Ηρακλής Φίλιος: Αναζητώντας το φως στο σκοτάδι

Αμφιβάλλω εάν κάποιος άνθρωπος θα αναζητούσε κάποια στιγμή στη ζωή του το σκοτάδι.

0 503

Αμφιβάλλω εάν κάποιος άνθρωπος θα αναζητούσε κάποια στιγμή στη ζωή του το σκοτάδι.

Αμφιβάλλω εάν κάποιος άνθρωπος θα αναζητούσε κάποια στιγμή στη ζωή του το σκοτάδι. 

Όμως αυτό συμβαίνει. Και συμβαίνει από ανθρώπους που επιζητούν το σκοτάδι, άρα και απεχθάνονται το φως, αλλά και από ανθρώπους που μέσα από την αναζήτηση του φωτός, εν τέλει καταλήγουν στο σκοτάδι. Οφείλουμε να παραδεχτούμε κάτι που ήδη απασχόλησε την αρχαιοελληνική φιλοσοφική σκέψη. Και αυτό είναι ότι το σκοτάδι δεν έχει οντολογία αλλά είναι ανυπόστατο.

Ανοίγω μία παρένθεση στο σημείο αυτό, προκειμένου να αναφερθώ στο κακό και να το συνδέσω με το σκοτάδι. Ήδη ο Πλάτωνας στον Τιμαίο, αλλά και ο Πλωτίνος στην 1η Εννεάδα, θα μας πουν πως το κακό είναι στέρηση.

Αυτή η σκέψη επηρέασε τον άγιο Ιωάννη Δαμασκηνό, ο οποίος στο περίφημο και βαθυστόχαστο έργο του «Κατά Μανιχαίων Διάλογος», ένα λαμπρό φιλοσοφικό έργο που έχει στοιχεία από την ελληνική γνωσιολογική θεώρηση, συζητάει με έναν μανιχαίο για το κακό, την ύλη, τον Θεό κ.τ.λ. Εκεί λοιπόν, ο Δαμασκηνός επιχειρεί να ανατρέψει τις θέσεις του Μανιχαίου, αντλώντας τα επιχειρήματα του από τη φιλοσοφική σκέψη, χαρακτηρίζοντας το σκοτάδι ως «στέρηση του όντος και μη ον». Αυτό θα μας πούνε και οι μυστικοί Διονύσιος Αρεοπαγίτης και Μάξιμος Ομολογητής, ότι δηλαδή το κακό δεν έχει υπόσταση αλλά είναι «παρυπόσταση».

Έχοντας λοιπόν υπόψη μας τα παραπάνω, και παραδεχόμενοι μία αρχή και όχι δύο αρχές (όπως υποστήριζαν οι μανιχαίοι), μπορούμε να σκεφτούμε αλλά και να πούμε πως υπάρχει το καλό και υπάρχει το φως. Το κακό δεν υπάρχει, δεν έχει το «είναι» του στο είναι, όπως και το σκοτάδι δεν υπάρχει και δεν έχει κι αυτό το «είναι» του στο είναι. Αποτελούν και τα δύο «παρυποστάσεις», αφού δεν έχουν δική τους υπόσταση αλλά αποκτούν το «είναι» τους μέσα από την αλλοίωση της αγαθής φύσης, δηλαδή του καλού και του φωτός αντίστοιχα. Υπάρχοντας με τον τρόπο αυτό ως μη υπάρχοντα, αφού υπάρχουν στην ανυπαρξία τους, δεν αποτελούν δημιουργήματα του Θεού.

Ο Θεός δημιούργησε το καλό και το φως, όχι το κακό και το σκοτάδι. Το κακό υπάρχει, δηλαδή λειτουργεί ως «παρυπόσταση» επειδή απουσιάζει το καλό. Με την ίδια λογική, το σκοτάδι υπάρχει επειδή απουσιάζει το φως. Να λοιπόν, που τόσο το κακό όσο και κάθε διαβρωτική του έννοια (πόνος, θάνατος, σκοτάδι κ.ο.κ.) αποτελούν όρους δηλωτικούς μιας έλλειψης. Ως εκ τούτου, επανερχόμενος στο θέμα μας, το σκοτάδι έχει το «είναι» του στο μη είναι. Δεν υπάρχει ως αρχή οντολογικής υπόστασης και υπαρξιακής αυτονομίας, ούτε ως ετερότητα που συγκρίνει την ύπαρξης της με μία άλλη αρχή και έννοια.

Επιστροφή στο φως λοιπόν. Δεν αποτελεί ένα βιαστικό σύνθημα, ούτε μία επιπόλαια συναισθηματική έξαρση, αλλά ανάγκη για να υπάρξει το ανθρώπινο «είναι» στην πηγή του, στο φως. Το λέει ξεκάθαρα ο Χριστός: «Ἐγώ εἰμι τό φῶς τοῦ κόσμου· ὁ ἀκολουθῶν ἐμοί οὐ μή περιπατήσῃ ἐν τῇ σκοτίᾳ, ἀλλ᾿ ἕξει τό φῶς τῆς ζωῆς» (Ιω. 8, 12). Δεν έχουμε να κάνουμε, όπως φαίνεται, με μία ιδεαλιστική θεώρηση του φωτός, αλλά και με μία απρόσιτη και άγνωστη πραγματικότητα. Ο Χριστός είναι το φως του κόσμου και όποιος Τον ακολουθήσει δεν θα περπατήσει στο σκοτάδι. Βέβαια, αυτό δεν σημαίνει πως μία τέτοια πορεία προϋποθέτει την άρση οποιασδήποτε φθοροποιού δύναμης που απειλεί τον άνθρωπο (πόνος, δυστυχία, δοκιμασίες, δυσκολίες), αλλά ταυτόχρονα δεν σημαίνει απώλεια της αισθητικής ωραιότητας που μπορεί αν ξεπηδήσει από το όφελος αυτών των δυσκολιών.

