Ένας Φοιτητής Ιατρικής έγραφε, τον Ιανουάριο του 2002 για το πρώτο Big Brother
Στις 28 Ιανουαρίου 2002, ως 5/ετής φοιτητής της Ιατρικής Σχολής στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο της Θεσσαλονίκης, είχα δημοσιεύσει στην Εφημερίδα “ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ” το κάτωθι άρθρο μου.
Εικοσιδύο, περίπου, χρόνια μετά η ίδια εκπομπή ξαναγύρισε, με τον ίδιο παρουσιαστή, σε μια τόσο αλλαγμένη, αλλά και τόσο ίδια Ελλάδα….
Το Big Brother και η αποκοινωνικοποίηση
Είναι σίγουρα σημαντικός και πολύπτυχος ο ρόλος της τηλεόρασης, στη σημερινή μας κοινωνία καθώς πολλές από τις προβαλλόμενες εκπομπές καθηλώνουν το ενδιαφέρον της κοινής γνώμης ενώ ταυτόχρονα αντανακλούν ή και συχνά προκαλούν έντονα ψυχοκοινωνικά φαινόμενα. Μια απ’ αυτές τις εκπομπές των όψιμων καιρών μας είναι αναμφισβήτητα και το Big Brother. Προσπερνώντας τις συνηθισμένες αναφορές που το εμφανίζουν ως συνονθύλευμα αισθητικής υποβάθμισης, εξευτελισμού των εννοιών της διακριτικότητας και του προσωπικού χώρου και ανάδειξης της διαχείρισης της βαρεμάρας παικτών και θεατών σε μείζονα τηλεοπτική αξία, θα θέλαμε να σταθούμε σε ορισμένες ανθρωποκοινωνικές παραμέτρους του συγκεκριμένου ‘τηλεπαιγνίου’ που εμφανίζουν μια έντονη ψυχοπαθολογία.
Παίρνοντας την τηλεοπτική μας ιστορία (ή καλύτερα φάρσα) από την αρχή, βλέπουμε πως όλο το παιχνίδι βασίζεται στη συγκέντρωση μιας ομάδας αγνώστων μεταξύ τους ατόμων σε ένα κοινό σπίτι, όπου, κάτω από τα βλέμματα και τ’ αυτιά των θεατών, καλούνται όχι να συμβιώσουν αλλά να αλληλοπροταθούν για αποχώρηση ώστε, σύμφωνα με τις ψήφους των θεατών, να απομείνει στο τέλος μόνον ένας ο οποίος και κερδίζει.
Στο σημείο αυτό εστιάζεται και ο βασικός προβληματικός μας. Ως γνωστόν, ένα από τα σημαντικότερα χαρακτηριστικά που διαφοροδιακρίνει τον άνθρωπο από τα υπόλοιπα είδη του ζωικού βασιλείου είναι η κοινωνικότητα, όπως αυτή εκφράζεται μέσα από τις διάφορες διαδικασίες της κοινωνικοποίησης. Η τάση για συμβίωση και για συνακόλουθη διεύρυνση των μελών της κοινωνίας, με στόχο την εξασφάλιση καλύτερων συνθηκών διαβίωσης για όλους και για τον καθένα ξεχωριστά, είναι βαθιά ριζωμένη στο ιστορικό ένστικτο του ανθρώπου απ’ τη στιγμή που εκείνος άρχισε να αντιλαμβάνεται τον εαυτό του και τους γύρω του. Η κοινωνικότητα αυτή μετουσιώνεται σε καθημερινή πράξη μέσα από τη δημιουργία ομάδων στο μικροπεριβάλλον του καθενός και της καθεμίας από εμάς και είναι σίγουρα ιδιαίτερα γοητευτικό να παρατηρείς τη διαντίδραση των χαρακτήρων, την πολλαπλή διαπλοκή των προσωπικοτήτων ακόμη και τις φανερές ή συγκαλυμμένες ανταγωνιστικές διαθέσεις που αναπτύσσονται όταν άγνωστοι μεταξύ τους άνθρωποι καλούνται να μοιραστούν τον ίδιο χώρο και χρόνο. Είναι κάτι που όλοι μας, λίγο ή πολύ, το έχουμε βιώσει π.χ. στις φοιτητικές παρέες του πρώτου έτους, στη διάρκεια της στρατιωτικής θητείας ή στη διάρκεια μιας επίσκεψης σε μια γιορτή όπου τα άτομα δεν γνωρίζονται μεταξύ τους.
