασομούλης που συναναστράφηκε επί μακρόν τον Γρηγόρη Λιακατά: «Γρηγόριος ἦτον ἕνα βλαχάκι.»12

«Ο Λιακατάς ήταν κουτσόβλαχος13 από τον Κλινοβό της Καλαμπάκας, γιος κτηνοτρόφου. Ο πατέρας14 του ήταν από τους πλουσιότερους κτηνοτρόφους του Ασπροποτάμου και είχε τέσσερα αγόρια,15 τον Γληγόρη, τον Μήτρο, τον Κώστα και τον Σωτήρη και μονάκριβη θυγατέρα την πεντάμορφη Δέσπω.»16

Στα χρόνια που ζούσαν οι γονείς και παππούδες του Λιακατά, προύχοντες στον Κλινοβό και την ευρύτερη περιοχή ήταν ο παππούς Γιαννάκης ο Μεγάλος17 και ο πατέρας Ευστάθιος18 του Παϊσίου, του μετέπειτα μητροπολίτη Σταγών. «Παΐσιος ὁ Σταγῶν. Ὁ σεβαστὸς οὗτος κληρικὸς ἐγεννήθη ὑπὸ πατρὸς εὐπατρίδου προύχοντος εἰς τὴν κώμην Κλίναβον καὶ πᾶσαν τὴν χώραν τοῦ Ἀσπροποτάμου.»19

Ο Ευστάθιος ζούσε τουλάχιστον μέχρι το 1787, δηλαδή μέχρι σχεδόν την εποχή που γεννήθηκε ο Γρηγόρης Λιακατάς. «Ἀπαντᾷ τῷ 1787 Εὐστάθιος πατὴρ (…) τοῦ Σταγῶν Παϊσίου».20

Μια ερμηνεία του ονόματος Λιακατάς

«Η λέξη “λιάκατα” επιχωριάζει σ’ αυτή την περιφέρεια της Δυτικής Θεσσαλίας και σημαίνει ό,τι υπάρχει μέσα στην κοιλιά των ζώων ή ακόμα και των ανθρώπων, δηλαδή τα έντερα και όλα τα άλλα. Η φράση “δεν σου βγήκαν τα λιάκατα”, είναι συνηθισμένη στους κατοίκους της περιοχής και σημαίνει: όταν κανείς έχει οξύ και ανυπόφορο κοιλόπονο, τότε αυτός παρομοιάζεται με τον πόνο που νιώθει ο άνθρωπος όταν του βγάζουν τα σωθικά του. Κι αν αυτή η εκδοχή για το όνομα Λιακατάς έχει κάποια αλήθεια, τότε η ονομασία Λιακατάς–Λιακατάδες είναι ενδεικτικό επαγγέλματος, δηλαδή σημαίνει, ίσως, τους ανθρώπους που πουλούσαν, γενικά, τα εντόσθια των σφαζομένων ζώων, που στα χρόνια αυτά αυτό το επάγγελμα είχε μεγάλη διάδοση.»21

1795(;): Γέννηση Γρηγόρη Λιακατά

Δεν γνωρίζουμε πού και πότε γεννήθηκε ο Γρηγόρης Λιακατάς. Ας προσπαθήσουμε να προσεγγίσουμε το έτος της γέννησής του.

Στα 1812, όπως είδαμε,22 πέθανε ο Ευθύμιος Στορνάρης, έπειτα από βαριά ασθένεια, και ανέλαβε το αρματολίκι Ασπροποτάμου ο τριανταεφτάχρονος Νικολός.23 Μερικά χρόνια αργότερα, και οπωσδήποτε πριν — όπως θα δούμε— από τις 2 Οκτωβρίου 1816, ο Αλή πασάς, για λόγους που θα εκθέσουμε σε λίγο, έκανε τον νεαρό («βλαχάκι»24 / «βλαχόπουλο»25) Γρηγόρη Λιακατά καπετάνιο στο κόλι του Κλινοβού και ανάγκασε τον Νικολό Στορνάρη να παντρέψει την κόρη του με τον κολιτζή του Κλινοβού.

Υποθέταμε στην μελέτη μας για τον Στορνάρη πως αυτό έγινε γύρω στα 1815. Αν ο νεαρός Λιακατάς με τους υποκοριστικούς χαρακτηρισμούς «βλαχάκι» / «βλαχόπουλο» ήταν τότε εικοσάχρονος, τότε προκύπτει ότι είχε γεννηθεί γύρω στα 1795, ίσως και πιο πριν.26

Μορφή, μόρφωση

Πορτρέτο του Γρηγόρη Λιακατά, το οποίο φιλοτέχνησε η ζωγράφος κ. Μπέη Παλαμιώτη με βάση την περιγραφή του ήρωα στο Γιαννούλης 1993 (Λιακατάς).

«Ο Λιακατάς ήτο τύπος ωραίου και ιπποτικού ανδρός. Ήταν ο ωραιότερος των Αιτωλοακαρνάνων27 οπλαρχηγών. Υψηλός, ευρύστερνος, με μέσην λεπτήν, τα δε στήθη του λάσια,28 την κόμην μαύρην και μέχρι της μέσης μακράν, τους μύστακας μεγάλους, την ρίνα υπόγρυπον,29 τα μάτια μαύρα και μεγάλα. Τον απεκάλουν Κάλεσον,30 ονομασία η οποία δίδεται εις ωραίαν ράτσα αρνιών.»31

«Ἐκ τοῦ Κλινοβοῦ κατήγετο καὶ ὁ καπετὰν Λιακατᾶς, ὁ ἐπιλεγόμενος διὰ τὴν ὀμορφιά του “Κάλιασος”, γαμβρὸς ἐπὶ θυγατρὶ τοῦ καπετὰν Στουρνάρα.»32

Κάποια γράμματα πρέπει να έμαθε ο νεαρός Γρηγόρης είτε στη μονή Αγίων Αποστόλων Κλινοβού33 είτε στη μονή Χρυσίνου.34 Σώζεται μάλιστα και η αυτόγραφη υπογραφή του σε έγγραφο, όπως βλέπουμε και στην σχετική φωτογραφία: «Γληγόρης Ληακατάς».

Άλλωστε, ο Κλινοβός πρόσφερε γενικά ευκαιρίες μόρφωσης ακόμα και σε γυναίκες, όπως στην Μαρία, την αδερφή του Παϊσίου που είδαμε στην σχετική μελέτη μας35 και γυναίκα του προεστού Σταγών Γιαννάκη Καλαμπάκα.36

1809: Κόλι Κλινοβού

Κλινοβίτικο κόλι. Επεξεργασία χαρτογραφικών δεδομένων: Σπυρίδων Βλιώρας.

Προς το τέλος του έτους 1809 που πέρασε ο Άγγλος περιηγητής William Martin Leake (Γουλιέλμος Μαρτίνος Λήκιος) από την περιοχή της Καλαμπάκας ο καζάς των Τρικάλων ήταν διαιρεμένος σε οκτώ κόλια.37 Το ένα από αυτά ήταν του Κλινοβού, που μαζί με το κόλι της Πόρτας αποτελούσαν το αρματολίκι του Ασπροποτάμου. «Ο καζάς, δηλαδή το διαμέρισμα, των Τρικάλων διαιρείται σε οκτώ κόλια, σύμφωνα με το σύστημα διακυβέρνησης του Αλή πασά, τα οποία περιλαμβάνουν συνολικώς 180 οικισμούς. Η αστυνόμευση σε κάθε κόλι είναι κάτω από τις διαταγές του καπετάνιου των αρματολών. Τα κόλια αυτά είναι τα εξής: (…) 4) Του Κλινοβού, το οποίο εκτείνεται μέχρι τις πηγές του Αχελώου, στην Κρανιά και στο Χαλίκι, και περιλαμβάνει τον Κλινοβό, την Καστανιά και την Βεντίστα, στις θέσεις όπου περιέγραψα πιο πριν τους παραπόταμους του Πηνειού. Τα πέντε αυτά χωριά38 έχουν από 20 έως 300, περίπου, κατοίκους το καθένα. Το κόλι του Κλινοβού συνορεύει με το διαμέρισμα του Μαλακασίου του καζά των Ιωαννίνων. (…) Ο Κλινοβός και η Πόρτα αποτελούν την περιοχή που ονομάζεται Ασπροπόταμος.»39

Κάποια στιγμή πριν από τον Γρηγόρη Λιακατά κολιτζής Κλινοβού ήταν κάποιος Χρίστος Ροκάς, που σκοτώθηκε αργότερα κατά την πολιορκία του Νεοκάστρου από τον Ιμπραΐμ: «Χρίστος Ροκᾶς,40 ὅστις παλαιόθεν εἶχεν τὸ δικαίωμα τῆς καπιτανίας Κλινοβοῦ.»41

1814(;): Ορισμός του Λιακατά ως κολιτζή Κλινοβού / 1815(;): Παντρειά Λιακατά με Ευαγγελή Στορνάρη

Όταν ήταν αρκετά νέος, ο Γρηγόρης Λιακατάς σκότωσε στη στάνη του στον Κλινοβό έναν Κλέφτη, τον οποίο καταδίωκε ο Αλή πασάς,42 προσφέροντάς του έτσι μεγάλη υπηρεσία. Μάλιστα, ο Αλή πασάς δέθηκε με την οικογένεια Λιακατά και έγινε κουνιάδος του Γρηγόρη, καθώς παντρεύτηκε ή τέλος πάντων είχε στο χαρέμι του43 και την όμορφη αδερφή του Γρηγόρη, την Δέσπω.44

Έτσι, στα 1814(;), όπως είδαμε πιο πάνω αλλά και στη μελέτη μας για τον Στορνάρη, ο Αλή πασάς45 έκανε τον Γρηγόρη Λιακατά κολιτζή του Κλινοβού —πιθανόν στη θέση του Χρίστου Ροκά— και ένα έτος αργότερα ανάγκασε τον Νικολό Στορνάρη, προκειμένου να μην έχουν αντιζηλίες οι δύο κολιτζήδες του Ασπροποτάμου, να παντρέψει την κόρη του Ευαγγελή46 με το νεαρό βλαχάκι, τον Κλινοβίτη Γρηγόρη Λιακατά.47

Ο Στορνάρης, αν και αρχικά είχε ενδοιασμούς,48 τελικά δέχθηκε ασμένως τον γάμο αυτό.49 «Έτσι οι σχέσεις των δύο ανδρών, Νικολού Στορνάρη και Γρηγόρη Λιακατά, πεθερού και γαμπρού, θα γίνουν στενές και θα ακολουθήσουν, όπως θα δούμε, μια κοινή πορεία μέχρι τον θάνατό τους.»50

Από το σημείο αυτό και πέρα, «ὁ Γρηγόρης Λιακατᾶ καὶ Νάσιος Μάνταλος ἐθεωροῦντο ὅτι ἐκρέμαντο ἀπὸ τὰ νεύματα τοῦ Στορνάρη, καὶ οὕτως ἦτον.»51 Κι έτσι, πολλά γεγονότα και συμβάντα της ζωής του Γρηγόρη Λιακατά από δω και κάτω θα παραλείψουμε να τα αναφέρουμε λεπτομερώς, γιατί τα έχουμε εκθέσει ήδη στη μελέτη μας για τον Νικολό Στορνάρη.

Πηγές

«Ἀλῆ πασᾶς μὲ ὑποχρέωσεν νὰ δεχθῶ εἰς τὸ τμῆμα τοῦ Κλινοβοῦ καπιτάνον τὸν Γρηγόρην Λιακατᾶν, γαμβρόν μου τώρα, τοῦ ὁποίου εἶχεν τὴν ἀδελφήν του εἰς τὸ παλάτι,52 καὶ διότι, νέος ὤν, ἐφόνευσεν εἰς τὴν στάνην των ἕναν περίφημον Κλέπτην, τὸν ἔδωκεν τὴν καπιτανίαν. Μετὰ ἕναν χρόνον μὲ ὑποχρέωσεν ὁ Ἀλῆς νὰ δώσω καὶ τὴν θυγατέρα μου Εὐαγγελὴν εἰς αὐτόν. Ἢ ἔπρεπεν νὰ φύγω ἢ ἔπρεπεν νὰ ἐνδώσω. Ἂν καὶ ὁ Γρηγόριος ἦτον ἕνα βλαχάκι, δὲν μὲ ἐφάνη τόσον παράξενον νὰ δώσω τὴν θυγατέραν μου εἰς αὐτόν, διότι τὸν θεωροῦσα τίμιον νέον καὶ ὅστις ἀπὸ τὴν στάνην του ἔλαβεν τὸν τίτλον καὶ ὄχι ἀπὸ τὴν αὐλὴν τοῦ Ἀλῆ πασᾶ. Τὸ ὑποσχέθηκα· μὲ τοῦτο ἐνδυνάμωσα περισσότερον, καὶ ὅλας τὰς ὑποθέσεις του ὁ Ἀλῆ πασᾶς τὰς ἐπιφόρτιζεν εἰς ἐμένα.»53

«Ἀναγκασμένος (διὰ νὰ μὴν ἔχῃ ἀντίζηλον ἐχθρὸν πατρικὸν εἰς τὸ πλευρόν του) ἐνέδωσε νὰ νυμφευθῇ, κατ’ εἰσήγησιν τοῦ Ἀλῆ πασᾶ, ὁ Γρηγόρης Λιακατᾶ, νέος καπιτάνος, βλαχόπουλον, τὴν θυγατέρα του καὶ ἐστήριξε ἕνα γαμβρόν του πλέον εἰς τὸ τμῆμα τοῦ Κλινοβοῦ. Ἡμέραν παρ’ ἡμέραν προχωρῶν, διετήρησεν ἑαυτὸν καὶ τὴν οἰκογένειαν καὶ τοὺς ὑπ’ αὐτὸν ἀβλαβεῖς μεταξὺ τῶν ἀντικρούσεων τοῦ πατρὸς Ἀλῆ καὶ τοῦ υἱοῦ Βελῆ πασᾶ.»54

1816.10.02: Έγγραφο 903 αρχείου Αλή πασά

Στις 2 Οκτωβρίου του 1816 ο Γρηγόρης Λιακατάς αναφέρεται πρώτη φορά ως αρματολός σε αρτζουχάλι του προεστού Τρικάλων Δημητράκη Γιαννακού προς τον Αλή πασά με το οποίο τον ενημερώνει πως ο Δήμος Τζατζάγιας, που ο Αλής πρόσταξε να τον συλλάβουν, έχει καταφύγει στα Κούτσενα υπό την προστασία του Στορνάρη. «Εἶναι καὶ ὁ καπετὰν Γληγόρης (Λιακατάς) ἐκεῖ, καὶ ἐκεῖ ἀρχίνησεν καὶ κάμνῃ τὰ κακά του θελήματα καὶ προδοσίες. (…) Ἀκόμα, ἀφέντη μου, ἂν εἶναι ὁρισμός σου νὰ προστάξῃς τὸν καπετὰν Γληγόρη νὰ σοὶ τὸν στείλῃ τὸν Τζατζάιαν, ὅτι τὸν ἔχει στὸ χέρι του.»55

1819: Μύηση στην Φιλική Εταιρεία

Η σφραγίδα της Φιλικής Εταιρείας.

Γύρω στα 1819 ο Χριστόδουλος Χατζηπέτρος, αφού μυήθηκε ο ίδιος στη Φιλική Εταιρεία, συνέβαλε στη συνέχεια στη μύηση πολλών Ασπροποταμιτών, μεταξύ των οποίων και των Κλινοβιτών Γρηγόρη Λιακατά56 και παπα–Θανάση Οικονόμου.57

«Και στην περιοχή του Κλινοβού, όπως και στ’ άλλα μέρη της Ελλάδας, διαδόθηκαν οι ιδέες της Φιλικής Εταιρείας. Από τους σπουδαιότερους κήρυκες της Επανάστασης και απόστολος της Φιλικής στο Κλινοβό κόλι ήταν ο παπα–Θανάσης Οικονόμου, που μετέδωσε την επαναστατική φλόγα στο τμήμα του Κλινοβού και μύησε πολλούς ιερωμένους της περιοχής και των Μετεώρων. Αυτός επίσης χρηματοδότησε, με την τεράστια περιουσία του, και τα πρώτα επαναστατικά κινήματα του Γρηγόρη Λιακατά στον Κλινοβό. Ο παπα–Θανάσης Οικονόμου είχε τόση μεγάλη πολιτική επιρροή στην περιφέρεια, ώστε αυτός μόνο βοήθησε τον Γρηγόρη Λιακατά να συστήσει ένα στρατιωτικό σώμα και να προκαταλάβει, στο όρος Πίνδος, τη θέση Κρύα Βρύση, για να μπορέσει έτσι να φράξει τον δρόμο της Ηπείρου προς τη Θεσσαλία. Και όχι μόνον προσωπικά ήταν παρών σ’ όλες αυτές τις κινήσεις, αλλά και προκατέβαλε κι άλλες χιλιάδες γρόσια, για την ενίσχυση του Αγώνα.»58

1821.07.05: Επανάσταση στον Ασπροπόταμο

Στις αρχές Ιουλίου του 1821 ο Γρηγόρης Λιακατάς ετοιμάζεται να μετάσχει στην ασπροποταμίτικη Επανάσταση εναντίον των Τούρκων (όπως λεπτομερώς εκθέσαμε στο Βλιώρας 2021 (Στορνάρης)). Στις 3 Ιουλίου γράφει μια αυτόγραφη επιστολή προς τους Γιαννάκη Ράγκο και Γιαννάκη Κουτελίδα.59 Τους εκφράζει τη χαρά του για την Επανάσταση σε Σιράκο και Καλαρίτες —φαίνεται δεν είχε μάθει ακόμη την τραγική κατάληξή της— και τους ενημερώνει πως σε δύο ημέρες θα επαναστατήσουν και οι Ασπροποταμίτες. Γι’ αυτό τούς ζητά ενισχύσεις «καμίαν εἰκοσαριᾶν νομάτοι» και τους ενημερώνει πως θα ελέγχει την περιοχή από την Κρύα Βρύση στα ανατολικά μέχρι το βορειοδυτικό τμήμα από το κόλι Κλινοβού, τον αυχένα Σκαφιδά ή Χότζα,60 βόρεια του χωριού Χαλίκι. Σε υστερόγραφο τούς αναφέρει πως ο Στορνάρης βρίσκεται στην Πόρτα.

