Η Αγάπη φλέγεται – Γράφει ο Αδάμος Βασίλειος
-Αλεξάνδρα να σου γνωρίσω τον Κόμη Ιωάννη Καποδίστρια! Η Ρωξάνδρα
–Αλεξάνδρα Στούρτζα κυρία επί των τιμών στην τσαρική αυλή γυρνάει κάνει μια υπόκλιση και δίνει το χέρι στον Ιωάννη κοιτάζοντάς τον γοητευμένη. Ο κόμης αντέτεινε το χέρι του έκπληκτος και ο ίδιος από την ομορφιά της. Οι δύο νέοι αμέσως ξεφύλλισαν τις σελίδες της ψυχής τους. Ο Κόμης είδε την πιο ευγενική και όμορφη γυναικεία ψυχή. Η Ρωξάνδρα σηκώνοντας τα βλέφαρά της βυθίστηκε στην απόλυτη αγνότητα της ψυχής του και ταξίδεψε στο απέραντο γαλάζιο των ματιών του.
-Δούλος σας. Τα καταγάλανα μάτια του Κόμη βυθίστηκαν στο υπέροχο πράσινο της Αλεξάνδρας. Πρασινογάλαζη θάλασσα γεμάτη Αγάπη, μυστήρια και πόνο αναταράχθηκε μεμιάς γύρω από τις πνευματικές νήσους των δύο νέων. Όλο το βράδυ ο Ιωάννης δεν άφησε ούτε λεπτό από κοντά του την Αλεξάνδρα, που όταν άρχισε να μιλάει μαζί της εντυπωσιάστηκε από τη διπλή ομορφιά της, κυρίως όμως αυτήν που ήταν πιο ορατή, την εσωτερική της.
Η Αλεξάνδρα μόλις είχε γίνει κυρία επί των τιμών δίπλα στην ελευθερίων ηθών Τσαρίνα Ελισάβετ με τους πολλούς εραστές και τα νόθα παιδιά. Είχε ανάγκη από μία γυναίκα με στιβαρό χαρακτήρα, που να εξισορροπεί την τρικυμίζουσα ζωή της. Όταν τη γνώρισε, δεν πίστευε ότι υπήρχε τέτοια γυναίκα, που να απέχει από τον έρωτα και τα καπρίτσια του, τα όργια της Αυλής. Η Αλεξάνδρα πρώτα σκεφτόταν και πολύ μετά ομιλούσε, και ομιλούσε πολύ λίγο. Οι Τάταροι Αξιωματικοί της Αυλής, γεμάτοι οινόπνευμα και ουλές, αυτοί οι φοβεροί και θηριώδεις ήρωες των Ρώσων, ποσώς την συγκινούσαν…
Ο κυκλοθυμικός Τσάρος Αλέξανδρος χρειαζόταν ένα πολιτικό ταλέντο, όπως ήταν ο Καποδίστριας, ώστε να διατηρήσει το ευρωπαϊκό της προφίλ η αχανής Ρωσική αυτοκρατορία και που θα αποτελούσε αντίβαρο στην ανατολίτικη τάση της εντόπιας διπλωματικής σκηνής. Οι επιτυχίες του Κόμη Ιωάννη Καποδίστρια στα Επτάνησα με τη δημιουργία του Συντάγματος της Ιονίου Πολιτείας ως Γραμματέας της Επικρατείας ερχόταν σε συμφωνία με το πεφωτισμένο της Δεσποτείας του. Έτσι πίστευε.
Ο γιος του Αντωνομαρία Καποδίστρια μπορεί να μεγάλωσε αριστοκρατικά για τα κριτήρια του 18ου αιώνα και να έκανε τριπλές σπουδές στην Πάδοβα της Ιταλίας, ήταν πάντα, όμως, ένας επαρχιώτης βαλκάνιος αριστοκράτης για τα ευρωπαϊκά δεδομένα. Ο ίδιος είχε αποκρυσταλλωμένες απόψεις για τη ζωή και τη γυναίκα. Πιστός δούλος του Θεού και της Οικογένειας θεωρούσε ότι οι γυναίκες έχουν συγκεκριμένο ρόλο στη ζωή.