Στο σπίτι του Big Brother, όμως, οι στόχοι και οι προτεραιότητες – άρα και οι ποιότητες – είναι διαφορετικοί. Οι πρωταγωνιστές δεν καλούνται να δημιουργήσουν μια ομάδα συμβίωσης με τις συναισθηματικές ορίζουσες και τους ποιοτικούς χαρακτήρες των λειτουργικών κοινωνικών ομάδων που συγκροτεί ο άνθρωπος στην καθημερινότητά του, αλλά στοχεύουν στο να αποδομήσουν σταδιακά το αρχικό κοινωνικό σχήμα αυτών που εισήλθαν στο σπίτι, ώστε τελικά να μείνει μόνον ένας.
Καλούνται δηλαδή οι παίκτες όχι να συνθέσουν τους καθημερινούς εαυτούς τους με στόχο την αρμονική συμβίωση και την προσαύξηση των συμμετεχόντων αλλά να αποσυνθέσουν την κοινή τους καθημερινότητα και την ομάδα που αρχικά συγκρότησαν, απορυθμίζοντας και αποσυγκροτώντας σε τελική ανάλυση τον ίδιο τους τον εαυτό. Γι’ αυτό και οι απρόκλητες εκρήξεις θυμού, γι’ αυτό και οι αδικαιολόγητες συναισθηματικές φορτίσεις και κατατονικές εκφορτίσεις, οι συχνές και αναίτιες συγκινήσεις ή τα απότομα υστερικά γέλια των πρωταγωνιστών. Μέσα στο σπίτι του Big Brother συντελείται καθημερινά μια διαδικασία ΑΝΑΣΤΡΟΦΗΣ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΠΟΙΗΣΗΣ, μια σταδιακή ΑΠΟΚΟΙΝΩΝΙΚΟΠΟΙΗΣΗ των παικτών που καθώς διώχνουν έναν-έναν τους συμπαίκτες τους απονευρώνουν σταδιακά τα δικά τους κοινωνικά και συναισθηματικά αντανακλαστικά.
Εξάλλου πολλοί από τους παίκτες του «Μεγάλου Αδερφού» είναι άτομα που στις διαπροσωπικές-κοινωνικές τους σχέσεις έχουν βιώσει την αποτυχία και την απόρριψη και επιζητούν τη δημοσιότητα για να αναπληρώσουν το κοινωνικοσυναισθηματικό τους έλλειμμα. Το τραγελαφικό της υπόθεσης είναι ότι βρέθηκαν στο πιο ακατάλληλο περιβάλλον, σ’ ένα περιβάλλον που αποσαρθρώνει την κοινωνικότητα, εξουθενώνει την αμοιβαιότητα, αναδεικνύει τον ατομικισμό και λειτουργεί με απόβλητους και αποδιοπομπαίους. Σ’ ένα περιβάλλον όπου, μέσα από την αδιάκριτη καθημερινή παρατήρηση το ουσιώδες εξισώνεται με το επουσιώδες και η επιδίωξη της ωφελιμιστικής μοναχικότητας αναδεικνύεται σε αξία και σε στάση ζωής και κοινωνικής επιβίωσης. ‘Όμως η κοινωνική αμοιβαιότητα και ο συναισθηματικός παρονομαστής των διανθρώπινων σχέσεων είναι έννοιες πολύ σημαντικές για να απεμπολούνται στο όνομα της φτηνής δημοσιότητας ή της ακριβής αμοιβής των 50.000.000 σε Ευρώ.
