Ηρακλής Φίλιος: Ανέραστοι όσοι πιστεύουν ότι η εκκλησία κινδυνεύει
Ακούγεται συχνά πυκνά στο χώρο της εκκλησιαστικής και θεολογικής πραγματικότητας η άποψη ότι η Εκκλησία κινδυνεύει.
Ακούγεται συχνά πυκνά στο χώρο της εκκλησιαστικής και θεολογικής πραγματικότητας η άποψη ότι η Εκκλησία κινδυνεύει.
Ακούγεται συχνά πυκνά στο χώρο της εκκλησιαστικής και θεολογικής πραγματικότητας η άποψη ότι η Εκκλησία κινδυνεύει.
Τολμώ δε να πω πως η άποψη αυτή έχει τις ρίζες της στην ελλαδική πραγματικότητα. Και αυτό μόνο προβληματισμό γεννά για την πορεία των θεολογικών πραγμάτων.
Η Εκκλησία εδώ και 2.000 χρόνια πέρασε τέτοιες μπόρες που κανένα σύστημα, θεωρία, οργάνωση δεν έχει δεχτεί. Κι όμως επέζησε. Και είναι λογικό να επιζήσει των ανελέητων διωγμών, των αιρέσεων, τον πολέμων, γιατί η ίδια δεν είναι ένας οργανισμός, κάτι που ανάγεται στη σφαίρα της κτιστότητας, η οποία λόγω της φύσεως της έχει μέσα της την τρεπτότητα και κίνηση προς το αγαθό ή το μη αγαθό. Επικαλούμαι τον άγιο Ιωάννη Χρυσόστομο να μας υπενθυμίσει μία αλήθεια που αγνοούμε, και πιστέψτε με ηθελημένα. Σημειώνει για την Εκκλησία τα εξής: «Η Εκκλησία, εφόσον είναι σώμα Χριστού, που σκοπό έχει την σωτηρία των ανθρώπων, δεν κινδυνεύει να αφανιστεί, να καταποντιστεί, να χαθεί» (PG52, 429).
Έχω πλέον την αίσθηση πως το να υποστηρίζουμε ότι η Εκκλησία κινδυνεύει καταντά ύβρις απέναντι στο μυστήριο του Θεού, ήτοι της ένσαρκης αποκεκαλυμμένης αλήθειας που χωροχρονικά φανερώνει την μυστηριακή της οντολογία, πραγματικότητα εν τέλει στην κτίστη δια των ενεργειών της θείας χάριτος. Η Εκκλησία δεν είναι σύστημα για να καταρρεύσει, πολιτική οργάνωση για να ξεπεραστεί, ηθική φιλοσοφία για να θεωρείται αναχρονιστική και να αντικατασταθεί από ένα επόμενο φιλοσοφικό ρεύμα. Παραμένει σταθερή, ασάλευτη, ίδια σε όλους τους αιώνες. Η φθορά δεν την αλλοιώνει, δεν αφήνει τα πεπερασμένα σημεία του χρόνου στη φύση της γιατί η φύση της ναι μεν έχει ισχύ στον κόσμο τούτο (αλλά και εσχατολογικά όπου μόνο το μυστήριο της θείας Ευχαριστίας θα έχει ισχύ) αλλά «οὐκ ἐκ τοῦ κόσμου τούτου». Και αυτή είναι η αμφισημία της, η αναγκαιότητα του κόσμου που δεν θα είναι αναγκαίος στη Βασιλεία του Θεού.
Ο φόβος πάντοτε αποτελούσε και αποτελεί το ισχυρότερο μέσο για την επιβολή μιας άποψης, θέσης. Καλλιεργείται ο φόβος για να συσπειρωθεί ένα σύνολο, μία ομάδα ατόμων γύρω από τη θέση που κάποιος θέλει να επιβάλλει ως επικρατούσα. Ο φόβος είναι το όπλο ελέγχου του άλλου. Αν δεν φοβηθεί ο άλλος, αν δεν νιώσει αυτή την έλλειψη που θα του δημιουργήσει η ανάγκη για να οχυρωθεί πνευματικά, κοινωνικά, πολιτικά, οικονομικά ώστε να εξαλειφθούν τα στοιχεία απειλής, δεν μπορεί να επικρατήσει η άποψη, η θέση που θέλει κάποιος ή κάποιοι να περάσουν. Ο φόβος είναι το όπλο του ανέραστου, εκείνου του προσώπου που δεν ερωτεύεται τον Χριστό παρά διατηρεί μία συναισθηματική σχέση μαζί του. Ο ανέραστος φοβάται, δειλιάζει, θεωρεί ότι κινδυνεύει, αλλά ποτέ δεν αγαπά. Έχω την αίσθηση πως όποιος αγαπά τον Χριστό δεν φοβάται, πόσο δε μάλλον δεν κατασκευάζει εχθρούς.