Όταν γνώρισες την Αλεξάνδρα, Ιωάννη τα πάντα άλλαξαν μέσα σου. Ούτε στα όνειρά σου δεν πίστευες ότι θα γνωρίσεις μια τέτοια γυναίκα! Οι παγωμένες νύχτες γύρω από τους κήπους, τα σιντριβάνια και τα παλάτια της Μεγάλης Αικατερίνης δεν ήταν ποτέ παγωμένες. Πάντα σε συντρόφευε το ζεστό χαμόγελο της Αλίσια, μόνο εσύ την έλεγες έτσι, και τα γεμάτα τρυφερότητα λόγια της, όταν της ζητούσες εσύ ο Κτίστης, να σου αναλύσει τα ευρωπαϊκά διπλωματικά δρώμενα και την κατάσταση της αγαπημένης σας πατρίδας.
Ελληνομολδαβή η Αλεξάνδρα, και ’συ την έκανες πιο Ελληνίδα απ’ όλες. Μαζί σου έμαθε την ελληνική ιστορία και ‘συ της εμφύσησες την ανάγκη να βοηθήσει με όλες της τις δυνάμεις στην υπόθεση του Ιερού Αγώνα.
Καθημερινά αργά το απόγευμα, όταν τελείωναν οι ατέλειωτες συσκέψεις με τον τσάρο και τους υπόλοιπους υπουργούς των Εξωτερικών, τον περίμενες πάντα στη Λίμνη των Κύκνων, Αλεξάνδρα, για να του δώσεις το χέρι σου, Αυτός να το αγκαλιάσει με το βλέμμα της Αξιοπρέπειας και να το φιλήσει, όπως κανένας άνδρας δεν το έκανε, κοιτώντας σε μέσα στην πράσινη θάλασσά σου και να περπατήσει μαζί σου στους υπέροχους κήπους της Αικατερίνης ή να θαυμάσει μαζί σου τους χιλιάδες πίνακες του Ερμιτάζ αναλύοντας κάθε φορά και έναν, πότε ο ένας πότε ο άλλος…
Στις εβδομαδιαίες συνεστιάσεις του πατέρα της η Αλεξάνδρα κυρία επί των Τιμών, αφού υποδεχόταν την Ελισάβετ, δεν είχε μάτια γι’ άλλον. Μέχρι το τέλος της κάθε βραδιάς, υπό το άγρυπνο βλέμμα του Τσάρου και της Κυρίας της, είχε απέναντί της και τόσο κοντά της μόνο ένα πρόσωπο, του Ιωάννη. Τον φιλούσε νοερά με τις ώρες… Τον ευγενή νέο Έλληνα με τη βαθιά πίστη και το τείχος της Γνώσης, που είχε κτιστεί γύρω του. Ή μάλλον ο ίδιος ο Κτίστης το δημιούργησε, για να αποφύγει οποιαδήποτε πολιορκία στην ψυχή του, που δεν είχε ελληνικά χαρακτηριστικά.
Τέσσερα χρόνια μαζί, οι δύο νέοι αγάπησαν βαθιά τόσο βαθιά ο ένας τον άλλο, που ο γάμος ήταν μονόδρομος.
