Ηρακλής Φίλιος: Η εκκλησία δεν υπάρχει για να απολογείται αλλά για να γίνεται

Η Αγία Εκκλησία δεν είναι σύστημα, ούτε οργανισμός, ούτε μουσειακό έκθεμα ιερού χαρακτήρα.

0 424

Η Αγία Εκκλησία δεν είναι σύστημα, ούτε οργανισμός, ούτε μουσειακό έκθεμα ιερού χαρακτήρα.

Στον άνθρωπο που ξεφύλλισε στις καρδιές μας
την ομορφιά των Πατερικών λόγων,
την ομορφιά της Εκκλησίας,
την ομορφιά της ζωής.
Στον καθηγητή Δογματικής της Θεολογίας Α.Π.Θ.
κ. Χρυσόστομο Σταμούλη

Η Αγία Εκκλησία δεν είναι σύστημα, ούτε οργανισμός, ούτε μουσειακό έκθεμα ιερού χαρακτήρα. 

Δεν ορίζεται η Εκκλησία με έναν απόλυτο ορισμό. Αν οριστεί τότε εντός εννοιολογικών ορίων περικλείεται το τι είναι. Άρα ό,τι αφήνεται έξω από τον ορισμό δεν είναι.

Οι Πατέρες της Εκκλησίας απέφυγαν να δώσουν έναν ορισμό της Εκκλησίας. Μία εικόνα για το τι είναι η Εκκλησία μπορεί ο άνθρωπος να λάβει από τη σύνδεση της με το ιερό μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας. Ο άγιος Γέρων Περγάμου κ.κ. Ιωάννης Ζηζιούλας έχει γράψει μεταξύ των άλλων ένα θαυμάσιο και εμπεριστατωμένο βιβλίο με τίτλο «Ευχαριστίας Εξεμπλάριον». Εκεί σε όλο το βιβλίο τονίζεται η σημασία που αποκτά η Εκκλησία στο μυστήριο της Θ. Ευχαριστίας και η σύνδεση αυτή είναι που σημαίνει και την ταυτότητα της κατά τον άγιο Νικόλαο Καβάσιλα.

Η Εκκλησία δεν υπάρχει για να απολογείται. Η συνήθεια να απολογείται δείχνει μία αμυντική στάση. Την κάνει να ανασυντάσσεται, να αναθεωρεί, να αναδιπλώνεται ενώ το χάρισμα της είναι να ξεδιπλώνεται στον άνθρωπο, να ανοίγεται ελεύθερα. Υπάρχουν θέματα που μερικοί τα θεωρούν «απαγορευμένα». Άλλοι τα θεωρούν ταμπού. Άλλοι τα δαιμονοποιούν. Άλλοι θεωρούν πως δεν είναι όλοι ώριμοι να δεχτούν κάποιους λόγους που είπαν οι Πατέρες αλλά το ευσεβιστικό στοιχείο έκρυψε και δεν φανέρωσε ποτέ.

Οι Πατέρες στους λόγους τους έχουν τεράστια ομορφιά. Οι Πατέρες είχαν νου Χριστού, νου αγάπης, συγχώρησης, διάκρισης, κατανόησης. Το μόνο που αγωνιούσαν ήταν να εξαλείψουν εγχειρητικά και με αγάπη τις αστοχίες της ανθρώπινης ψυχής. Οφείλω να ομολογήσω ευθέως πως τους Πατέρες τους αγνοούμε. Έχουμε στο νου μας συγκεκριμένα πράγματα, συγκεκριμένους λόγους. Γνωρίζουμε ότι οι Πατέρες απαγόρευσαν, αρνήθηκαν, καταδίκασαν, ενώ δεν είναι έτσι. Κρύψαμε καλά την ομορφιά των πιο άγιων και το λέω με αθεράπευτο πείσμα, των πιο άγιων και ευλογημένων ρημάτων στην πορεία αιώνων. Κι αυτό γιατί δεν αντέχουμε την αλήθεια των πραγμάτων.

Στερεοότυπα, ξύλινος λόγος, «πρέπει» και «μη». Τα περισσότερα έχουμε την εντύπωση ότι απαγορεύονται, ότι αποτελούν αμαρτία, ότι οδηγούν τον άνθρωπο στον πνευματικό θάνατο.