Στην ελληνική πραγματικότητα ο φόβος καλά κρατεί. Αντίστοιχα στο εξωτερικό, τα πράγματα είναι τελείως διαφορετικά. Η τάση δημιουργίας εχθρών, φαντασμάτων, πολιορκητών δεν έχει όρια στη χώρα μας. Αισθανόμαστε την Εκκλησία δικό μας βιλαέτι. Δική μας εξουσία, προσωπική μας ιδιοκτησία. Και σε κάθε ξένο άκουσμα φρίττουμε και τρέμουμε μη μπορώντας να συναντηθούμε με το κάθε άλλο ξένο. Το εξορκίζουμε, το πολεμάμε με μίσος και κακότητα. Πώς μπορούμε εξάλλου να υπάρχουμε, αν δεν αφανίσουμε τον άλλον; Πάντα και παντού βλέπουμε εχθρούς, δαίμονες, σχέδια, οργανωμένα εγκλήματα μα ποτέ δεν καταφέραμε να δούμε εμάς απέναντι στην Εκκλησία.
Τοιουτοτρόπως, μη αντέχοντας να τοποθετήσουμε τον εαυτό μας απέναντι στην Εκκλησία, πρέπει να εφευρίσκουμε συνεχώς κάποιους που μας απειλούν. Η ύπαρξη μας έχει ισχύ μόνο αν κατασκευάσουμε εχθρούς. Σκεφτείτε για παράδειγμα όλους αυτούς που ανερυθρίαστα δεν μνημονεύουν τον Επίσκοπο τους, αν θα είχαν λόγο και παρουσία τη στιγμή που ο Επίσκοπος καταδίκαζε την Αγία και Μεγάλη Σύνοδο.
Η Εκκλησία δεν κινδυνεύει. Το αγιοπνευματικό στοιχείο και η θεία χάρης δεν μπορεί να εμπίπτει στις κατηγορίες του όντος, της φθοράς, της αλλοίωσης, του φόβου. Κινδυνεύει όμως ο άνθρωπος. Είναι θέμα αποκλειστικά του τρόπου τοποθέτησης του στη σχέση του με τον τριαδικό Θεό. Είναι θέμα αυτογνωσιακής προσέγγισης και όχι σύνολης έκφρασης του εαυτού. Δεν μπορεί ο κάθε εαυτός να διαλαλεί τον κίνδυνο της Εκκλησίας, όταν ο ίδιος αυτός εαυτός δεν έχει βρει το δρόμο της δικής του τοποθέτησης μέσα στην Εκκλησία, στη σχέση του με τον Χριστό, στη σχέση του με το συνάνθρωπο.
Ο Χριστός αναστήθηκε. Κινδυνεύει η Εκκλησία; Ο θάνατος καταπατήθηκε. Κινδυνεύει η Εκκλησία; Ο διάβολος καταργήθηκε. Κινδυνεύει η Εκκλησία; «Ὁ ἅδης ἐπικράνθη˙ καί γάρ ἐνεκρώθη».
Κινδυνεύει η Εκκλησία; «Ἀνέστη Χριστός καί πεπτώκασι δαίμονες». Κινδυνεύει η Εκκλησία; Έτσι, λοιπόν τίθεται θέμα συγκρότησης του προσώπου, της υπόστασης του καθενός εντός της Εκκλησίας και όχι φαντασιακής υιοθέτησης φοβιών και εχθρών. Όσο ο άνθρωπος δεν συνειδητοποιεί ότι η Εκκλησία δεν κινδυνεύει αλλά ο ίδιος είναι ικανός με τη θέληση του να φτάσει έως και τον προσωπικό του εκμηδενισμό, τόσο θα ζει στην πλάνη πιστεύοντας ταυτοχρόνως πως η σωτηρία επιβάλλεται δια του φόβου.
Ηρακλής Φίλιος
Βαλκανιολόγος, Θεολόγος