Πίστεψες Αγαπημένη Φίλη, όπως σε αποκαλούσε, ότι η ώρα που θα σε ζητούσε από τον πατέρα σου δεν θ’ αργήσει. Η Δόξα της Πατρίδας, όμως Αλεξάνδρα, αυτή η μισητή εχθρός της αιώνιας αγάπης ήρθε πριν τον Γάμο. Ο Ιωάννης ήταν ταγμένος. -Και ποιος τον έταξε, αναρωτιόταν η όμορφη νέα. -Γιατί Ιωάννη δεν με ζητάς; Πεταγόταν από τον ύπνο της και τα πρώτα αναφιλητά άρχισαν. Δεν θα ήταν τα μοναδικά Αλεξάνδρα…
Στον τέταρτο χρόνο παραμονής του στην Αγία Πετρούπολη ο Ιωάννης θα σταλεί από τον τσάρο στην Ελβετία, για να της προσφέρει την Ανεξαρτησία της και να την απομακρύνει από τον Ναπολέοντα και την επιρροή των Αυστριακών Αψβούργων. Αυτό που έγινε μετά δεν περιγράφεται. Η επιτυχία του Καποδίστρια να πετύχει την Ελβετική Ανεξαρτησία ταξίδεψε το όνομά του σε όλη την υφήλιο. -Δεν σε ξέχασε Αλεξάνδρα, -Όχι. Τέτοιοι άνδρες δεν ξεχνούν ποτέ και δεν ζεσταίνονται παρά μόνο με ένα ήλιο, αυτόν της Αγάπης τους.
Το όνομά του έφτασε από νωρίς στον Μέτερνιχ, ο οποίος συνειδητοποίησε ότι θα υποφέρει από αυτόν τον ψηλομύτη αρχοντοχωριάτη απόγονο γύφτων, όπως αρεσκόταν να τον αποκαλεί. Σε όλα τα Συνέδρια θα κερδίσει ο καγκελάριος της Αυστροουγγαρίας και σε όλα νικητής θα είναι ο Έλληνας. – Πώς γίνεται αυτό, ούρλιαζε ο Κλέμενς, στο τέλος να υπερισχύει ο Καποδίστριας;
Θα κάνεις τρία χρόνια να τον δεις. Τα φλογερά γράμματα, γεμάτα Αγάπη ειλικρινή, θα είναι η μοναδική σου συντροφιά Αλεξάνδρα. Και για ‘σένα Ιωάννη, μην το απαρνιέσαι, τα γράμματα της Αλίσια ήταν το μοναδικό σου φυλαχτό απέναντι στους ισχυρούς της εποχής. Ήσουν πάντα έτοιμος Ιωάννη να της δοθείς. Το ξέρουμε αυτό, γιατί είμαστε άνθρωποι και ξέρουμε από πάθη.
Έφτιαξες εκείνη την πεταλούδα με τα σχέδια της ψυχής σου, για να της την χαρίσεις, εκείνο το Σάββατο, τον Μάη του 1815, στη Βιέννη, και να ζητήσεις από την αυτοκράτειρα το χέρι της. Όλοι σε αναμονή: η Αλεξάνδρα, οι Τσάροι, ο Μέτερνιχ, που ήθελε να παντρευτείς και να βγεις από τη μέση, ζώντας στη χλιδή και την τρυφηλότητα των βασιλικών Ανακτόρων και… να ξεχάσεις την Ελλάδα. Γιατί ήσουν ο μόνος του αντίπαλος στη συνέχεια του Οράματός του για την Απόλυτη Αυθεντικότητα και την κρατική Γραφειοκρατία, που θα προσέφερε αιώνια Ειρήνη, Τάξη και Ηρεμία στον Κόσμο της Εξουσίας, ποδοπατώντας κάθε Επανάσταση.