«3.7.1821: Εἰς τὴν ἀφεντίαν σας, ἀδελφέ μας κυρ–Γιαννάκη καὶ Γιαννάκη Κουτελίδα (…) σᾶς εἰδοποιῶ ἐμάθαμεν τὴν καλὴν ἐλευθερίαν ὅπου ἐκάματεν εἰς αὐτὰ τὰ μέρη Σιράκο καὶ Καλαρίτες καὶ χάρηκα ἀμέτρως (…) πλὴν καὶ ἡμεῖς αὔριο Δευτέρα κάνομεν τὸ καλὸν κίνημα, διὰ νὰ παστρέψομεν καὶ ἐμεῖς τὸν τόπον μας ἀπὸ τοὺς γουρνομύτηδες· καὶ ἀπὸ ἐδῶ καμίαν χρήση νὰ μὴν ἔχετε, ὅτι ἐγὼ θελὰ εἶμαι εἰς Κρύα Βρύση· ὅμως ἀπὸ αὐτοῦ νὰ ἔχωμεν χαερλίτικον χαμπέρι. Καὶ στείλτε καὶ καμίαν εἰκοσαριᾶν νομάτοι διὰ τὸν Γαλαρόκαμπο καὶ σὲ δυὸ τρεῖς ἡμέρες βγαίνω καὶ ἐγὼ κατὰ τὸν Χότζα. Καὶ ὁ πανάγαθος Θεὸς νὰ μᾶς ἀξιώσῃ, διὰ νὰ δώσωμεν ἐκδίκησην εἰς τοὺς Ἀγαρηνούς. Ταῦτα εἰς τὴν ἀγάπην σας. Μένω ὡς ἀδελφός σας, Γληγόρης Λιακατᾶς. Ὁ καπετὰν Νικολὸς βρίσκεται εἰς τὴν Πόρτα. Βιαστικῶς σᾶς γράφω.»61

1821–1824: Όπως εκτέθηκαν τα γεγονότα στη μελέτη μας για τον Στορνάρη

  • 1821.07.05: Επανάσταση στον Ασπροπόταμο
    • Απόπειρα πυρπόλησης Μετσόβου από Λιακατά
    • Συμφωνία («καπάκια») Στορνάρη, Καραϊσκάκη και Λιακατά με τον Σούλτζια Κόρτζια: «Τοῦρκος ἀπὸ τὸ ποτάμι Σαλαμβριᾶς καὶ ἐδῶθε εἰς Ἀσπροπόταμον καὶ Ἄγραφα νὰ μὴ διαβαίνῃ, τὰ δὲ χαράτζια καὶ λοιπὰ δικαιώματα βασιλικὰ νὰ τὰ συνάζωμεν ἡμεῖς καὶ νὰ τὰ στέλνωμεν.»
  • 1823.02: Στορνάρης–Λιακατάς στέλνουν την οικογένειά τους στα Επτάνησα
  • 1823.04: Σιλιχτὰρ Μπόδας εναντίον Στορνάρη–Λιακατά–Καραϊσκάκη
    • 1823.04: Έλεγχος στενών Κρύας Βρύσης, επεισόδιο με τούρκικο καραβάνι
  • 1823.06 κ.ε.: Εκστρατεία του Μουσταφά Ρεσίτ Πασά της Σκόδρας
    • 1823.07.23 κ.ε.: Μάχη στον Κόρμπο
    • 1823.07–08: Πορεία Ασπροποταμιτών με Στορνάρη και Λιακατά μέχρι τον Βάλτο
    • 1823.08.26: Επιστροφή στον Ασπροπόταμο
    • 1823.11: Ο Σούλτζιας Κόρτζιας εκδιώκει Καραϊσκάκη, Στορνάρη και Λιακατά
  • 1823.10–11: Φυγή Στορνάρη και Λιακατά προς Μεσολόγγι
  • 1823.11.24: Θερμή υποδοχή Στορνάρη και Λιακατά σε Αιτωλικό και Μεσολόγγι
  • 1824.02–05: Απόπειρα Καραϊσκάκη να ξαναπάρει το αρματολίκι Αγράφων, αντίδραση Ελληνικής Κυβέρνησης και Λιακατά–Στορνάρη
    • 1824.04.10 κ.ε.: Στορνάρης–Λιακατάς επιστρέφουν στο Ασπροπόταμο. Πολεμικές ενέργειες εναντίον του Καραϊσκάκη

1824.04.02: Κι ο Λιακατάς δικαστής στη δίκη Καραϊσκάκη

Στο δικαστήριο που συγκροτήθηκε για να δικάσει τον Καραϊσκάκη62 στον Ναό Κοιμήσεως της Θεοτόκου63 στο Αιτωλικό, δικαστής ήταν και ο Γρηγόρης Λιακατάς, ενώ ο Νικολός Στορνάρης ήταν συνήγορος (εισηγητής) της Κυβερνήσεως.

«Ὁ Μαυροκορδάτος (…) διώρισεν (…) τοὺς Γ. Τζιόγκαν, Δῆμον Σκαλτζᾶν, Ἀλεξ. Βλαχόπουλον στρατηγούς, Γρηγόρην Λιακατᾶν καὶ Ἀναγν. Καραγιάννην χιλιάρχους δικαστὰς νὰ δικάσουν τοὺς ἐνόχους.Ἔπειτα ἐδιώρισεν, τὴν 30ὴν Μαρτίου 1824 τὸν Πορφύριον Ἄρτης, στρατηγὸν Νικολὸν Στορνάρην, Πᾶνον Γαλάνην, Τάτζην Μαγκίναν καὶ Σωτ. Γιώτην συνηγόρους τῆς Κυβερνήσεως (εἰσηγητάς).»64

«Ἐνταῦθα ἐγένετο τῇ 1.4.1824 ἡ δίκη τοῦ ἥρωος Γεωργίου Καραϊσκάκη». Ναός Κοιμήσεως της Θεοτόκου, Αιτωλικό (38°26’17.4″N 21°21’13.3″E). Φωτογραφία Σπυρίδωνος Βλιώρα, 30.07.2021.

1824.06–09: Επαναστατικές κινήσεις Λιακατά σε Γότιστα και Ιωάννινα

Από τον Ιούνιο του 1824 ο Αλέξανδρος Μαυροκορδάτος διέταξε να γίνουν διάφορες επαναστατικές κινήσεις στη Δυτική Ελλάδα, από Αιτωλοακαρνανία μέχρι Ήπειρο, που θα δρούσαν αποτρεπτικά65 προς την επικείμενη πολιορκία του Μεσολογγίου. Ο Λιακατάς με 500 άνδρες προσπάθησε να βοηθήσει και να ωθήσει του κατοίκους της Γότιστας,66 βορειοδυτικά του Σιράκου, να επαναστατήσουν.67

«Ο Γρηγόρης Λιακατάς, στις 26 Αυγούστου, κινήθηκε προς τα Τζουμέρκα και εισέβαλε στη Γότιστα και κατόπιν προχώρησε μέχρι έξω από τα Γιάννενα, έκλεισε στον Πύργο του Παλάσκα68 μερικούς Τούρκους και συνέλαβε αιχμάλωτο τον ανεψιό τού Ταχίρ Αμπάζη69 καθώς επίσης και τρεις άλλους επίσημους Τούρκους.70 Υποχώρησε όμως ο Λιακατάς υπακούοντας στις παρακλήσεις των Ελλήνων των Ιωαννίνων, που κινδύνευαν από τους Τούρκους της πόλης, γιατί τους κατηγορούσαν ότι βρίσκονταν σε συνεννόηση μαζί του.»71

«Ὁ μὲν Γρηγόρης ἀπέρασεν εἰς τὸ τμῆμα του (Κλινοβόν), ὁ Ῥάγκος εἰς τὰ Ἄγραφα καὶ ὁ Στορνάρης εἰς Ἀσπροπόταμον, τὴν 26ην Σεπτεμβρίου 182472 «Γύρισε επίσης από το Μεσολόγγι στο Ασπροπόταμο και ο Νικόλαος Κασομούλης, Σεπτέμβριος του 1824, φέρνοντας μαζί του 11 χιλιάδες γρόσια για τον Στορνάρη και 6 χιλιάδες γρόσια για τον Λιακατά, για σιτηρέσια, όσα βέβαια είχαν περισσέψει από το αγγλικό δάνειο.73»74

Έγγραφο της 22-4-1824 με υπογραφές διαφόρων αγωνιστών. Δεύτερη η υπογραφή του Νικολού Στορνάρη και προτελευταία του Γρηγόρη Λιακατά. (Γ.Α.Κ., Αρχείο Μαυροκορδάτου, αρ. 001.224).75

Πηγές

«Ὁ Γρηγόρης Λιακατᾶ ἐσύναξεν ἕως 500 καὶ ἀνταποκρίνετο καὶ μὲ τοὺς Γοτζιστινοὺς τῶν Τσουμέρκων, οἵτινες ἦσαν ἕτοιμοι νὰ ἐπαναστατήσουν, πλὴν νὰ εὑρεθῇ ἀμέσως αὐτὸς βοηθός των, διὰ νὰ δυνηθοῦν νὰ σηκώσουν τὲς φαμελιές των καὶ τὸ πρᾶγμα των. Ὁ Γρηγόρης τοῦτα τὰ διοργάνιζεν μόνος του, καὶ μόνον ὁ Στορνάρης τὰ ἤξευρεν καὶ ὁ Διευθυντής, ὅστις μὲ γράμματά του ἐνθάρρυνεν τοὺς Γοτζιστινούς ὑποσχόμενος, ἂν κατατρεχθοῦν, νὰ τοὺς βοηθήσῃ μὲ ὅλα τὰ μέσα ὁποῦ τοῦ χορηγοῦσεν ἡ κυβέρνησις. Ἔσυρεν ὁ Γρηγόρης καὶ κάποιον Καψομούνην, γυρισμένον Τουρκοχριστιανὸν καὶ δήμιον τοῦ Ἀλῆ πασᾶ, εἰς τὸ πνεῦμα του, ὅστις ἐφύλαττεν ἕως τότε διωρισμένος ἀπὸ τοὺς Τούρκους, εἰς τὰ στενὰ τοῦ Μετζόβου, καὶ ἦσαν ὅλοι ἕτοιμοι.»76

«Ὁ Γρηγόρης Λιακατᾶ, κινηθεὶς ὡσαύτως, κατὰ τὰς 26 Αὐγουστου, εἰς Τσουμέρκα, μετὰ ἕναν πόλεμον, εἰσέβαλεν εἰς τὴν Γότζισταν, προχώρησεν ἕως ἔξω ἀπὸ τὰ Ἰωάννινα, ἔκλεισεν εἰς τὸν πύργον τοῦ Παλάσκα μερικοὺς Τούρκους καὶ συνέλαβεν τὸν ἀνεψιὸν τοῦ Ταχὶρ Ἀπάζη καὶ ἄλλους τρεῖς ἐπισήμους Μάνε Λιουζάτην, Καλὲμ Τεπελένη μὲ άλλους 10 εἰς τὸν πύργον τοῦ Παλάσκα. Ὁ Καψομούνης ἐμβῆκεν εἰς τὸ νησὶ τῶν Ἰωαννίνων καὶ ἅρπαξεν τὴν σύζυγόν του καὶ τὰ παιδιά του, καὶ τοῦτο ἐτρόμαξεν τοὺς Τούρκους.77»78

«Οἱ Ἰωαννῖται χριστιανοὶ ἐκθέμενοι εἰς τὸν κίνδυνον, ἠξεύροντες καὶ τὰ ῥωμαίικά μας ἀπὸ ἄλλοτε, ἔπεμψαν πρὸς τὸν Γρηγόρην Λιακατᾶν παρακαλοῦντες διὰ τὴν ἀγάπην τῶν ἀδελφῶν των χριστιανῶν νὰ τραβηχθῇ, διὰ νὰ μὴ κινδυνεύσῃ ὁ ἀθῶος λαός.»79

  • 1824.11: Μετάβαση Στορνάρη–Λιακατά προς Μεσολόγγι
  • Μεταφορά οικογενειών από Κάλαμο σε Μεσολόγγι

1824.11: Συνέλευση στο Μεσολόγγι, κατηγορίες για κακοδιαχείριση χρημάτων

«Ἄρχισαν νὰ συνάζωνται εἰς Μεσολόγγιον οἱ ὁπλαρχηγοὶ καὶ οἱ πληρεξούσιοι, Νοέμβριον μῆναν 1824, καὶ ἀποφασίσθη νὰ συνέλθουν εἰς Ἀνατολικόν, ὅπου ἔμελλεν νὰ παρευρεθῇ καὶ ὁ Γενικὸς Διευθυντής. Ὁ Διευθυντὴς εὑρίσκετο εἰς Μεσολόγγι· ὁ Γρηγόρης Λιακατᾶ δὲν ἐπολιτεύθη διόλου, παρὰ ἀμέσως ὁποῦ πλησιάσαμεν (…) ἄρχισεν νὰ κατηγορῇ ἀναφανδὸν τὸν Διευθυντὴν κύριον Μαυροκορδάτον ὅτι κατεχράσθη τὰ ἐθνικὰ χρήματα, ὅτι παρασύρθη ἀπὸ τοὺς θεσμοὺς τῆς συμφωνίας καὶ ἄλλα, ἐξηγούμενος εἰς τὸν τυχόντα. Ἀπὸ τὸ φέρσιμον ἐτούτου ὑπωπτεύετο καὶ ὁ Στορνάρης.80»81

1825.02.14: Προαγωγή Λιακατά σε στρατηγό

Στις 14 Φεβρουαρίου 1825 απονεμήθηκε στον Γρηγόρη Λιακατά το αξίωμα του στρατηγού, ενώ στ’ αδέρφια του Μήτρο και Σωτήρη το αξίωμα του αντιστρατήγου και στον Κώστα του χιλιάρχου.82

  • 1825.02.20: Εκδίωξη συγγενών Στορνάρη–Λιακατά από Ασπροπόταμο προς Μεσολόγγι

1825.03.07: Επιστολή Λιακατά σε Κωλέττη

Τον Ιανουάριο του 1825 ο Στορνάρης είχε στείλει τον γραμματικό του Κασομούλη στο Ναύπλιο, για να μαθαίνουν άμεσα τις πολιτικές εξελίξεις και να πολιτεύονται αναλόγως. Στα πλαίσια αυτά ο Λιακατάς γράφει στις 7 Μαρτίου 1825 μια επιστολή83 στον κουμπάρο του Ιωάννη Κωλέττη, ο οποίος όμως ήταν δυσαρεστημένος με τους Στορνάρη και Λιακατά, διότι προσκολλήθηκαν στο κόμμα του Μαυροκορδάτου, κι έτσι ο Κωλέττης δεν τους εξυπηρετούσε.84

Στην επιστολή ο Λιακατάς τονίζει πως θα κάνουν το χρέος τους κατά την πολιορκία του Μεσολογγίου που πρόκειται να ξεκινήσει και ζητάει από τη Διοίκηση και τον Κωλέττη «νὰ ἀναπληρώσῃ τὰ ἐλλείποντα».

«Πρὸς τὸν Ἐκλαμπρότατον κύριον Ἰωάννην Κωλέττην, μέλος τοῦ Σ. Ἐκ. Σώματος εἰς Ναύπλιον. Εἰς τὸ κοινὸν πρὸς τὸν στρατηγὸν Στορνάρην καὶ πρὸς ἐμὲ γράμμα σας ἐπληροφορήθην τὰ εὐνοϊκὰ φρονήματα ὁποῦ περὶ ἡμῶν τρέφετε καθὼς καὶ τὰς ὑπὲρ τοῦ καλοῦ τῆς πατρίδος συμβουλάς σας, καί, ὡς εἶμαι βέβαιος ὅτι φρονεῖτε, δὲν θέλει λείψω ὅσον μοὶ δυνατὸν ἀπὸ τὸ χρέος μου. Κατ’ αὐτὰς κινοῦμεν ἤδη διὰ τὴν γνωστήν σας ἐκστρατείαν, ὅπου ἡ Σεβαστὴ Διοίκησις μὲ διαταγάς της μᾶς διώρισε, φροντίζοντες, ὅσον δυνατόν, διὰ νὰ εὐδοκιμήσωμεν εἰς αὐτήν. Καὶ ἡ αὐτὴ Σεβαστὴ Διοίκησις ἂς ἔχῃ τὴν πρόνοιαν διὰ νὰ ἀναπληρώσῃ τὰ ἐλλείποντα. Ὡς πατριῶται καὶ ἡ ἐκλαμπρότης σας μερικώτερον μὴ λείπετε ἐνεργοῦντες τὰ συμφέροντα τῇ πατρίδι, ὡς καὶ μέχρι τοῦδε δὲν ἐλλείψατε, καὶ ἐν τοσούτῳ μὲ ὅλον τὸ ἀδελφικὸν σέβας ὑποσημειοῦμαι. Μεσολόγγι, τῇ 7 Μαρτίου 1825. Ὁ ἐκλεκτὸς ἀδελφός σας, Γληγόρης Λιακατᾶς.»85

1825.04.10: Ο Στορνάρης φρούραρχος Μεσολογγίου, ο Λιακατάς «συμπράκτορας»

«στρατηγός Νικόλαος Στορνάρης διορίζεται ἀρχηγὸς ὅλων τῶν ὁπλαρχηγῶν καὶ στρατιωτῶν, ὅσοι εὑρίσκονται εἰς τὴν πόλιν ταύτην»86 «ἔχων συμβούλους καὶ συμπράκτορας τὸν Γρηγόρην Λιακατᾶν καὶ ἄλλους διαφόρους τῶν ἐντοπίων.»87

1825.04.25–1826.04.10: πολιορκία Μεσολογγίου

«Οἱ Τοῦρκοι ἐσυγκεντρώθησαν εἰς τὸ Μεσολόγγιον, διότι ἀπὸ τὴν κυρίευσιν τοῦ Μεσολογγίου ἐκρέμετο ἡ ὑποταγὴ καὶ τῆς λοιπῆς Ἑλλάδος.»88

1825.04.25 κ.ε.: Ο Λιακατάς στην αριστερή πτέρυγα των μεσολογγίτικων τειχών

«Οὗτοι εἶχον διαμοιράσῃ τὸ στράτευμα εἰς τοὺς προμαχῶνας· δηλαδὴ τὴν δεξιὰν πτέρυγα ἕως τὸ κέντρον τὴν ἐφύλαττον μὲ τὰ σώματά των οἱ Στορνάρης, Δῆμο–Τζέλιος καὶ Δημήτριος Μακρῆς, τὴν δὲ ἀριστερὰν οἱ Γεώργιος Τζιόγκας, Γρηγόρης Λιακατᾶς.»89

1825.05.27: Λιποταξία συγγενών Λιακατά από πολιορκημένο Μεσολόγγι

Στις 27 Μαΐου 1825 400 περίπου Ασπροποταμίτες, εκ των οποίων οι 100 ήταν συγγενείς και άνδρες του Γρηγόρη Λιακατά, λιποτάκτησαν από τη φρουρά του Μεσολογγίου και έφυγαν για το αρματολίκι του Ασπροποτάμου, καθώς είχαν συνεννοηθεί με τους Τούρκους, κάτι που στενοχώρησε πολύ τους Στορνάρη και Λιακατά.