Αν ενώ ψάξει κάποιος με τη βοήθεια ενός πνευματικού καθοδηγητή ή ενός Δογματολόγου ή καθηγητή της Πατρολογίας τους λόγους των Πατέρων στα έργα τους δεν θα πιστεύει τι αγνοούμε και τι αρνηθήκαμε να δεχτούμε. Υπάρχει τέτοια ομορφιά, τέτοια ευλογία που αμαρτία είναι να δίνουμε την εντύπωση πως η Εκκλησία υπάρχει για να λειτουργεί ως μουσείο με κανόνες και απαγορεύσεις και να προσπαθούμε να αυξήσουμε την επισκεψιμότητα του. Υπάρχουν θέματα θεμάτων που αναλύουν οι Πατέρες στα συγγράματα τους, θέματα που μαγνητίζουν τις διψασμένες ψυχές των ανθρώπων. Λόγοι λόγων, άρρητες σοφίες αποτυπωμένες με το νέκταρ της αγάπης και της σωτηρίας. Ρήματα που αναδύουν θείο πνεύμα. Όροι που ποτέ δεν περίμενε να συναντήσει κάποιος επειδή για την καθεστηκυία αντίληψη του ηθικισμού και του «δήθεν» αποτελούν αμαρτία.

Η Εκκλησία δεν απολογείται για τίποτε. Όσοι εκφέρουν λόγο που βασίζεται στο Ευαγγέλιο, στους Πατέρες, λόγο εμπεριστατωμένο, βασισμένο με αναφορές σε συγκεκριμένα χωρία, λόγο που δεν βγαίνει από το μυαλό του ανθρώπου αλλά από τη ζωή της Εκκλησίας δεν είναι αυτόκλητοι σωτήρες, δεν είναι δημιουργοί ενός ανθρώπινου φιλοσοφικού συστήματος. Όταν ο λόγος στηρίζεται στη ζωή και την Παράδοση της Εκκλησίας είναι αδιαπραγμάτευτος, συγκεκριμένος και στοχευμένος. Μα περισσότερο αληθινός. Αληθινός λόγος.

Η Εκκλησία δεν έχει να φοβηθεί τίποτε. Δεν έχει να δικαιολογηθεί για τίποτε. Δεν χρειάζεται να απολογηθεί για τις αλήθειες που γράφτηκαν και για τις αλήθειες που εκφράζονται στην εκκλησιαστική συνείδηση αιώνων. Η Εκκλησία υπάρχει για να προχωρήσει την ύπαρξη της στο επέκεινα, στην «αλήθεια» του μαξιμιανού τρίπτυχου, δηλαδή στην εσχατολογία των γεγονότων. Υπάρχει για να μεταδίδει το θαβώρειο μεταμορφωτικό φως της στους ανθρώπους των νενεκρωμένων πνευματικών αισθητηρίων.

Τι να την κάνει τη στασιμότητα; Τι να ωφελήσει η στατική αντίληψη; Σε τι να χρησιμεύσει η ατολμία; Σε τι να επενδύσει αν δεν σχοινοβατήσει τη θεολογία της κατά τη φράση του Γρηγορίου του Θεολόγου; Τι να κάνει το χθες αν δεν το σμίξει με το σήμερα και δεν ζήσει για την ολοκλήρωση του ανθρώπου εν Χριστώ στην αιώνια Βασιλεία; Γιατί να υπάρχει αν εγκλωβίζεται στα όρια της ύπαρξης της φοβούμενη τις προκλήσεις του σύγχρονου κόσμου; Σε τι να χρησιμεύσει ο λόγος της αν δεν τον χτυπήσει σαν φωτιά στις ανθρώπινες καρδιές; Η Εκκλησία υπάρχει για να γίνεται. Και αυτό το «γίνεται» είναι η ταυτότητα της, τα ιερά της μυστήρια.

Η Εκκλησία δεν είναι φιλανθρωπικό ίδρυμα. Δεν είναι οργανισμός. Δεν έχει γράψει κάποιο επαναστατικό μανιφέστο. Δεν θέλει να δει όλους τους ανθρώπους όπως τους είδαν τα κομμουνιστικά καθεστώτα που απέτυχαν γιατί δεν είχαν Θεό. Η Εκκλησία δεν είναι μπλε, ούτε κόκκινη, ούτε πράσινη, ούτε ροζ. Δεν πασχίζει για την κοινωνική δικαιοσύνη, την ισονομία, την ισότητα.

