Ο Μικέλης Χατζηγάκης στο ΒΗΜΑ για την σχέση Γερμανίας – Τουρκίας
Με άρθρο του στο ΒΗΜΑ της Κυριακής ο Μικέλης Χατζηγάκης αναλύει την διαχρονική σχέση Τουρκίας – Γερμανίας η οποία εξακολουθεί να είναι ισχυρή μέχρι σήμερα, όπως άλλωστε φαίνεται από την διαρκή υποστήριξη της Γερμανίας στις Τουρκικές θέσεις. Το άρθρο με τίτλό “Η διαχρονικά στενή σχέση Γερμανίας – Τουρκίας” έχει ώς εξής:
Η Τουρκία και η Γερμανία είχαν πάντοτε στενές σχέσεις μεταξύ τους. Η Άγκυρα διαρκώς καθόριζε την στάση της σε συνδυασμό με τις προτεραιότητες του Βερολίνου. Οι δεσμοί , λοιπόν, Τουρκίας – Γερμανίας είναι διαχρονικά βαθιές και στρατηγικού χαρακτήρα.
Ας αρχίσουμε με λίγη ιστορία. Η ανάπτυξη της στενής στρατηγικής και οικονομικής σχέσης μεταξύ Γερμανών και Τούρκων ξεκινάει το 1908 με την εμφάνιση των Νεότουρκων. Ο Γερμανικός σχεδιασμός είχε από τότε ως στόχο του την σύνδεση του Βερολίνου με την Βαγδάτη μέσω ξηράς, καθώς οι Άγγλοι είχαν καταλυτική υπεροχή στην θάλασσα. Τα πρώτα θεμέλια του Γερμανικού σχεδίου τέθηκαν την εποχή του σουλτάνου Αβδουζ Χαμήτ. Από τότε η Τουρκία προσδέθηκε για τα καλά στο Γερμανικό όχημα
Έχοντας τότε ως βάση την Τουρκία οι Γερμανοί επεκτείνονται στην Ανατολή. Έτσι υφαρπάζουν από τους Άγγλους την τηλεφωνική εταιρεία της Κωνσταντινούπολης, τα τραμ από τους Βέλγους, και τα υδραυλικά έργα της Μεσοποταμίας καθώς και τα κατασκευαστικά έργα από τους Γάλλους. Η Γερμανική διείσδυση υπήρξε πραγματικά εντυπωσιακή (βλ. Ροδάς, «Πως η Γερμανία κατέστρεψε τον Ελληνισμό της Τουρκίας»).
Με βάση την στρατηγική σχέση με τους Γερμανούς οι Τούρκοι μπαίνουν στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο επιτιθέμενοι απρόκλητα κατά των συμμάχων τον Οκτώβριο του 1914. Όπως γράφει ο Toynbee από το 1914 «οι Τούρκοι έθεσαν όλους τους οικονομικούς και στρατιωτικούς πόρους στην διάθεση της Γερμανίας» (βλ. Toynbee, «Η Φονική Τυραννία των Τούρκων»).
Αλλά και αργότερα κατά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, η Τουρκία ακολούθησε μια πολιτική δήθεν ουδετερότητας που στην πραγματικότητα εξυπηρετούσε τα πάγια συμφέροντα των δυνάμεων του άξονα. Ενέπαιξε μάλιστα ακόμα και τον Ουίνστων Τσώρτσιλ όταν εκείνος επισκέφθηκε την Τουρκία για να της ζητήσει να μπει στον πόλεμο στο πλευρό των συμμαχικών δυνάμεων αλλά ο Ινονού του έστρεψε την πλάτη. Η Τουρκία εισήλθε στον πόλεμο το 1945 όταν τελικά είχε λήξει αυτός.
Η βαθιά σχέση Γερμανίας και Τουρκίας συνεχίζεται μέχρι σήμερα, αν και τα δεδομένα έχουν μεταβληθεί. Εκτός από τα μεγάλα οικονομικά συμφέροντα, αλλά και τα γεωστρατηγικά, των Γερμανών στην Τουρκία, η κυβέρνηση Μέρκελ προβάλλει ακόμα δύο ισχυρούς λόγους να στηρίξει τον Ερντογάν. Ο πρώτος λόγος είναι ότι αν η Τουρκία ανοίξει τις «κάνουλες» με τους πρόσφυγες οι περισσότεροι εξ’αυτών θα κατευθυνθούν στην Γερμανία – σενάριο που τρομοκρατεί το Βερολίνο. Ο δεύτερος λόγος έχει να κάνει με το γεγονός ότι υπάρχουν 4.5 εκ. Τούρκοι ψηφοφόροι που μπορούν να επηρεάσουν σημαντικά το εκλογικό αποτέλεσμα.
Δικαιολογούν, άραγε, οι λόγοι αυτοί την καταπάτηση των διεθνών κανόνων και τις συνεχείς προκλήσεις του Ερντογάν στην ΝΑ Μεσόγειο και την Μέση Ανατολή; Στην πραγματικότητα, σύμφωνα με τον Φουάτ Ντουντάρ η Τουρκία «υπήρξε ανέκαθεν ένας μηχανισμός καταστροφής» (βλ. Ντουντάρ, «Ο Κώδικας της Σύγχρονης Τουρκίας). Ενδεικτικά, οι εκκαθαρίσεις και οι σφαγές των Ελλήνων και διαφόρων άλλων λαών στις αρχές του 1920 (με τις ευλογίες πάντα της Γερμανίας αλλά και την εθελοτυφλία των Γάλλων και Ιταλών), συνεχίστηκαν και λίγο αργότερα με την λεηλασία της Κωνσταντινούπολης το 1956, και των Κυπρίων το 1974. Ενώ συνεχίζονται και σήμερα με τους Κούρδους και άλλες εθνικές μειονότητες που έχουν απομείνει στα εδάφη της. Η ιστορία, άλλωστε καταγράφει μεν περασμένα γεγονότα αλλά αντανακλά και τις πεποιθήσεις και την ψυχοσύνθεση ενός λαού.
Μελετώντας την ιστορία και την ψυχοσύνθεση της Τουρκίας θεωρώ ότι το κράτος αυτό όχι μόνο δεν δείχνει διατεθειμένη να σταματήσει τις προκλήσεις, αλλά παρουσιάζεται έτοιμη να τραβήξει το σχοινί ακόμα περισσότερο. Η Τουρκία δεν καταλαβαίνει από χάδια. Χρειάζεται μια σκληρή και ρεαλιστική πολιτική απέναντι της.
Και η εφαρμογή μιας τέτοιας πολιτικής έχει γίνει συνείδηση στην Ελλάδα η οποία σωστά εξοπλίζεται πυρετωδώς. Άλλωστε, φαίνεται πως οι διεθνείς συγκυρίες σήμερα ευνοούν της χώρας από την στιγμή που ισχυρές δυνάμεις όπως οι ΗΠΑ και η Γαλλία έχουν αλλάξει την πολιτική τους.