Παρασκευή βράδυ στην έπαυλη του φίλου σου στη Βιέννη παραδίνεσαι στον Μορφέα, αποκοιμιέσαι με την πεταλούδα στο χέρι σου, καρφίτσα χρυσή για την μοναδική γυναίκα της ζωής σου… Ξαφνικά μέσα στη νυχτιά πετάχτηκες από τον ύπνο σου! Ξαναήρθε η σκηνή του Πυρρίχιου, που χόρεψες, εσύ ο Αριστοκράτης, με τους επίγειους θεούς, όταν ρεζίλεψες με την αριστοτεχνική σου τακτική τον Αλή πασά στην πολιορκία της Λευκάδας το 1807. Στην παραλία του Άη Γιάννη, ο Κολοκοτρώνης, ο Νικηταράς, ο Ανδρούτσος σε σήκωσαν να χορέψεις, εσένα, που δεν χόρευες ποτέ. Μα ο τέταρτος, ο Μάρκος Μπότσαρης, ο Εύμορφος, που έπινε κρασί κατευθείαν από την νταμιτζάνα, σου έδινε να πιεις, φωνάζοντάς σου: -Πιες γιε του Αντωνομαρία, πιες και χόρεψε! -Τον ίδιο Θάνατο θα έχουμε εμείς οι δυο, μωρέ! -Εμείς θα φτιάξουμε ερείπια, -εσύ θα φτιάξεις οσπίτια! -Χα, χα, χααα, βροντοφώναζε αυτός ο Τραχύς, Αψύς, Γενναίος των γενναίων, ο σύγχρονος Αχιλλέας, ο μοναδικός, που θα ασπαστεί ο Τρομερός Καραϊσκάκης… -Εσύ Κόμη θα φτιάξεις την Ελλάδα, θα την στήσεις στα πόδια της και αυτήν θα σε καταπιεί, όπως όλους μας! –Πιες μωρέ, -Πιες και χόρεψε, που να σε πάρει… και τα νταούλια χτυπούσαν μέχρι το πρωί.
Σηκώθηκες πεθαμένος Ιωάννη. Η Αλεξάνδρα σε περίμενε… στο χέρι σου η πεταλούδα ήταν ματωμένη, τόσο πολύ την έσφιγγες…
Τον πρόσμενες Αλεξάνδρα, τον πρόσμενες και τον έβλεπες νοερά, να ντύνεται, να βάζει το αμπέχονό του αργά, να παίρνει το σκήπτρο της Θανατερής Επιτυχίας του και… και μαζί με σένα τον είδαν, όλοι, μέσα από τα βιτρό παράθυρα να κατεβαίνει από την άμαξα. Αργά, σταθερά, περήφανα ο Ιωάννης, ο Πρίγκιπας της Καρδιάς, σου κατευθύνθηκε στην αίθουσα. Όταν άνοιξε η βαριά πλουμιστή θύρα, εκατοντάδες βλέμματα προσπάθησαν να πέσουν πάνω του. Τ’ απόδιωξε όλα. Είχε μάτια μόνο για σένα, πρέπει να το παραδεχτείς. Οι βασιλιάδες και οι άρχοντες κράτησαν την ανάσα τους. Σου έπιασε το χέρι, το φίλησε με στοργή και σου πρόσφερε την Πεταλούδα της … Αιώνιας, Άυλης Άφθαρτης Αγάπης.
-Αγαπημένη μου Φίλη, θέλω να με θυμάσαι πάντα με τέτοια φλόγα, όπως η καιόμενη πεταλούδα , που σφυρηλατήθηκε στα βάθη της Καρδιάς μου από τη άσβεστη Αγάπη μου για σένα! -Αλίσια, ψιθύρισε γλυκά, -ο δρόμος για την Ελευθερία είναι Τυραννικός, περπατείται μόνο από Ήρωες με γυμνά πόδια. Δεν πρέπει να υποφέρεις μαζί μου – Μα…, πριν προλάβεις να του πεις, ότι γι’ αυτό είχες γεννηθεί κι εσύ, σου γύρισε την πλάτη και με το μοναδικό δάκρυ, που άφησε ποτέ να κυλήσει, κατευθύνθηκε στην έξοδο…
Υ.Γ: Το κείμενο είναι προϊόν μυθοπλασίας εις μνήμη των Ανθρώπων, που θυσίασαν μια ζωή εύκολη, πολυτελή, γεμάτη πλούτη, μεγαλεία και δόξα εκτός των ελληνικών συνόρων. Αντ’ αυτού προτίμησαν τον δύσκολο δρόμο της Αρετής, που έσπασαν τις Αλυσίδες της Ελευθερίας, για να την απολαμβάνουμε εμείς σήμερα. Ας τους κάνουμε περήφανους…
Αδάμος Βασίλειος