Παίρνει ανθρώπους και τους κάνει αγίους. Αυτό κανένα πολιτικό, ηθικό, φιλοσοφικό, κοινωνικό, οικονομικό σύστημα δεν κατάφερε και δεν θα καταφέρει ποτέ στους αιώνες των αιώνων. Κανένας εμπειρισμός, υπαρξισμός, υλισμός, ορθολογισμός, ιδεαλισμός, ντετερμινισμός, θετικισμός δεν έδωσε στον άνθρωπο τη δυνατότητα να υπάρξει γι’ αυτό που δημιουργήθηκε. Αντίθετα έδωσαν ανθρώπινο πνεύμα στον άνθρωπο και όχι Άγιο Πνεύμα.

Έτσι η Εκκλησία δεν χρειάζεται να απολογείται για τίποτε που να θεμελιώνεται στη διδασκαλία της. Είναι όμως ανάγκη Ιεράρχες, κληρικοί, θεολόγοι, πιστοί να τολμήσουν. Να βγουν από την εσωστρέφεια και με εφόδιο τον πνευματικό πλούτο της θεολογίας και της πνευματικής ζωής της Εκκλησίας να κάνουν την υπέρβαση. Να συναντήσουν χωρίς φόβο, χωρίς προϋποθέσεις, χωρίς αρνήσεις τον άλλον. Αυτόν που δεν είναι εκείνοι.

Όσοι αγαπούν τα θεολογικά γράμματα, όσοι αγαπάν τον Χριστό, όσοι διακονούν τον Χριστό, όσοι θέλουν να διακονήσουν τον Χριστό ας δώσουν τέλος στον συμβιβασμό και στον εφησυχασμό. Αμαρτία είναι να κρύβουν την ωραιότητα της ζωής, τον έρωτα, την αγάπη και να σκανδαλίζονται με αλήθειες που ομολογεί η Εκκλησία αλλά η μη άσκηση της αυτοσυνειδησίας τους εν τη Εκκλησία δημιουργεί το αίσθημα της ενοχής και του φοβικού συνδρόμου.

Ας αποτινάξουν κάθε ευσεβισμό, ηθικισμό, συντηρητισμό, οπισθοδρόμηση κι ας ομολογήσουν τις όμορφες αλήθειες που οι άνθρωποι έθαψαν στο χρόνο. Η Εκκλησία έχει αναρχικό λόγο, τελείως ξένο προς τα ανθρώπινα. Η Εκκλησία είναι αναρχία. Και είναι αναρχία γιατί αντιστέκεται στην αρχή και εξουσία του μισάνθρωπου Εωσφόρου που εργάζεται νυχθημερόν για την καταδίκη της ψυχής.

«Ίσως λοιπόν, να ήλθε ο καιρός σήμερα να σκάψουμε και να βρούμε κάτω από τα χώματα την αληθινή Εκκλησία. Μια ανασκαφή που μαζί με την αποκάλυψη του λησμονημένου θα επιτρέχει και την ανακάλυψη όλων εκείνων των επιπέδων των επιχωματώσεων, που σταδιακά και ανεπαίσθητα έκρυψαν το πρόσωπο της Ορθόδοξης θεολογίας, αναδεικνύοντας στη θέση της τα φετίχ μιας ιδεολογικής θεολογίας και Ορθοδοξίας. Τουτέστιν μιας θεολογικής ειδωλολατρίας, που αντλεί, πότε από την ολοκληρωτική ομογενοποίηση, την κατάργηση δηλαδή του πολύτροπου της οικείωσης του Ευαγγελίου, και πότε από την απόλυτη ιδιώτευση, την αδυναμία εκκλησιασμού της όποιας διαφορετικής και εκ των πραγμάτων υποκειμενικής – υποστατικής κατανόησης» (από το βιβλίο «ΕΡΩΣ ΚΑΙ ΘΑΝΑΤΟΣ» του Καθηγητή Δογματικής της Θεολογικής Σχολής Α.Π.Θ. Χρυσόστομου Σταμούλη).

Ηρακλής Φίλιος
[email protected]

Μπορεί επίσης να σας αρέσει
Αφήστε μια απάντηση

Η διεύθυνση email σας δεν θα δημοσιευθεί.

Litespeed Greek Web Hosting by NetSpace.gr