«Εἰς αὐτὴν τὴν περίστασιν, 27 Μαΐου 1825, οἱ αὐτάδελφοι Γεώργιος, Κώστας, Μῆτρος τοῦ Νικολοῦ Στορνάρη καὶ πολλοὶ ἐξάδελφοί του καὶ συγγενεῖς του, παρακινήσαντες τὸν Στέριον ἀδελφόν τους νὰ ἔβγουν ἔξω, ἀπείθησαν, καὶ σηκωθέντες μετ’ αὐτοῦ ἕως 300, καὶ ἕως 100 τοῦ Γρηγόρη Λιακατᾶ, λιποτάκτησαν ἀπὸ τὴν φρουρὰν τοῦ Μεσολογγίου.»90

1825.07: Απώλεια ματιού Λιακατά

Δύο μήνες περίπου μετά από την λιποταξία91 των αδερφών του Στορνάρη κι άλλων Ασπροποταμιτών μέσα από το πολιορκημένο Μεσολόγγι, ο Γρηγόρης Λιακατάς, τον Ιούλιο του 1825, πληγώθηκε σοβαρά στο μάτι του από θραύσμα οβίδας που εξερράγη. Προσπάθησε να πάει στον αγγλοκρατούμενο Κάλαμο Λευκάδας, για να γιατρευτεί, αλλά οι Άγγλοι δεν του το επέτρεψαν, κι έτσι μετέβη στην πιο κοντινή στο Μεσολόγγι νησίδα Πεταλάς,92 αφήνοντας τούς 60 περίπου στρατιώτες του υπό τις οδηγίες του Στορνάρη. «Εκεί τον επισκέφθηκε η γυναίκα του Ευαγγελή και τον περιποιήθηκε.»93

«Ὁ Γρηγόρης Λιακατᾶς διὰ τὴν σπανίαν ὡραιότητα, ὅταν ἔβλεπεν εἰς τὸν καθρέπτην τὸν ὀφθαλμόν του χαμένον καὶ ἐνθυμεῖτο τὸν ἑαυτόν του ἄρτιον , ὁσάκις καὶ ἂν ἔδενεν τὸ μανδήλι του ἔλεγεν: “ἐγὼ πλέον, ἀφοῦ ἔχασα τὸν ὀφθαλμόν μου, εἶναι περιττὸν νὰ ζῶ”. Ἡ ἀντρίκεια αὐτὴ φιλαρέσκεια τοῦ Λιακατᾶ θυμίζει τὸ “Θάνατο παλικαριοῦ94 τοῦ Κωστῆ Παλαμᾶ τὸ διήγημα.»95

Πηγές

«Εἰς αὐτὴν τὴν περίστασιν ἐπληγώθη ἔπειτα καὶ ὁ Γρηγόρης Λιακατᾶ, ὁ μόνος ὡραῖος εἰς τὸν κόσμον ἄνδρας, καὶ ἔχασεν τὸν ὀφθαλμόν του ἀπὸ ἔκρηξη βόμβας.»96

«Ὁ Γρηγόρης Λιακατᾶς, πληγωθεὶς εἰς τὸν ὀφθαλμὸν ἀπὸ κομμάτι βόμβας, ἐπῆγεν εἰς Κάλαμον νὰ ἰατρευθῇ. Ἀφοῦ δὲν τὸν ἔμβασαν μέσα, ἀπέρασεν εἰς Πεταλᾶν νησίον, καὶ ἰατρεύετο. Ἕως 60 στρατιῶται τοῦ Γρηγόρη ἦτον καὶ αὐτοὶ τώρα ὑπὸ τὸν Στορνάρην97

1825.11.25: Ο Στορνάρης στο Αιτωλικό, οχύρωση Ντολμά και Πόρου

Όπως είδαμε, «στις 25 Νοεμβρίου 1825 ο Στορνάρης βρέθηκε στο Αιτωλικό, προκειμένου να οχυρώσει τη νησίδα Ντολμά,98 τον απέναντι Πόρο99 καθώς και τον Άγιο Νικόλαο και Φοινικιά εκατέρωθεν των δύο αυτών θέσεων, ώστε να διασφαλίζεται η ακώλυτη επικοινωνία Μεσολογγίου–Αιτωλικού. Οι Αιτωλικιώτες τον συνέδραμαν με μεγάλη προθυμία, όμως ο Στορνάρης “τὴν ὀχυρωματικὴν δὲν τὴν εἶχεν ἰδεῖ οὔτε εἰς τὸν ὕπνον του, πεπεισμένος ἴσως εἰς τὴν ἀνδρείαν τῶν στρατευμάτων, δὲν ἐνέδωσεν εἰς τὰς παρατηρήσεις καὶ ἐκείνων καὶ ἡμῶν”,100 με αποτέλεσμα να μην γίνει σωστή οχυρωματική δουλειά.»101

1825.11: Εταιρεία Φιλοδικαίων

Αναμνηστική πλάκα με την επιγραφή «Ἀδελφότης Φιλοδικαίων. Μεσολόγγι 1825–1826». Κήπος των Ηρώων, Μεσολόγγι. Φωτογραφία Σπυρίδωνος Βλιώρα, 30.07.2021.

«Στα τέλη Νοεμβρίου του 1825, ο Λιακατάς βάζει από τους πρώτους την υπογραφή του στην εταιρεία “Ἀδελφότης τῶν Φιλοδικαίων”,102 η οποία ιδρύθηκε με πρωτοβουλία του Ελβετού φιλέλληνα Ιωάννη Ιακώβου Μάγερ, με σκοπό την δικαιότερη διοίκηση των Μεσολογγιτών και τον περιορισμό των πολιτικών παθών. Τον Ιανουάριο, όμως, του 1826 αποχώρησε από την εταιρεία αυτή, διαπιστώνοντας ότι και σ’ αυτήν υπήρχαν διακρίσεις και θεωρώντας τον Μάγερ όργανο του Αλέξανδρου Μαυροκορδάτου και για άλλους λόγους οι οποίοι δεν ταίριαζαν με το ακέραιο του χαρακτήρα του.»103

Στην αδελφότητα αυτή104 ο Λιακατάς διετέλεσε για ένα συντομότατο διάστημα πρόεδρός της, όμως στο τέλος απογοητεύτηκε απ’ αυτή και έλεγε στον Στορνάρη: «ἄφησέ τους νὰ κουρεύωνται, τί μᾶς μέλει;»105

Πηγές

«Ὁ Μέγερ, συντάκτης τῶν “Χρονικῶν”, ὅστις ἐφαίνετο ὅτι ἐδημιούργησεν τὴν Ἀδελφότητα τῶν Φιλοδικαίων, ἐφάνη ὡς ἀπὸ τὰς ὁμιλίας τοῦ Γρηγόρη Λιακατᾶ, ὅστις ἦτον εἰς τὴν Ἀδελφότητα, ὅτι ἐπιθυμοῦσεν νὰ λάβῃ τὴν τιμὴν τῆς πληρεξουσιότητος· πλὴν ἀπότυχεν. Ἐὰν ἐχαίρετο τὴν ὑπόληψιν τῶν περισσοτέρων ὡς πρὸς τὴν ὑπεροχὴν τῶν πολιτικῶν του γνώσεων, ὄχι ὅμως καὶ διὰ τὴν παρελθοῦσαν διαγωγήν του, τὴν ἐμπιστοσύνην ὅλων, διότι τὸν θεωροῦσαν προσήλυτον τοῦ κυρίου Μαυροκορδάτου, καὶ εἰς τοῦτο ἦτον ὁ Γρηγόρης Λιακατᾶ πολλὰ ἐνάντιος, ὅστις ἔσερνεν καὶ ἄλλους πολλοὺς μεθ’ ἑαυτοῦ, μέλη τῆς Ἀδελφότητος.

Ὁ Γρηγόρης Λιακατᾶ, ὡς ἐπισημότερος ὄλων τῶν εἰς τὴν Ἀδελφότητα ἑνωθέντων, καταγίνετο, καὶ ἐνόμιζεν μὲ τοῦτο τὸ μέσον νὰ ἐπιτύχῃ καὶ αὐτὸς ἐπίρροιαν ἀνωτέραν· ἀφοῦ ὅμως εἶδεν ὅτι μόνον τρεῖς ἡμέρες ἐστάθη πρόεδρος κατὰ τὰ γραπτὰ τοῦ ὀργανισμοῦ καθήκοντά των, καὶ τὴν ἄλλην ἔβαλαν ἄλλον, καὶ εἶδεν ὅτι, ὅταν ἐβγῆκεν ἀπὸ τὴν προεδρίαν, ἔπρεπεν νὰ ἐξομοιωθῇ μὲ ὅλους ὅσους ἦτον ἐμβασμένοι εἰς τὸν ὅρκον καὶ νὰ ὑπακούγῃ, ἐδυσαρεστήθη καὶ προσπαθοῦσεν νὰ τραβηχθῇ κατηγορῶν τὴν ἰσότητα φανερὰ ἔμπροσθέν μας καὶ εἰρωνεύων τὸ σύστημα.

Ἐντοσούτῳ, ἀφήνοντας τὴν Ἀδελφότητα νὰ κουρεύεται, καθὼς ὁ ἴδιος τὸ ἔλεγεν («ἄφησέ τους νὰ κουρεύωνται, τί μᾶς μέλει;»), εἶπεν ὁ Γρηγόρης εἰς τὸν Στορνάρην.»106

1825.12.26: Επιστολή Λιακατά σε Μαυροκορδάτο

Στις 26 Δεκεμβρίου 1825 ο Λιακατάς έστειλε μια επιστολή προς τον Αλέξανδρο Μαυροκορδάτο. Σ’ αυτήν τού αναφέρει πως πλέον είναι υγιής μετά τον τραυματισμό του, όμως έχει χάσει το μάτι του. Του απαριθμεί πόσα χρήματα έχει ξοδέψει ο ίδιος για μισθούς και σιτηρέσια των στρατιωτών του («τρεῖς χιλιάδας γρόσια πεντακόσια ὀγοήκοντα τέσσερα») καθώς και σε (άγγλους) ιατρούς για το μάτι του («ὀκτὼ ἥμισυ χιλιάδας γρόσια») και καταλήγει: «Εἰς αὐτὸ παρακαλῶ πληροφόρησε τὴν Σεβαστὴν Διοίκησιν ὅτι δὲν εἶμαι σημερινὸς καὶ ὅτι ψευδολογῶ, διὰ νὰ ἀνταμειφθῶ ἀπὸ τὴν Διοίκησιν, ἀλλὰ τὰ δίκαιά μου νὰ μοῦ ἀνταμείψῃ ὡς καὶ τῶν λοιπῶν στρατηγῶν. Καὶ παρακαλῶ νὰ ἀξιωθῶ νὰ λάβω τὴν ἀπόκρισίν σας.»

Δυστυχώς, όπως θα δούμε, η απόκριση και δικαίωση ήρθε μετά θάνατον…

Πηγές

«Ἐκλαμπρότατε, τὰ κίνδυνα ὁποῦ ἐδοκιμάσαμεν φέτο εἰς τὴν πολιορκίαν τοῦ Μεσολογγίου εἶναι ἀπερίγραπτα καὶ ἀπὸ αὐτὰ τὰ κενδέρια (στενοχώριες) δὲν εὐκαίρησα τὸν καιρὸν νὰ σοῦ γράψω. Τώρα ὅμως ὁποῦ ἀπὸ τὴν πληγὴν ὁποῦ μεγάλως ἤμουν πληγωμένος ὑγίανα· ὅμως τὸ ὀμμάτιόν μου, ἐκλαμπρότατε, τὸ ἔχασα· στοχάζομαι ὅμως ὅτι τὸ ἐμάθηταν, πλὴν μ’ ὅλον τοῦτο ὁποῦ καὶ τὴν ἰδίαν ζωήν μας ἂν χάσωμεν αὐτὸ εἶναι χρέος μας, αὐτὸ δὲν μὲ κακοφαίνεται· μὲ κακοφαίνεται ὁποῦ ἀκόμα ἡ Σεβαστὴ Διοίκησις δὲν μὲ ἔχει ἀπεράσῃ εἰς τὸν ἀριθμὸν τῆς πατρίδος. Διὰ ποῖον αἴτιον; Σοῦ λέγω πρῶτον ἐγὼ ἔχοντας εἰς τὴν ἀρχὴν τῆς πολιορκίας αὐτῆς ἑκατὸν πενῆντα στρατιώτας καὶ, ἀφοῦ ἐσφαλισθήκαμεν εἰς τὸ φρούριον τοῦ Μεσολογγίου, ἔμεινα μὲ ἑκατὸν τριάντα πέντε, εἰς δύο μῆνας ὁποῦ ἐστάθηκα σὲ αὐτοὺς ἔδωσα ἀπὸ τὴν σακοῦλα μου τόσον μισθὸν αὐτονῶν τῶν στρατιωτῶν τόσων, σιτηρέσιον τρεῖς χιλιάδας γρόσια πεντακόσια ὀγοήκοντα τέσσερα. Αὐτὰ μοῦ τὰ ὑστερεῖ ἡ Σεβαστὴ Διοίκησις.

Ἔπειτα ἀπὸ αὐτὸ τὸν καιρὸ ὁποῦ ἐπληγώθηκα ἀπέρασα εἰς Πεταλᾶν· ἔστειλα καὶ ἤφερα ἰατροὺς εὐρωπαίους μήπως καὶ δὲν ἔχανα τὸ ὀμμάτιόν μου καὶ ἐξώδεψα καὶ ἰατρικὰ καὶ ἔξοδα ὀκτὼ ἥμισυ χιλιάδας γρόσια καὶ ἡ διευθύνουσα ἐδῶ Ἐπιτροπὴ δὲν μοῦ ἔδωσε οὔτε ὀβολόν. Τὸν καιρὸν ὁποῦ ὅλοι οἱ εὑρισκόμενοι ἐδῶ στρατηγοὶ ἔστελναν τοὺς πληρεξουσίους των εἰς τὴν Σεβαστὴν Διοίκησιν. Διὰ τοὺς μισθούς μου, ἐγὼ ἤμουν ἀνίατος, ὁ ἐδῶ ἐπιθεωρητὴς ἔδωσεν τῶν ἀνθρώπων μου ἀποδεικτικὸν διὰ 50 στρατιώτας. Ἡ ἐκλαμπρότης σου τὸ ξέρεις καλότατα ὅτι καὶ χωρὶς μισθὸ ἀπὸ τὴν διοίκησιν ἐτράβαγα μαζί μου καὶ διακόσιους καὶ τριακόσιους καὶ τώρα μοῦ κρεμνίζει ὅλα αὐτὰ, κοντὰ εἰς αὐτὰ μισθὸν γραμματικοῦ μου δὲν μὲ ἀπερνάῃ διόλου, σημαιοφόρον τελείως. Εἰς αὐτὸ παρακαλῶ πληροφόρησε τὴν Σεβαστὴν Διοίκησιν ὅτι δὲν εἶμαι σημερινὸς καὶ ὅτι ψευδολογῶ, διὰ νὰ ἀνταμειφθῶ ἀπὸ τὴν Διοίκησιν, ἀλλὰ τὰ δίκαιά μου νὰ μοῦ ἀνταμείψῃ ὡς καὶ τῶν λοιπῶν στρατηγῶν. Καὶ παρακαλῶ νὰ ἀξιωθῶ νὰ λάβω τὴν ἀπόκρισίν σας. Μένω μὲ ὅλην τὴν εἰλικρίνειαν. | Τῇ 26 Δεκεμβρίου 1825, Μεσολόγγιον. | Ὁ πατριώτης καὶ ἀδελφὸς | Γρηγόρης Λιακατᾶς.»107

Διορισμός Λιακατά ως επικεφαλής της άμυνας σε Αιτωλικό, Πόρο και Ντολμά108

«Δὲν ἀμελήσαμεν ὅμως καὶ τὸ Ἀνατολικὸν καὶ Βασιλάδι· καὶ εἰς ταῦτα ἀποφασίσαμε νὰ ἐπιδιορθωθῶσι τὰ ὀχυρώματα ὅλα, καὶ δὲν ἐνεργήθη ἡ ἐπιδιόρθωσίς των μ’ ὀλιγωτέραν δραστηριότητα, μάλιστα διότι οἱ ἐχθροὶ ἐκατασκεῦασαν ἓν κανονοστάσιον εἰς τὸ δεξιὸν μέρος τοῦ Ἀνατολικοῦ κατ’ ἀνατολὰς ἐκ τοῦ ὁποίου ἐνίοτε ἐκανονοβόλουν, πλὴν δὲν ἔκανον ἐπαισθητὴν ζημίαν. Καὶ ἐδιορίσαμεν τὸν στρατηγὸν Γρηγόρη Λιακατᾶ ὡς ἀρχηγὸν τοῦ Ἀνατολικοῦ μὲ τὸ σῶμα του καὶ μὲ τὰ σώματα τῶν Τούλια Πανομάρα, Βασίλη Μπαρλᾶ, Εὐσταθίου Τζιμπουράκη, Ἀθανάση Γραμματικοῦ, Δημητρίου Σίψα καὶ Δημητρίου Βλαχόπουλου, οἴτινες ὅλοι ὀμοῦ ἐσυμποσοῦντο ἐπέκεινα τῶν τετρακοσίων· καὶ οὗτοι ἐχρεώστουν νὰ ὑπερασπισθῶσι τὸ Ἀνατολικόν, Πόρον καὶ Ντουλμᾶ μόνοι τους, δίχως νὰ περιμένουν βοήθειαν ἀπὸ ἡμᾶς, διότι δὲν ἠξεύραμε ἂν ἤθελε εἴμεθα εἰς κατάστασιν νὰ τοὺς προφθάσωμεν· τοὺς ἐδώσαμε διὰ μιᾶς καὶ τ’ ἀνάλογόν τους ἀφ’ ὅσας εἴχομεν θροφάς.»109

«Διὰ νὰ ἀσφαλίσουν τὰ νησίδια Ντολμᾶν καὶ Πόρον, ἐδιόρισαν τὸν Γρηγόρην Λιακατᾶν ἀρχηγὸν Ἀνατολικοῦ, λοιπὸν καὶ ἐκείνης τῆς θέσεως,110 ὅστις μεταβὰς μὲ ὅλους τοὺς ὑπὸ τὴν ὁδηγίαν του διέμνεσκεν ἐκεῖ. Θέλοντας νὰ βάλῃ κάποιαν τάξιν ὡς πρὸς τὴν ζωὴν τῶν ἐκεῖ εὑρισκομένων στρατευμάτων, τῶν ὁποίων ἕως τότε ἀνώτεροι ἐφαίνοντο ὁ ἀξιωματικὸς τοῦ στρατηγοῦ Μακρῆ Δημήτριος Σίψας καὶ ὁ Δημήτριος Βλαχόπουλος, εὗρεν ἀνθίστασιν καὶ ὀχλαγωγίαν. Ἀναφερθεὶς περὶ τούτου ὁ Γρηγόρης ἐγκαίρως, ἐπρόσθετεν ὅτι δὲν βλέπει τοὺς ἄνδρας οἵτινες ἔμελλον νὰ τρέξουν μὲ ὅλην τὴν προθυμίαν, ὅταν ἡ ἀνάγκη τὸ καλέσῃ· καὶ ζητοῦσεν νέαν στρατιωτικὴν δύναμιν ἢ τὴν ἀπαλλαγήν του. Ἔγραψαν οἱ ὁπλαρχηγοὶ ἀπειλητικὴν διαταγὴν πρὸς ἐκείνους, πλὴν ἔγγραφα ἐκείνες τὲς στιγμὲς δὲν ὠφελοῦσαν. Ἀκολούθως φαίνεται ὁποῖοι ἦσαν οἱ ἐν τῷ Ἀνατολικῷ διαμένοντες.»111

«Ὁ Γρηγόρης Λιακατᾶ, γαμβρὸς τοῦ Στορνάρη, διορισθεὶς ἀρχηγὸς εἰς Ἀνατολικόν, ἐφρόντιζεν νὰ ἀσφαλίσῃ τὴν θέσιν ἐκείνην καθὼς καὶ τοῦ Ντολμᾶ, μ’ ὅλας τὰς ἀταξίας τῶν ἄλλων.»112

1826.02.25: Κατάληψη νησίδας Βασιλάδι

«Περὶ τὰς ἀρχαίας ἡμέρας τοῦ Μαρτίου (sic) ὁ τουρκικὸς στόλος ἄραξεν ἔξω τοῦ Βασιλαδίου· ὥπλισεν καὶ ἄλλα λαντζόνια ἀπὸ τὴν θάλασσαν, ἐπῆγεν καὶ ἀπὸ τὴν λίμνην ὁ στολίσκος καὶ ἐπολέμουν τὸ Βασιλάδι. Οἱ ἡμέτεροι ἀντεῖχον μὲ ἀμίμητον γενναιότητα εἰς τόσον πλῆθος Τούρκων καὶ ἐκ τῶν δύο μερῶν. Ἀλλ’ ἔπειτα ἀπὸ ἑπτὰ ὥρας κανονοβολισμοῦ καὶ βομβαρδισμοῦ κατὰ δυστυχίαν ἄναψεν ἡ πυριτοθήκη τοῦ Βασιλαδίου ἀπ’ ἐχθρικὴν βολήν. Οἱ Τοῦρκοι ὠφελούμενοι ἀπὸ τὴν στιγμὴν ταύτην, ἀμέσως ἐφώρμησαν καὶ ἀπὸ τὰ δύο μέρη, καὶ μὴ δυνάμενοι πλέον οἱ ἡμέτεροι ν’ ἀνθέξουν εἰς τὸ πλῆθος, ἀφ’ οὗ οἱ Τοῦρκοι πλέον ἔμβαινον, τὸ πλεῖστον μέρος τῶν ἐδικῶν μας ἐῤῥίφθη εἰς τὴν θάλασσαν καὶ πλέοντες μεταξὺ τοῦ τουρκικοῦ πυρὸς διεσώθησαν εἰς τὸ Μεσολόγγιον. Τοὺς δὲ λοιποὺς τοὺς ἔσφαξαν οἱ Τοῦρκοι καὶ ἠχμαλώτισαν ὅσας οἰκογένειας εὗρον ἐκεῖ.»113

Η κατάληψη της νησίδας Βασιλάδι από τους Τουρκοαιγυπτίους δυσκόλεψε πάρα πολύ την άμυνα του Μεσολογγίου αλλά και του Αιτωλικού καθώς και της οχυρωμένης και φυλασσόμενης από τον Λιακατά νησίδας Ντολμάς.