Η κοινωνικοποίηση είναι μια δια βίου διαδικασία που συντελείται σ’ όλες τις εκφάνσεις της ανθρώπινης δραστηριότητας όπου κάθε άνθρωπος καλείται να αξιοποιήσει την πολυμέρεια των συνανθρώπων του διαμορφώνοντας ανοικτές κοινωνικές ομάδες και όχι να κηρύσσει αποσυνάγωγους τους υπόλοιπους κοινωνικούς ετέρους για να διαχειριστεί στο τέλος την επιβράβευση της ωφελιμιστικής του μονομέρειας.
Ο «Μεγάλος Αδελφός» στέλνει καθημερινά το μήνυμα της ΑΝΤΙΣΤΡΟΦΗΣ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΠΟΙΗΣΗΣκαι των παραμορφωμένων συναισθηματικοκοινωνικών σχέσεων. Καθώς το παιχνίδι προχωρά, ο ψυχό-κοσμος πολλών από τους παίκτες ίσως και αρκετών από τους θεατές επιπεδώνεται, συνθλίβεται ανάμεσα σε ενοχές και αντιφάσεις αδυνατώντας να απαντήσει στο απλό ερώτημα: «πώς είναι δυνατόν να συγκινείσαι με την αποχώρηση κάποιου όταν εσύ ο ίδιος έχεις ψηφίσει για τον “εξοστρακισμό” του και όταν, γενικότερα, θέλεις να μείνεις στο τέλος μόνος».
Βέβαια, για να αποδώσουμε στα πράγματα τις κανονικές τους διαστάσεις, πρέπει να αναγνωρίσουμε ότι πολύ πριν την εμφάνιση του «Big Brother» η ελληνική τηλεόραση είχε δώσει σημεία παθογένειας αδυνατώντας να ξεχωρίσει το σημαντικό από το ασήμαντο, υποβαθμίζοντας την αισθητική των θεατών και εξουθενώνοντας τις έννοιες της διακριτικότητας και της αξιοπρέπειας ακόμα και σε σοβαρότερες εκφάνσεις της, όπως για παράδειγμα σε πολλά από τα δελτία ειδήσεων. Αυτό όμως δεν μπορεί να αποτελεί δικαιολογία συμψηφισμού· εν αντιθέσει καθιστά περισσότερο επιτακτική την ανάγκη συνολικής αλλαγής της τηλεόρασης προς ποιοτικότερες κατευθύνσεις που θα σέβονται την αξία κάθε ανθρώπινης προσωπικότητας και θα ενδυναμώνουν τις συναισθηματικές και ηθικές εκφράσεις του ανθρώπου ως κοινωνικού όντος αντί να επιβραβεύουν τον προσωπικό ωφελιμισμό, τον ανταγωνισμό και τη μονομέρεια.
Θα μπορούσε να πει κανείς ότι ο «Μεγάλος Αδελφός» είναι απλά ένα αντίγραφο της κοινωνίας, ένας τηλεοπτικός καθρέπτης όπου αντανακλάται ο απομονωτισμός, η εχθρότητα και η γενικότερη αδυναμία της κοινωνίας να διαμορφώσει ουσιαστικές σχέσεις μεταξύ των μελών της. Μια τέτοια αντίληψη ίσως δεν αδικεί ούτε το «Βig Brother» ούτε την κοινωνία, αδικεί όμως την τηλεόραση που πρωταρχικός της σκοπός δεν είναι απλά να αντιγράφει τις αρνητικές εκφάνσεις της ζωής και της κοινωνίας αλλά να τροφοδοτεί την κοινωνία με ένα διαφορετικό, ποιοτικότερο και ουσιαστικότερο νόημα ζωής.
Χρίστος Χ. Λιάπης
Φοιτητής Ιατρικής Α.Π.Θ.
και για την αντιγραφή, 22 σχεδόν χρόνια μετά:
Χρίστος Χ. Λιάπης MD, MSc, PhD
Ψυχίατρος – Διδάκτωρ Παν/μιου Αθηνών