Ποιος δεν αναζητά το φως; Το φως έψαχναν όλες οι τραγικές και τσαλακωμένες μορφές των ευαγγελίων. Το φως έψαχνε να βρει η πόρνη, στο χρώμα του φωτός ήθελε να λουστεί ο τελώνης, αυτό το φως αναζητούσε ο τυφλός, το ίδιο φως που ήθελε να βρει και η Σαμαρείτιδα. Γνώρισα τον Χριστό. Το πρόσωπο του Χριστού έγινε γλυκασμός στην ψυχή τους και όσα βάρη την έλκυαν προς τα κάτω, άρχισαν να χάνονται, καθώς η γλυκύτατη μορφή του Νυμφίου αποτέλεσε για εκείνους όχι απλά μία πηγή έμπνευσης, αλλά την όντως ζωή, το αληθινό φως.

Ο Πλάτωνας στην «Πολιτεία» αναφέρει το μύθο του σπηλαίου. Κι έχω ισχυρή την αίσθηση, πως αυτός ο μύθος βρίσκει την ανταπόκριση του και στις μέρες αυτές που διανύουμε. Είμαστε αλυσοδεμένοι, βλέπουμε τις σκιές των πραγμάτων, όχι όμως το φως. Έχουμε σχηματίσει απατηλές εικόνες και δεν μπορούμε να γνωρίσουμε την αληθινή Εκκλησία. Την απελευθέρωση από τη θέση αυτή στην οποία βρισκόμαστε, όπου βλέπουμε τις σκιές και όχι το φως, την καταφέρνει ο Χριστός. Γνωρίζει φυσικά τις ανάγκες των ανθρώπων. Γνωρίζει ότι κάποιοι αναζητούν το φως και βαδίζουν σε δρόμους που οδηγούν προς το φως. Γνωρίζει επίσης πως κάποιοι στην προσπάθεια της αναζήτησης αυτής, πέφτουν στο σκοτάδι. Όπως γνωρίζει πως κάποιοι άλλοι ξεγελιούνται και αντί για φως βλέπουν μία, αν μπορώ να το πω έτσι, «κακοτεχνία» του φωτός, μία ειδωλοποιημένη εικόνα.

Κι ο άνθρωπος; Γνωρίζει ποιος είναι; Γνωρίζει γιατί αναζητά το φως; Ας ξεκινήσουμε αρχικά από εδώ. Από τη γνωριμία με τον άνθρωπο, και επιμένω με τον άνθρωπο της ορθόδοξης ανθρωπολογίας και όχι της δυτικής. Αν ο άνθρωπος αναζητά το φως στη ζωή του και την απελευθέρωση από κάθε είδους σκότους που παραλύει τα πνευματικά του αισθητήρια, τότε δημιουργούνται ερωτήματα. Αυτό το φως αφορά την ψυχή του, το σώμα του, κάτι επιπλέον, ένα μέρος της ύπαρξης του; Για τον Καρτέσιο η ουσία του ανθρώπου είναι η ψυχή. Ο ιερός Αυγουστίνος θα μας πει πως ο άνθρωπος είναι σκεπτόμενη βούληση. Ο Γρηγόριος Παλαμάς χρησιμοποιεί για τον άνθρωπο την λέξη «συναμφότερον». Κι ο Μάξιμος Ομολογητής, θα έλεγα πως υποψιάζεται την αλήθεια των πραγμάτων, καθώς δεν μένει μόνο στο σώμα και στην ψυχή, αλλά θα μιλήσει για το «όλον αυτού», το σώμα, την ψυχή και την ελευθερία του ανθρώπου. Να λοιπόν που αρχίζει και ξεκαθαρίζει το τοπίο, καθώς ο φωτισμός του ανθρώπου είναι φωτισμός της ψυχής, του νου, της ελευθερίας κ.τ.λ.

Ότι και να πούμε βέβαια, κάποια πράγματα παραμένουν επίπονα. Ο φωτισμός δεν είναι εύκολη συνταγή, αλλά και δεν αφορά συγκεκριμένους ανθρώπους. Δεν υπάρχει θα λέγαμε κάποιο ιερό κατάλοιπο που θα δεχτεί τον φωτισμό. Ο φωτισμός αφορά τον κάθε άνθρωπο. Εξαρτάται βέβαια από το αν θέλει ο άνθρωπος να φωτίσει όλα εκείνα που συνθέτουν την υπαρξιακή του ολότητα. Ποιος είπε όμως πως η αναζήτηση αυτή είναι ανεύθυνη κι ανώδυνη; Φυσικά, αυτό δεν αναιρεί την ευκαιρία που δίνεται στον άνθρωπο να αναζητήσει και να ακολουθήσει το φως. Κι ο Θεός, έχει τους τρόπους Του και την ευκαιρία να κάνει την έκπληξη!

Ηρακλής Αθ. Φίλιος
Βαλκανιολόγος, Θεολόγος

Μπορεί επίσης να σας αρέσει
Αφήστε μια απάντηση

Η διεύθυνση email σας δεν θα δημοσιευθεί.

Litespeed Greek Web Hosting by NetSpace.gr