1826.02.28: Θάνατος Λιακατά

Οι Τουρκοαιγύπτιοι, έχοντας ήδη καταλάβει τη νησίδα Βασιλάδι και έχοντας αποκόψει την επικοινωνία Μεσολογγίου–Αιτωλικού, θέλησαν να καταλάβουν και το Αιτωλικό, ώστε σιγά–σιγά να μείνει μόνο το Μεσολόγγι για κυρίευση.

Ο αρχηγός της φρουράς του Αιτωλικού Γρηγόρης Λιακατάς,114 βλέποντας ότι οι αντίπαλοι μετέφεραν κανόνια για την πολιορκία της νησίδας Ντολμάς και του απέναντι Πόρου πήρε μαζί του 350 άνδρες και έσπευσαν να οργανώσουν την άμυνα. Τους 50 τοποθέτησε στον Πόρο και τους 300 στα ταμπούρια του Ντολμά, φροντίζοντας να τα ενισχύσει περισσότερο.

Στο Αιτωλικό βρισκόταν αρκετοί «φοβιτζιάρηδες»115 ή τέλος πάντων άνθρωποι που είχαν φύγει από το Μεσολόγγι και είχαν πάει στο Αιτωλικό για να αποφύγουν τον πόλεμο στο Μεσολόγγι, μεταξύ των οποίων οι Σουλιώτες Δημήτριος Σίψας και Τούλας Πανομάρας καθώς ο Δημήτριος Βλαχόπουλος. Αυτοί αρνήθηκαν να μεταβούν στον Ντολμά.

Ο Λιακατάς εμψύχωσε τους άνδρες του: «Ἄι, ὠρὲ παιδιά, οἱ πολλοὶ καὶ οἱ ναζιάρηδες δουλειὰ δὲν κάμνουν· ἡμεῖς οἱ ὀλίγοι, ὁποῦ εὑρέθημεν ἐδῶ, ἡμεῖς θὰ βαστάξωμεν, καί, ἂν ὁ Θεὸς βοηθήσῃ καὶ νικήσωμεν, τὸ νάμι116 μένει εἰς ἡμᾶς καὶ ἡ ἀτιμία εἰς ἐκείνους. Μένετε λοιπὸν ἐσεῖς νὰ βαστάξωμεν; Ἢ εἰπέτε μοι νὰ πάρω τὰ μέτρα μου. Βοήθειαν ἄλλην καμίαν, βλέπετε, δὲν ἔχομεν.» Υπερθεμάτισε ο γραμματικός του Δημήτρη Μακρή Θανάσης: «Κάλλιον λοιπὸν τίμιος θάνατος ἐδῶ, παρὰ μέσα εἰς τὸ Ἀνατολικόν, μπερδευμένοι μάλιστα μὲ τὲς γυναῖκες μας.»

Ο Λιακατάς, αφού τοποθέτησε τους άνδρες στις θέσεις τους, κράτησε μαζί του τριάντα, προκειμένου να επεμβαίνει όπου χρειαζόταν.

117

Μεσολογγίτικες βάρκες.

Στις 27 Φεβρουαρίου ο Ιμπραΐμ μετέφερε στις απέναντι στεριές της Φοινικιάς και του Αγίου Νικολάου «δέκα–δώδεκα κανόνια καὶ βόμβες»· «ἐκατασκεύασαν κανονοστάσιον εἰς τὴν Φοινικιὰ ἀπέναντι τοῦ Ντουλμᾶ καὶ τὸν ἐκανοβόλει. Ἐκανονοβόλει συγχρόνως καὶ τὸ Ἀνατολικὸν ἀπὸ τὸ κανονοστάσιον ὁποῦ εἶχεν κατασκευάσῃ ἄντικρυ τοῦ Ἀνατολικοῦ κατ’ ἀνατολάς.118 Ἀφ’ οὗ ἐκανονοβόλησαν τὸν Ντουλμᾶ»,119 την άλλη μέρα επιβίβασε τους Αρβανίτες και Αιγυπτίους άνδρες του στις πάσαρες120 και επιτέθηκε απ’ όλες τις μεριές σε Ντολμά και Πόρο. Όσοι Τουρκοαιγύπτιοι αποβιβάστηκαν στον μύτικα121 του Ντολμά «ἐτζακίσθησαν μὲ τὴν πρώτην φωτιὰν καὶ ἐμβῆκαν πάλιν εἰς τὲς βὰρκες. Οἱ ἄλλοι ἀπὸ τὴν Φοινικιὰν ἐχώνονταν ὁλονὲν εἰς τὸ νερόν, ἕως ὁποῦ γιόμωσεν τὸ αὐλάκι· καὶ ἐτζακίσθησαν κὶ ἐκεῖνοι.»122

Επειδή όμως οι Έλληνες υπερασπιστές ήταν λίγοι, οι αντίπαλοι ανέβηκαν πάνω στον Ντολμά και άρχισαν μάχες σώμα με σώμα «καὶ οὕτως τελείωσαν ὅλοι σφάζοντες καὶ σφαζόμενοι, καὶ γλύτωσαν μόνον ἀπὸ ἐκείνους δύο–τρεῖς123 Τον Γρηγόρη Λιακατά «τὸν εἶδαν μαχόμενον, μὲ τὸ σπαθὶ εἰς τὸ χέρι διασχίζων τοὺς ἐχθροὺς ὁμοῦ μὲ ἄλλους δύο–τρεῖς πρὸς τὴν ἀκροθαλασσιάν124

Μνημείο στον Πόρο Αιτωλικού προς τιμήν του Γρηγόρη Λιακατά και των πεσόντων στις 28.02.1826. Φωτογραφία Σπυρίδωνος Βλιώρα, 30.07.2021.

«Ἀπὸ τὸν Δολμᾶν ἐγλύτωσεν Κουτζιούμπας καὶ ἄλλοι δύο στρατιῶται τοῦ καπιτὰν Γρηγόρη μόνον. Ὁ Γρηγόρης Λιακατᾶ125 ἀπέθανεν μαχόμενος, σφάζων καὶ διασχίζων τὰς τάξεις τῶν Τούρκων ἕως τὴν ἀκρογιαλιάν, ὁποῦ ἔπεσαν φονευμένος· τὸν ἔσωσαν κρατοῦντες εἰς τὰς ἀγκάλας οἱ δύο ἐκεῖνοι στρατιῶται ἕως ἐκεῖ καὶ τὸν ἄφησαν ἀπεθαμένον καὶ τυλιγμένον εἰς τὲς λάσπες τοῦ βάλτου. Οἱ Τοῦρκοι οἱ ἔξω τοῦ φρουρίου τίποτες δὲν μᾶς εἶπαν καυχώμενοι περὶ εὑρέσεως καὶ ἀποκοπῆς τῆς κεφαλῆς του, καὶ φαίνεται ὅτι ἢ δὲν τὸν ηὗρον νεκρόν ἢ δὲν τοῦ ἀνεγνώρισαν τὴν κεφαλήν, ὥστε νὰ μᾶς τὸ ἀναγγείλουν.»126

Όσοι γλύτωσαν από τον Ντολμά, μαζεύτηκαν στον απέναντι Πόρο, κι επειδή δεν είχαν κάποιον επικεφαλής, δεν ήξεραν αν πρέπει να συνεχίσουν την άμυνα ή να φύγουν, για να γλυτώσουν. «Ἀφήσαμεν τὸν Πόρον ἄλλοι πλέοντες, ἄλλοι εἰς τὰ πλοιάρια καὶ πάσαρες· ὅσοι ἐπρόφθασαν ἐπήγαμεν εἰς Ἀνατολικόν127

Ο Ντολμάς φωτογραφημένος από τον Πόρο. Φωτογραφία Σπυρίδωνος Βλιώρα, 30.07.2021.

«φρουρὰ τοῦ Μεσολογγίου ἀκούσασα τὴν εἰς Ντουλμᾶ μάχην, θέλουσα νὰ βοηθήσῃ τοὺς ἡμετέρους, καὶ ἐπειδὴ ἄλλος τρόπος δὲν ἦτον ἐφώρμησεν αὐτὴν τὴν ἡμέραν κατὰ τῶν πολιορκητῶν της, διὰ νὰ κάμῃ μὲ τοῦτο ἀντιπερισπασμὸν τῶν πολεμούντων τὸν Ντουλμᾶ, πλὴν ἐκυρίευσεν ὅλα τὰ ὀχυρώματα τῶν Τούρκων, ἐφόνευσεν περίπου τῶν τετρακοσίων ἀνθρώπων, ἐζώγρησεν128 πλῆθος Τούρκων καὶ μάλιστα ἀκέραιον λόχον τακτικόν· δὲν ἔκαμεν ὅμως ὁ πόλεμος εἰς Ντουλμᾶ διακοπήν, καί, ὡς εἴπομεν, ἐκυριεύθη.»129

«Οἱ Τοῦρκοι εἰς αὐτὴν τὴν ἡμέραν ἔχασαν ὑπὲρ τῶν δύο χιλιάδων ἀνδρῶν, ἐν οἷς μάλιστα καὶ πολλοὺς ἀξιωματικούς.»130

Οι Αιτωλικιώτες κυριεύτηκαν από φόβο. «Ὁ ἔπαρχος κύριος Γεώργιος Κανάριος, ὁ Τάτζης Μαγκίνας, οἱ πρόκριτοι ἐμαζώχθηκαν εἰς τὴν Παναγίαν.131 Ἐκεῖ ἐκάλεσαν καὶ τοὺς δύο τούτους καὶ ἄλλους ἀξιωματικοὺς καὶ στρατιώτας, οἵτινες εὐρίσκοντο ἐκεῖ, καὶ τοὺς ἐρώτησαν ἐὰν στέκονται νὰ πεθάνουν ὅλοι ὁμοῦ. Οἱ ἀξιωματικοὶ καὶ στρατιῶται ἐζήτησαν νὰ ἰδοῦν τί προμήθειαν εἶχον132

«ὀχύρωσις τοῦ Ἀνατολικοῦ δὲν ἦτον εὐκαταφρόνητος. Ὁ Ἰμπραΐμης ἐσυλλογίσθη πόσους ἔχασεν ἐκείνην τὴν ἡμέραν, εἰς τὰς 28 Φεβρουαρίου εἰς Δολμᾶν, ἀλλὰ καὶ εἰς Μισολόγγι, καὶ διὰ τοῦτο δὲν ἐκινήθη ἀμέσως. Ἐνύκτωσεν ἐν τοσούτῳ, καὶ δὲν ἄκουγες ἄλλο παρὰ ἐνθουσιασμοὺς καὶ κραυγάς: “ἐδῶ νὰ δώσωμεν τέλος.” Καθὼς δὲν λείπουν ἀπὸ ὅλα τὰ στρατόπεδα φοβιτζιάρηδες, δὲν ἔλειπαν καὶ ἀπ’ ἐκεῖ, καὶ μάλιστα ἐκεῖ εὑρίσκονταν οἱ περισσότεροι, διότι ἐκεῖ κατέφευγον διὰ ἡσυχίαν ἀπὸ τὸ Μισολόγγι.»133

«Δὲν ἠξεύρομεν, περὶ τὰ μεσάνυκτα, ποῖος κραυγάζων εἶπεν: “ἔφυγαν, μωρέ!”· καὶ ἀπὸ αὐτὴν τὴν φωνὴν ἐμβάντες εἰς θόρυβον, ἁρπάζουν μερικὰ πλοιάρια ὁ Σίψας καὶ ἄλλοι, καὶ ἔφυγαν. Οὕτως ὅλοι οἱ στρατιῶται δειλιάσαντες, ἔτρεχεν ὁ καθεὶς σπεύδων νὰ φύγῃ, καὶ ἄφησαν τοὺς Ἀνατολικιώτας μὲ τὰς οἰκογένειάς των εἰς τὴν διάκρισιν τῶν ἐχθρῶν. Τὴν αὐγήν, ξημερώνοντας 1 Μαρτίου, οἱ κάτοικοι ἀνταποκρίθησαν μὲ τὸν ἐχθρὸν καὶ ἔκαμαν συνθήκην, νὰ σώσουν τὸν ἑαυτόν τους καὶ τὲς φαμελιές. Ἡ συνθήκη ἡ ὁποία ἔγινεν ὥριζεν ὅτι νὰ σηκώσουν ἕκαστος ὅσα πράγματα δύναται νὰ φέρῃ ἕνας ἄνθρωπος, τὰ ἀναγκαῖα μόνον, νὰ εὐκαιρώσουν134 τὸ Ἀνατολικὸν καὶ νὰ συνοδευθοῦν ἕως εἰς τὴν Ἄρταν, ὁποῦ διωρίσθη καὶ ἡ διαμονή των. Ἀμέσως ἄρχισαν ὅλοι νὰ ἐβγαίνουν τόσον ταχέως, ὥστε ἐντὸς τριῶν ὡρῶν ἄδειασεν τὸ Ἀνατολικόν.»135

«Οἱ Τοῦρκοι ἔκαμαν τὰ μύρια κακὰ εἰς τοὺς Ἀνατολικιώτας· ἐδιάλεξαν τὲς νεώτερες γυναῖκες καὶ τὰ παιδιά, καὶ τὰ ἐβάσταξαν· τὲς ἔψαξαν σχεδὸν καὶ εἰς τὰ ἀπόκρυφα διὰ πολύτιμον πρᾶγμα, καὶ μόλις ἐσώθησαν τὸ ἥμισυ ἐξ αὐτῶν νὰ εὐοδωθοῦν εἰς Ἄρταν. Ταῦτα ἀκούσαντες εἰς τὴν Φρουράν,136 γυναῖκες καὶ ἄνδρες πλέον δὲν ἔλεγον ἄλλο παρὰ ἢ ἐκδίκησιν ἢ θάνατον καλύτερα, παρὰ νὰ πέσουν εἰς τὰς χεῖράς των.»137

Πηγές

Κασομούλης

«Γρηγόρης Λιακατᾶ (ὁμοῦ μὲ τὸν ἔπαρχον Γεώργιον Κανάριον) ἀρχηγός, ἄμα εἶδεν ὅτι ἐβγῆκαν τὰ λαντζόνια (λέμβοι) καὶ ἐμβῆκαν αἱ σάλες (σχεδίες) εἰς τὴν λίμνην,138 ἔβγαλεν τελάλην ὅτι ὅλοι οἱ στρατιῶται νὰ ἐβγοῦν νὰ πιάσουν τὸν Ντολμᾶν.

Αὐτὸς ἐπῆρεν τοὺς ὑπὸ τὴν ὁδηγίαν του καὶ ξεκίνησεν ἀμέσως. Τὸν ἀκολούθησαν ὀλίγοι ἀπὸ τοὺς ἐντοπίους κανονιέρηδες καὶ στρατιῶτες, καὶ ἐσυμαζώχθηκαν εἰς τὸν Ντολμᾶν ἕως 350· 50 ἔβαλεν εἰς τὸν Πόρον, καὶ τοὺς ἄλλους τοὺς ἔβαλεν εἰς τὰ ταμπούρια τοῦ Ντολμᾶ, καὶ τὰ σήκωσεν ἀκόμη ὀλὶγον ἀπὸ ὅ,τι ἦτον πρῶτα.

Ὁ Δημήτριος Σίψας (Σουλιώτης), ὁ Δημήτριος Βλαχόπουλος καὶ ὁ Τοῦλιας Πανομάρα (Σουλιώτης) δὲν ἠθέλησαν νὰ τὸν ἀκολουθήσουν, καὶ ἔμειναν εἰς Ἀνατολικὸν μὲ τὴν πρόφασιν ὅτι ἔχει κὶ ἐκεῖ ἀνάγκην ἡ πόλις, ἀληθινὰ ὅμως ἐπειδὴ ἦτον κακιωμένοι, διότι ὁ Γρηγόρης δὲν τοὺς ἄφηνεν νὰ πειράζουν τὸν κόσμον. Ὁ γραμματικὸς τοῦ Μακρῆ τὸν ἀκολούθησεν μὲ ὅλους τοὺς συντρόφους του.

Ἀφοῦ ἔπεσεν τὸ Βασιλάδι, πάλιν ὁ Λιακατᾶς ξαναέστειλεν νὰ ἔλθουν, καὶ πάλιν δὲν ἠθέλησαν.

Γρηγόρης ἔπειτα ἀποφάσισεν καὶ εἶπεν εἰς τοὺς στρατιώτας: “Ἄι, ὠρὲ παιδιά, οἱ πολλοὶ καὶ οἱ ναζιάρηδες δουλειὰ δὲν κάμνουν· ἡμεῖς οἱ ὀλίγοι, ὁποῦ εὑρέθημεν ἐδῶ, ἡμεῖς θὰ βαστάξωμεν, καί, ἂν ὁ Θεὸς βοηθήσῃ καὶ νικήσωμεν, τὸ νάμι139 μένει εἰς ἡμᾶς καὶ ἡ ἀτιμία εἰς ἐκείνους. Μένετε λοιπὸν ἐσεῖς νὰ βαστάξωμεν; Ἢ εἰπέτε μοι νὰ πάρω τὰ μέτρα μου. Βοήθειαν ἄλλην καμίαν, βλέπετε, δὲν ἔχομεν.” Τοῦ Γρηγόρη Λιακατᾶ τὸ σῶμα, ἕως 80, ἐσύγκειτο ἀπὸ ἀνεψιοὺς καὶ ἄλλους συγγενεῖς του, οἵτινες ποτὲ δὲν τὸν ἄφηναν. Λέγων ταῦτα, ἤθελεν νὰ ἴδῃ τῶν ἄλλων τὴν προαίρεσιν.

γραμματικὸς τοῦ Δημητρίου Μακρῆ Θανάσης, καὶ τοῦτος, ὡς ὁ Γρηγόρης, πλούσιος, ὡραῖος καὶ νεοϋπανδρευμένος, λέγει: “Εἴμεσθεν ἄνδρες· ὅπου καὶ ἂν πηγαίνωμεν, πάντοτε πόλεμον θὰ ἔχωμεν. Ἂν πάρῃ τὸν Δολμᾶν ὁ ἐχθρός, τί χρησιμεύει τὸ Ἀνατολικόν; Κὶ ἐκεῖ κὶ ἐδῶ πόλεμος, καὶ θάνατος. Κάλλιον λοιπὸν τίμιος θάνατος ἐδῶ, παρὰ μέσα εἰς τὸ Ἀνατολικόν, μπερδευμένοι μάλιστα μὲ τὲς γυναῖκες μας.”

Ὅλοι λοιπὸν ἀποφάσισαν, καὶ ἔδωσαν τὸν λόγον τῆς τιμῆς των, ἐκεῖ νὰ σωθοῦν,140 ἂν κινηθῇ κατ’ αὐτῶν ὁ ἐχθρός, καὶ ποτὲ νὰ μὴν ἐντροπιασθοῦν.

Τὸν μὲν Θανάσην λοιπὸν τὸν διώρισεν ἀπέναντι τῆς Φοινικιᾶς, μαζὶ μὲ τὸ σῶμα τὸ ἐδικὸν του, ἐκεῖ ἀκριβῶς ὁποῦ ἦτον καὶ τὰ κανόνια, τοὺς δὲ λοιποὺς διώρισεν εἰς κάθε ταμπούρι ἀπὸ ὀλίγους, ὅσους ἔφθανεν,141 ἕως εἰς τὸ ταμπούρι τοῦ ἄλλου στενοῦ τοῦ Ἁγίου Νικολάου. Ὁ Γρηγόρης ἐδιάλεξεν 30 ἐκλεκτούς, καὶ ἐστέκετο νὰ βλέπῃ καὶ νὰ δίδῃ βοήθεια.

Ἔφερεν καὶ τὲς πάσαρες καὶ τὲς ἔβαλεν εἰς τὸν Πόρον Ἰμπραΐμης, ὅστις, καθὼς ἔπεσεν τὸ Βασιλάδι, ἔφερεν ἐκεῖ ἕως δέκα–δώδεκα κανόνια καὶ βόμβες· παραμονὴ τῆς ἀποκριᾶς, 27 Φεβρουαρίου,142 τὴν αὐγὴν ἔφερεν τὰ στρατεύματά του, Ἀρβανίτες καὶ Ἀράπηδες, καὶ ἐγιόμωσεν τὲς βάρκες ὅλες, ἀνακατωμένα· εὐθὺς ἐκινήθησαν πρῶτα αἱ βάρκες ἀπὸ τὸν Πόρον καὶ ἐβγῆκαν εἰς τὴν μύτην143 τοῦ Δολμᾶ ὅλοι, καὶ ὥρμησαν κατὰ τὰ ταμπούρια (προμαχῶνας). Τὴν ἴδιαν ὤραν, ἐῤῥίχθηκαν εἰς τὸ αὐλάκι Ἄραβες καὶ Ἀρβανίτες ἀπὸ τὸ ἀντίθετον μέρος τῆς Φοινικιᾶς. Ἄναψεν τὸ ντουφέκι. Οἱ ἀποβάντες εἰς τὴν μύτην Δολμᾶ ἐτζακίσθησαν μὲ τὴν πρώτην φωτιὰν καὶ ἐμβῆκαν πάλιν εἰς τὲς βὰρκες. Οἱ ἄλλοι ἀπὸ τὴν Φοινικιὰν ἐχώνονταν ὁλονὲν εἰς τὸ νερόν, ἕως ὁποῦ γιόμωσεν τὸ αὐλάκι· καὶ ἐτζακίσθησαν κὶ ἐκεῖνοι. Ἐκεῖνοι ἔπειτα ἀπὸ τὲς βάρκες, φέροντες γύρα–γύρα τὰ ὀχυρώματα, ἐπροχώρησαν εἰς τὸ μέρος τοῦ Ἁγίου Νικολάου τὸ στενόν, καὶ ἐῤῥίφθηκαν ἔξω· ἄρχισεν ὁ πόλεμος ἀπ’ ἐκεῖ. Οἱ ἐδικοί μας ἦτον ὀλίγοι, ἐμβῆκαν μέσα.144 Ἀφήνει ὁ Γρηγόρης τοὺς ἄλλους εἰς τὴν Φοινικιάν, τρέχει νὰ δώσῃ βοήθειαν, ἐνῶ εἶχαν ἀπέβη ἕως 1000 Τοῦρκοι· πιλαλῶντες λοιπὸν μὲ τὰ σπαθιὰ εἰς τὰ χέρια ἐπιάσθηκαν, εἰς τὴν μέσην τοῦ νησιοῦ, μὲ τοὺς Τούρκους. Βλέπουν οἱ πολεμοῦντες κατὰ τὸ αὐλάκι ὀπίσω αὐτῶν τοὺς Τούρκους, ἐβγάζουν τὰ γιαταγάνια, ὁρμοῦν ἐπάνω, καὶ οὕτως τελείωσαν ὅλοι σφάζοντες καὶ σφαζόμενοι, καὶ γλύτωσαν μόνον ἀπὸ ἐκείνους δύο–τρεῖς.

Ἡμεῖς145 ἐπροφθάσαμεν φεύγοντες, μὴν ἔχοντες ἄρματα (ἦτον πυροβολισταὶ) καὶ ἐμβήκαμεν εἰς τὸν Πόρον. Ἐκεῖ ἄρχισεν λογοτριβή· ἄλλος ἔλεγεν νὰ τὸ ἀφήσωμεν καὶ ἄλλος νὰ τὸ βαστάξωμεν. Τέλος, τελειώνοντας ἐκεῖνοι, ὥρμησαν πρὸς ἡμᾶς πανταχόθεν ὅλον τὸ τουρκικὸν στράτευμα. Κεφαλὴν καθὼς ἔπρεπεν δὲν εἴχαμεν· ἀφήσαμεν τὸν Πόρον ἄλλοι πλέοντες, ἄλλοι εἰς τὰ πλοιάρια καὶ πάσαρες· ὅσοι ἐπρόφθασαν ἐπήγαμεν εἰς Ἀνατολικόν.

Οἱ εἰς Ἀνατολικόν, κλονισμένοι ἀπὸ τὸν τρόμον ὁποῦ τοὺς εἶχεν κυριεύσει, γυναῖκες, ἄνδρες καὶ παιδιά, ἔκλαιγαν τὴν μέλλουσαν τύχην των, καὶ τὴν ἐλπίδα των τὴν ἔβαλαν εἰς τὸν Σίψαν καὶ Δημητράκην Βλαχόπουλον, οἵτινες ἦσαν οἱ ἐμπειρότεροι ἐκεῖ πολεμικοί.

ἔπαρχος κύριος Γεώργιος Κανάριος, ὁ Τάτζης Μαγκίνας, οἱ πρόκριτοι ἐμαζώχθηκαν εἰς τὴν Παναγίαν.146 Ἐκεῖ ἐκάλεσαν καὶ τοὺς δύο τούτους καὶ ἄλλους ἀξιωματικοὺς καὶ στρατιώτας, οἵτινες εὐρίσκοντο ἐκεῖ, καὶ τοὺς ἐρώτησαν ἐὰν στέκονται νὰ πεθάνουν ὅλοι ὁμοῦ. Οἱ ἀξιωματικοὶ καὶ στρατιῶται ἐζήτησαν νὰ ἰδοῦν τί προμήθειαν εἶχον.»147

«ὀχύρωσις τοῦ Ἀνατολικοῦ δὲν ἦτον εὐκαταφρόνητος. Ὁ Ἰμπραΐμης ἐσυλλογίσθη πόσους ἔχασεν ἐκείνην τὴν ἡμέραν, εἰς τὰς 28 Φεβρουαρίου εἰς Δολμᾶν, ἀλλὰ καὶ εἰς Μισολόγγι, καὶ διὰ τοῦτο δὲν ἐκινήθη ἀμέσως. Ἐνύκτωσεν ἐν τοσούτῳ, καὶ δὲν ἄκουγες ἄλλο παρὰ ἐνθουσιασμοὺς καὶ κραυγάς: “ἐδῶ νὰ δώσωμεν τέλος.” Καθώς δὲν λείπουν ἀπὸ ὅλα τὰ στρατόπεδα φοβιτζιάρηδες, δὲν ἔλειπαν καὶ ἀπ’ ἐκεῖ, καὶ μάλιστα ἐκεῖ εὑρίσκονταν οἱ περισσότεροι, διότι ἐκεῖ κατέφευγον διὰ ἡσυχίαν ἀπὸ τὸ Μισολόγγι.»148

«Δὲν ἠξεύρομεν, περὶ τὰ μεσάνυκτα, ποῖος κραυγάζων εἶπεν: “ἔφυγαν, μωρέ!”· καὶ ἀπὸ αὐτὴν τὴν φωνὴν ἐμβάντες εἰς θόρυβον, ἁρπάζουν μερικὰ πλοιάρια ὁ Σίψας καὶ ἄλλοι, καὶ ἔφυγαν. Οὕτως ὅλοι οἱ στρατιῶται δειλιάσαντες, ἔτρεχεν ὁ καθεὶς σπεύδων νὰ φύγῃ, καὶ ἄφησαν τοὺς Ἀνατολικιώτας μὲ τὰς οἰκογένειάς των εἰς τὴν διάκρισίν τῶν ἐχθρῶν. Τὴν αὐγήν, ξημερώνοντας 1 Μαρτίου, οἱ κάτοικοι ἀνταποκρίθησαν μὲ τὸν ἐχθρὸν καὶ ἔκαμαν συνθήκην, νὰ σώσουν τὸν ἑαυτόν τους καὶ τὲς φαμελιές. Ἡ συνθήκη ἡ ὁποία ἔγινεν ὥριζεν ὅτι νὰ σηκώσουν ἕκαστος ὅσα πράγματα δύναται νὰ φέρῃ ἕνας ἄνθρωπος, τὰ ἀναγκαῖα μόνον, νὰ εὐκαιρώσουν τὸ Ἀνατολικὸν καὶ νὰ συνοδευθοῦν ἕως εἰς τὴν Ἄρταν, ὁποῦ διωρίσθη καὶ ἡ διαμονή των. Ἀμέσως ἄρχισαν ὅλοι νὰ ἐβγαίνουν τόσον ταχέως, ὥστε ἐντὸς τριῶν ὡρῶν ἄδειασεν τὸ Ἀνατολικόν149

«Εἰς τὰς 29 Φεβρουαρίου150 1826, ἐπανελθόντες οἱ ἐχθροὶ πάλιν εἰς τὰ χαρακώματά των, ἄρχισαν νὰ μᾶς πειράζουν οἱ Ἀλβανοὶ λέγοντες: “Τί καρτερεῖτε, ὠρέ, καὶ δὲν παραδίδεσθε; Δὲν βλέπετε τί ἔπαθαν οἱ ἄλλοι εἰς Βασιλάδι, εἰς Δολμᾶν καὶ εἰς Ἀνατολικόν; Τί ἐλπίδα πλέον ἔχετε;” Τὸ Ἀνατολικὸν εἰσέτι δὲν εἶχεν παραδοθῇ καὶ εὑρίσκετο εἰς συμβιβασμούς. Τρεῖς Ἀνατολικιῶται, σωθέντες ἀπὸ τὴν μάχην τοῦ νησίου Δολμᾶς, κολυμβῶντες ἀπὸ τὸν Πόρον ἕως εἰς Ἀνατολικόν, καὶ ἀπ’ ἐκεῖ, μετὰ τὴν προσκύνησίν του, ὁληνύκτα διαβάντες ἀπὸ τόπους ἐπικινδύνους, κατὰ τὰς 2 Μαρτίου ἔφθασαν ἀπέναντι τῆς Μαρμαροῦς εἰς Μισολόγγι, γυμνοὶ καὶ τετραχηλισμένοι. Αὐτοὶ μᾶς ἐδιηγήθησαν τὰ συμβάντα τοῦ Ἀνατολικοῦ.»151

«Ἐγὼ τοὺς ἐρώτησα νὰ μάθω διὰ τὸν Γρηγόρην Λιακατᾶν, καὶ μ’ εἶπαν ὅτι τὸν εἶδαν μαχόμενον, μὲ τὸ σπαθὶ εἰς τὸ χέρι διασχίζων τοὺς ἐχθροὺς ὁμοῦ μὲ ἄλλους δύο–τρεῖς πρὸς τὴν ἀκροθαλασσιάν.»152

«Οὔτε τὸν στρατηγὸν τοῦ Βασιλαδίου ἔπρεπεν νὰ ἐμπιστευθοῦμεν, οὔτε τὸν Γρηγόρην Λιακατᾶν νὰ ἀφήσωμεν νὰ τὸν βασανίσουν ὁ Σίψας καὶ οἱ τεμπέληδες εἰς Ἀνατολικόν, ἀλλὰ ἔπρεπεν ἐκεῖ νὰ τοὺς ἀφήναμεν καθὼς ἦτον· διότι ἀπὸ ἐκείνους οὐδέποτε κανὲν διάφορον δὲν εἴδαμεν, καὶ μάλιστα περισσότερον κακὸν ἀπὸ αὐτὸ ὁποῦ ἔκαμαν, δὲν θὰ μᾶς ἔκαμναν· παρὰ ἐθυσιάσαμεν 350 λεοντάρια εἰς τὸν Δουλμᾶν διὰ ἀνθρώπους, οἱ ὁποῖοι, ἤτοι οὕτως, ἤτοι ἄλλως, οἱ Τοῦρκοι δὲν τοὺς ἔβλαπτον.153 Τώρα, ἂς μᾶς γίνουν παραδείγματα τὰ περασμένα, διὰ νὰ προλάβωμεν τὰ μέλλοντα.»154

«Ἀπὸ τὸν Δολμᾶν ἐγλύτωσεν Κουτζιούμπας καὶ ἄλλοι δύο στρατιῶται τοῦ καπιτὰν Γρηγόρη μόνον. Ὁ Γρηγόρης Λιακατᾶ ἀπέθανεν μαχόμενος, σφάζων καὶ διασχίζων τὰς τάξεις τῶν Τούρκων ἕως τὴν ἀκρογιαλιάν, ὁποῦ ἔπεσαν φονευμένος· τὸν ἔσωσαν κρατοῦντες εἰς τὰς ἀγκάλας οἱ δύο ἐκεῖνοι στρατιῶται ἕως ἐκεῖ καὶ τὸν ἄφησαν ἀπεθαμένον καὶ τυλιγμένον εἰς τὲς λάσπες τοῦ βάλτου. Οἱ Τοῦρκοι οἱ ἔξω τοῦ φρουρίου τίποτες δὲν μᾶς εἶπαν καυχώμενοι περὶ εὑρέσεως καὶ ἀποκοπῆς τῆς κεφαλῆς του, καὶ φαίνεται ὅτι ἢ δὲν τὸν ηὗρον νεκρόνδὲν τοῦ ἀνεγνώρισαν τὴν κεφαλήν, ὥστε νὰ μᾶς τὸ ἀναγγείλουν.»155

«Οἱ Τοῦρκοι ἔκαμαν τὰ μύρια κακὰ εἰς τοὺς Ἀνατολικιώτας· ἐδιάλεξαν τὲς νεώτερες γυναῖκες καὶ τὰ παιδιά, καὶ τὰ ἐβάσταξαν· τὲς ἔψαξαν σχεδὸν καὶ εἰς τὰ ἀπόκρυφα διὰ πολύτιμον πρᾶγμα, καὶ μόλις ἐσώθησαν τὸ ἥμισυ ἐξ αὐτῶν νὰ εὐοδωθοῦν εἰς Ἄρταν. Ταῦτα ἀκούσαντες εἰς τὴν Φρουράν, γυναῖκες καὶ ἄνδρες πλέον δέν ἔλεγον ἄλλο παρὰ ἢ ἐκδίκησιν ἢ θάνατον καλύτερα, παρὰ νὰ πέσουν εἰς τὰς χεῖράς των.»156

Σπυρομήλιος

«Ἐνθαῤῥυθέντες οἱ Τοῦρκοι ἀπὸ τὴν κυρίευσιν τοῦ Βασιλαδίου κὶ ἐξακολουθοῦντες τὸ ὁποῖον παρεδέχθησαν σχέδιον νὰ κυριεύσουν πρῶτα ὅλα τὰ ἀποχωρισμένα μέρη ἐκ τοῦ Μεσολογγίου, καθὼς μάλιστα περὶ τοῦ σχεδίου τούτου εἶχεν εἰδοποιηθῇ ἡ φρουρὰ τοῦ Μεσολογγίου ἀπό τινας Φιλέλληνας, ἠθέλησαν νὰ ἐπιχειρισθοῦν τὴν κυρίευσιν τοῦ Ἀνατολικοῦ καὶ τῶν πλησίον τούτου θέσεων. Ὅθεν ἐκατασκεύασαν κανονοστάσιον εἰς τὴν Φοινικιὰ ἀπέναντι τοῦ Ντουλμᾶ καὶ τὸν ἐκανοβόλει. Ἐκανονοβόλει συγχρόνως καὶ τὸ Ἀνατολικὸν ἀπὸ τὸ κανονοστάσιον ὁποῦ εἶχεν κατασκευάσῃ ἄντικρυ τοῦ Ἀνατολικοῦ κατ’ ἀνατολάς. Ἀφ’ οὗ ἐκανονοβόλησαν τὸν Ντουλμᾶ, ἐκίνησεν στράτευμα ἀρκετὸν ἀπὸ τὸ ἐχθρικὸν στρατόπεδον τοῦ Μεσολογγίου καὶ ἐκ τῶν δύο στρατευμάτων, τακτικῶν δηλαδὴ τοῦ Ἰμπραχῒμ πασᾶ καὶ ἀτάκτων τοῦ Ρεσὶτ Μεχμὲτ πασᾶ, διὰ νὰ ἐφορμήσουν καὶ νὰ κυριεύσουν τὸν Ντουλμᾶ. Πρὸς τὸν αὐτὸν σκοπὸν ἔκπλευσεν πρὸς ἐκεῖνο τὸ μέρος καὶ ὁ στολίσκος, ὅστις ἐκανονοβόλει καὶ ἐβομβόλιζεν ἀπὸ τὸ μέρος τῆς θαλάσσης τ’ ὀχύρωμα τοῦ Ντουλμᾶ. Οἱ ἡμέτεροι ἀντέκρουον μὲ ἐπιμονὴν καὶ γενναιότητα· οἱ Τοῦρκοι ἐφορμοῦν καὶ οἱ ἡμέτεροι ἀντέχουν καὶ τοὺς ὑποχρεώνουν νὰ ὀπισθοδρομήσουν.

φρουρὰ τοῦ Ντουλμᾶ μόλις ἀνέβαινεν εἰς ἑκατὸν τριάκοντα ἀνθρώπους· εἶχον καὶ δύο πυροβόλα, τὸ δὲ λοιπὸν στράτευμα τῆς φρουρᾶς τοῦ Ἀνατολικοῦ ἐντρυφοῦσεν εἰς τὴν θέαν τοῦ πολέμου δίχως νὰ τρέξῃ εἰς βοήθειαν τῶν λοιπῶν εἰς Ντουλμᾶ, οἵτινες ἤδη ὑπέφεραν μίαν ὁλόκληρον ἡμέραν μάχην ἐφορμήσεων καὶ ἀποκρούσεων, μ’ ὅλον ὅτι ὁ γενναῖος Γρηγόρης Λιακατᾶς, ὁ ἀρχηγὸς τῆς φρουρᾶς, τοὺς ἐπαρακίνει νὰ τρέξουν. Ἐπὶ τέλους, ἀφ’ οὗ δὲν εἰσακούσθη, παραλαβὼν τὸ σῶμά του καὶ ὅσους φιλοτιμούμενοι τὸν ἠκολούθησαν, ἔτρεξεν εἰς βοήθειαν τοῦ Ντουλμᾶ. Τῇ ἐπαύριῳ 17 (sic) τοῦ μηνός, οἱ Τοῦρκοι ἐπανέλαβον τὴν μάχην· ἐφώρμησαν πλέον μὲ κλειστὰ ὁμμάτια ἀπ’ ὅλα τὰ μέρη, δηλαδὴ καὶ τὰ στρατεύματα τῆς ξηρᾶς καὶ ὁ στολίσκος, καὶ ἔπειτα ἀπὸ μίαν γενναίαν ἀνθίστασιν τῶν ἡμετέρων τέλος ὑπέκυψαν εἰς τὸν ἀριθμόν, καὶ οἱ Τοῦρκοι κυριεύουν ἐξ ἐφόδου τ’ ὀχύρωμα τοῦ Ντουλμᾶ σφάξαντες ὅσους δὲν ἔπλευσαν εἰς τὴν θάλασσαν, ἐπειδὴ ῥηχὰ τὰ νερά, καὶ κατέφυγαν εἰς τὸ ἕτερον ὀχύρωμα τοῦ Πόρου. Ἡ φρουρὰ τοῦ Μεσολογγίου ἀκούσασα τὴν εἰς Ντουλμᾶ μάχην, θέλουσα νὰ βοηθήσῃ τοὺς ἡμετέρους, καὶ ἐπειδὴ ἄλλος τρόπος δὲν ἦτον, ἐφώρμησεν αὐτὴν τὴν ἡμέραν κατὰ τῶν πολιορκητῶν της, διὰ νὰ κάμῃ μὲ τοῦτο ἀντιπερισπασμὸν τῶν πολεμούντων τὸν Ντουλμᾶ, πλὴν ἐκυρίευσεν ὅλα τὰ ὀχυρώματα τῶν Τούρκων, ἐφόνευσεν περίπου τῶν τετρακοσίων ἀνθρώπων, ἐζώγρησεν πλῆθος Τούρκων καὶ μάλιστα ἀκέραιον λόχον τακτικόν· δὲν ἔκαμεν ὅμως ὁ πόλεμος εἰς Ντουλμᾶ διακοπήν, καί, ὡς εἴπομεν, ἐκυριεύθη.

Μετὰ τὴν κυρίευσιν τοῦ Ντουλμᾶ ἐπροχώρεσαν οἱ Τοῦρκοι κατὰ τοῦ ὀχυρώματος τοῦ Πόρου, καὶ ἐκεῖ ὁ πόλεμος ἀρχίζει πλέον ἀπελπισμένος ἀπὸ τοὺς διασωθέντας ἐκ τῆς σφαγῆς τοῦ Ντουλμᾶ. Ὁρμοῦσιν οἱ Τοῦρκοι, τὸ κανονοστάσιον τοῦ Πόρου βουλίζει ἓν λαντζόνι, φονεύονται Τοῦρκοι, ἀλλ’ ἐπὶ τέλους κυριεύεται καὶ ὁ Πόρος. Οἱ Τοῦρκοι εἰς αὐτὴν τὴν ἡμέραν ἔχασαν ὑπὲρ τῶν δύο χιλιάδων ἀνδρῶν, ἐν οἷς μάλιστα καὶ πολλοὺς ἀξιωματικούς· ἐκ τῶν τοῦ Ῥεσὶτ Μεχμὲτ πασᾶ ἐφονεύθη ὁ Μπανούσης Σέβρανης157 καὶ ἄλλοι διάφοροι, καθὼς καὶ εἰς τὴν ἔξοδον τῆς φρουρᾶς τοῦ Μεσολογγίου ἐφονεύθησαν πολλοὶ ἀξιωματικοὶ Τοῦρκοι. Καὶ οἱ Ἕλληνες τοῦ Μεσολογγίου ἐνίκησαν μὲν φονεύσαντες καὶ αἰχμαλωτίσαντες πολλοὺς Τούρκους, ἐπῆραν λάφυρα πολλά, μάλιστα ὅπλα, ἀλλὰ δὲν ἐδυνήθησαν νὰ ἐμποδίσουν τὴν σφαγὴν σχεδὸν διακοσίων ἀνδρῶν καὶ τὴν κυρίευσιν τοῦ Ντουλμᾶ καὶ Πόρου.

Τὸ Ἀνατολικόν, ἀφ’ οὗ ἔχασε σχεδὸν διακοσίους ἀνθρώπους εἰς τὸν Ντουλμᾶ καὶ Πόρον, ἐν οἷς καὶ τὸν ἀρχηγὸν τῆς φρουρᾶς Γρηγόρη Λιακατᾶ, καὶ ὁποῦ βέβαια ἐχάθησαν οἱ ἐκλεκτότεροι, διότι οἱ πλέον φιλότιμοι ἐπῆγαν εἰς τὸν πόλεμον, ἔχασεν τὰς δύο προθέσεις του (avant–postes). Ὑστερεῖτο θροφῶν, ἐπειδὴ πρὸ ἡμερῶν τὰς εἶχον τελειώσει. Καὶ ἐπειδὴ ἦτον δύσκολον νὰ βασταχθῇ εἰς μίαν γενικὴν ἔφοδον διὰ τὴν μὴ ἀνάλογον φρουρὰν ὡς πρὸς τὴν ἔκτασίν του, οὕτως διὰ νὰ μὴ αἰχμαλωτισθῶσιν αἱ οἰκογένειαι, ἐκ τῶν ὁποίων ἦτον πολλαὶ εἰς αὐτὸ, ἐζήτησεν νὰ παραδοθῇ εἰς τὴν διάκρισιν τῶν ἐχθρῶν.

(…) Ὑπερήφανοι διὰ τὴν νίκην τοῦ Ντουλμᾶ καί Πόρου, καθὼς καὶ διὰ τὴν κυρίευσιν τοῦ Ἀνατολικοῦ οἱ δύο βεζιράδες ἔστρεψαν πλέον τοὺς ὀφθαλμούς των εἰς τὰ πέριξ τοῦ Μεσολογγίου νησίδια ὀχυρωμένα.»158

Τρικούπης

«Μετὰ τὴν κυρίευσιν τοῦ Βασιλαδίου, ὁ ἐχθρὸς ἔστρεψε τὴν προσοχήν του εἰς τὸ Αἰτωλικόν. Ἡ πόλις αὕτη ἐπολεμεῖτο συχνάκις διαρκούσης τῆς πολιορκίας τοῦ Μεσολογγίου. Ἀφοῦ δὲ ἀπεφάσισεν ὁ ἐχθρὸς νὰ κυριεύσῃ τὴν λίμνην, ὁ πόλεμος κατὰ τοῦ Ἀνατολικοῦ ἐγένετο σφοδρότερος καὶ στρατεύματα ἐχθρικὰ κατέλαβον διαφόρους θέσεις παρ’ αὐτό. Τὴν δὲ 28ην ἐκίνησεν ὁ ἐχθρὸς διὰ ξηρᾶς καὶ θαλάσσης εἰς κυρίευσιν τοῦ μίαν ὥραν ἀπέχοντος τοῦ Ἀνατολικοῦ καὶ ἡμιώριον τῆς Φοινικιᾶς, νησιδίου Ντολμᾶ, περιφερείας ἑνός μιλίου. Ἀντικρὺ αὐτοῦ κατ’ ἀνατολάς, πρὸς τὴν θέσιν τῆς Φοινικιᾶς, ὕψωσαν οἱ ἐχθροὶ τρία κανονοστάσια καὶ ἐπέθεσαν 18 κανόνια καὶ βομβόλους, δι’ ὧν ἐκανονοβολεῖτο καὶ ἐβομβολεῖτο ὁ Ντολμᾶς. Συνῆλθον ἐπὶ τῆς θέσεως ἐκείνης δισχίλιοι εἰς ἀπόβασιν ἐπὶ τοῦ νησιδίου, διότι καὶ ἡ ἀπόστασις εἶναι μόλις εἴκοσι βημάτων καὶ τὰ νερὰ ρηχά. Ἐπὶ τοῦ Ντολμᾶ ἦτο μόνον ἓν κανονοστάσιον καὶ 200 μαχηταὶ ὑπὸ τὸν Λιακατᾶν. Ἐνῷ δὲ ἐπολεμεῖτο τὸ νησίδιον ὑπὸ τῶν ἐν Φοινικιᾶ, ἐκανονοβολεῖτο καὶ ὑπὸ τῶν ἐχθρικῶν πλοιαρίων. Μεγάλην καρτερίαν καὶ γενναιότητα ἔδειξαν οἱ ὑπερασπισταὶ πολεμοῦντες πανήμεροι καὶ ἀποκρούοντες τὰς κατὰ θάλασσαν καὶ ξηρὰν προσβολὰς τῶν ἐχθρῶν. Τριακόσιοι ἐλογίσθησαν οἱ φονευθέντες καὶ πληγωθέντες ἐχθροί· ἐφονεύθη καὶ ὁ γνωστὸς Σεβράνης. Ἀλλὰ οἱ Ἕλληνες ὅλοι σχεδὸν ἐφονεύθησαν πολεμοῦντες, καὶ οἱ ἐχθροὶ ἐκυρίευσαν τὸ νησίδιον, τὴν νύκτα.

Καθ’ ἣν δὲ ἡμέραν ἐπολεμεῖτο ὁ Ντολμᾶς, ἐξώρμησαν εἰς ἀντιπερισπασμὸν 500 τῆς φρουρᾶς τοῦ Μεσολογγίου, ὑπὸ τὸν Τζαβέλαν, ἀλλ’ ἀπεκρούσθησαν καὶ ἐπανῆλθον εἰς τὴν πόλιν φέροντες τὰς κεφαλὰς ἑνὸς Εὐρωπαίου ἀρχιπυροβολιστοῦ καὶ ἑνὸς χιλιάρχου Τούρκου. Πεσόντος τοῦ Ντολμᾶ, δὲν ἀπελείπετο ἐλπίς σωτηρίας τοῦ Ἀνατολικοῦ. Καλῇ τύχῃ οἱ ἐχθροὶ ἐνόμιζον ὅτι ἡ πόλις αὕτη εἶχεν ὡς ἄλλοτε ἱκανὴν φρουράν, ἐν ᾧ εἶχεν ὀλίγην. Ἐμβάντων τῶν πλοιαρίων ἔσωθεν τοῦ Ντολμᾶ, οἱ ἐχθροὶ ἐκινήθησαν τὴν ἐπαύριον πρὸς τὸ Ἀνατολικόν, οἱ μὲν διὰ ξηρᾶς, οἱ δὲ διὰ θαλάσσης. Ἐνῷ δὲ ἐπλησίαζον, εἶδον πλέοντάς τινας ἐκ τῆς πόλεως καὶ φέροντας λευκὴν σημαίαν· μαθόντες ὅτι ἤρχοντο ἐπὶ συμβιβασμὸν τοὺς ὡδήγησαν εἰς τὸν Ἰβραῒμ καὶ δὲν ἐπροχώρησαν.»159

Τα μετά θάνατον

Ο τάφος του Γρηγόρη Λιακατά στη νησίδα Ντολμάς. Φωτογραφία Σπυρίδωνος Βλιώρα, 30.07.2021.

Ο φρούραρχος του Αιτωλικού Γρηγόριος Λιακατάς, «τον οποίον έκλαυσεν όλος ο στρατός και ο λαός, διότι εκτός των στρατιωτικών αρετών και προτερημάτων αυτού, ήτο και ο ωραιότερος πάντων των πολεμιστών της εποχής εκείνης της λεβεντιάς και του παλικαρισμού»,160 και μέγα μέρος της φρουράς ετάφησαν στις θέσεις που έπεσαν πάνω στον Ντολμά, με τις πρέπουσες τιμές.

«Για τον ίδιο τον ήρωα του 1821 έχουμε ελάχιστες πληροφορίες, διότι το αρχείο του χάθηκε, κατά τη διάρκεια της σύγκρουσής του με τους Οθωμανούς στο νησάκι Ντολμάς της λιμνοθάλασσας του Μεσολογγίου, μαζί και ο παλιός γραμματικός του που το κρατούσε, Βασίλης Παπαράπτης, από το Παχτούρι161 των Τρικάλων.»162

Όσον αφορά την επιστολή που είχε στείλει ο Λιακατάς στις 26 Δεκεμβρίου 1825 στον Μαυροκορδάτο ζητώντας οικονομική στήριξη, «η Επιτροπή της Ελλάδος με την υπ’ αριθμόν 959/31–5–1826, από Ναύπλιο, εγκρίνει να δοθούν στον Γρηγόρη Λιακατά από το Εθνικό Ταμείο 36.651 γρόσια, που δεν πρόλαβε όμως να τα εισπράξει.»163

Η Ευαγγελή, η κόρη του Στορνάρη και σύζυγος του Λιακατά, που έμεινε χήρα μετά τον θάνατό του, από την Κεφαλονιά και τον Κάλαμο κατέληξε τελικά στο Ναύπλιο, όπου στις 28 Μαΐου 1832 γράφει μια επιστολή «πρὸς τὴν Σεβαστὴν Διοικητικήν Ἐπτροπὴν τῆς Ἑλλάδος», με την οποία αναφέρει την «ἐλεεινήν» της κατάσταση και ότι δεν έχει για την ορφανή κόρη της, «ἡλικιωθεῖσαν ἤδη», «τὰ πρὸς ὑπανδρείαν αὐτῆς μέσα».

«28.5.1832. Πρὸς τὴν Σεβαστὴν Διοικητικὴν Ἐπτροπὴν τῆς Ἑλλάδος. Καὶ μὲ ἄλλην μου προχθὲς ἀνέφερον τὴν ἐλεεινήν μου κατάστασιν, καὶ ὅτι τὴν ὀρφανὴν κόρην μου ἡλικιωθεῖσαν ἤδη, δὲν ἔχω τὰ πρὸς ὑπανδρείαν αὐτῆς μέσα, παρακαλοῦσα ὅπως ἡ Σεβαστὴ Διοίκησις λάβῃ πρόνοιαν καὶ εὐαρεστηθῇ εἰς τὸ νὰ μοὶ χορηγήσῃ ἐκ τῶν ὁποίων ἔχει λαμβάνειν ἐκ τοῦ Ἐθνικοῦ Ταμείου ὁ μακαρίτης σύζυγός μου Γρηγόριος Λιακατᾶ, ὅστις καὶ ἐξ ἰδίων του συνεισέφερεν κατὰ διαφόρους ἀνάγκας τῆς Πατρίδος, ὡς τὰ ἀνὰ χεῖράς μου ἐνδεικτικά, καὶ ἐνδόξως ὑπὲρ αὐτῆς ἔπεσε θῦμα, ἀλλὰ παρ’ ἐλπίδα βλέπω τὴν οἰκτρὰν αἴτησίν μου ταύτην ἀνεκτέλεστον καὶ παρημελημένην. | Τῇ 28 Μαΐου 1832, ἐν Ναυπλίῳ | ἡ σύζυγος τοῦ μακαρίτη Γρηγορίου Λιακατᾶ Εὐαγγελή.»164

Προτομή του Λιακατά στο Αιτωλικό. Φωτογραφία Σπυρίδωνος Βλιώρα, 30.07.2021.

«Στο Αιτωλικό ο εκεί Δήμος ανήγειρε μαρμάρινη προτομή του Λιακατά στην πλατεία του Δημαρχείου,165 μπροστά στην εκκλησία της Παναγίας, στις 28 του Φλεβάρη του 1926, εκατό δηλαδή χρόνια ύστερα από τον ηρωικό θάνατό του· και η γενέτειρά του ο Κλινοβός ανήγειρε υπερφυσική μαρμάρινη προτομή στην κεντρική πλατεία και τα αποκαλυπτήριά της έγιναν στις 15 Αυγούστου του 1956»,166 δηλαδή 130 χρόνια μετά από τον θάνατό του.

Τον Φεβρουάριο του 2016, 190 χρόνια από τον θάνατό του, στήθηκε μαρμάρινος σταυρός και αφιερωματικές πλάκες με τα ονόματα των πεσόντων (που συμπληρώθηκαν και το 2019), ενώ και στην απέναντι νησίδα του Ντολμά, «στο μέρος που έπεσε ο Γρηγόρης Λιακατάς και τα παλικάρια του, στήθηκε ένας μαρμάρινος σταυρός πάνω σε πέτρινη βάση, όπου είναι γραμμένα τα ονόματα του αρχηγού και των οπλαρχηγών που έπεσαν ηρωικά.»167

Ας ελπίσουμε ότι τον Φεβρουάριο του 2026, στη διακοσιετηρίδα του θανάτου του, ο Κλινοβός και η Καλαμπάκα θα αρθούν στο ύψος των περιστάσεων και θα τιμήσουν όπως τού πρέπει και τον Γρηγόρη Λιακατά και όλους τους άλλους από την περιοχή μας.168

Με γέλασεν η χαραυγή

Με γέλασεν η χαραυγή, με γέλασεν η Πούλια,

κι επήγα πάνω στο βουνό, ψηλά στο κορφοβούνι,

κι άκουσα μια πέρδικα, που γλυκοκελαϊδούσε

κι εκαταριώνταν τα βουνά μ’ ανθρώπινη φωνίτσα:

―Εσείς, βουνά του κερατά, βουνά τ’ Ασπροποτάμου,

την κλεφτουριά τι κάματαν, τον καπετάν Γληγόρη;

Ο Νικολός τον γέλασεν, ο Νικολός Στορνάρης:

“Άιντε, Γληγόρη, ας φύγουμε, στο Μεσολόγγι ας πάμε,

να γίνουμε χιλίαρχοι, και να μας κάμουν πρώτους.”

Ο Μήτρος έγραψε γραφή κι έστειλε του Γληγόρη.

―Γληγόρη, τι ζουρλάθηκες, σου πήρ’ ο Θεός τη γνώση,

κι άφηκες τα λημέρια μας, το πατρικό σου σπίτι;

―Τι να σου κάμω, μπρε αδερφέ, τι να σου κάμω Μήτρο,

βόλι πικρό με βάρεσε μέσ’ στο δεξί μου μάτι.

Κι αν κάμ’ ο Θεός και γιατρευτώ κι η Παναγιά να γιάνω,

θα πάρω δίπλα τα βουνά, δίπλα τα κορφοβούνια.

Τρεις σταυραετοί169

Τρεις σταυραετοί ροβόλογαν απ’ τ’ Άγραφα σταλμένοι.

Ο ένας πάει στ’ Αντελικό, στο Βασιλάδι ο άλλος,

κι ο τρίτος ο καλύτερος στο Μεσολόγγι μπήκε.

Ντάπια σε ντάπια περπατάει, ταμπούρι σε ταμπούρι,

ρωτάει στην ντάπια του Μακρή, στην ντάπια του Δεσπότη:

―Γεια σας, χαρά σας, βρε παιδιά. ―Καλώς το παλικάρι.

―Μην είδατε τον Λιακατά, τον καπετάν Γρηγόρη;

―Αητέ μ’, αυτός δεν είν’ εδώ, εδώ μην τον γυρεύεις,

μόν’ πέτα προς τ’ Αντελικό και πέρασε στον Πόρο,

κι εκεί θα βρεις πολλά κορμιά, σφαγμένα, σκοτωμένα.

Κι όποιο είναι πιο λεβέντικο και ξανθομουστακάτο

εκείνο είναι το κορμί τού καπετάν Γρηγόρη.

Της χήρας του Γρηγόρη Λιακατά

Εψές κατά το δειλινό, εψές κατά το βράδυ,

τρεις λυγερές το λέγανε και πικροτραγουδούσαν.

Η μια ’τον η Στουρνάραινα, του Μπότσαρη η άλλη

κι η τρίτη η μικρότερη του καπετάν Γρηγόρη.

Στης Βαγγελής τα γόνατα πουλάκι πάει και κάτσε.

―Πες μας, πουλί μ’, πουλάκι μου, κάνα καλό χαμπέρι.

―Τι να σου πω, κυρούλα μου, ξέρω κακό χαμπέρι.

Εχθές, οπού επέταγα, εχθές, οπού πετούσα,

άκουσα πως βαρέθηκε ο καπετάν Γρηγόρης.

Τον κλαιν τα όρη, τα βουνά, τον κλαιν κι οι βρυσοπούλες.

Τον κλαίνε και στον Κλινοβό οι καπετανοπούλες.

Υποσημειώσεις


  1. Για τη γραφή με –ι–, βλ. Βλιώρας (ετυμολογικά) 2021, 6–7. Το χωριό πρωτοαναφέρεται γύρω στα 1340 ως Κλινοβίστα σε “Γράμμα τοῦ Λαρίσης Ἀντωνίου καὶ τῶν περὶ αὐτὸν ἐν σχέσει πρὸς τὰ δίκαια τῆς μονῆς τῆς Θεοτόκου τῆς ἐπικεκλημένης Καλογεριανῆς, μετοχίου τῆς μονῆς τοῦ Ἁγίου Γεωργίου τῶν Ζαβλαντίων”: «(…) διὰ τὸ ἔχειν καὶ τῷ τότε καιρῷ τοὺς τῆς εἰρημένης μονῆς Καλογηριανῆς μοναχοὺς διενέξεις μετὰ τοῦ εἰρημένου κὺρ Ἀλεξίου τοῦ Ἀλβανίτου καὶ τοῦ αὐταδέλφου αὐτοῦ Ἰωάννου, κατεχόντων τὸ πλησιάζον χωρίον τῇ τοιαύτῃ μονῇ, τὸ ἐπονομαζόμενον Κλινοβίσταν.» Βέης 1911 (Σερβικά), 64, Koder κ.ά. 1987 (Βυζαντινή Θεσσαλία), 59. 
  2. Όπως καταγράφεται στο φύλλο 5β του καταστίχου 230 της μονής Βαρλαάμ του έτους 1758 («͵αψνηʹ, κατὰ μῆνα Ἰούλιον: Κατάστιχον εἰσπράξεων δι’ ἱερολογίας ἱερέων, γάμους, εὐχὰς συγχωρητικάς, λειτουργίας, τρισάγια, ἁγιασμούς, “κανονικὰ” δοσίματα» κ.ά.). Σπανός Κ. 2000, 275, 290, Σπανός Β. 2000, 319, Βλιώρας (οικισμοί) 2020, 40–41. 
  3. Συγκριτικά, την ίδια περίπου εποχή «η Καλαμπάκα ήταν ένα ανεπτυγμένο ημιαστικό κέντρο 1200 περίπου κατοίκων. “Στο κατάστιχο 225 της μονής Βαρλαάμ του 1754 έχουν καταγραφεί τα ονόματα (…) 232 οικογενειαρχών των 27 ενοριών της Καλαμπάκας, με τους ιερείς τους.”» Βλιώρας (αρχοντικό) 2019, 15. 
  4. Όπως καταγράφεται στο φύλλο 5α (Σπανός Β. 2015, 67, 70, 76) του καταστίχου 250 της μετεωρίτικης μονής Βαρλαάμ, που συντάχθηκε την Παρασκευή, 22 Ιουνίου 1772 (͵αψοβʹ Ἰουνίου κβʹ) και αναφέρονται σ’ αυτό 87 οικισμοί της Επισκοπής των Σταγών. Βλιώρας (οικισμοί) 2020, 46. 
  5. Σπανός Β. 2000, 319. 
  6. Γιαννούλης 2017 (Κώδικας), 282. 
  7. Παπασωτηρίου 1936, 211. 
  8. Το σημερινό Πετροβούνι Ιωαννίνων στη θέση 39°34’24.0″N 21°00’24.0″E, 23 χιλιόμετρα δυτικά του Σιράκου και γύρω στα 90 χιλιόμετρα νοτιοδυτικά του Κλινοβού. 
  9. «Η οικογένεια των Λιακαταίων κατάγεται από το Βασταβέτσι των Ιωαννίνων, αλλά μέλη της είχαν εγκατασταθεί στο Σιράκο, πολύ πριν από την έναρξη της Επανάστασης του 1821 (…) Πάντως, ο πατέρας του Θύμιος Λιακατάς, μετά την καταστροφή του Σιράκου από τον Αλή πασά των Ιωαννίνων, μετέφερε την οικογένειά του στην πλαγιά του Κόζιακα Μπαμπάς, κοντά στον Κλινοβό της Καλαμπάκας, όπου έχτισε το αρχοντικό του και δημιουργήθηκε, αργότερα, ένας μικρός οικισμός.» Ζδάνης 2013 (Λιακατάς), 241. 
  10. Γιαννούλης 1980 (Αγωνιστές), 74. 
  11. Χατζηγάκης 1961 (Ασπροπόταμος), 99. 
  12. Κασομούλης Α, 317. 
  13. Πιθανόν η λέξη κουτσόβλαχος ετυμολογείται από τη σλαβική кућа / kuća (σπίτι) + βλάχος
  14. «Ο πατέρας του Θύμιος Λιακατάς.» Ζδάνης 2013 (Λιακατάς), 241. 
  15. «Ο πατέρας του ήταν από τους πιο πλούσιους κτηνοτρόφους της περιοχής και είχε άλλους τρεις γιούς, —Κώστα, Μήτρο, Σωτήρη— και μια κόρη, τη Δέσπω, που σύμφωνα με τη σχετική παράδοση, ήταν περίφημη για την ομορφιά της.» Γιαννούλης 1993 (Λιακατάς), 130. 
  16. Σκαφιδάς 1958, 91. 
  17. «Ἐπί Τουρκοκρατίας πολὺ ἴσχυε παρὰ τοῖς ἰσχυροῖς Τούρκοις τῶν Τρικάλων ὁ ἄρχων τοῦ Κλινοβοῦ Γιαννάκης Μεγάλος λεγόμενος.» Παπασωτηρίου 1939, 211. 
  18. «Ἐκ τῶν τοῦ Ἰωάννου Εὐσταθίου ἐκ Κλινοβοῦ καὶ τόδε, τοῦ μετακληθέντος Παϊσίου ἱεροδιακόνου τοῦ ἁγίου Λαρίσης.» Βέης (Σύνταγμα) 1909, 564. «Τὸ γένος του ἦταν ἀπὸ τὸν Κλινοβό, υἱὸς τοῦ Στάθη.» Καλούσιος (σύμμεικτα) 1993, 171 & 222, Βλιώρας (Καλαμπάκας) 2021, Βλιώρας (Αρχοντικό) 2019, 35–36. 
  19. Αραβαντινός 1960, 153. 
  20. Βέης (Σύνταγμα) 1909, 564. 
  21. Γιαννούλης 1993 (Λιακατάς), 159–160. 
  22. Βλιώρας 2021 (Στορνάρης). 
  23. Κασομούλης Α, 89–90. 
  24. Κασομούλης Α, 317. 
  25. Κασομούλης Α, 90. 
  26. Δύσκολο βλέπουμε να είχε γεννηθεί στα 1799 («Ο Γρηγόρης Λιακατάς γεννήθηκε, άγνωστο πού, το 1799.» Ζδάνης 2013 (Λιακατάς), 241), γιατί τότε στα 1815 θα ήταν μόλις 16 ετών, χώρια που υπάρχει πιθανότητα ο γάμος να έγινε και στα έτη 1813 ή 1814. 
  27. Αναφέρεται στους οπλαρχηγούς της Δυτικής Ελλάδος που είχαν μαζευτεί στο Μεσολόγγι. 
  28. Γεμάτος βλάστηση, κατάφυτος, & μεταφορικά δασύτριχος, πυκνόμαλλος. 
  29. Υπόγρυπος: που έχει κάπως γαμψή μύτη. (< ελληνιστική κοινή ὑπόγρυπος < ὑπό + αρχαία ελληνική γρυπός
  30. «Ονομασία που δίδεται εις τα πρόβατα εκείνα που έχουν γύρω από τα μάτια τους μαύρο πλαίσιο.» Χατζηγάκης 1961 (Ασπροπόταμος), 278, σημείωση 3. 
  31. Γιαννούλης 1993 (Λιακατάς), 150. 
  32. Παπασωτηρίου 1936, 212. 
  33. Βλιώρας (Παΐσιος), 2021. 
  34. «Το βέβαιο είναι ότι ήταν ένα ψηλό και γεροδεμένο παλικάρι, με σαρακατσάνικο αίμα, το οποίο ανδρώθηκε στην Πίνδο, πάνω στα χνάρια των ηρωικών κλεφταρματολών της περιοχής και το οποίο έμαθε τα λίγα γράμματα στη μονή του Χρυσίνου του Κλινοβού.» Ζδάνης 2013 (Λιακατάς), 242. 
  35. Βλιώρας 2021 (Παΐσιος). 
  36. Βλιώρας 2021 (Κοτζάμπασης). 
  37. Διοικητική ενότητα, στην οποία οι κάτοικοι όφειλαν να καταβάλλουν συγκεκριμένη φορολογία, υποδιαίρεση του αρματολικίου (< τουρκική kol (βραχίονας, χέρι, κλάδος, τμήμα) < οθωμανική τουρκική قول (qol) < πρωτοτουρκική *kōl: βραχίονας) 
  38. Σ’ αυτά θα πρέπει να προστεθούν στα χωριά που ανήκαν στο κλινοβίτικο κόλι και τα χωριά Πρεβέντα, Κρύα Βρύση (Βανακούλια), το Περλιάγκο (πάνω και κάτω), η Καλογριανή, η Αϊβάν, η Γκορτσιά (Παλαιοχώρι), το Λουζέστι, η Γκουδοβάσδα, οι Κουκλαίοι, το Μποροβίκο, η Σκλινιάσα, τα Βελίτσενα, το Δραγοβίστι, η Μηλιά, το Κότορι, η Τζούρτζια και η Λεπενίτσα. 
  39. Leake 1996.29, 35–36, Γιαννούλης 1993 (Λιακατάς), 130. 
  40. «Ἐφονεύθη εἰς Νεόκαστρον, ἐπὶ Ἰμπραΐμη.» Κασομούλης Α, 294, υποσημείωση 2. 
  41. Κασομούλης Α, 294. 
  42. «Νέος ὤν, ἐφόνευσεν εἰς τὴν στάνην των ἕναν περίφημον Κλέπτην.» Κασομούλης Α, 317. 
  43. «Πρέπει όμως εδώ να γίνει μια διασάφηση: Η οικογένεια των Λιακαταίων πικράθηκε μεν που έχασε από κοντά της την όμορφη Δέσπω, μα οι Λιακαταίοι δεν διαμαρτυρήθηκαν, ούτε επαναστάτησαν γι’ αυτό το γεγονός, γιατί πρέπει να ανήκαν κι αυτοί στο μεγάλο εκείνο μέρος τής τότε κοινής γνώμης, που θεωρούσε πραγματικά σαν τιμή για μια γυναίκα το κλείσιμό της στα χαρέμια του Αλήπασα των Ιωαννίνων.» Γιαννούλης 1980 (Αγωνιστές), 74. 
  44. «Τον χειμώνα ο γερο–Λιακατάς ξεχείμαζε με τα κοπάδια του και τη φαμίλια του σε κάποιο χειμαδιό, έξω από τον Καρβασαρά. Μια μέρα ο περιβόητος Αλή πασάς πηγαίνοντας από την Άρτα στον Καρβασαρά όλως τυχαία είδε την όμορφη Δέσπω να πλένει σε κάποια βρύση με γυμνά τα κάτασπρα πόδια της και τόσο πολύ σαγηνεύθηκε από την ομορφιά της, ώστε έστειλε ανθρώπους της ακολουθίας του και την άρπαξαν για να την οδηγήσουν στα Γιάννενα και να στολίσει το χαρέμι του.» Σκαφιδάς 1958, 91–92. «Η μοναδική κόρη, από τα εφτά (sic) παιδιά του Θύμιου Λιακατά, η Δέσπω, έγινε δούλα στο χαρέμι του Αλή πασά, όπου έχασε τη ζωή της, μαζί με τις άλλες γυναίκες του χαρεμιού, για να μην πέσουν στα χέρια του οθωμανικού στρατού που καταδίωκε τον Αλή πασά των Ιωαννίνων.» Ζδάνης 2013 (Λιακατάς), 241. 
  45. «Η τοποθέτηση του Αλή πασά ως αρχηγού του σώματος φρουρών «οδικών αρτηριών και διαβάσεων» το 1785 στη Θεσσαλία–Ήπειρο. (…) Ο Αλής, όταν ανέλαβε τη διοίκηση Θεσσαλίας–Ηπείρου, θέλησε από πολύ νωρίς να εξασφαλίσει το πέρασμα–διάβαση του Κλινοβού, που συνέδεε τη Θεσσαλία με το Μέτσοβο και τα Γιάννενα, αρχίζοντας έτσι την εφαρμογή του σουλτανικού σχεδίου, που ήταν η εξόντωση όλων όσων τυχόν θα μπορούσαν να αντιδράσουν στα σχέδια του, κατέχοντες στενά μέρη και επικίνδυνες διαβάσεις, όπως αυτό το πέρασμα. Και γι’ αυτό όρισε ως καπετάνιο στο κόλι του Κλινοβού τον Γρηγόρη Λιακατά, που ήταν —όπως αποδείχτηκε— πιστός και ικανός υποτακτικός του, και αυτό φάνηκε από το γεγονός, ότι ο Λιακατάς σκότωσε μέσα στο μαντρί του κάποιον ονομαστό Κλέφτη της εποχής, που τον είχε επικηρύξει ο Αλής. Επομένως ο Γρηγόρης το Αρματολίκι του το κέρδισε με το σπαθί του, σκοτώνοντας αυτόν τον Κλέφτη, δείχνοντας έτσι αντρεία και πίστη στον Αλή, και όχι από εύνοια της Αυλής του Αλή, όπως θέλουν να πιστεύουν μερικοί, οι οποίοι λένε ότι κέρδισε αυτό το αρματολίκι για το χατήρι της αδερφής του Δέσπως, που την είχε ο Αλής στο χαρέμι του. Ίσως κι αυτό, βέβαια, να ’παιξε κάποιο ρόλο, μα εκείνος, δηλαδή ο Αλής, δεν επηρεαζόταν από κάτι τέτοια. Άλλωστε οι Τούρκοι διόριζαν ως νέους Αρματολούς πάντα πρώην Κλέφτες ικανούς και δοκιμασμένους για την πίστη προς αυτούς, σύμφωνα με τη γνωστή αυτή τακτική τους.» Γιαννούλης 1993 (Λιακατάς), 129–130. 
  46. «Ὁ Γρηγόρης Λιακατᾶ, κολιτζὴς τοῦ τμήματος Κλινοβοῦ, εἶχεν σύζυγον τὴν θυγατέραν τοῦ Νικολάου Στορνάρη.» Κασομούλης Α, 267. «Ὁ Γρηγόρης Λιακατᾶ μὲ τὴν σύζυγόν του Εὐαγγελὴν Στορνάρη.» Κασομούλης Α, 278. 
  47. Γιαννούλης 1980 (Αγωνιστές), 74, Γιαννούλης 1993 (Λιακατάς), 130. 
  48. «Ο Στορνάρης αναγκαστικά έκαμε τότε γαμπρό τον Λιακατά, αν και δεν ήθελε να συνδεθεί με βλάχο, και τούτο γιατί, όταν ήταν νέος, είχε ζητήσει μια από τις αδελφές του βλάχου Γούσια Χατζηπέτρου από το Βετερνίκο για γυναίκα του και του αρνήθηκαν. Έτσι ο Αλή πασάς με τους δυο παραπάνω αρματολούς στον Ασπροπόταμο, τον Καραϊσκάκη στα ξακουσμένα Άγραφα και τον Οδυσσέα Ανδρούτσο στη Λιβαδειά, θεωρούσε τον εαυτό του εξασφαλισμένο στις τρεις αυτές μεγάλες περιοχές. Τα γεγονότα όμως, που επακολούθησαν αργότερα διέψευσαν τους υπολογισμούς του ανήσυχου σατράπη.» Σκαφιδάς 1958, 92. 
  49. Άλλωστε, τόσο οι Στορναραίοι όσο και γενικά όλοι οι αρματολοί των όμορων αρματολικιών φρόντιζαν να συγγενεύουν με γάμους και κουμπαριές μεταξύ τους. «Ὁ Στέριος εἶχεν σύζυγον τὴν θυγατέραν τοῦ Γώγου Μπακόλα ἀπὸ Ῥαντοβίζι. Ὁ Γιακωβάκης εἶχεν τὴν ἀδελφὴν τῶν Κουτελιδαίων ἀπὸ Τζιομέρκα. Ὁ Γρηγόρης Λιακατᾶ, κολιτζὴς τοῦ τμήματος Κλινοβοῦ, εἶχεν σύζυγον τὴν θυγατέραν τοῦ Νικολάου Στορνάρη. Ὁ υἱὸς τοῦ Νάσιου Μάνταλου εἶχεν τὴν θυγατέραν τοῦ Ζαρκαλῆ Στορνάρη, ἀδελφὴν τοῦ Γιακωβάκη. Αἱ τέσσαρες αὐτὲς συμπεθεριὲς ἔδεναν τοὺς Στορναραίους συγγενικῶς μὲ τὸ Ῥαδοβίζι, μὲ τὰ Τζιομέρκα, μὲ τὸ Κλινοβόν καὶ μὲ τὰ Χάσια.» Κασομούλης Α, 267. 
  50. Βλιώρας 2021 (Στορνάρης). 
  51. Κασομούλης Α, 288. 
  52. «Την περίφημη για την ομορφιά της Δέσπω του Λιακατά, γνωστή από το τραγούδι. Όπως και ο Γρηγόρης αδελφός της, που σκοτώθηκε στό Μεσολόγγι, ήταν άντρας πανέμορφος.» Σημείωση Γιάννη Βλαχογιάννη. 
  53. Κασομούλης Α, 317. 
  54. Κασομούλης Α, 90. 
  55. Αρχείο Β 2007, 728. 
  56. Ζδάνης 2013 (Λιακατάς), 242. 
  57. Γιαννούλης 1980 (Αγωνιστές), 85–87. 
  58. Γιαννούλης 1993 (Λιακατάς), 131, Γιαννούλης 1981 (Αρματολίκι), 46. 
  59. Δημήτριος Καρατζένης, Μήτρος και Γιαννάκης Κουτελίδας. Φημισμένοι οπλαρχηγοί των Τζουμέρκων, Αθήνα 1985, σελ. 112. 
  60. Αυχένας Σκαφιδά ή αυχένας «Μάντρα Χότζα» (1652 μ.) στη θέση39°42’51.3″N 21°11’36.5″E, ανάμεσα στα βουνά Λάκμος (κορυφή Τσουκαρέλα, 2275 μ., 39°41’01.9″N 21°07’21.6″E) και Δοκίμι (1974 μ., 39°42’30.0″N 21°15’16.0″E). 
  61. ΠΗΓΗ: Ακαδημία, ΚΕΙΝΕ, Αρχείο Ιωάννη Κωλέττη (Τμήμα Ιδρύματος Τοσίτσα), φάκελος 1, αριθμός 73. Ζδάνης 2013 (Λιακατάς), 248. 
  62. Βακαλόπουλος Ϛ 1982, 627. 
  63. 38°26’17.4″N 21°21’13.3″E
  64. Κασομούλης Α, 380. 
  65. «Κι ήταν όλα αυτά αντιπερισπασμός του Μαυροκορδάτου προς τον Ομέρ Βριόνη, που είχε ήδη φτάσει στην πεδιάδα της Αμβρακίας.» Γιαννούλης 1981 (Στορναραίοι), 79. 
  66. Στη θέση 39°41’00.5″N 21°02’30.1″E και σε υψόμετρο 900 μ. 
  67. Κασομούλης Α, 417, Γιαννούλης 1981 (Στορναραίοι), 78–79. 
  68. «Πύργος Παλάσκα: οχυρή θέση κοντά στα Γιάννενα.» 
  69. «Ταχίρ Αμπάζης: Αλβανός στρατηγός, σύμβουλος του Αλή πασά, που φημίζονταν για το μίσος του προς τους Χριστιανούς.» 
  70. Κασομούλης Α, 427. 
  71. Γιαννούλης 1981 (Στορναραίοι), 79, Σκαφιδάς 1958, 96–97, Γιαννούλης 1993 (Λιακατάς), 138, Ζδάνης 2013, 243. 
  72. Κασομούλης Α, 430. 
  73. «Εἰς τὰς 30 Αὐγούστου 1824, μ’ ἔδωσεν διαταγὴν ὁ Διευθυντὴς πρὸς τὴν Ἐπιτροπὴν εἰς Μισολόγγι νὰ μεταβῶ νὰ λάβω ἔνδεκα χιλιάδες γρόσια διὰ τὸν Στορνάρην καὶ ἓξ διὰ τὸν Γρηγόρην Λιακατᾶν, καὶ νὰ ἀναχωρήσω εὐθὺς εἰς Ἀσπροπόταμον.» Κασομούλης Α, 427. 
  74. Γιαννούλης 1993 (Λιακατάς), 138. 
  75. Γιαννούλης 1993 (Λιακατάς), 135. 
  76. Κασομούλης Α, 417. 
  77. «Ο Ράγκος και Στορνάρης έλαβαν διαταγή να τον υποστηρίζουν. (…) Και τα δύο αυτά χωριστά κατορθώματα δοξάζουν ίσα και τον ευγενικό ήρωα Λιακατά και τον άγριο, που έκρυβε στην άκρη της καρδιάς του τη στοργή για τους δικούς του, και δείχνουν τι έργα θαυμαστά θα μπορούσανε να βγάλουν πέρα όλοι εκείνοι οι άντρες, αν είχαν από πίσω τους έναν αρχηγό να τους ενώνει και να τους εμπνέει.» Σημείωση Γιάννη Βλαχογιάννη. 
  78. Κασομούλης Α, 427. 
  79. Κασομούλης Α, 428. 
  80. «Γινόταν ύποπτος και ο Στορνάρης, ότι φρονούσε τα ίδια με τον Λιακατά.» Σημείωση Γιάννη Βλαχογιάννη. 
  81. Κασομούλης Α, 439. 
  82. «Προβιβάστηκε στο βαθμό της στρατηγίας με την υπ’ αρ. 3214, περ. Γʹ/1421825 διαταγή του Εκτελεστικού σώματος. ( …) Οἱ ὑποφαινόμενοι προβιβάζονται εἰς τοὺς ἀκολούθους βαθμούς: 1. Γρηγόρης Λιακατᾶς εἰς τὸν βαθμὸν τῆς Στρατηγίας. 2. Μῆτρος Λιακατᾶς εἰς τὸν βαθμὸν τῆς ἀντιστρατηγίας. 3. Σωτήρης Λιακατᾶς ὁμοίως. 4. Κώστας Λιακατᾶς εἰς τὸν βαθμὸν τοῦ Χιλιάρχου. (…) Ἐν Ναυπλίῳ τὴν 14ην Φεβρουαρίου 1825 | Ὁ Πρόεδρος: Γ. Κουντουριώτης, Ὁ Γενικὸς Γραμματεύς: Λ. Μαυροκορδάτος». Γιαννούλης 1980 (Αγωνιστές), 73, 77, Γιαννούλης 1993 (Λιακατάς), 154 κ.ε. 
  83. Την επιστολή πρέπει να έγραψε ο γραμματικός του Βασίλης Παπαράπτης, και γι’ αυτό είναι πιο λόγια και ορθογραφημένη σε σχέση με την αυτόγραφη δική του προς τους Ράγκο και Κουτελίδα που είδαμε. 
  84. «Τοὺς ἔκαμεν ὅμως (ο Κωλέττης) τὴν ἀπάντησιν φιλικῶς, πλὴν ἡ καρδιά του δὲν ἦτον ἀναπαυμένη, γνωρίζοντας τὸν Στορνάρην ὡς κόμμα τοῦ Μαυροκορδάτου. Ὁ Κωλέττης ἔχων τὴν πλειοψηφίαν, ὡς μέλος τοῦ ἐκτελεστικοῦ, ἀντενεργοῦσε, καὶ καμιὰ δουλειὰ δὲν ἠμπορούσαμεν νὰ τελειώσωμεν οἱ τῆς Δυτικῆς Ἑλλάδος στρατιωτικοί.» Κασομούλης Β, 18 «Κωλέττης εἶπεν ὅτι ὅσοι ἔχουν μορασαλέδες (διαταγάς τουρκικὰς απονομής) τοῦ ἀρματολικιοῦ δὲν εἶναι μέλη ἀδελφικὰ τῶν Ἑλλήνων.» Κασομούλης Β, 27. 
  85. Ζδάνης 2013 (Λιακατάς), 250. 
  86. Κασομούλης Β, 52–53, Γιαννούλης 1981 (Στορναραίοι), 84–85. 
  87. Ελληνικά Χρονικά της 10–4–1825. 
  88. Σπυρομήλιος 1926 (Απομνημονεύματα), 124. 
  89. Σπυρομήλιος 1926 (Απομνημονεύματα), 7. 
  90. Κασομούλης Β, 70, Γιαννούλης 1993 (Λιακατάς), 142. 
  91. Κασομούλης Β, 70, 89. 
  92. Στη θέση 38°25’00.8″N 21°06’15.6″E
  93. Σκαφιδάς 1958, 97. 
  94. Κωστής Παλαμάς, Θάνατος παλικαριού, εκδ. Εστία, Αθήνα 1901, σελ. 63. 
  95. Κασομούλης Β, 158, υποσημείωση 6. 
  96. Κασομούλης Β, 71. 
  97. Κασομούλης Β, 93. 
  98. 38°24’44.7″N 21°21’16.5″E
  99. Ένα στενό κομμάτι γης που εκτείνεται για 2,5 περίπου χιλιόμετρα νοτίως του Αιτωλικού μέχρι τη θέση 38°24’41.1″N 21°21’31.2″E
  100. Κασομούλης Β, 157, Γιαννούλης 1981 (Στορναραίοι), 87. 
  101. Βλιώρας 2021 (Στορνάρης). 
  102. «που συνδέθηκε με τους Ασπροποταμίτες οπλαρχηγούς Χατζηπέτρο, Στορνάρη, και προπαντός με τον Γρηγόρη Λιακατά, που είναι σχεδόν άγνωστη στους περισσοτέρους.» Γιαννούλης 1993 (Λιακατάς), 157. 
  103. Ζδάνης 2013 (Λιακατάς), 244. 
  104. Ανδρέας Σώκος, Αδελφότης Φιλοδικαίων: Μεσολόγγι 1825–1826, Αθήνα 1965, σελ. 63. 
  105. Κασομούλης Β, 160. 
  106. Κασομούλης Β, 160. 
  107. Γιαννούλης 1980 (Αγωνιστές), 75–76. Αρχείο Μαυροκορδάτου, φύλλο 11, αριθμός 3166. 
  108. Τέλος Δεκεμβρίου 1825 ή Ιανουάριο 1826.  
  109. Σπυρομήλιος 1926 (Απομνημονεύματα), 101. 
  110. Της νησίδας Ντολμά και των πέριξ θέσεων Πόρου, Φοινικιάς και Αγίου Νικολάου. 
  111. Κασομούλης Β, 169–170. 
  112. Κασομούλης Β, 187. 
  113. Σπυρομήλιος 1926 (Απομνημονεύματα), 126–127. 
  114. «Λόγω των δυσκολιών, όμως, δεν δέχθηκε κανένας ντόπιος και τελικά προκρίθηκε ως αρχηγός ο Γρηγόρης Λιακατάς. Η προθυμία του 27χρονου ορεσίβιου οπλαρχηγού, να κρατήσει μακριά τους εχθρούς από τον Ντολμά και τον Πόρο, ήταν αξιέπαινη αλλά παρακινδυνευμένη απόφαση.» Ζδάνης 2013 (Λιακατάς), 245. 
  115. «Καθώς δὲν λείπουν ἀπὸ ὅλα τὰ στρατόπεδα φοβιτζιάρηδες, δὲν ἔλειπαν καὶ ἀπ’ ἐκεῖ, καὶ μάλιστα ἐκεῖ εὑρίσκονταν οἱ περισσότεροι, διότι ἐκεῖ κατέφευγον διὰ ἡσυχίαν ἀπὸ τὸ Μισολόγγι.» Κασομούλης Β, 212. 
  116. Φήμη, τιμή, δόξα (< τουρκική nam < περσική نام: nâm). 
  117. Γιάννης Παντζόπουλος, «Οι βάρκες των ελληνικών λιμνών και λιμνοθαλασσών», Αρχαιολογία, 32 (1989) 43, 45. 
  118. «Ἀντικρὺ αὐτοῦ κατ’ ἀνατολάς, πρὸς τὴν θέσιν τῆς Φοινικιᾶς, ὕψωσαν οἱ ἐχθροὶ τρία κανονοστάσια καὶ ἐπέθεσαν 18 κανόνια καὶ βομβόλους, δι’ ὧν ἐκανονοβολεῖτο καὶ ἐβομβολεῖτο ὁ Ντολμᾶς.» Τρικούπης 1862γ, 327. 
  119. Σπυρομήλιος 1926 (Απομνημονεύματα), 128. 
  120. Πάσαρα: μικρή, στενή και ελαφριά λέμβος (< καταλανική passara < passar < δημώδης λατινική *passāre < λατινική passum < pando). 
  121. Εδώ: ακρωτήριο. 
  122. Κασομούλης Β, 211. 
  123. Κασομούλης Β, 211. 
  124. Κασομούλης Β, 213. 
  125. «“Πήγαινε στ’ Αντελικό και πες τους πως έμειναν όλοι εδώ πιστοί στον όρκον τους και την πατρίδα. Ο θεός πια ας τους προστατέψει.” Και γυρίζοντας απότομα τα μάτια του στο κενό, σα να του μιλούσε κάποια σκιά, αποκρίνεται περήφανα: “Ε, Λεωνίδα, έλα τώρα να μοιράσεις τη δόξα σου με τους γενναίους μου”. Πνιγμένος στα αίματα, που έτρεχαν από τις λαβωματιές του, έπεσε στα χέρια του εχθρού και κομματιάστηκε.» Γιαννούλης 1993 (Λιακατάς), 151. 
  126. Κασομούλης Β, 216, Γιαννούλης 1993 (Λιακατάς), 149. 
  127. Κασομούλης Β, 211. 
  128. Αιχμαλώτισε ζωντανούς. 
  129. Σπυρομήλιος 1926 (Απομνημονεύματα), 128. 
  130. Σπυρομήλιος 1926 (Απομνημονεύματα), 128–129. 
  131. Στον Ναό Κοιμήσεως της Θεοτόκου στο Αιτωλικό στη θέση 38°26’17.4″N 21°21’13.3″E
  132. Κασομούλης Β, 209–211. 
  133. Κασομούλης Β, 212. 
  134. Εκκενώσουν, εγκαταλείψουν. 
  135. Κασομούλης Β, 213. 
  136. Εννοείται του Μεσολογγίου. 
  137. Κασομούλης Β, 216. 
  138. «Λοιπόν, πριν αρχίσει η επίθεση του Βασιλαδιού, αποσυρθήκαν τα λαντσόνια, αρματωμένα μ’ ελαφρά όπλα, και μπήκαν τα σάλια με τα κανόνια. Τότε καταλάβανε στο Αιτωλικό ότι πλησίαζε νά ’ρθει και η δική τους η σειρά.» Σημείωση Γιάννη Βλαχογιάννη. 
  139. Φήμη, τιμή, δόξα (< τουρκική nam < περσική نام: nâm). 
  140. «Εκεί να σκοτωθούν ως τον τελευταίο, να λιώσουν.» Σημείωση Γιάννη Βλαχογιάννη. 
  141. «Όσους αρκούσαν, ανάλογα με τον όλον αριθμό των διαθεσίμων αντρών.» Σημείωση Γιάννη Βλαχογιάννη. 
  142. Η 27η Φεβρουαρίου 1826 με το παλαιό ημερολόγιο είναι η 11η Μαρτίου 1826 με το νέο ημερολόγιο, η οποία έπεφτε όντως ημέρα Σάββατο. Η επόμενη ημέρα, Κυριακή, 12 Μαρτίου 1826 με το νέο ημερολόγιο ήταν 49 ημέρες πριν από το Πάσχα της χρονιάς εκείνης (30 Απριλίου)· άρα η Ορθόδοξη Εκκλησία εόρταζε την Κυριακή της Τυρινής, δηλαδή αυτήν που ο απλός λαός αποκαλεί «της αποκριάς» (κι όχι την Κυριακή των Απόκρεω, που είναι μια εβδομάδα πιο πριν). 
  143. «Ακρωτήριο, μύτικας». 
  144. Ο Γιάννης Βλαχογιάννης, ο οποίος φαίνεται ότι δεν είχε επισκεφθεί την περιοχή, γράφει τη φράση ως εξής: «Οἱ ἐδικοί μας <οἱ ὁποῖοι> ἦτον ὀλίγοι, ἐμβῆκαν μέσα.» Και υποθέτει ότι οι Έλληνες μπήκαν μέσα σε κάποιο υποτιθέμενο εκκλησάκι Άγιος Νικόλαος που ήταν επάνω στον Ντολμά! Στην πραγματικότητα, οι τουρκοαραβικές δυνάμεις πέρασαν από το δυτικό στενό ανάμεσα στην απέναντι δυτική ακτή, όπου βρίσκεται το εκκλησάκι του Αγίου Νικολάου (38°25’12.7″N 21°20’17.7″E), δίνοντας και το όνομα σε όλη την περιοχή, και «μπήκαν μέσα» στον Ντολμά, καθώς οι υπερασπιστές του ήταν λίγοι… 
  145. Εννοεί τους τρεις Αιτωλικιώτες, που επέζησαν και διηγήθηκαν τα καθέκαστα στο Μεσολόγγι, καθώς και όσους άλλους σώθηκαν μέχρι εκείνη τη στιγμή από τη σφαγή. 
  146. Στον Ναό Κοιμήσεως της Θεοτόκου στο Αιτωλικό στη θέση 38°26’17.4″N 21°21’13.3″E
  147. Κασομούλης Β, 209–211. 
  148. Κασομούλης Β, 212. 
  149. Κασομούλης Β, 213. 
  150. Στα 1826 ο Φεβρουάριος είχε 28 ημέρες! Προφανώς ο Κασομούλης εννοεί 1 Μαρτίου
  151. Κασομούλης Β, 209, Γιαννούλης 1993 (Λιακατάς), 147. 
  152. Κασομούλης Β, 213. 
  153. «Διατηρούσαν ειρηνικές σχέσεις με το Αιτωλικό.» Σημείωση Γιάννη Βλαχογιάννη. 
  154. Κασομούλης Β, 217. 
  155. Κασομούλης Β, 216, Γιαννούλης 1993 (Λιακατάς), 149. 
  156. Κασομούλης Β, 216. 
  157. «Τοῦτο ἀπεδείχθη ὕστερον ἀνακριβές. (σημείωσις ἐκδότου).» 
  158. Σπυρομήλιος 1926 (Απομνημονεύματα), 127–129. 
  159. Τρικούπης 1862γ, 327–329. Ο ιστορικός Σπυρίδων Τρικούπης ήταν Μεσολογγίτης. 
  160. Νικόλαος Δ. Μακρής, Ιστορία του Μεσολογγίου, εκδ. Τσουκαλά, Αθήνα 1957, σελ. 56. 
  161. Οικισμός στη θέση 39°28’19.7″N 21°15’24.5″E και σε υψόμετρο 960 μ. 
  162. Ζδάνης 2013 (Λιακατάς), 241. 
  163. Γιαννούλης 1980 (Αγωνιστές), 76. 
  164. Ζδάνης 2013 (Λιακατάς), 250. 
  165. Κατά την πρόσφατη επίσκεψή μας εκεί την είδαμε στημένη στην ανατολική είσοδο της πόλης. 
  166. Σκαφιδάς 1958, 99. 
  167. Ζδάνης 2013 (Λιακατάς), 245. 
  168. Για τους Αιτωλικιώτες δεν έχουμε ανάλογο φόβο· αυτοί κάνουν το χρέος τους…! 
  169. Σώζεται σε ωραία εκτέλεση από την ορχήστρα του Σίμωνος Καρά.  
Μπορεί επίσης να σας αρέσει
Αφήστε μια απάντηση

Η διεύθυνση email σας δεν θα δημοσιευθεί.

Litespeed Greek Web Hosting by NetSpace.gr